Κεφάλαιο 14
Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ
Τα τρία σημαντικότερα πράγματα για την ειρήνη, την ευτυχία και την ευημερία του χριστιανού είναι αναμφισβήτητα η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη που είναι θεία αγάπη (Α’ Κορ.ιγ:13). Η αγάπη, φυσικά, είναι το σπουδαιότερο, αλλά η ελπίδα είναι αυτή η εμπιστοσύνη στο Θεό η οποία θα μας βγάλει ασφαλείς μέσα απ’ όλες τις δυσκολίες, τις δοκιμασίες και τις θλίψεις της ζωής μας. Ο Παύλος λέγει ότι σωθήκαμε με την ελπίδα (Ρωμ.η:24), αλλά λέγει επίσης ότι αν ελπίζουμε μόνο σ’ αυτή τη ζωή είμαστε ελεεινότεροι απ’ όλους τους ανθρώπους (Α’ Κορ.ιε:19). Η αξία της ελπίδας στο Θεό είναι ότι φτάνει μέχρι το εσωτερικό του καταπετάσματος και κρατιέται απ’ την αιώνια ζωή του Θεού (Εβρ.ς:19). Ξανά ο Παύλος λέγει: «Διότι εξεύρομεν ότι εάν η επίγειος οικία του σκηνώματος ημών χαλασθή, έχομεν εκ του Θεού οικοδομήν, οικίαν αχειροποίητον, αιώνιον, εν τοις ουρανοίς» (Β’ Κορ.ε:1). Το ξέρουμε αυτό γιατί ο Θεός μας έχει δώσει αρραβώνα για την κληρονομιά μας (Εφεσ.α:13, 14). Εκτός απ’ αυτό, μας έχει βεβαιώσει τέλεια ότι κάθε Του υπόσχεση είναι αλήθεια.
Ο απόστολος Παύλος στην Εβρ.ς:13-20 μας υπενθυμίζει την υπόσχεση που ο Θεός έδωσε στον Αβραάμ. Ο Θεός υποσχέθηκε στον Αβραάμ ένα Σπέρμα, ένα απόγονο από τον οποίο όλες οι γενιές της γης θα ευλογούνταν (Γέν.ιβ:1-3). Αυτό το ένα σπέρμα ήταν ο Χριστός (Γαλ.γ:16). Ήταν σημαντικό ότι θα ερχόταν μέσα απ’ τις γενιές του Ισαάκ και του Ιακώβ, οι οποίοι μαζί με τον Αβραάμ, ήταν οι πατριάρχες του έθνους Ισραήλ. Ο Ισαάκ, ο γιος της υπόσχεσης, γεννήθηκε όταν ο Αβραάμ ήταν περίπου εκατό χρονών. Αργότερα ο Θεός είπε στον Αβραάμ να προσφέρει τον Ισαάκ θυσία στο όρος Μοριά. Ο Αβραάμ με πίστη εκτέλεσε τη διαταγή Του και σήκωσε το χέρι του για να πάρει την ζωή του γιου του Ισαάκ, αλλά ο Θεός σταμάτησε αυτό το χέρι και του έδειξε ένα κριάρι που ήταν πιασμένο πιο πέρα και το οποίο θα έπαιρνε τη θέση του Ισαάκ. Σ’ αυτή την περίπτωση ο Θεός επανέλαβε την υπόσχεσή Του στον Αβραάμ και την επιβεβαίωσε με όρκο (Γέν.κβ:1-18).
Σχεδόν 2000 χρόνια αργότερα ο Θεός ενέπνευσε τον απόστολο Παύλο να γράψει: «Εις το οποίον ο Θεός θέλων να δείξη περισσότερον πρός τους κληρονόμους της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, μετεχειρίσθη μέσον τον όρκον ώστε διά δύο πραγμάτων αμεταθέτων, εις τα οποία είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός να έχωμεν ισχυράν παρηγορίαν οι καταφυγόντες εις το να κρατήσωμεν την προκειμένην ελπίδα την οποίαν έχομεν, ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν, και εισερχομένην εις το εσωτερικόν του καταπετάσματος, όπου ο Ιησούς εισήλθεν υπέρ ημών πρόδρομος, γενόμενος αρχιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Εβρ.ς:17-20).
Μ’ αυτά τα δύο αμετακίνητα πράγματα, την υπόσχεση και τον όρκο του Θεού, στα οποία είναι αδύνατον να ψευστεί, ξέρουμε ότι ο Ιησούς Χριστός, το σπέρμα του Αβραάμ που πλήρωσε την τιμή της σωτηρίας μας θα μας παραλάβει στον ουρανό στο τέλος αυτής της ζωής. Αυτή είναι η μεγάλη παρηγοριά μας κι η ελπίδα μας για την αιώνια ζωή.
Αυτή η ευλογημένη ελπίδα (Τίτ.β:13) ήταν το ίδιο βεβαιωμένη και μέσα στον απόστολο Πέτρο: «Διότι σας εγνωστοποιήσαμεν την δύναμιν και παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ουχί μύθους σοφιστικούς ακολουθήσαντες, αλλ’ αυτόπται γενόμενοι της εκείνου μεγαλειότητος. Διότι έλαβε παρά Θεού Πατρός τιμήν και δόξαν, ότε ήλθεν εις αυτόν τοιαύτη φωνή υπό της μεγαλοπρεπούς δόξης, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον εγώ ευηρεστήθην. Και ταύτην την φωνήν ημείς ηκούσαμεν εξ ουρανού ελθούσαν, όντες μετ’ αυτού εν τω όρει τω αγίω. Και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, εις τον οποίον κάμνετε καλά να προσέχητε, ως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή της ημέρας, και ο φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών» (Β’ Πέτρ.α:16-19).
Σίγουρα οι χριστιανοί έχουν κάθε κίνητρο να ζήσουν μια άγια ζωή, ν’ αγωνιστούν τον καλό αγώνα της πίστης και να τρέξουν το δρόμο τους με υπομονή και πιστότητα μέχρι το τέλος, όπου τους περιμένει η δόξα της παρουσίας του Θεού.