Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Αυτοάμυνα (6)



«Το δίκαιο δεν είναι υποχρεωμένο να υποχωρεί μπροστά στο άδικο».

Σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα του κράτους μας (άρθρο 22) ορίζεται πως

    1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας.

Στο άρθρο 1 δλδ, ορίζεται πως η άμυνα αποτελεί λόγο άρσης του άδικου χαρακτήρα μιας πράξης, βάση της αρχής «το δίκαιο δεν είναι υποχρεωμένο να υποχωρεί μπροστά στο άδικο». Έτσι δίδεται στον αμυνόμενο το δικαίωμα να προσβάλλει τα έννομα αγαθά του επιτιθέμενου, για να προασπίσει τα δικά του έννομα αγαθά (αρχή του υπέρτερου συμφέροντος)


    2. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.

Εδώ οι λέξεις κλειδιά είναι το “αναγκαία”, το “άλλον” και το “παρούσα”.

Αναγκαία. Για να κριθεί η χρήση άμυνας αναγκαία και άρα νόμιμη, πρέπει να υπάρχει επικινδυνότητα και απειλή βλάβης. (βλέπε και αρχή της αναγκαιότητας)

Υπάρχουν κυρίαρχα νομικά κριτήρια σύμφωνα με τα οποία μια αντίστοιχη πράξη συνιστά αδίκημα ή όχι. «Η αυτοάμυνα δεν συνιστά αδίκημα όταν διαπιστωθεί ότι ήταν ο μοναδικός τρόπος για να αντικρουστεί μία απειλή τη δεδομένη στιγμή»

Άλλον. Εδώ ο νομοθέτης ορίζει πως είναι νόμιμη η άμυνα προς χάριν τρίτου, όταν περιλαμβάνει όσα ισχύουν και για την προσωπική άμυνα.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Υπάρχει η νομική κατάσταση της «συναίνεσης του παθόντος» (!!!), όπου, δηλαδή, ο τρίτος συναινεί στην επίθεση που δέχεται σε απλή σωματική βλάβη και δεν προσκρούει στα χρηστά ήθη!!! (π.χ. σύζυγος με σύζυγο, όπου η σύζυγος προς τρίτον του λέγει να μην ανακατεύεται στα οικογενειακά τους θέματα ενώ ο σύζυγος ετοιμάζεται να τη χτυπήσει προκαλώντας ελαφρά σωματική βλάβη).

Παρούσα. Δλδ να συμβαίνει εκείνη τη στιγμή. Για παράδειγμα δεν μπορείτε να επικαλεσθείτε τα όρια της άμυνας και να επιτεθείτε σε κάποιον που σας χτύπησε, μια μέρα μετά το συμβάν. (Σε αυτήν την περίπτωση ή προβάλετε θεμιτή αυτοδικία -άρθρο 282 Α.Κ- όταν σας έχει αφαιρέσει κάποιο αντικείμενο, ή μηνύετε αυτόν που σας χτύπησε – έκλεψε).

    3. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις.

Η νομολογία, έχει εξειδικεύσει την παράγραφο 3, καθιερώνοντας δυο επιπλέον αρχές, οι οποίες κρίνονται απαραίτητες να εμφορούν την πράξη άμυνας.

Α) Αρχή της αναλογικότητας. Το οποιοδήποτε μέσο άμυνας θα πρέπει να είναι στο μέγιστο σημείο της, ανάλογη με το μέσο που χρησιμοποιεί ο επιτιθέμενος. Π.χ Δεν είναι ανάλογη (όσο κι αν σε αυτό το σημείο, φαντάζει παράλογο) η χρήση του μπουκαλιού της μπύρας που κρατάει ο αμυνόμενος για να αποτρέψει μια επίθεση που δέχεται με γυμνά χέρια.
Περισσότερο παράλογο (προς το παρόν) φαντάζει το γεγονός, ότι οποιαδήποτε χρήση άμυνας, θα πρέπει να είναι το πολύ ανάλογη με την χρήση της επίθεσης και του κινδύνου που αυτή φέρει. Πχ Δεν είναι ανάλογη η χρήση χτυπήματος στον λαιμό, στα γεννητικά ή στα μάτια, όταν η επίθεση είναι ένα πιάσιμο από το πέτο.

Β) Αρχή της αναγκαιότητας. (Παραλόγου συνέχεια) Ορίζεται πως, η φυσική πράξη άμυνας εναντίον του επιτιθέμενου πρέπει να είναι με απόλυτη φειδώ, και μόνο αφού δεν έχει αποδώσει η παθητική άμυνα (Οπισθοχώρηση – λεκτική) και εφόσον έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια.

Αντιλαμβάνεται ο καθένας, πως κάτι τέτοιο αντιβαίνει κάθε βασική στρατηγική του σωστού τρόπου και άμεσου χρόνου, χρήση της Αυτοάμυνας.
Επιπροσθέτως, κάτι τέτοιο, εμπεριέχει πλήθος υποκειμενικών κριτηρίων με αποτέλεσμα στις περισσότερες περιπτώσεις, να είναι ασαφή και δυσδιάκριτη η έλλειψη ή η ύπαρξή της.

Το Άρθρο 23 του ποινικού κώδικα ορίζει την Υπέρβαση της άμυνας

Όποιος υπερβαίνει τα όρια της άμυνας τιμωρείται, αν η υπέρβαση έγινε με πρόθεση, με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83), και αν έγινε από αμέλεια, σύμφωνα με τις διατάξεις τις σχετικές με αυτήν. Μένει ατιμώρητος και δεν του καταλογίζεται η υπέρβαση, αν ενέργησε μ` αυτόν τον τρόπο εξαιτίας του φόβου ή της ταραχής που του προκάλεσε η επίθεση.

Με αυτό το άρθρο, ο νόμος έρχεται να εκλογικεύσει αλλά και δικαιολογήσει την πραγματικότητα, σε ότι αφορά το νομικό πλαίσιο της αυτοάμυνας.

Ο νόμος δηλαδή δέχεται, ότι η αμυντική πράξη ως αντίδραση, είναι πολύ πιθανό να υπερβεί τα επιτρεπτά και αναγκαία για την απόσβεση της επίθεσης όρια, επειδή τις περισσότερες φορές εκδηλώνεται από την ψυχολογική φόρτιση που προκαλεί η επίθεση. Δλδ δημιουργεί τα συναισθήματα του φόβου και της ταραχής.

ΠΡΟΣΟΧΗ. Μένει ατιμώρητος ο αμυνόμενος όταν αποδειχτεί ότι η υπέρβαση της αντίδρασής του, οφειλόταν καθαρά εξ’ αιτίας του φόβου που προκλήθηκε μόνο εάν δεν διαπράττεται με πρόθεση.

Δλδ, με βάση τον νόμο, είναι επιτρεπτό όταν σας επιτίθεται κάποιος με ένα σιδηρολοστό να πάρετε μια καρέκλα και να του σπάσετε το χέρι που τον κρατούσε, αλλά ΟΧΙ το να συνεχίσετε να τον χτυπάτε με θυμό, όταν αυτός έχει πέσει στο πάτωμα και σφαδάζει από τον πόνο.

Σε αυτή την περίπτωση ο αμυνόμενος φέρει πλήρη την ποινική ευθύνη (με μειωμένη ποινή) για τα επιπλέον χτυπήματα.

Στο άρθρο 24 του ποινικού μας κώδικα, ορίζεται η υπαίτια κατάσταση άμυνας.

Δεν απαλλάσσεται από την ποινή που ορίζει ο νόμος όποιος με πρόθεση προκάλεσε την επίθεση άλλου για να διαπράξει εναντίον του αξιόποινη πράξη με το πρόσχημα της άμυνας.

Δλδ, αν ο αμυνόμενος προκαλέσει την επίθεση με την συμπεριφορά του, δεν θεωρείται άμυνα η απόκρουση της επίθεσης, αλλά εκ δόλου άδικη επίθεση.

Επισημάνσεις – Συμπεράσματα

Ο Ποινικός κώδικας της Ελληνικής νομοθεσίας ναι μεν, είναι υπέρ της δίκαιης άμυνας, πλην όμως είναι αρκετά μακριά από τη φιλοσοφία, του ότι το κυριότερο στοιχείο της Αυτοάμυνας είναι η προάσπιση της σωματικής ακεραιότητας με κάθε τρόπο και μέσον.

Επιπλέον, δεν μπορεί ο μέσος αμυνόμενος να σκέφτεται το νομικό πλαίσιο την ώρα της μάχης!

Επειδή όμως η Αυτοάμυνα, δικαιολογεί πράξεις που υπό άλλες συνθήκες είναι παράνομες, δεν σημαίνει πως αρκεί για τον αμυνόμενο να έχει το δίκαιο προς το μέρος του, αλλά είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί να το αποδείξει.

    Αν η χρήση άμυνας, προκαλέσει τραυματισμό (ή και θάνατο) του επιτιθέμενου, και άρα ακολουθηθεί η δικαστική οδό, είτε με αυτεπάγγελτη δίωξη, είτε με μήνυση, πρέπει να γίνει σαφές, ότι στις περισσότερες περιπτώσεις σχηματίζεται δικογραφία και πιθανότατα ασκούνται ποινικές διώξεις. Αν αποδειχτεί η αναγκαιότητα, ο αμυνόμενος στην καλή περίπτωση απαλλάσσεται με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών και στην κακή, όταν η υπόθεση φτάσει στο ακροατήριο.

Επίσης πρέπει να τονιστεί και η έννομη προστασία μέσω της δραστηριότητας του αμυνόμενου. Δλδ μπορεί κάποιος να προβάλλει άμυνα και σε άδικες πράξεις που δεν συνιστούν εγκλήματα, όπως η φωτογράφιση χωρίς την θέληση εκείνου που φωτογραφίζεται.

Ενδιαφέρουσα ομοίως είναι και η ιδιαίτερη κατάσταση, στην οποία ο κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να συλλάβει εκείνον που διαπράττει επ΄ αυτοφώρω κακούργημα ή πλημμέλημα σύμφωνα με το άρθρο 275, παράγραφος 1 του κώδικα ποινικής δικονομίας.

Επίσης το νομικό πλαίσιο της Αυτοάμυνας για τους Αστυνομικούς, μεταβάλλεται κατά πολύ, σε σχέση με αυτό που ισχύει για τους πολίτες. Κατά συνέπεια, δεν είναι και το συνετότερο να διδάσκονται αυτοάμυνα, πολίτες και αστυνομικοί στο ίδιο γκρουπ και με την ίδια φιλοσοφία.

Άλλα χρήσιμα και συμβατά με την άμυνα άρθρα του ποινικού μας κώδικα, είναι και τα εξής.

Άρθρο 25
Κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο

    1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελεί κάποιος, για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο, ο οποίος απειλεί το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή κάποιου άλλου χωρίς δική του υπαιτιότητα, αν η βλάβη που προκλήθηκε, στον άλλο είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος και τη σπουδαιότητα από τη βλάβη που Απειλήθηκε.

    2. Η προηγούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε όποιον έχει καθήκον να εκτεθεί στον απειλούμενο κίνδυνο.

    3. Η διάταξη του άρθρου 23 έχει ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτού του άρθρου.

Άρθρο 32
Κατάσταση ανάγκης που αποκλείει τον καταλογισμό

    1. Δεν καταλογίζεται στο δράστη η πράξη που τελεί για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο ο οποίος απειλεί χωρίς δική του υπαιτιότητα το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή συγγενούς του, ανιόντος ή κατιόντος ή αδελφού ή συζύγου του αν η βλάβη που προκλήθηκε στον άλλον από την πράξη είναι κατά το είδος και τη σπουδαιότητα ανάλογη με τη βλάβη που Απειλήθηκε.

    2. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 25 εφαρμόζονται και εδώ.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΣΣΥΒΑΚΗΣ
Εκπαιδευτής ένοπλης και άοπλης μάχης

Πηγές:
Ποινικό δίκαιο,
Συμβατά άρθρα νομικών και συγγραφέων,
Γνώσεις και εμπειρία του αρθρογράφου.