«Αγαπητέ, κατά πάντα εύχομαι να ευοδούσαι και να υγιαίνης, καθώς ευοδούται η ψυχή σου. Διότι εχάρην κατά πολλά ότι έρχονται αδελφοί και μαρτυρούσιν εις την αλήθειάν σου, καθώς συ περιπατείς εν τη αληθεία. Μεγαλητέραν χαράν δεν έχω παρά τούτο, να ακούω ότι τα τέκνα μου περιπατούσιν εν τη αληθεία». (Γ’ Ιωάννου 2-4).
Τα “ίχνη” που οι άνθρωποι αφήνουμε σ’ αυτό τον κόσμο, συνήθως διαρκούν ελάχιστα, – όπως τα βήματα στην άμμο ή στο χιόνι.
«Τα τρία ταύτα είναι θαυμαστά εις εμέ, μάλιστα τέσσαρα δεν εννοώ Τα ίχνη του αετού εις τον ουρανόν τα ίχνη του όφεως επί του βράχου τα ίχνη του πλοίου εν μέσω της θαλάσσης και τα ίχνη του ανθρώπου εν τη νεότητι» (Παρ.λ:18-19).
Αν όμως τα ίχνη του νεαρού ανθρώπου μπορούν να χαρακτηριστούν σαν “ακατανόητα” ή αδύνατο να τα ακολουθήσει κανείς λόγω της βιασύνης που χαρακτηρίζει τη νεαρή ηλικία και της σχετικής απειρίας, αυτό δε σημαίνει ότι αυτά δεν έχουν σημασία για τη ζωή του ίδιου του ατόμου –αφού συχνά προδιαγράφουν τα επόμενα “βήματά” του – και για τις ζωές άλλων στο στενό και ευρύτερο περιβάλλοντός του.
Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι – και ιδιαίτερα οι νέοι –, νομίζουν ότι τα ίχνη τους περνούν απαρατήρητα. Ότι κανείς δεν ασχολείται μαζί τους και τίποτα δεν απομένει στο τέλος αυτής εδώ της ζωής. Σαν αποτέλεσμα, ζουν χωρίς να υπολο-γίζουν τίποτα, λες και δεν πρόκειται να δώσουν λογαριασμό σε κανένα.
Ο σοφός Ιώβ αρχικά είπε ότι «τα ίχνη της πορείας [των ανθρώπων] συστρέφονται καταντώσιν εις το μηδέν και χάνονται» (Ιώβ ς:18), στη συνέχεια όμως παραδέχτηκε την αδήριτη πραγματικότητα, ότι δηλαδή υπάρχει και άλλη πλευρά, γι’ αυτό και ομολογεί στο Θεό: «Παραφυλάττεις πάσας τας οδούς μου σημειόνεις τα ίχνη των ποδών εμού» (Ιώβ ιγ:27).
Όσο και αν οι άνθρωποι προτιμούν να είναι ο Θεός απόμακρος και ξένος στις υποθέσεις της καθημερινής τους ζωής, Εκείνος παραμένει κοντά. Δεν το κάνει βέβαια με διάθεση κατασκοπευτική, όπως κατ’ αρχήν το εκλαμβάνει ο άνθρωπος, αλλά με πατρικό ενδιαφέρον και φροντίδα. Ο Δαβίδ το είχε καταλάβει αυτό και έτσι έψαλλε στο Θεό: «Συ γνωρίζεις το κάθισμά μου και την έγερσίν μου νοείς τους λογισμούς μου από μακρόθεν. Εξερευνάς το περιπάτημά μου και το πλαγίασμά μου και πάσας τας οδούς μου γνωρίζεις» (Ψαλμ.ρλθ:2-3).
Τα ίχνη που αφήνει ο άνθρωπος στο περπάτημα της ζωής του είναι τα στοιχεία εκείνα που χαρακτηρίζουν το βίο του, κατά πόσο αυτός είναι σοφός ή άσοφος, χρήσιμος ή καταστροφικός, αρεστός στο Θεό ή κατακριτέος.
Για το λόγο αυτό έχουν ιδιαίτερη σημασία τα ίχνη που αφήνουν οι παλαιότεροι και μεγαλύτεροι σε ηλικία, οι γονείς και οι δάσκαλοι, επειδή οι νεότεροι πάντα σχεδόν ακολουθούν στα ίχνη των πρώτων στις μεταγενέστερες γενεές. Ακόμη και στη “φιλελεύθερη” εποχή μας, πόσο συχνά ακούμε ανθρώπους να λένε: «Όπως τα βρήκαμε θα τα αφήσουμε. Δεν πρόκειται να αλλάξουμε όσα κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας».
Αλλά ο Θεός, που ξέρει ότι δεν είναι πάντοτε σωστά τα ίχνη που άφησαν οι παλαιότεροι, ενημερώνει και προειδοποιεί: «Μη περιπατείτε εν τοις διατάγμασι των πατέρων σας και μη φυλάττετε τας κρίσεις αυτών και μη μιαίνεσθε με τα είδωλα αυτών» (Ιεζ.κ:18).
Μέσω ενός άλλου προφήτη κάλεσε το λαό Του: «Ιδέτε και ερωτήσατε περί των αι-ωνίων τρίβων, πού είναι η αγαθή οδός, και περιπατείτε εν αυτή, και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εις τας ψυχάς σας» (Ιερ.ς:16).
Αντίθετα όμως με τις οδηγίες του Θεού, οι άνθρωποι συνήθως κάνουν το αντίθετο, αγνοώντας τη φωνή Του, γι’ αυτό και τους λέει: «Ιδού, περιπατείτε έκαστος οπίσω της ορέξεως της πονηράς αυτού καρδίας, ώστε να μη υπακούητε εις εμέ» (Ι-ερ.ις:12).
Με όλα τα παραπάνω υπόψη μας, ας δούμε τώρα εκτός από τα ίχνη που αφήνει ο καθένας από εμάς, τρία άλλα είδη ιχνών, τα οποία καταγράφει ο λόγος του Θεού και τα οποία καλά θα κάνουμε να προσέξουμε:
1. Τα ίχνη της πίστης του Αβραάμ
Στην επιστολή προς Ρωμαίους ο Παύλος αναφερόμενος στη διαφορά μεταξύ των Ιουδαίων της περιτομής και των Εθνικών της ακροβυστίας, εξηγεί ότι ο πατριάρχης Αβραάμ έγινε «πατήρ πάντων των πιστευόντων», επειδή εκείνος πρώτος διάλεξε να ακολουθήσει με πίστη τη φωνή του Θεού, που αποκαλύφθηκε στη ζωή του πριν ακόμη δοθεί ο Νόμος και οι τελετουργικές διατάξεις του λευιτικού ιερατείου. Με τον τρόπο αυτό έγινε όχι μόνο «πατήρ της περιτομής», δηλαδή των Ιουδαίων, αλλά και πατέρας «εις τους περιπατούντας εις τα ίχνη της πίστεως του πατρός ημών Αβραάμ της εν τη ακροβυστία» (Ρωμ.δ:11-12).
Ο Θεός γνωρίζει ότι οι άνθρωποι δεν είμαστε ικανοί να καθαριστούμε από την αμαρτία και τις ατέλειές μας γνωρίζει ότι όσο κι αν θέλουμε να πράξουμε το καλό, η δύναμη της αμαρτίας μέσα στη σάρκα μάς παρασύρει να πράξουμε το κακό (Ρωμ.ζ:15). Δεν υπάρχει, συνεπώς, άλλος τρόπος για να γίνουμε δεκτοί από το Θεό, εκτός αν δείξουμε πίστη στο λόγο Του, όπως ακριβώς έκανε ο Αβραάμ, –ο οποίος «υπήκουσεν (...) ότε εκαλείτο να εξέλθη εις τον τόπον τον οποίον έμελλε να λάβη εις κληρονομίαν, και εξήλθε μη εξεύρων που υπάγει» (Εβρ.ια:8)– και ακολουθήσουμε τους δρόμους που Εκείνος χαράζει για τον καθένα μας. Ο Χριστός έτσι χαρακτήρισε τα δικά Του πρόβατα, τα οποία «ακούουσι την φωνήν μου, και εγώ γνωρίζω αυτά, και με ακολουθούσι» (Ιωάν. ι:27).
2. Τα ίχνη του Χριστού
Πολλοί είναι πρόθυμοι να ονομαστούν “Χριστιανοί” και να ενταχθούν σε διάφορα θρησκευτικά συστήματα, νομίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουν την εύνοια του Θεού.
Κάποιοι πηγαίνουν στις εκκλησίες για να βρουν εσωτερική ηρεμία, ψυχική καθοδήγηση, ανώτερες πνευματικές διδασκαλίες και γνώσεις.
Άλλοι δημιουργούν εκεί κοινωνικές σχέσεις και δεσμούς που καλύπτουν κυρίως επίγειες ανάγκες. Σπάνια όμως είναι πρόθυμοι να προσέξουν τη διδασκαλία του Πέτρου, για το νόημα της ζωής των πιστών, ότι «Επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς διά να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού» (Α’ Πέτρ.β:21).
Με άλλα λόγια, σκοπός της πρόσκλησής μας δεν είναι η επίγεια καλοπέραση, αλλά στη μερίδα του πιστού ανθρώπου ανήκει και «το να υποφέρη τας λύπας διά την εις τον Θεόν συνείδησιν, πάσχων αδίκως» (εδ. 19-20) ή, με τα λόγια του Παύλου, το «εάν συμπάσχωμεν, διά να γείνωμεν και συμμέτοχοι της δόξης αυτού» (Ρωμ.η:17).
3. Τα ίχνη των αποστόλων
Απέναντι σε άδικες κατηγορίες που έγιναν σε βάρος του Παύλου και των συνεργατών του, ο απόστολος με καύχημα βεβαιώνει ότι και ο ίδιος και οι σύντροφοί του ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο και βάδιζαν «εις τα αυτά ίχνη», επειδή δεν πειραματίζονταν ο καθένας σύμφωνα με τις στιγμιαίες και αυθόρμητες σκέψεις και συναισθήματά του, αλλά ζούσαν με βάση το κοινό πνεύμα που πρέπει να διέπει όλους τους πιστούς ακόλουθους του Κυρίου.
Αναρωτιέται, συνεπώς, «Ουχί με το αυτό πνεύμα περιεπατήσαμεν; ουχί εις τα αυτά ίχνη;» (Β’ Κορ.ιβ:18). Ο Παύλος και οι συνεργάτες του είχαν κοινό πρότυπο που ακολουθούσαν και κοινό σκοπό ήθελαν να είναι ευάρεστοι στο Θεό και να εκτελέσουν πιστά το δικό Του θέλημα, όσο και αν κόστιζε στους ίδιους, ακόμη και αν δεν ήταν αρεστό στους ανθρώπους.
Αντίθετα από την επιθυμία ανθρώπων που αρέσκονται να διαιρούν και να δημιουργούν παρατάξεις μέσα στο σώμα της εκκλησίας, ο Παύλος αποδεικνύει με τα γραπτά του ότι όλοι οι πιστοί οφείλουν να ακολουθούν τον ίδιο δρόμο, βαδίζοντας όχι σύμφωνα με ανθρώπινες διδαχές αλλά σύμφωνα με την πρόσκληση του Θεού, που μας καλεί να ακολουθούμε τον Υιό Του με εμπιστοσύνη όχι σε δικά μας έργα αλλά στο μοναδικό και αναντικατάστατο σωτήριο έργο του Χριστού.
Πόσο διαφορετική εκείνη η πραγματικότητα από κάποιους σημερινούς θρησκευτικούς ηγέτες, που ο καθένας κάνει και λέει ό,τι ετου αρέσει και ό,τι νομίζει ότι είναι πρόσφορο στα πρόσκαιρα συμφέροντα του ίδιου ή του συστήματος που υπηρετεί...
Υπάρχουν όμως και τα ίχνη του Θεού
Ενώ είμαστε τόσο μικροί ώστε να μη μπορούμε να “ιχνογραφήσουμε” ούτε καν τα βήματα των συνανθρώπων μας – πολλές φορές μάλιστα ούτε καν τα δικά μας–, συχνά έχουμε την τάση να υψωνόμαστε πάνω από τα όριά μας και προσπαθούμε να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε το Θεό. Μερικοί μάλιστα φτάνουν στο υ-περβολικό σημείο να μιλούν σαν ειδικοί ερμηνευτές της θείας βουλής...
Βέβαια ο Θεός έχει ενημερώσει ότι «αι οδοί μου είναι υψηλότεραι των οδών υμών και αι βουλαί μου των βουλών υμών» (Ησ.νε:9), ωστόσο αυτό το παραβλέπουμε συχνά, και ζητούμε να επιτύχουμε το ακατόρθωτο και ζητούμε όχι μόνο να μάθουμε τα μυστικά του Θεού αλλά και να γίνουμε «σύμβουλοί» Του (Ρωμ.ια:34).
Αντιθέτως, ο αρχαίος Ψαλμωδός Ασάφ είχε διαλέξει έναν άλλο τρόπο, σίγουρα πολύ πιο ασφαλή από κάθε δικό μας “ακροβατισμό”. Αντί να ζητάει να μάθει τα μυστικά του Θεού, προτιμούσε να παρακολουθεί με θαυμασμό όσα έβλεπε και βίωνε στο περιβάλλον του και στη ζωή του, όπως έγραψε στον όμορφο Ψαλμό οζ.
Ο ίδιος ομολογεί από την αρχή, ότι στη ζωή του αντιμετώπισε διάφορα προβλήματα. Όπως όλοι, έτσι κι εκείνος θα προτιμούσε να έχει μια άμεση φανέρωση της δύναμης του Θεού, που θα τον ελευθέρωνε από κάθε στενοχώρια. Όμως έβλεπε ότι η ζωή συνέχιζε με δυσκολίες και απορίες που δικαιολογημένα απασχολούσαν τη σκέψη του. Ποια ήταν η λύση που βρήκε ο Ασάφ στο πρόβλημά του;
Μήπως ζήτησε από το Θεό να κάνει εύκολη τη ζωή του, να τον απαλλάξει από τις δυσκολίες και να τον κάνει όπως άλλοι άνθρωποι του κόσμου, τους οποίους κάποια στιγμή ζήλεψε «βλέπων την ευτυχίαν των ασεβών»; (Ψαλμ.ογ:3) Κάθε άλλο!
Έχοντας συνετιστεί από την προηγούμενη πείρα του, όπου ο Θεός του φανέρωσε ότι η υπόθεση δεν κρίνεται από το άμεσο παρόν αλλά από το μέλλον και «τα τέλη» των ανθρώπων, στρέφει την προσοχή του σε στοιχεία που μπορούσαν να τον κάνουν να δει «το τέλος της όλης υποθέσεως» (Εκκλ. ιβ:13).
Αντί να ενδιαφέρεται πώς θα γίνει η ζωή του ευκολότερη, πώς θα κάνει το Θεό “υπηρέτη” στις απαιτήσεις και ιδιοτροπίες του, στρέφει την προσοχή του στο παρελθόν και παρατηρεί τις επεμβάσεις του Θεού στην ιστορία του λαού Ισραήλ, πώς δηλαδή έδρασε ο Θεός στο παρελθόν, και αυτό τον ικανοποιεί και τον χορταίνει.
«Θέλω μνημονεύει τα έργα του Κυρίου ναι, θέλω μνημονεύει τα απ’ αρχής θαυμάσιά σου και θέλω μελετά εις πάντα τα έργα σου, και περί των πράξεών σου θέλω διαλογίζεσθαι», γράφει ο σοφός αυτός άνθρωπος.
Σαν αποτέλεσμα ο Ασάφ καταλήγει να ψάλλει στον Κύριο με θαυμασμό: «Τα ίχνη σου δεν γνωρίζονται» (εδ.19). Δεν μπορώ να Σε παρακολουθήσω, ομολογεί, βλέπω όμως το καλό αποτέλεσμα των επεμβάσεών Σου στη ζωή των ανθρώπων και παραδέχομαι ότι Εσύ ξέρεις καλύτερα!
Ήταν το μάθημα που έμαθε και ο Παύλος, – που δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει την απαλλαγή από τον σκόλοπα που είχε στη σάρκα του, μα και όλοι οι άλλοι άγιοι άνθρωποι του Θεού, ότι δηλαδή η θέση του πιστού είναι να αρκείται στη χάρη Του και να περιμένει με υπομονή να δει πώς και πότε θα διαλέξει ο Κύριος να κάνει την έκβαση, όχι σύμφωνα με το δικό μας θέλημα αλλά με τη δική Του «βουλή και πρόγνωση» (Πράξ.β:23).
Τα παραπάνω, βέβαια, ακούγονται αντίθετα με το "άλλο ευαγγέλιο", – αυτό της “Ευημερίας”– που όλο και περισσότερο κηρύττεται στις μέρες μας, το οποίο εντελώς ανθρωποκεντρικά υπόσχεται ανέσεις, πλούτη και κάθε είδους υλικές ευλογίες, και αποπροσανατολίζει τον πιστό σε μια άλλου είδους θρησκεία, όπου, αν δεν λατρεύεται η υπόλοιπη κτίση – όπως στην ιστορική ειδωλολατρία –, τελικά λατρεύεται ο εαυτός ΜΑΣ, οι δικοί ΜΑΣ και τα δικά ΜΑΣ.