Αββακούμ
β:1-4
Επί της σκοπιάς μου θέλω σταθή και θέλω στηλωθή επί του πύργου, και θέλω
αποσκοπεύει διά να ίδω τι θέλει λαλήσει προς εμέ και τι θέλω αποκριθή προς τον
ελέγχοντά με. Και απεκρίθη προς εμέ ο Κύριος και είπε, Γράψον την όρασιν και
έκθεσον αυτήν επί πινακιδίων, ώστε τρέχων να αναγινώσκη τις αυτήν· διότι η
όρασις μένει έτι εις ωρισμένον καιρόν, αλλ' εις το τέλος θέλει λαλήσει και δεν
θέλει ψευσθή· αν και αργοπορή, πρόσμεινον αυτήν· διότι βεβαίως θέλει ελθεί, δεν
θέλει βραδύνει. Ιδού, η ψυχή αυτού επήρθη, δεν είναι ευθεία εν αυτώ· ο δε
δίκαιος θέλει ζήσει διά της πίστεως αυτού.
Τι είναι λοιπόν ο Θεός; Ο
Θεός που περιμένω και ποτέ δεν έρχεται;
Ο Θεός που το να Τον
περιμένω είναι ένας απλός μηχανισμός άμυνας για να αντιμετωπίσω μια δύσκολη
πραγματικότητα;
Στην περικοπή μας
ουσιαστικά ο Θεός ζητά από τον Αβακούμ να τον περιμένει. Τι σημαίνει όμως αυτό;
Πώς περιμένει ο Αβακούμ; Πώς να περιμένω το Θεό που προσμένω;
1.
Περιμένω ισορροπώντας στην ένταση μεταξύ της απουσίας και της παρουσίας του
Θεού.
Ο Αββακούμ νιώθει την
απουσία του Θεού. Καλείται να περιμένει ένα Θεό που δεν είναι παρών. Που θα έρθει. Θα του εξηγήσει. Θα
εκπληρώσει το σχέδιό του. Θα λύσει
το πρόβλημα.
Διαβάζουμε στην προσευχή
του Αββακούμ στο επόμενο κεφάλαιο για το Θεό που «έρχεται» («Ο Θεός έρχεται από
τη Θαιμάν, ο Άγιος Θεός από το όρος Φαράν», εδ.3). Τι γίνεται όμως τώρα; Τι να
το κάνω το ότι κάποτε, μια μέρα θα εμφανιστείς; Εγώ έχω τώρα το πρόβλημα. Δείτε
όμως κάτι ενδιαφέρον. Ενώ ο Θεός μοιάζει να είναι απών, ταυτόχρονα είναι
παρών όσο ποτέ άλλοτε. Συνομιλεί με τον Αββακούμ. Στο κεφ.β υπάρχει μία από
τις πιο συγκλονιστικές και θεολογικά φορτισμένες λέξεις του βιβλίου. Είναι η
λέξη «εμέ» στο εδ.2. «Ο Θεός μου αποκρίθηκε». Όχι απλά αποκρίθηκε αλλά
αποκρίθηκε σ’ εμένα, απάντησε στην ερώτησή μου, ασχολήθηκε προσωπικά με τον
προβληματισμό μου. Ο Θεός που θα έρθει στο μέλλον, είναι εδώ δίπλα μου στο
παρόν. Ο Θεός που προσμένω είναι ο Θεός που ήδη απολαμβάνω.
Τη στιγμή που ο Θεός
μοιάζει να είναι τόσο απόμακρος, είναι τόσο κοντά μου. Αυτή ήταν και η εμπειρία
του Ιώβ. Αν τον ρωτούσες «ποια ήταν η στιγμή που ένιωσες με τον πιο σκληρό και
οδυνηρό τρόπο το Θεό μακρύτερα από ότι ποτέ;», θα σου έλεγε «όταν τα έχασα όλα».
Και «ποια ήταν η στιγμή που ένιωσες με τον πιο καθαρό και ζεστό τρόπο το Θεό
κοντύτερα από ότι ποτέ;», θα σου έλεγε «όταν τα έχασα όλα». Στο τέλος του
βιβλίου του λέει «άκουγα για σένα με την ακοή μου αλλά τώρα τα μάτια μου σε
βλέπουν».
2.
Περιμένω αναμένοντας αλλά και υπακούοντας
Λέει ο Αββακούμ στο β:1, «Θα
πάρω θέση, θα σταθώ στη σκοπιά μου και στην πολεμίστρα μου και θα προσμένω…»
Έχει ενδιαφέρον ότι η αναμονή δε χαρακτηρίζεται από παθητική αδράνεια αλλά από
ενεργή και δραστήρια προσδοκία. Θα σταθώ στη σκοπιά μου. Θα κάνω τη βάρδιά μου.
Θα εκτελέσω το καθήκον μου. Θα κάνω αυτό που πρέπει να κάνω.
Δείτε το πώς αντέδρασε ένας
άλλος προφήτης όταν το θέλημα του Θεού δεν έβγαζε νόημα για αυτόν: Θυμηθείτε
τον Ιωνά. Διαβάζουμε γι’ αυτόν στο α:5β «ο
δε Ιωνάς κατέβη εις το κοίλωμα του πλοίου και επλαγίασε και εκοιμάτο βαθέως»
Σε αντίθεση με αυτόν, ο
Αββακούμ λέει “θα σταθώ στις επάλξεις. Θα κάνω αυτό που πρέπει και θα
περιμένω.” Η αναμονή δεν είναι άλλοθι για αδράνεια και απραξία.
Ο Αββακούμ περιμένει να
μάθει το άγνωστο θέλημα του Θεού υπακούοντας στο γνωστό. Περιμένει να
πληροφορηθεί τις κρυφές βουλές του Θεού εκτελώντας τις αποκαλυμμένες.
Υπήρχε και υπάρχει μια τάση
που θεωρεί ως υψηλότερη πνευματικότητα το να μην κάνεις τίποτα, περιμένοντας
μια ειδική κλήση από το Θεό για να κάνεις κάτι. Ο Αββακούμ κάνει το ακριβώς
αντίθετο. Εκτελεί το καθήκον του περιμένοντας το άγνωστο.
3.
Περιμένω επειδή δε θέλω το μέτριο αλλά το τέλειο
Έχουμε την παροιμία «κάλλιο
πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι». Συχνά σκεφτόμαστε έτσι. Διαβάζουμε
όμως στο εδ.3 ότι ο Αββακούμ λέει, «Διότι
η όρασις μένει έτι εις ωρισμένον καιρόν…». Στον ορισμένο καιρό.
Ξέρετε, ο Σατανάς έχει μία
πολύ συγκεκριμένη άποψη για το χρόνο. Υπάρχει μόνο το τώρα, το σήμερα.
Πάντα μιλά στον ενεστώτα.
Δείτε τι λέει στους πρωτόπλαστους: «την ημέρα που θα φάτε από αυτό θα ανοιχτούν
τα μάτια σας και θα γίνετε σαν θεοί…». Την ημέρα, σήμερα, τη στιγμή, τώρα!
Ο Αββακούμ όμως περιμένει
τον «ορισμένο καιρό». Γιατί; Με άλλα λόγια η υπομονή είναι όχι επειδή είμαστε
μαζοχιστές αλλά το αντίθετο, επειδή θέλω το καλύτερο. Το πρόβλημα του ανθρώπου
είναι ότι επιλέγει να ικανοποιηθεί πολύ γρήγορα και πολύ εύκολα. Περιμένω
επειδή θέλω να απολαύσω τον καρπό της απάντησης του Θεού στον «ορισμένο καιρό»,
τη σωστή στιγμή.
4.
Περιμένω με πίστη στην πιστότητα του Θεού
Διαβάζουμε στο εδ.4, «ο δε δίκαιος θέλει ζήσει δια της πίστεως
αυτού». Η φράση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική. Την αναφέρει ο Παύλος στην
προς Ρωμαίους, στην προς Γαλάτας, στην προς Εβραίους. Τι σημαίνει; Μία άποψη: «ο
εκ πίστεως δίκαιος θα ζήσει». «Ο δίκαιος εκ πίστεως θα ζήσει». «Ο δίκαιος λόγω
της πιστότητας του λόγου του Θεού θα ζήσει». «Ο δίκαιος λόγω της πίστης του
Θεού (Εβδομήκοντα) θα ζήσει».
Τι από τα δύο; Και τα δύο.
Ο δίκαιος θα ζήσει με πίστη στην πιστότητα του Θεού. Τώρα για να καταλάβουμε τη
σημαίνει αυτό, αξίζει να σημειώσουμε κάτι. Τι είναι το αντίθετο της πίστης; Η
απιστία, η αμφιβολία, η ασέβεια; Αν δούμε το πλαίσιο, θα ανακαλύψουμε ότι το
αντίθετο είναι η υπερηφάνεια. Δείτε το εδ.4: «Ιδού η ψυχή αυτού επήρθη». Είναι η στάση που λέει «πάρε τη ζωή στα
χέρια σου». Μην εξαρτάσαι από κανέναν και τίποτα. Διάλεξε το δρόμο της «αυτοεξάρτησης».
Γιατί
όμως να περιμένω;
Γιατί να πεισθώ ότι ο
δίκαιος θα ζήσει εκ πίστεως; Γιατί να πεισθώ ότι αυτό που λέει ο Θεός είναι
αλήθεια;
Επειδή ο δίκαιος πέθανε εκ
πίστεως. Σκεφτείτε το για λίγο. Ο μόνος δίκαιος που έζησε με απόλυτη πιστότητα
και παράδοση στο Θεό, πέθανε ώστε ο δίκαιος να ζει εκ πίστεως. Δεν υπάρχει άλλο
πειστικότερο επιχείρημα από το Σταυρό. Στο Σταυρό ο Ιησούς σου λέει ότι αξίζει
να εμπιστευθείς το Θεό ακόμη και αν αυτό σημαίνει Γολγοθάς, Σταυρός.
Η προσμονή του Θεού
Αββ.β:3 διότι η όρασις μένει έτι εις ωρισμένον καιρόν, αλλ' εις το τέλος θέλει
λαλήσει και δεν θέλει ψευσθή· αν και αργοπορή, πρόσμεινον αυτήν· διότι βεβαίως
θέλει ελθεί, δεν θέλει βραδύνει.
Σ’ αυτά τα λόγια έχουμε κάτι που υποτίθεται, και μια
καθορισμένη υποχρέωση.
«αν
και αργοπορή».
Αυτό συνεπάγεται κάποιο βαθμό ανυπομονησίας, η οποία μπορεί να οφείλεται είτε
σε απιστία ή δυνατή επιθυμία.
«πρόσμεινον». Η όραση είναι προς το παρόν κρυμμένη για θεϊκό
σκοπό, αλλά στο μέλλον θα αποκαλυφθεί.
I. ΤΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η
ΠΡΟΣΜΟΝΗ
1. Μια σταθερή βεβαιότητα της ύπαρξης και της
πραγματικότητας των υποσχέσεων του Θεού. Η πίστη κάνει τα μη βλεπόμενα ορατά,
και τα μελλοντικά πράγματα σαν παρόντα. Η πίστη επομένως εισέρχεται στην ίδια
την ουσία του καθήκοντος.
2. Μια βαθιά ταπείνωση, ενωμένη με την ευλάβεια και
την αγάπη. Για να περιμένουμε σωστά τον Θεό, πρέπει να έχουμε υψηλή ιδέα γι’
Αυτόν και χαμηλή ιδέα του εαυτού μας. Η
ψυχή που περιμένει αντιλαμβάνεται την εξάρτησή της από την θεϊκή επάρκεια.
3. Ένθερμη και συνεχιζόμενη επιθυμία. Αυτά τα δύο
ενώνονται στον Ησαΐα κς:8. Η αναμονή θα σταματήσει όταν η επιθυμία σταματήσει.
Αλλά, σε έναν Χριστιανό, όταν όλα τα άλλα φαίνεται να έχουν φύγει, αυτό
παραμένει. Η αναμονή
του
Θεού
είναι
αντίθετη
με
την
νωθρότητα.
4. Αναμονή που ασκείται με υπομονή. Όχι απελπισμένη
υπομονή. Όχι μόνο φυσική υπομονή. Αλλά μια πραγματικά χριστιανική υπομονή, με
την οποία βαστάζουμε χωρίς γογγυσμούς και μουρμούρες τις μεγαλύτερες πληγές και
δεν αποθαρρυνόμαστε καθόλου από τις μεγάλες καθυστερήσεις. Ένα υπομονετικό
πνεύμα δεν είναι ούτε δειλό και δύσπιστο από τη μία πλευρά, ούτε απερίσκεπτο
και βιαστικό από την άλλη.
Ιακ.ε:7 Μακροθυμήσατε
λοιπόν, αδελφοί, έως της παρουσίας του Κυρίου. Ιδού, ο γεωργός περιμένει τον
πολύτιμον καρπόν της γης και μακροθυμεί δι' αυτόν, εωσού λάβη βροχήν πρώϊμον
και όψιμον· μακροθυμήσατε και σεις, στηρίξατε τας καρδίας σας, διότι η παρουσία
του Κυρίου επλησίασε.
Περιμένουμε από τον Θεό, δεν Του υπαγορεύουμε εμείς!
5. Σταθερότητα, σε αντίθεση με μια κυμαινόμενη και
ασταθή κατάσταση του μυαλού, πιστότητα και αποφασιστικότητα, σε αντίθεση με την
αστάθεια και την ελαφρότητα. Ο προφήτης το ονομάζει «θέλω
σταθή και θέλω στηλωθή επί του πύργου».
6. Επιμέλεια και σταθερότητα, σε αντίθεση με νωθρότητα
και κόπωση. Αναμονή του Θεού δεν συνεπάγεται νωθρότητα, αλλά δραστηριότητα, όχι
παραμέληση των μέσων, αλλά επιμελής χρήση τους. Η επιμέλεια χωρίς εξάρτηση
είναι η μεγαλύτερη ανοησία και η εξάρτηση χωρίς επιμέλεια δεν είναι ό,τι
καλύτερο.
II. ΤΟ ΕΥΛΟΓΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΡΟΠΗΣ
1. Δεν είμαστε παρά υπηρέτες και τι πρέπει να κάνουν
οι υπηρέτες, από το να περιμένουν;
2. Αυτό που ο Θεός έχει υποσχεθεί, αξίζει να το
περιμένουμε. Σίγουρα εκείνοι που δεν αξιολογούν τις υποσχόμενες ευλογίες, δεν
θα επιδιώξουν ειλικρινά και υπομονετικά να τις περιμένουν.
3. Ο Θεός μας περίμενε πολύ καιρό. Είχε μεγάλη υπομονή
μαζί μας, εμείς δεν θα περιμένουμε
υπομονετικά το έλεός Του;
4. Ένας σκοπός για τον οποίο ο Θεός μας παραχωρεί την
χάρη Του, είναι για να μπορούμε πρόθυμα να περιμένουμε. Είναι αυτό που ηρεμεί
τα θορυβώδη πάθη και γαληνεύει τον θόρυβο της ψυχής.
5. Ο Θεός σπάνια εκτελεί τις υποσχέσεις του ή απαντά
στις προσδοκίες μας μέχρι να μας φέρει σ’ αυτή την κατάσταση του μυαλού. Όταν
είμαστε υποταγμένοι στην επιθυμία των ευλογιών, είναι το πιο πιθανό να τις
απολαύσουμε, ενώ η δυστροπία και η δυσαρέσκεια θα προκαλέσουν τον Θεό να τις
παρακρατήσει. Όταν διαφωνήσουμε μαζί Του, θα διαφωνήσει μαζί μας, αλλά όταν
παραιτηθούμε από τους εαυτούς μας και παραχωρηθούμε στο θέλημά Του, θα ικανοποιήσει
τις επιθυμίες μας.
6. Η γλυκύτητα των ευλογιών, είναι γενικά ανάλογη με
το χρόνο που έχουμε περιμένει γι’ αυτές. Όσο περισσότερο έχουν καθυστερήσει,
τόσο πιο ευπρόσδεκτες είναι όταν έρχονται.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι όταν η χάρη έχει φθάσει στην
καρδιά, υπάρχουν ακόμα πολλά πράγματα να κάνει ο χριστιανός.
Η σημερινή κατάσταση είναι ποικιλοτρόπως επώδυνη και
πιεστική από διάφορες επιθυμίες και εφήμερες απολαύσεις και παρόλα αυτά θα
πρέπει να περιμένουμε και η αναμονή μας θα πρέπει να συνοδεύεται με ευθυμία και
για να εξασφαλιστεί αυτό, θα πρέπει να θεωρούμε τις υποσχέσεις ανώτερες από τα
βλεπόμενα.