Ψαλμ.ξς:18-20 Εάν εθεώρουν αδικίαν εν τη καρδία μου, ο
Κύριος δεν ήθελεν ακούσει· αλλ' ο Θεός βεβαίως εισήκουσεν· επρόσεξεν εις την
φωνήν της προσευχής μου. Ευλογητός ο Θεός, όστις δεν απεμάκρυνε την προσευχήν
μου και το έλεος αυτού απ' εμού.
Καθόμουν σε μια καφετέρια και απολάμβανα τον καφέ μου,
διαβάζοντας τον παραπάνω Ψαλμό.
Δεν καταλάβαινα πλήρως πώς ο Θεός θα μπορούσε να σταματήσει
να ακούει.
Ακριβώς τότε, μια μητέρα με την κόρη της ήρθαν και κάθισαν
ακριβώς δίπλα μου.
Το κοριτσάκι ανέβηκε χαρούμενο στην αγκαλιά της μαμάς της
και άρχισε να τρώει ένα γλυκό.
Μην τρως τόσο μεγάλες μπουκιές γιατί θα πνιγείς, την προειδοποίησε η μητέρα της
Προς έκπληξή μου, το παιδί έριξε μια προκλητική ματιά στη
μαμά και έχωσε το υπόλοιπο γλυκό στο στόμα της.
«Τέλος χρόνου!» είπε η μαμά της, μετακινώντας την από την
αγκαλιά της σε μια καρέκλα. «Δεν με άκουσες».
Με ένα στόμα γεμάτο από το γλυκό, το παιδί άρχισε να
διαμαρτύρεται.
«Δεν ακούω», απάντησε η μητέρα της.
Χμ, αυτό εννοεί ο Ψαλμός ξς!
Όταν αψηφούμε τον Θεό, μας βάζει σε «ένα διάλειμμα» για να ελκύσει
την προσοχή μας. Μας αγαπάει ακόμα, αλλά σταματά να «ακούει» μέχρι να
εγκαταλείψουμε την ανταρσία μας και να ανέβουμε πίσω στην αγκαλιά Του.