Όταν ο Χριστός
επιστρέψει, η σάλπιγγα θα ακουστεί και «οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν
αναστηθή» (Α' Θεσ.δ:16). Οι χριστιανοί που θα ζουν εκείνη τη στιγμή, θα
μεταμορφωθούν και όλοι μαζί θα συναντήσουν τον Χριστό στον αέρα (εδ.17).
Οι χριστιανοί έχουν
πολλές ερωτήσεις σχετικά με αυτό το μελλοντικό ζήτημα, και δεν έχω την πρόθεση
ν’ απαντήσω σε όλες. Εδώ θα συζητήσω μόνο τη φύση του σώματος της ανάστασης.
Ανάσταση
Όταν επιστρέψει ο
Χριστός, οι νεκροί θ’ αναστηθούν. Αλλά ρωτούν μερικοί: «Με ποίον σώμα
έρχονται;». Θα συναρμολογηθούν ξανά τα άτομα της ύλης από τα οποία
απαρτίζεται τώρα το σώμα τους; Θα υπάρχουν αρσενικό και θηλυκό γένος; Θ’
αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλο; Θα είμαστε νέοι ή ηλικιωμένοι; Τέτοιες και
πολλές άλλες ερωτήσεις γίνονται.
Είναι κατανοητό γιατί
ρωτάμε. Αλλά είναι επίσης κατανοητό ότι δε μπορούμε να καταλάβουμε πώς θα είναι
η αθάνατη ζωή, όπως ένα έμβρυο δε μπορεί να καταλάβει πώς είναι η ζωή του
ενήλικα, ή ένας γεννημένος τυφλός δε μπορεί να καταλάβει τα χρώματα.
Ίσως το να εισέλθουμε στη
δόξα θα είναι σαν να μπούμε σε μια νέα διάσταση που δεν γνωρίσαμε ποτέ πριν.
Δεν έχουμε τις λέξεις για να την περιγράψουμε, επειδή οι λέξεις μας βασίζονται
στις εμπειρίες που έχουμε σ’ αυτή τη ζωή.
Όπως δε μπορούμε να
περιγράψουμε το άρωμα του καφέ, δεν μπορούμε να περιγράψουμε και τη μελλοντική
μας ζωή.
Οι Άγιες Γραφές δεν μας
δίνουν λεπτομερή περιγραφή με τι θα μοιάζει η ζωή όταν θα έχουμε τα ένδοξα
σώματα. Μας λένε ότι (1) θα είμαστε πάντα με τον Θεό και (2) ότι εκείνη η ζωή
θα είναι πάρα πολύ απολαυστική. Θα μπούμε κι εμείς στην χαρά του Κυρίου μας και
στη δική Του παρουσία όπου υπάρχουν αιώνιες ευχαριστήσεις. Ποτέ δεν πρόκειται
να νιώσουμε βαριεστιμάρα, επειδή εμείς τα πεπερασμένα όντα θα έχουμε πάντοτε
κάτι καινούργιο να μάθουμε και ν’ απολαύσουμε από την απεριόριστη καλοσύνη του
Θεού.
Οι Γραφές επίσης λένε πως
όταν επιστρέψει ο Χριστός, θα είμαστε όπως Εκείνος (Α' Ιωάν.γ:2). Ο Παύλος λέει
ότι τα σώματά μας θα αλλαχτούν όταν ακουστεί η τελευταία σάλπιγγα (Α' Κορ.ιε:51-52).
Κι αυτό μας φέρνει στην αρχική ερώτηση, πώς θα είναι τα σώματά μας.
Υπάρχουν δύο τρόποι για
να μελετήσουμε το θέμα. Ο πρώτος είναι να ρωτήσουμε τι είδους σώμα είχε ο
Ιησούς μετά από την ανάστασή Του, και το δεύτερο να δούμε τι έγραψε ο Παύλος
σχετικά με τα σώματα της ανάστασης. Οι πληροφορίες που έχουμε και στις δύο
περιπτώσεις είναι περιορισμένες, όμως μπορούμε να δούμε πώς μπορούν να
ταιριάξουν μεταξύ τους.
Η
ανάσταση του Ιησού
Μετά την ανάστασή Του, ο
Ιησούς μπορούσε ν’ αναγνωριστεί ότι ήταν ο Ιησούς. Χρειάστηκε ειδική επέμβαση
για να εμποδιστούν οι δύο μαθητές ώστε να μην Τον αναγνωρίσουν (Λουκ.κδ:16).
Ο Ιησούς είχε σάρκα και οστά, και κάποια από τα σημάδια της σταύρωσης (εδ.39).
Μπορούσε ν’ αγγιχτεί και μπορούσε να φάει. Αλλά μπορούσε επίσης να
παρουσιάζεται θαυματουργικά μέσα σε κλειστά δωμάτια ή ν’ αναληφθεί στον ουρανό
(Ιωάν.κ:19-20, Πράξ.α:9).
Αλλά είναι αυτή η μορφή
που έχει τώρα ο Ιησούς; Υπάρχει δηλαδή κάπου πέρα στο διάστημα ένα σώμα με
σάρκα και οστά και ύψος 1,70 μ.; Είναι ο Ιησούς αόρατος ή έχει κάποιο σώμα που
λάμπει με δόξα, ή μήπως μοιάζει με σφαγμένο αρνί - ένα αρνί με επτά κέρατα και
επτά μάτια; (Αποκ.ε:6). Ή μήπως όλα αυτά είναι παρουσιάσεις και όχι
αναγκαστικά η μόνιμη μορφή Του;
Διακρίνω εδώ δυο βασικά στοιχεία:
(1) Ότι ο τάφος ήταν άδειος και το σώμα του Ιησού είχε φύγει. (2) Ότι ο
αναστημένος Ιησούς είχε ένα σώμα, αλλά αυτό το σώμα είχε ασυνήθιστες ιδιότητες.
Ο απλούστερος τρόπος που μπορούμε να συνδυάσουμε αυτά τα δύο γεγονότα είναι να
συμπεράνουμε ότι το αναστημένο σώμα του Ιησού ήταν αλλαγμένο. Ο αναστημένος
Ιησούς είχε φυσική συνέχεια με τον σταυρωμένο Ιησού, όμως υπήρχαν σπουδαίες
αλλαγές.
Δεν πιστεύω ότι ο Ιησούς
έπρεπε να παραμείνει ορατός στα μάτια μας. Όταν παρουσιαζόταν μετά την
ανάσταση, το σώμα του εξέπεμπε φωτόνια -ώστε να μπορεί να γίνει αντιληπτό από
τα ανθρώπινα μάτια- αλλά έπαυε να το κάνει όταν εξαφανιζόταν. Ωστόσο, και στις
δύο καταστάσεις ο Ιησούς είχε σώμα.
Τώρα ο Ιησούς κατοικεί
την αιωνιότητα και δεν υπάρχει ανάγκη να συμμορφώνεται με τον περιορισμένο
ηλεκτρομαγνητικό κβαντικό κόσμο που εμείς μπορούμε να ερευνήσουμε. Και για το
λόγο αυτό δεν πιστεύω ότι το σώμα Του έχει ανάγκη να συμμορφώνεται με τις
διαστάσεις που εμείς γνωρίζουμε.
Τα ερωτήματά μας σχετικά
με το «ύψος» και το «σημείο» βασίζονται σε περιορισμούς που ίσως δεν έχουν
εφαρμογή στον Ιησού Χριστό. Τέτοιες ερωτήσεις δεν έχουν περισσότερο νόημα από
όσο το να ρωτάμε πώς μυρίζει το μοβ χρώμα, ρωτάμε δηλαδή για μια κατάσταση με
όρους που δεν ταιριάζουν σ’ αυτήν.
Η
δική μας ανάσταση
Ο Παύλος γράφει ότι κι
εμείς θ' αλλάξουμε και θα μεταμορφωθούμε (Α' Κορ.ιε:51). Το σώμα τότε θα είναι
άφθαρτο, αθάνατο, ένδοξο, δυνατό και πνευματικό (εδ.42-44,53). Όμως θα
εξακολουθεί να είναι ένα σώμα, και θα έχει κάποια συνέχεια με το παλιό μας
σώμα.
Ο Παύλος συγκρίνει αυτή
την αλλαγή με το φύτρωμα του σπόρου (εδ.37). Μια βελανιδιά δεν μοιάζει καθόλου
με το βελανίδι, όμως έχει φυσική συνέχεια με το βελανίδι. Μια πεταλούδα δεν
μοιάζει καθόλου με την κάμπια, όμως έχει φυσική συνέχεια με αυτήν. Η δική μας
μεταμόρφωση μπορεί να περιλαμβάνει μια ακόμη πιο δραματική αλλαγή από αυτό που
είμαστε τώρα. Δε μπορούμε να την προβλέψουμε, όπως δεν μπορούμε να προβλέψουμε
με τι μπορεί να μοιάζει το δέντρο ή το λουλούδι που θα βγει από ένα σπόρο που
βλέπουμε για πρώτη φορά.
Το σημείο είναι ότι
υπάρχει συνέχεια παράλληλα με την αλλαγή. Δεν σημαίνει ότι το παλιό σώμα
εγκαταλείπεται εντελώς, αλλά ούτε ότι διατηρείται εντελώς. Δεν ανησυχούμε για
το αν θα συναρμολογηθούν ξανά όλα τα άτομα της ύλης που κάποτε απάρτιζαν το
σώμα μας. Όμως ο Παύλος εξακολουθεί να μιλάει για την ανάσταση του σώματος.
Περιμένει ότι οι τάφοι θα
αδειάσουν και οι νεκροί θα βγουν. Δεν γνωρίζω τώρα πώς θα γίνει αυτό, και
υποθέτω ότι πρόκειται για αληθινά γεγονότα για τα οποία όμως δεν γνωρίζω τίποτα.
Χωρίς αρκετές πληροφορίες, απλά μπορώ να δεχτώ εκείνο που ο Παύλος εμπνεύστηκε
να γράψει: το σώμα που θ' αναστηθεί θα έχει καινούργιες ιδιότητες.
Μερικοί ίσως ρωτήσουν: Τι
θα πει πνευματικό σώμα; Δεν είναι αυτές οι έννοιες αντικρουόμενες;
Όχι, επειδή ο Παύλος δεν
μιλάει για ένα σώμα που είναι «κατασκευασμένο» από πνεύμα αλλά για ένα σώμα που
είναι διαφορετικό από τα σώματα που γνωρίζουμε τώρα. Στο εδάφιο 44, όπου κάνει
λόγο για το σημερινό μας φυσικό σώμα, χρησιμοποιεί τη λέξη «ψυχικόν»,
που είναι το επίθετο της λέξης ψυχή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το
σημερινό μας σώμα είναι κατασκευασμένο «από ψυχή», αλλά ότι αυτό το σώμα μας
κατά κάποιο τρόπο χαρακτηρίζεται από την ψυχή (= ζωή).
Με παρόμοιο τρόπο, όταν
λέει ότι το σώμα μας θα γίνει «πνευματικόν», χρησιμοποιεί το επίθετο που
προέρχεται από τη λέξη πνεύμα. Δεν μιλάει συνεπώς για ένα σώμα που θα
είναι κατασκευασμένο «από πνεύμα» και όχι «από ψυχή», αλλά ότι εκείνο το σώμα
θα χαρακτηρίζεται από το πνεύμα, ίσως με παρόμοιο τρόπο που ένας χριστιανός μπορεί
να είναι «πνευματικός» (Γαλ.ς:1), δηλαδή με την ικανότητα να κατανοεί τα
πνευματικά πράγματα. Δεν πρόκειται να καταλάβουμε τι ή πώς θα είναι αυτά τα
σώματα μέχρις ότου δοθούν και σ’ εμάς.
Γιατί
μας απασχολεί το σώμα;
Αλλά γιατί απασχολείται ο
Θεός με τα σώματά μας; Δεν θα ήταν απλούστερο να πάρει το πνεύμα μας στον
ουρανό για να ζει εκεί για πάντα με τον Κύριο, χωρίς να χρειάζεται η σωματική
ανάσταση;
Το φυσικό σώμα δεν είναι
κάτι κακό από το οποίο πρέπει να ελευθερωθούμε και να γλιτώσουμε (όπως διδάσκουν
πολλοί που δεν είναι χριστιανοί). Ο Ιησούς είχε σώμα φυσικό και
δεν υπήρχε τίποτα κακό σ’ αυτό.
Στην πραγματικότητα, ο Λόγος
«έγεινε σαρξ» ακριβώς με σκοπό ν’ απολυτρώσει τα πάντα (Ιωάν.α:14, Κολ.α:19-20).
Ο Θεός δεν εγκατέλειψε τον φυσικό κόσμο - τον απελευθερώνει. Η Επιστολή προς
Ρωμαίους (η:21) λέει ότι η φυσική δημιουργία «θέλει ελευθερωθή από της δουλείας της φθοράς, και μεταβή εις την
ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού» (εδ.23).
Τα σώματά μας δεν
πρόκειται να απορριφθούν αλλά θα ελευθερωθούν. Τα σώματά μας θα αναστηθούν
αθάνατα και άφθαρτα, ελευθερωμένα από το μαρασμό που επηρεάζει το φυσικό κόσμο
σήμερα. Ο Χριστός το εξασφάλισε αυτό και το έδειξε με τη δική Του ανάσταση, με
ένα σώμα που ξεπερνούσε τα όρια του χώρου και του χρόνου.
Το γεγονός ότι ο φυσικός
κόσμος θα ελευθερωθεί και ότι τα σώματά μας θ' αναστηθούν, σημαίνει ότι πρέπει
να εκτιμούμε τον φυσικό κόσμο στον οποίο μας έχει τοποθετήσει ο Θεός και από
τον οποίο μας έχει πλάσει.
Πρέπει να προσέχουμε την
δημιουργία και να φροντίζουμε το σώμα μας. Πρέπει να ενδιαφερόμαστε για το
περιβάλλον μας και για την υγεία πρέπει να ενδιαφερόμαστε για τη βιολογία και
τις φυσικές επιστήμες. Δεν πρέπει να εγκαταλείπουμε τον κόσμο μέσα στον οποίο
ζούμε, αλλά να τον προάγουμε με οποιοδήποτε τρόπο μάς είναι δυνατό.
Παρόμοια, δεν πρέπει να εγκαταλείπουμε ούτε το κοινωνικό μας
περιβάλλον αλλά να το προάγουμε κάθε φορά και στο μέτρο που μπορούμε,
εργαζόμενοι ενάντια στο κακό και προβάλλοντας το δίκαιο. Το γεγονός ότι τα
σώματά μας θα ελευθερωθούν και θ’ αναστηθούν υπογραμμίζει την ανάγκη να
αντιμετωπίζουμε αυτό τον κόσμο με θετικό τρόπο. Δεν είμαστε ασκητές που
περιμένουν άπραγοι να περάσει ο χρόνος, αλλά είμαστε δραστήριοι, αφήνοντας τον
Χριστό να ζει μέσα μας και ν’ αναπτύσσει τη δική Του μορφή μέσα μας, μέχρι τότε
που θα μας αναστήσει στη δόξα οπότε «θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι» και
θα γίνουμε κοινωνοί στη δική Του αιώνια χαρά.