Πριν από περίπου ένα χρόνο, στο Δελχί, ινδοί διαδήλωσαν
καίγοντας φωτογραφίες της "μητέρας Τερέζας" (επάνω εικονίζεται με την κα Κλίντον..) αντιδρώντας στην τότε
φημολογία περί αγιοποίησης της τους επόμενους μήνες.
Οι διαδικασίες είχαν ξεκινήσει ήδη από το 2003 και τον Πάπα Ιωάννη Παύλο τον Β’. Χρειαζόταν ένα διαπιστωμένο θαύμα και αυτό ήταν η αβέβαιη μαρτυρία μίας νεαρής γυναίκας από τη Βεγγάλη. Η Μόνικα Μπεσρά ισχυριζόταν ότι δέσμες φωτός πλαισίωσαν μια φωτογραφία της Μητέρας Τερέζας που είχε στο σπίτι της. Ο επόμενος ισχυρισμός της Μπεσρά, ήταν ότι έπασχε από καρκίνο και από την εμπειρία που βίωσε, εξαφανίστηκαν οι καρκινικοί όγκοι.
Τότε
το Βατικανό είχε προτιμήσει αυτή την εκδοχή και όχι εκείνη του γιατρού της, που υποστήριξε ότι η 35χρονη υπέφερε από μία σειρά από κύστες
(και όχι καρκινώματα), που υποχώρησαν μετά από 9μηνη θεραπεία με συμβατικά
φάρμακα… Οι διαδικασίες πάγωσαν, η μητέρα Τερέζα ανακηρύχθηκε τότε oσία, μέχρι που πιστοποιήθηκε από τους εμπειρογνώμονες του Βατικανού και το δεύτερο απαιτούμενο "θαύμα": ένας άντρας από
τη Βραζιλία, με πολλαπλούς καρκινικούς όγκους, ισχυρίστηκε ότι θεραπεύθηκε από τη "χάρη" της.
Εδώ το πραγματικά "παράξενο" είναι η βιασύνη και η επιμονή του
Βατικανού να προχωρήσει στην αγιοποίηση αυτής της γυναίκας. Σύμφωνα με την ιταλική εφημερίδα
L'EcodiBergamo, ο Γραμματέας του Κράτους του Βατικανού είχε αποστείλει επιστολή
σε μια σειρά από γεμάτους επιρροή καρδιναλίους, προκειμένου να επισπεύσουν τις
διαδικασίες για την αγιοποίηση της μητέρας Τερέζας.
Ωστόσο πολλοί δημοσιογράφοι και αρχικά καλόπιστοι
εθελοντές, ακολουθούσαν κατά πόδας την πολυσυζητημένη φιλάνθρωπη διαδρομή της
«αγίας», τις συναντήσεις και τους στενούς δεσμούς της με δικτάτορες και αμφιλεγόμενες πολιτικές προσωπικότητες, με ηγέτες
του καπιταλιστικού συστήματος και της διαχείρισης των νημάτων της παγκόσμιας
οικονομικής ιστορίας.
Στις 22 Αυγούστου του 2005, ο δημοσιογράφος του "Channel 5",
Donal MacIntyre δημοσιεύει στο ηλεκτρονικό περιοδικό Νewstatesman.com μία
έρευνα με τίτλο «Η άθλια αλήθεια πίσω από την κληρονομιά της Μητέρας Τερέζας»
και δεν είναι τίποτε άλλο από το οδοιπορικό του στα ορφανοτροφεία της
λατρεμένης του Βατικανού και συγκεκριμένα στο ορφανοτροφείο "Daya Dan".
O ίδιος
είχε εξασφαλίσει πρόσβαση σε αυτό, αφού πρώτα δηλώθηκε ως εθελοντής, μαζί με
άλλους, ανθρώπους της προσφοράς και πεπεισμένους για το ανιδιοτελές έργο της μητέρας
Τερέζας, απ’ όλο τον κόσμο: Ιταλοί, Σουηδοί, Αμερικανοί, Βρετανοί έτοιμοι να
λιώσουν στα πόδια τους, προκειμένου να κρατήσουν καθαρά και υγιή τα ορφανά
εκείνης της τρώγλης στην καρδιά της Καλκούτας.
O MacIntyre θα μείνει για μία εβδομάδα στο ορφανοτροφείο για
να καταγράψει τη βρωμιά, το στοίβαγμα δεκάδων παιδιών σε έναν θάλαμο και σε
λιγοστά κρεβάτια, την ανυπαρξία νερού και φαγητού, την παρασκευή φαρμάκων με
γυμνά χέρια, ανάμεσα σε ακαθαρσίες και τρελαμένους από την εξάντληση εθελοντές.
Τα παιδιά και ειδικά αυτά που έπασχαν από διανοητική καθυστέρηση δένονταν στα
κρεβάτια τους με λουριά και οι τοίχοι για χρόνια άβαφτοι και βρώμικοι
κοσμούνταν μόνο από τις φωτογραφίες της «μητέρας Όλων»..
Ο δημοσιογράφος Ian O’ Doherty από την εφημερίδα “Irish
Independent” η εθελόντρια Mary Loudon και ομάδα γιατρών, μεταξύ των οποίων και
ο Robin Fox, επίσης είχαν πολλά να
αποκαλύψουν για τις κλινικές της Μητέρας Τερέζας στην Καλκούτα, εκεί που μία
βελόνα ένεσης αντιστοιχούσε σε δεκάδες ασθενείς, εκεί που οι ιατρικές πρακτικές
μύριζαν μεσαίωνα και πόνο και εκεί που αυτές οι συνθήκες, αντιμετωπίζονταν με
μότο ασκητισμού: «Υποφέρετε. Αυτό σημαίνει ότι ο Ιησούς σας φιλά
και η Χάρη του ακουμπά το σώμα σας»…
Η Loudon, όμως, που ως εθελόντρια είχε διαβεί ανάμεσα στον
πόνο που αποθηκευόταν στις κλινικές της μητέρας Τερέζας είχε απολύτως
διαφορετική άποψη. Σοκαρισμένη, μετά την επιστροφή της, έγραφε: «Εκεί, όλοι οι
πάσχοντες είναι με ξυρισμένα κεφάλια. Παλιά ή άχρηστα νοσοκομειακά φορεία
χρησιμοποιούνται ως κρεβάτια. Δεν υπάρχουν καρέκλες. Δεν υπάρχουν παυσίπονα. Η
ιατρική περίθαλψη προσφέρεται με πρωτόγονους τρόπους. Αν και υπάρχουν τεράστια
χρηματικά ποσά, οι δαπάνες ακόμη και για τα στοιχειώδη, σχεδόν απαγορεύονται.
Αντίθετα, η επίκληση της φτώχιας και της εξαθλίωσης λαμβάνει χώρα για να
προκληθεί οίκτος και ακόμη μεγαλύτερη κινητοποίηση για δωρεές. Δεν υπάρχει θέρμανση
στους θαλάμους ούτε τον χειμώνα. Το αποτέλεσμα είναι πολλοί ασθενείς, καθώς και
μοναχές να υποφέρουν από φυματίωση».
Στους χώρους αυτούς που ο McIntyre είχε χαρακτηρίσει κάτι
«λίγο καλύτερο από έναν υπόνομο», οι εικόνες που κοσμούν τους τοίχους είναι πολύ
πιο φλύαρες απ’ οποιοδήποτε δημοσιογράφο ή εθελοντή: στα ορφανοτροφεία, τα
γηροκομεία, τις κλινικές και τα ιδρύματα της οι τοίχοι είναι ντυμένοι με τη
μορφή της. Όχι με χαρούμενες ζωγραφιές παιδιών, όπως θα περίμενε κανείς σε
ιδρύματα για ανήλικα, όχι με απεικονίσεις που αρμόζουν σε ιδρύματα χριστιανικής
προσφοράς και αλληλεγγύης, αλλά με γιγαντιαίες δικές της εικόνες, από ταξίδια
και συναντήσεις της με ισχυρούς του κόσμου, ένα ξεκάθαρο σημειολογικό κρεσέντο
της εικόνας που η ίδια είχε για τον εαυτό της και είχε περάσει και στους
μισθοφόρους της, αλλά και στα εκατομμύρια κόσμου που είχαν πειστεί για την
ανιδιοτέλεια, την ταπεινότητα και την προσφορά της.
Όλα αυτά και ενώ οι έρευνες είχαν ακολουθήσει και τη
διαδρομή των διασυνδέσεων της με το βρώμικο χρήμα και ανθρώπους του πλούτου, με
κατηγορίες υπεξαιρέσεων και ξεπλύματος να σκάνε στην ποδιά της με τον ίδιο
παφλασμό δωρεών από δικτάτορες της Αφρικής και της Βόρειας Αμερικής και
αμερικανούς μεγαλο-απατεώνες. Η σχέση με τον δικτάτορα της Αϊτής Jean – Claude
Duvalier, τον αυτοαποκαλούμενο ημίθεο και μάγο του βουντού (!), ποτέ δεν αιτιολογήθηκε επαρκώς, κυρίως για ποσά των
υπεξαιρέσεων από τα ταμεία της χώρας του, που τέθηκαν στη διάθεση της.
Ακόμα εντύπωση προκαλεί η στάση της απέναντι στον τραπεζίτη Τσαρλς
Κίτινγκ, που τελικά βρέθηκε ενώπιον της αμερικανικής δικαιοσύνης και από
την ακροαματική διαδικασία προέκυψε πλέον ότι μεταξύ άλλων ξεπλυμάτων είχε
παραχωρήσει στη μητέρα Τερέζα ποσό μεγαλύτερο του 1 εκ. δολαρίων. Το ποσό αυτό
δεν επιστράφηκε ποτέ, ακόμη κι όταν η «αγία» κλήθηκε από την
εισαγγελία να πράξει τα δέοντα και ηθικά.
Όσοι δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν το 1979 με την προσγείωση
του Νόμπελ Ειρήνης στα χέρια της, βίωναν πραγματικό ψυχικό πόνο, κάθε φορά που
η Μητέρα Τερέζα άρθρωνε απαντήσεις σε σοβαρές ερωτήσεις, κατά τη διάρκεια όλων
των χρόνων που ακολούθησαν. Επικριτές της όπως ο Michael Hakeem πριν από χρόνια είχε
επισημάνει τη σκληροπυρηνική φονταμενταλιστική βιοθεωρία που την διέτρεχε, ένα είδος αυθυποβολής με τρομακτική επιρροή στα
πλήθη που αντιμετώπιζε τον πόνο, την ταλαιπωρία και την απόγνωση ως εκδήλωση ταύτισης με το μαρτύριο του Ιησού στον Σταυρό (!!!)
Μια μελέτη του Serge Larivée, της Genevieve
Chenard και της Carole Sénéchal εστίαζε με ντοκουμέντα στο επιδραστικό
μάνατζμεντ και στις εξαιρετικές δημόσιες σχέσεις που το Βατικανό ενορχήστρωσε
και έθεσε την υπηρεσία αυτής της μικροσκοπικής, πρακτικά αγράμματης γυναίκας,
δημιουργώντας ένα κοσμο-είδωλο ικανό να προσηλυτίζει και να παρακινεί κόσμο
προς τον δρόμο της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, ακόμη και μετά το τέλος της ζωής
της. Επί ματαίω, βεβαίως, και απ’ ότι
αποδεικνύεται με τη ανακήρυξη της σε αγία.
Κόντρα στην αγαπημένη ρήση του Λίνκολν, μπορείς να
κοροϊδέψεις πολύ κόσμο, για πολύ καιρό, αρκεί να έχεις τους υπηρέτες του
δόγματος με το μέρος σου.
(περισσότερα στο lifo.gr)