Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2016

Λέπρα (1)

Ο αναγνώστης αυτής της μελέτης θα πρέπει να διαβάσει με προσοχή το κεφάλαιο ιγ και ιδ του Λευιτικού βιβλίου. Ακόμα θα πρέπει να έχει τη Γραφή συνέχεια κοντά του για να μπορεί να παρακολουθεί τα λόγια του Θεού στο θέμα που θα εξετάσουμε! Μπορεί κανείς εύκολα να αντιπαραβάλει την τότε συναγωγή με την εκκλησία του Θεού σήμερα και να βγάλει τα συμπεράσματά του.

Απ’ όλες τις υπηρεσίες, που σύμφωνα με το Νόμο του Μωυσή, είχε να εκτελέσει ο ιερέας, καμιά δεν απαιτούσε περισσότερη προσοχή, υπομονή και προσήλωση στις οδηγίες του Θεού όσο αυτή σχετικά με τη λέπρα.


Ο ιερέας έπρεπε να είναι άγρυπνος για δύο πράγματα, την καθαρότητα της συναγωγής αλλά και τη χάρη με την οποία θα μπορούσε να δεχτεί οποιοδήποτε αποκομμένο μέλος, εκτός αν υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος λόγος. Η αγιότητα του Θεού δεν επέτρεπε σ’ αυτόν που έπρεπε να είναι αποκομμένος να παραμένει μέσα στη συναγωγή. Απ’ την άλλη μεριά, η χάρις του Θεού δεν ήθελε να παραμένει έξω απ’ τη συναγωγή αυτός που η θέση του ήταν μέσα σ’ αυτή. Γι’ αυτό ο ιερέας είχε ανάγκη από μεγάλη αγρύπνια, ηρεμία, σοφία, υπομονή, τρυφερότητα και μεγάλη πείρα. Μερικά πράγματα μπορεί να φαινόταν ασήμαντα ενώ στην πραγματικότητα ήταν πολύ σοβαρά και άλλα μπορεί να μοιάζανε με λέπρα ενώ δεν ήταν. Χρειαζόταν λοιπόν μεγάλη προσοχή και ψυχραιμία. Μια βεβιασμένη κρίση, ένα βιαστικό συμπέρασμα, μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες στη συναγωγή ή σε κάποιο μέλος της.

Αυτός είναι ο λόγος που βλέπουμε να επαναλαμβάνονται οι εκφράσεις: “Ο ιερεύς θέλει θεωρήσει”, “θέλει κλείσει ο ιερεύς τον έχοντα την πληγήν επτά ημέρας και θέλει θεωρήσει αυτόν ο ιερεύς εκ δευτέρου την εβδόμην ημέραν”. 

Σε καμιά περίπτωση δεν έπρεπε να κρίνει ή ν’ αποφασίσει βιαστικά ή να σχηματίσει γνώμη από λόγια τρίτων. Η προσωπική εξέταση, η ιερατική διάκριση, η ήρεμη σκέψη, η αυστηρή προσήλωση στο γραπτό λόγο, χρειαζόταν στον ιερέα, αν ήθελε να έχει σωστή κρίση σε κάθε περίπτωση. Δεν έπρεπε σε καμία περίπτωση να παρασύρεται από δικές του σκέψεις, από τα συναισθήματά του ή από τη σοφία του. 

Ο λόγος του Θεού του έδινε άφθονες οδηγίες, αρκεί να υποτασσόταν σ’ αυτές. Κάθε λεπτομέρεια, κάθε χαρακτηριστικό γνώρισμα είχε προβλεφθεί, ώστε ο ιερέας δεν είχε να κάνει τίποτε άλλο από το να γνωρίζει καλά το Λόγο του Θεού και να συμμορφώνεται με αυτόν σε όλα τα σημεία κι έτσι ν’ αποφεύγει τα σφάλματα.

Θα εξετάσουμε τις περιπτώσεις που λέπρα εμφανιζόταν σ’ ένα άτομο, σ’ ένα ρούχο και σ’ ένα σπίτι.

Λέπρα σ’ ένα άτομο.

Από φυσική άποψη, δεν υπήρχε τίποτα πιο απαίσιο απ’ αυτή την αρρώστια κι ακριβώς επειδή ήταν ανίατος απ’ τη μεριά του ανθρώπου, μας δίνει μια πολύ ζωηρή εικόνα της αμαρτίας. Έχουμε εδώ ένα θαυμαστό μάθημα, ότι μια τόσο φρικτή και ταπεινωτική ασθένεια χρησιμοποιείται για να εικονίσει το ηθικό κακό, είτε σ’ ένα μέλος της εκκλησίας του Θεού, είτε σ’ αυτή την ίδια την εκκλησία.

Πρώτα απ’ όλα, η λέπρα σ’ ένα άτομο ή το κακό που μπορεί να φανερωθεί σ’ ένα μέλος της εκκλησίας, είναι μια πολύ σοβαρή και σπουδαία υπόθεση. Χρειάζεται αγρύπνια και μέριμνα απ’ τη μεριά εκείνων που θέλουν το καλό των ψυχών και τη δόξα του Θεού η οποία σχετίζεται με την καλή κατάσταση και την καθαρότητα της εκκλησίας Του σαν σώμα, αλλά και του κάθε μέλους χωριστά.

Είναι καλό να παρατηρήσουμε εδώ, ότι ενώ η λέπρα και ο τρόπος καθαρισμού της εφαρμόζεται γενικά σε κάθε αμαρτωλό, ωστόσο, στο κεφάλαιο αυτό που εξετάζουμε, έχει να κάνει μ’ αυτούς που είναι ο αναγνωρισμένος λαός του Θεού. Το άτομο που βλέπουμε εδώ να υποτάσσεται στην εξέταση του ιερέα είναι μέλος της συναγωγής του Θεού. Είναι καλό να καταλάβουμε ότι η εκκλησία του Θεού πρέπει να φυλαχτεί καθαρή, επειδή είναι το κατοικητήριό Του. Κανείς λεπρός δεν μπορεί να παραμένει στον ιερό χώρο της κατοικίας του Κυρίου.

Συνιστάται λοιπόν στον ιερέα πολύ προσοχή, μήπως κάτι που δεν ήταν λέπρα θεωρηθεί σαν τέτοιο, ή κάτι που ήταν πραγματικά λέπρα παραβλεφθεί. Πολλές παθήσεις μπορούσαν να εκδηλωθούν “εις το δέρμα” - τον τόπο της εξωτερίκευσης - σαν πληγή λέπρας, που μετά από προσεκτική εξέταση του ιερέα αποδεικνυόταν ότι δεν ήταν παρά κάτι επιφανειακό. Μπορούσε για παράδειγμα να εμφανιστεί ένα εξάνθημα στο δέρμα που απαιτούσε τη φροντίδα αυτού που υπηρετούσε το Θεό, αλλά δεν ήταν απαραίτητα κάποια μόλυνση. Απ’ την άλλη μεριά, μπορεί κάτι που φαινόταν σαν επιφανειακό εξάνθημα να ήταν κάτι βαθύτερο στο δέρμα που έβλαπτε τα συστατικά του σώματος (ιγ:2-11). Αμέλεια ή παράλειψη μπορούσε να έχει καταστρεπτικά αποτελέσματα. Μπορούσε να μολυνθεί ολόκληρη η συναγωγή απ’ την παρουσία λεπρού ή να αποβληθεί ένα πραγματικό μέλος του Ισραήλ του Θεού για κάποια επιφανειακή αδυναμία.

Σ’ όλα αυτά, υπάρχει πλούσια διδασκαλία για το λαό του Θεού. Υπάρχει διαφορά μεταξύ των προσωπικών αδυναμιών, των σφαλμάτων, των ατελειών της συμπεριφοράς και της δραστηριότητας της αμαρτίας στα μέλη της εκκλησίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει ν’ αγρυπνούμε για τις αδυναμίες μας γιατί αν δεν προσέχουμε κι αν δεν τις κρίνουμε, μπορεί να γίνουν πηγή μεγαλύτερου κακού (ιγ:14-28). Δεν πρέπει να είμαστε καθόλου επιεικείς για τις προσωπικές μας αδυναμίες, αν και πρέπει να είμαστε επιεικείς για τις αδυναμίες των άλλων. Υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα που δεν είναι αμαρτωλά και όμως μπορούν να γίνουν αιτία αμαρτίας αν δεν προσέχουμε. Δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτά που κατά την προσωπική μας γνώμη μπορεί να ονομαστούν κηλίδες, σφάλματα ή προσωπικές αδυναμίες, αλλά ακόμη και για κάποια πράγματα μου η καρδιά μας είναι διατεθειμένη να καυχηθεί. Κάποιοι αστεϊσμοί, ένα ζωηρό πνεύμα, ο θυμός, μπορούν να γίνουν πηγή και κέντρο μόλυνσης. Καθένας μας έχει κάτι απ’ το οποίο πρέπει να προφυλαχτεί, κάτι για το οποίο πρέπει συνέχεια να αγρυπνεί σαν τον φρουρό στη σκοπιά του.

Θα δούμε τώρα τί κάνανε σε κάθε περίπτωση που εμφανιζόταν λέπρα. Ο Θεός του Ισραήλ μπορούσε να υποφέρει τις αδυναμίες, τις κηλίδες και τα σφάλματα, αλλά απ’ τη στιγμή που κάποια περίπτωση ξεπερνούσε τα όρια και γινόταν μόλυσμα, άσχετα με το μέρος του σώματος που βρισκόταν (κεφάλι, κοιλιά, πόδι, χέρι), αυτή δεν μπορούσε να είναι ανεκτή στην άγια συναγωγή (ιγ:45-46). Αυτή ήταν η κατάσταση του λεπρού, η ασχολία του, η θέση του. Με σχισμένα τα ρούχα, γυμνό κεφάλι φώναζε: Ακάθαρτος, Ακάθαρτος! και έμενε έξω του στρατοπέδου στη μοναξιά της απέραντης ερήμου. “Μόνος θέλει κατοικήσει”. Τον θεωρούσαν ανάξιο της κοινωνίας και της συναναστροφής των αδελφών του. Ήταν αποκλεισμένος απ’ το μόνο τόπο σ’ ολόκληρο τον κόσμο όπου ήταν η παρουσία του Θεού.

Αναγνώστη, δες στο πρόσωπο του φτωχού και έρημου λεπρού, αυτόν στον οποίο η αμαρτία εργάζεται, γιατί ακριβώς αυτή είναι η σημασία εδώ. Δεν πρόκειται, όπως θα δούμε σε λίγο, για ένα χαμένο, ένοχο, καταδικασμένο αμαρτωλό του οποίου η αμαρτία και η αθλιότητα έχουν εξολοκλήρου αποκαλυφθεί και ο οποίος κατά συνέπεια είναι ένα αντικείμενο έκφρασης της αγάπης του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Όχι, στον αποχωρισμένο λεπρό βλέπουμε τον άνθρωπο στον οποίο η αμαρτία ενεργεί αποτελεσματικά, υπάρχει η ενέργεια του κακού. Αυτό είναι που μολύνει και αποκλείει την απόλαυση της παρουσίας του Θεού και την κοινωνία των αγίων. Η εκκλησία είναι ο χώρος που θα δεχτεί τον κάθε αμαρτωλό, όσο μεγάλη κι αν είναι η αμαρτία του, απ’ τη στιγμή που θα την αναγνωρίσει και θα μετανοήσει. Είναι όμως ο ίδιος χώρος που θα αποβάλει αυτόν που ενεργεί έτσι ώστε να γίνεται επικίνδυνος για τους υπόλοιπους.

“Μόνος θέλει κατοικεί, έξω του στρατοπέδου θέλει είσθαι η κατοικία αυτού”. Μέχρι πότε; “Πάσας τας ημέρας καθ’ ας η πληγή θέλει είσθαι εν αυτώ”. Η ενέργεια της αμαρτίας είναι αυτή που θανατώνει. Μπορεί να υπάρχει το εξωτερικό φαινόμενο, οι τύποι, η ψυχρή ομολογία, αλλά δεν είναι δυνατόν να υπάρχει κοινωνία απ’ τη στιγμή που η ενέργεια του κακού παραμένει. Δεν έχει σημασία ο χαρακτήρας η πόσο μεγάλο είναι το κακό. Αφού εξακολουθεί να ενεργεί, εμποδίζει την κοινωνία, την διακόπτει μέχρι καιρού. Μόνο όταν εμφανιστεί σαν εξάνθημα, όταν έρχεται στην επιφάνεια, όταν αποκαλύπτεται εξολοκλήρου, μπορεί να πολεμηθεί και ν’ αφαιρεθεί τελείως με τη χάρη του Θεού και το αίμα του Αρνίου.

Ερχόμαστε τώρα σ’ ένα απ’ τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της λέπρας, σ’ ένα σημείο που μπορεί να φανεί τελείως παράξενο σ’ όλους, εκτός απ’ αυτούς που καταλαβαίνουν πώς ενεργεί ο Θεός προς τους αμαρτωλούς (ιγ:12-13).

Απ’ τη στιγμή που ένας αμαρτωλός σταθεί σωστά μπροστά στο Θεό, ολόκληρο το θέμα της αμαρτίας είναι τακτοποιημένο. Μόλις ο πραγματικός του χαρακτήρας αναγνωριστεί και εξωτερικευτεί πλήρως, δεν υπάρχει πια δυσκολία. Μπορεί να χρειαστεί να περάσει οδυνηρές καταστάσεις πριν φτάσει εκεί - αποτέλεσμα της άρνησής του να πάρει τη σωστή θέση μπροστά στο Θεό - αλλά μόλις το κάνει, η δωρεάν χάρις του Θεού είναι έτοιμη να εκχυθεί πάνω του (Ψαλμ.λβ:3-4). Πόσο καιρό κράτησε αυτό; Τόσο όσο χρειαζόταν ώστε, ό,τι εργαζόταν υπόγεια, να βγει στην επιφάνεια (εδ.5).

Είναι πολύ ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε τη συνέχεια της συμπεριφοράς του Θεού προς το λεπρό απ’ τη στιγμή που υπήρξαν κάποιες υπόνοιες εξαιτίας τοπικών συμπτωμάτων, μέχρι που η αρρώστια κάλυψε ολόκληρο τον άνθρωπο, απ’ το κεφάλι μέχρι τα πόδια. Δεν υπήρχε βιασύνη, ούτε αδιαφορία. Ο Θεός μπαίνει πάντοτε σε κρίση με βήματα αργά και μετρημένα, αλλά ενεργεί πάντοτε σύμφωνα με τα δικαιώματα της φύσης Του. Μπορεί να εξετάζει την κατάσταση με υπομονή, μπορεί να περιμένει “επτά ημέρας”, ώστε αν φανερωθεί κι η ελάχιστη μεταβολή στα συμπτώματα να περιμένει “άλλας επτά ημέρας”, αλλά απ’ τη στιγμή που αποδειχτεί απόλυτα η ενέργεια της λέπρας, δεν μπορεί να υπάρξει επιείκεια: “Έξω του στρατοπέδου θέλει είσθαι η κατοικία αυτού”. Μέχρι πότε; Μέχρι η ασθένεια φανερωθεί εξολοκλήρου. “Εάν η λέπρα εσκέπασεν όλην την σάρκαν αυτού, θέλει κρίνει καθαρόν τον έχοντα την πληγήν”. Αυτό είναι το πιο πολύτιμο και ενδιαφέρον σημείο. Και η ελάχιστη κηλίδα λέπρας ήταν αφόρητη στα μάτια του Θεού, ωστόσο, όταν ολόκληρος ο άνθρωπος είχε γεμίσει απ’ αυτή, απ’ το κεφάλι μέχρι τα πόδια, διακηρυσσόταν καθαρός, ήταν πλέον αντικείμενο κατάλληλο για τη χάρη και το αίμα του εξιλασμού.

Έτσι συμβαίνει πάντοτε με τον αμαρτωλό. Του Θεού “οι οφθαλμοί είναι καθαρώτεροι παρά ώστε να βλέπωσι τα πονηρά, και δεν δύναται να επιβλέπη εις την ανομίαν” (Αβακ.α:13), ωστόσο απ’ τη στιγμή που ένας αμαρτωλός παίρνει τη σωστή θέση μπροστά στο Θεό, σαν τελείως χαμένος, ένοχος, μολυσμένος, σαν να μην έχει τίποτα που θα μπορούσε να ευαρεστηθεί ο άγιος Θεός, σαν ένα όν τόσο κακό που να μην μπορούσε να είναι χειρότερο, ολόκληρο το ζήτημα είναι αμέσως, τελείως, κατά θαυμαστό ουράνιο τρόπο, λυμένο. Η χάρις του Θεού έχει να κάνει με τους αμαρτωλούς κι όταν εγώ αναγνωρίζω τον εαυτό μου σαν ένα τέτοιο, τον αναγνωρίζω σαν ένα απ’ αυτούς που ήρθε να σώσει ο Χριστός. Όσο πιο καθαρά μου αποδείξει κάποιος ότι είμαι αμαρτωλός, τόσο πιο καθαρά θα αποκαταστήσει τα δικαιώματά μου στην αγάπη του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού (Α’ Πετρ.γ:18 & Εκκλ.ζ:20). Αφού λοιπόν ο Χριστός πέθανε για μένα,  έχω το ευλογημένο προνόμιο να μπορώ ν’ απολαύσω τους καρπούς της θυσίας Του. Αυτό είναι φανερό, όσο μπορούσε να γίνει και δεν απαιτεί καμιά δική μου προσπάθεια. Δεν μου ζητιέται να είμαι τίποτε άλλο παρά αυτό που είμαι. Δεν χρειάζεται να αισθανθώ, να έχω κάποια πείρα ή να καταλάβω κάτι. Ο λόγος του Θεού με βεβαιώνει ότι ο Χριστός πέθανε για μένα, ακριβώς έτσι όπως είμαι κι όχι μόνο Αυτός έπαθε για τις δικές μου αμαρτίες, αλλά κατάργησε την αμαρτία. Κατάργησε αυτό το σύστημα μέσα στο οποίο ήμουν εξαιτίας του πρώτου Αδάμ και με έβαλε σε μια καινούρια θέση ώστε να έχω κοινωνία με τον Ίδιο. Έτσι, στέκομαι μπροστά στο Θεό ελευθερωμένος από κάθε καταλογισμό αμαρτίας και φόβο κρίσης.
Συνεχίζεται