ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
Ο Χριστιανισμός κληρονόμησε το μονοθεϊσμό του Ισραήλ. Ο ΕΝΑΣ
αληθής ΘΕΟΣ, ο ΓΙΑΧΟΥΕ, φανερώθηκε εν σαρκί, και έγινε Σωτήρας όλων. Οι Ιουδαίοι των ημερών του Ιησού δεν πίστευαν
σε Τριάδα, γι’ αυτούς ο Κύριος ήταν ΕΙΣ. Ο ίδιος ο Ιησούς εξέφρασε αυτήν την
άποψη στο Μάρκ.ιβ:29 Άκουε Ισραήλ,
Κύριος ο Θεός ημών είναι εις Κύριος·
Διά μέσου της ιστορίας, ακόμη και σήμερα, οι Ιουδαίοι υπήρξαν
Μονοθεϊστές ασυζητητί. Όλοι οι απόστολοι του Αρνίου, ακόμη και ο ίδιος ο
Χριστός ήταν Ιουδαίοι. Εάν πράγματι οι Ιουδαίοι πίστευαν σε Τριάδα, οπωσδήποτε
θα αναγνώριζαν το Χριστό σαν το δεύτερο πρόσωπο του Τριαδικού Θεού, και θα τον
δεχόταν έτσι.
Η Γραφή όμως φανερώνει ότι η θεωρία της Τριάδας κατά τον 1ο
μ.Χ. αιώνα δεν διδασκόταν ανάμεσα στους Χριστιανούς. Σαν παράδειγμα έχουμε στις
Πραξ.ιθ:2 την ερώτηση του Παύλου και
την απάντηση των μαθητών, η οποία καθαρά φανερώνει ότι αυτοί οι Ιουδαίοι δεν
είχαν διδαχτεί τη διδασκαλία της Τριάδας ούτε όταν ακόμα ήταν νέοι, μέσα στις
συναγωγές τους. Πολλοί χρησιμοποιούν τη στιγμή της βάπτισης του Χριστού σαν
ισχυρή απόδειξη της φανέρωσης της Τριάδας. Όμως ο Ιωάννης, στον οποίο
φανερώθηκε, δεν δίδασκε κάτι τέτοιο, γιατί οι μαθητές του δεν γνώριζαν Τριάδα,
τριαδικό Θεό ή κάτι παρόμοιο.
Δεν υπάρχει ίχνος της θεωρίας αυτής, μέχρι και το τέλος της
αποστολικής περιόδου. Η διδασκαλία της Τριάδας δεν υπήρχε τότε, γιατί διαμορφώθηκε
μόνο μετά από συμβιβασμούς αιώνων και κατά συνέπεια είναι μακροχρόνια στην
εξέλιξή της.
Οι απόστολοι δίδασκαν ότι ο ΕΙΣ Θεός της Παλαιάς Διαθήκης
φανερώθηκε εν σαρκί (Α’Τιμ.γ:16) στο
πρόσωπο του ανθρώπου Ιησού Χριστού. Ακόμα δίδασκαν ότι εν αυτώ (το Χριστό),
κατοικούσε (και κατοικεί) όλο το πλήρωμα της θεότητας σωματικά (Κολ.β:9).
Διατηρούσαν την απλή διδασκαλία της διπλής φύσης (ανθρώπινη και
θεία) του Ιησού. Αυτός ήταν ο Θεός (Ιωαν.κ:28)
και άνθρωπος (Α’Τιμ.β:5). Ο Χριστός
ήταν γι’ αυτούς:
·
Ο
Θεός μεθ’ ημών (Ματθ.α:23)
·
Ο
Θεός εν Χριστώ (Β’Κορ.ε:19)
·
Παν
το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς (Κολ.β:9)
·
Η
εικών του Θεού του αοράτου (Κολ.α:15)
·
Ο
Θεός που εφανερώθη εν σαρκί (Α’Τιμ.γ:16)
Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν υπήρχε τριαδική διδασκαλία. Ο ΕΝΑΣ Θεός, ο
Πατέρας του Ιησού Χριστού, ήταν Αυτός που φανερώθηκε μέσα απ’ τον άνθρωπο Ιησού
με σκοπό να κατοικήσει μέσα σ’ όλους τους πιστούς σαν Πνεύμα Άγιο.
Μονταλιστικός Μοναρχιανισμός
Αμέσως μετά την αποστολική περίοδο, καθώς οι προφητείες και οι
προειδοποιήσεις του αποστόλου Παύλου άρχισαν να εκπληρώνονται, η αποστολική
διδασκαλία άρχισε να εκτίθεται απ’ όλες τις πλευρές. Μονταλιστικός Μοναρχιανισμός
ονομάστηκε η αποστολική διδασκαλία σχετικά με τη θεότητα από τους αντιπάλους
της αποστολικής μερίδας οι οποίοι εισηγούνταν ξένες διδαχές. Το όνομα αυτό αναφέρεται στην πίστη
σε ένα Θεό με ποικίλες φανερώσεις. Μοναρχιανισμός σημαίνει «Μία ή μόνη αρχή ή
εξουσία» και με την κατάληξη «ισμός» φανερώνεται η πίστη στο ένα πρόσωπο του
Θεού σαν τον μόνο Βασιλιά, που φανερώθηκε με διάφορους τρόπους.
Σαν διδασκαλία ήταν δύσκολο ν’ αντιμετωπιστεί από τους αντιπάλους
της, γιατί ήταν η πίστη της μεγάλης μάζας του απλού λαού. Ήταν η δεσπόζουσα
διδασκαλία για τη θεότητα κατά τη διάρκεια των πρώτων τριών αιώνων. Τον 3ο
αιώνα πέτυχε να εδραιωθεί σαν διδασκαλία της εκκλησίας γενικά, αν κι οι
θεολόγοι της εποχής, οι οποίοι ήταν επηρεασμένοι από εθνικές, ειδωλολατρικές
θεωρίες, βρήκαν τη διδασκαλία αυτή ενοχλητική και προσβλητική. Ο Τερτυλλιανός
μας λέει καθαρά ότι οι Μοναρχιανοί στις μέρες του ήταν η πλειονότητα των
πιστών. Αυτή η άποψη χρονολογείται πριν την εξελικτική θεωρία της Τριάδας
(Εκκλ. Ιστορία Β. Στεφανίδη σελ.166 «Το τριαδικό δόγμα»).
Σαν διδασκαλία ήρθε στη Ρώμη απ’ τον πρώτο αιώνα, όπου θεωρήθηκε
αμέσως αποστολική, ενώ η θεωρία της Τριάδας δεν παρουσιάζεται παρά μόνο τον 4ο
αιώνα.
Όπως είπαμε προηγουμένως, ο απόστολος Παύλος προειδοποίησε τους
πιστούς για αποστασία από την υγιαίνουσα διδασκαλία:
«Διότι εγώ εξεύρω τούτο, ότι μετά την
αναχώρησίν μου θέλουσιν εισέλθει εις εσάς λύκοι βαρείς, μη φειδόμενοι του
ποιμνίου και εξ υμών αυτών θέλουσι σηκωθή άνθρωποι λαλούντες διεστραμμένα, διά
να αποσπώσι τους μαθητάς οπίσω αυτών» (Πραξ.κ:29-30)
«Βλέπετε μη σας εξαπατήση τις διά της
φιλοσοφίας και της ματαίας απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα
στοιχεία του κόσμου, και ουχί κατά Χριστόν. Διότι εν αυτώ κατοικεί πάν το
πλήρωμα της θεότητος σωματικώς» (Κολ.β:8,9).
Γνωστικισμός
Υπάρχουν πολλές θεωρίες και φιλοσοφίες που συνδέθηκαν με την
ιστορική εξέλιξη της χριστιανικής αποστασίας που τελικά οδήγησαν στη λανθασμένη
διδασκαλία της Τριάδας. Μια απ’ αυτές είναι ο Γνωστικισμός.
Ο Γνωστικισμός προηγείται χρονολογικά του Χριστιανισμού. Δίδασκε
ότι η ύλη κι ο υλικός κόσμος ήταν πονηρά, κακά, άρα ο Δημιουργός τους δεν
μπορεί να είναι ένας Ύψιστος, αγαθός Θεός, αλλά μια υποδεέστερη οντότητα. Οι
ιδέες αυτές υπάρχουν στη θεωρία του Πλάτωνα.
Σύμφωνα με τη θεωρία του Γνωστικισμού, ο άνθρωπος για να μπορέσει
να σωθεί, πρέπει να ελευθερωθεί απ’ τα δεσμά αυτού του υλικού κόσμου και τους
πνευματικούς του άρχοντες. Το μέσο γι’ αυτή την ελευθερία είναι μια μυστική,
πνευματική διαφώτιση που ονομάζεται ΓΝΩΣΙΣ.
Όταν εδραιώθηκε ο Χριστιανισμός, οι Γνωστικοί πρόσθεσαν στη
θεολογία τους το Χριστιανισμό, διαστρεβλώνοντας τις διδασκαλίες του Ευαγγελίου.
Υποστήριζαν ότι ο Χριστός δεν είχε πραγματικό σώμα, αλλά ήταν μια οπτασία, ένα
φάντασμα. Αυτή η ιδέα ήταν αναγκαία γι’ αυτούς, γιατί σύμφωνα με την εσφαλμένη
αντίληψή τους, η ύλη ήταν πονηρή, κακή και γεμάτη ελαττώματα. Επειδή τώρα η
Βίβλος λέει ότι ο Χριστός ήταν τέλειος, για να συμβαίνει αυτό, κατ’ αυτούς, δεν
έπρεπε να μετέχει σάρκας, δηλαδή ύλης.
Οι Γνωστικοί διαστρέβλωσαν τα γραπτά του Παύλου, προς καταστροφή
τους, και ισχυριζόταν ότι ο απόστολος Παύλος ήταν ο κορυφαίος απόστολος του
Γνωστικισμού! Αναφερόταν στα λόγια του Παύλου για «θάνατο της σαρκός» (Κολ.γ:5) και δίδασκαν ότι ο Παύλος ήταν
υποστηρικτής της φιλοσοφίας τους.
Ο Γνωστικισμός ήταν επικίνδυνος για την πρώτη εκκλησία. Ο Παύλος
μιλάει γι’ αυτή την ψευδοδιδασκαλία στις επιστολές του και στην Α’Τιμ.ς:20-21 την ονομάζει «ψεύδος»: «Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον,
αποστρεφόμενος τας βεβήλους ματαιολογίας, και τας αντιλογίας της ψευδωνύμου
γνώσεως την οποίαν τινές επαγγελλόμενοι, επλανήθησαν κατά την
πίστιν».
Η μεταποστολική εκκλησία αμύνθηκε κατά του Γνωστικισμού και των
διαστρεβλωμένων ιδεών του για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Ακόμα όμως δεν
υπήρχε Τριαδική διδασκαλία στο προσκήνιο.