Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

Η διπλή φύση του Ιησού Χριστού.


Από τη Βίβλο, βλέπουμε, ότι ο Ιησούς είχε καθαρά δύο φύσεις, κατά τέτοιο τρόπο, που ποτέ άλλοτε κανένας άνθρωπος δεν είχε.

Η μία φύση ήταν η ανθρώπινη ή σαρκική και η άλλη η θεία ή πνευματική. Ο Ιησούς ήταν τέλειος άνθρωπος και ο Θεός. Το όνομα Ιησούς, αναφέρεται στο αιώνιο Πνεύμα του Θεού (του Πατέρα) που κατοίκησε στη σάρκα του ανθρώπου Χριστού.
 
Μπορούμε να χρησιμοποιούμε το όνομα Ιησούς για ν’ αναφερθούμε είτε στη μία απ’ τις δύο φύσεις Του, είτε και στις δύο μαζί. Για παράδειγμα, όταν λέμε ότι ο Ιησούς πέθανε στο σταυρό, εννοούμε ότι η ανθρώπινη φύση, η σάρκα Του πέθανε στο σταυρό. Όταν λέμε ότι ο Ιησούς κατοικεί στην καρδιά μας, εννοούμε ότι ο Θεός, που είναι Πνεύμα, είναι εκεί.
 
Παρακάτω, ακολουθεί ένας συγκριτικός κατάλογος που θα δείξει τι εννοούμε όταν λέμε ότι ο Ιησούς είχε δύο φύσεις ή διπλή φύση.


Ο Ιησούς είχε τέλεια, αλλά αναμάρτητη ανθρώπινη φύση.

Η αλήθεια ίσως βρίσκεται κάπου ανάμεσα σ’ όλες αυτές τις θέσεις που πήραν διάφοροι θεολόγοι στην ιστορία της εκκλησίας. Η θέση της Γραφής είναι ότι ο Ιησούς είχε μια τέλεια ανθρώπινη φύση την ίδια στιγμή που ήταν ο Θεός στην πληρότητά Του, αλλά δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε αυτές τις δύο φύσεις την περίοδο της επίγειας ζωής Του.

Είναι φανερό ότι ο Ιησούς είχε ανθρώπινο θέλω, νου, πνεύμα, ψυχή και σώμα, αλλά είναι εξίσου φανερό ότι το πλήρωμα της θεότητας κατοικούσε στο σώμα του. Αυτό που ταπεινά μπορούμε να πούμε, είναι ότι το πνεύμα Του με το Πνεύμα του Θεού που κατοικούσε μέσα Του χωρίς μέτρο, ήταν αχώριστα.

Το Άγιο Πνεύμα μπορούσε να ξεχωριστεί από το ανθρώπινο σώμα με το θάνατο, αλλά η ανθρώπινη φύση Του ήταν κάτι περισσότερο από ένα ανθρώπινο σώμα, ήταν ένα οστράκινο σκεύος με το Θεό μέσα του. Ήταν άνθρωπος ως προς το σώμα την ψυχή και το πνεύμα, με την πληρότητα του Πνεύματος του Θεού να κατοικεί στο σώμα, την ψυχή και το πνεύμα Του. Ο Ιησούς διέφερε από ένα άνθρωπο που είναι γεμάτος απ’ το Πνεύμα του Θεού, στο ότι είχε όλο το πλήρωμα του Θεού μέσα Του, χωρίς μέτρο. Κατείχε την απεριόριστη δύναμη, εξουσία και χαρακτήρα του Θεού.

Επιπλέον, σε αντίθεση μ’ ένα αναγεννημένο, πλήρη Πνεύματος Αγίου άνθρωπο, το Πνεύμα του Θεού ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με την ανθρώπινη φύση του Ιησού. Μόνο μ’ αυτούς τους όρους μπορούμε να περιγράψουμε και να διακρίνουμε τις δύο φύσεις του Ιησού, ξέρουμε ότι ενεργούσε και μιλούσε πότε σαν άνθρωπος και πότε σαν Θεός, αλλά επίσης ξέρουμε ότι οι δύο φύσεις του στην πραγματικότητα δεν ήταν χωρισμένες. Με το πεπερασμένο μυαλό μας, μπορούμε να κάνουμε μόνο μια διάκριση κι όχι αποχωρισμό στις δύο φύσεις που ήταν τέλεια ανακατεμένες στο Χριστό.

Αν και ο Κύριος είχε τέλεια ανθρώπινη φύση, δεν είχε την αμαρτωλή φύση της πεσμένης ανθρωπότητας. Δεν είχε αμαρτωλή φύση ούτε υπέκυψε σε αμαρτωλές ενέργειες. Ήταν χωρίς αμαρτία, δεν αμάρτησε και αμαρτία δεν ήταν σ’ Αυτόν (Εβρ.δ:15  Α’ Πετρ.β:22  Α’ Ιωάν.γ:5). Αφού δεν είχε ανθρώπινο πατέρα, δεν κληρονόμησε την αμαρτωλή φύση του πεσμένου Αδάμ. Αντίθετα, ήρθε σαν ο δεύτερος Αδάμ, με αθώα φύση, σαν αυτή που είχε ο Αδάμ στην αρχή (Ρωμ.ε:12-21  Α’ Κορ.ιε:45-49).

Ο Ιησούς είχε τέλεια, αλλά αναμάρτητη ανθρώπινη φύση.

Η Βίβλος φανερώνει ότι ο Ιησούς είχε ανθρώπινο θέλω καθώς είχε και θεϊκό. Προσευχήθηκε στον Πατέρα λέγοντας, «ουχί το θέλημά μου, αλλά το σόν ας γείνη» (Λουκ.κβ:42). Το εδ. Ιωάν.ς:38 μας φανερώνει ακριβώς τα δύο θέλω του Ιησού: Δεν ήρθε για να κάνει το δικό του θέλημα (ανθρώπινο θέλω) αλλά το θέλημα του Πατέρα (θείο θέλω).

Το ότι ο Ιησούς είχε ανθρώπινο πνεύμα, είναι αυτονόητο, γιατί όταν ήταν στο σταυρό είπε: «Πάτερ, εις χείρας σου παραδίδω το πνεύμα μου» (Λουκ.κγ:46). Αν και είναι δύσκολο να διακρίνουμε τη διαφορά ανάμεσα στο ανθρώπινο και θείο Πνεύμα Του, μερικές αναφορές φαίνεται να επικεντρώνουν στην ανθρώπινη πλευρά του πνεύματός Του. Για παράδειγμα, «Τότε αναστενάξας εκ πνεύματος αυτού, λέγει...» (Μάρκ.η:12). «Το δε παιδίον ηύξανε, και ενεδυναμούτο κατά το πνεύμα, πληρούμενον σοφίας και χάρις Θεού ήτο επ’ αυτό» (Λουκ.β:40). «Εν αυτή τη ώρα ηγαλλιάσθη κατά το πνεύμα ο Ιησούς....» (Λουκ.ι:21). «εστέναξεν εν τω πνεύματι αυτού, και εταράχθη» (Ιωάν.ια:33). «...εταράχθη τω πνεύματι..» (Ιωάν.ιγ:21).

Ο Ιησούς είχε ψυχή, γιατί είπε: «Περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου...» (Ματθ.κς:38 δες και Μάρκ.ιδ:34). «Τώρα η ψυχή μου είναι τεταραγμένη...» (Ιωάν.ιβ:27). Όταν πέθανε, η ψυχή Του πήγε στον Άδη, όπως όλες οι ψυχές πριν τη θυσία του Γολγοθά (Πράξ.β:27). Η διαφορά ήταν ότι το Πνεύμα του Θεού, που ήταν μέσα στον Ιησού, δεν θα άφηνε την ψυχή Του να μείνει στον Άδη (Πράξ.β:27, 31), αντίθετα νίκησε το θάνατο και τον Άδη (Αποκ.α:18).

Αν δεν δεχτούμε ότι ο Ιησούς ήταν τέλειος άνθρωπος, τότε οι αναφορές της Γραφής στους πειρασμούς Του στην έρημο, δεν έχουν κανένα νόημα (Ματθ.δ:1-11  Εβρ.β:16-18  δ:14-16). Το ίδιο ισχύει για την πάλη και την αγωνία που είχε στη Γεθσημανή (Λουκ.κβ:39-44). Δύο εδάφια της προς Εβραίους επιστολής τονίζουν ότι αφού ο Ιησούς πειράχτηκε όπως εμάς, έχει τα προσόντα να είναι Αρχιερέας μας, μας καταλαβαίνει τέλεια και μας βοηθά στις αδυναμίες μας, «έπρεπε να ομοιωθή κατά πάντα με τους αδελφούς» (Εβρ.β:17), «Διότι δεν έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον να συμπαθήσει εις τας ασθενείας ημών, αλλά πειρασθέντα κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών, χωρίς αμαρτίας» (Εβρ.δ:15).

Στην Εβρ.ε:7-8 λέγει: «Όστις εν ταις ημέραις της σαρκός αυτού, αφού μετά κραυγής δυνατής και δακρύων προσέφερε δεήσεις και ικεσίας προς τον δυνάμενον να σώζη αυτόν εκ του θανάτου, και εισηκούσθη διά την ευλάβειαν αυτού, καίτοι ών υιός, έμαθε την υπακοήν αφ’ όσων έπαθε». Αυτά τα εδάφια δεν δείχνουν κάποιο ανεπηρέαστο από συναισθήματα φόβου και αμφιβολίας. Μάλλον, περιγράφουν κάποιον που είχε αυτές τις ανθρώπινες αδυναμίες, αλλά έπρεπε να υποτάξει το ανθρώπινο θέλω στο αιώνιο Πνεύμα.

Ο Ιησούς σαν άνθρωπος προσευχήθηκε, έκλαψε, έμαθε την υπακοή και υπέφερε. Ο Θεός είχε συνεχώς τον έλεγχο και ήταν πιστός στο σχέδιό Του, αλλά η ανθρώπινη φύση έπρεπε να ζητήσει βοήθεια απ’ το Πνεύμα και να υπακούσει στο θείο σχέδιο. Σίγουρα, όλα αυτά τα εδάφια φανερώνουν ότι ο Ιησούς ήταν τέλειος άνθρωπος, είχε κάθε ανθρώπινη ιδιότητα, εκτός την αμαρτωλή φύση που κληρονομήθηκε με την πτώση. Αν αρνηθούμε την ανθρώπινη φύση του Ιησού, αντιμετωπίζουμε πρόβλημα με την έννοια της απολύτρωσης και της εξιλέωσης. Αν δεν ήταν τέλειος άνθρωπος, η θυσία Του ήταν αρκετή να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος; Μπορούσε πραγματικά να μας αντικαταστήσει στο θάνατο; Μπορούσε αληθινά να έχει τα προσόντα του λυτρωτή, στενού συγγενή;

Ο Υιός, σύμφωνα με τη Βιβλική ορολογία.

Θα εξετάσουμε τη διπλή φύση του Ιησού, στο πλαίσιο της Βιβλικής ορολογίας. Ο όρος Πατέρας, αναφέρεται στον ίδιο το Θεό - στο πλήρωμα της θεότητας. Όταν μιλάμε για το αιώνιο Πνεύμα του Θεού, εννοούμε το Θεό, τον Πατέρα. Ο όρος Θεός Πατέρας είναι απόλυτα αποδεκτός γιατί είναι Βιβλικός (Τίτ.α:4). Ωστόσο, η Γραφή δεν χρησιμοποιεί ούτε μία φορά τον όρο «Θεός Υιός». Δεν είναι σωστός όρος γιατί το «Υιός Θεού» αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση του Ιησού. Η Βίβλος ορίζει σαν Υιό Θεού το παιδί που γεννήθηκε από τη Μαριάμ κι όχι το αιώνιο Πνεύμα του Θεού (Λουκ.α:35). Ο όρος Υιός Θεού μπορεί ν’ αναφέρεται αποκλειστικά στην ανθρώπινη φύση του Ιησού, ή στο ότι ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί.

Υιός Θεού ποτέ δεν σημαίνει μόνο το ασώματο Πνεύμα. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σωστά τον όρο «Υιός», ξεχωριστά απ’ την ανθρώπινη φύση του Ιησού. Οι όροι «Υιός Θεού», «Υιός του ανθρώπου», «Υιός», είναι σωστοί και Βιβλικοί. Ο όρος όμως «Θεός Υιός» δεν ταιριάζει και δεν είναι σωστός γιατί εξισώνει τον Υιό με τη θεότητα κι έτσι δεν είναι Βιβλικός.

Ο Γιος του Θεού δεν είναι ένα ξεχωριστό πρόσωπο στη θεότητα, αλλά η φυσική έκφραση του ένα και μοναδικού Θεού. Ο Γιος είναι η «εικών του Θεού του αοράτου» (Κολ.α:13-15) και το «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού» [του Θεού] (Εβρ.α:2-3). Όπως η σφραγίδα αφήνει ένα ακριβές αντίγραφο πάνω στο χαρτί, έτσι κι ο Γιος του Θεού είναι η τέλεια έκφραση του Πνεύματος του Θεού εν σαρκί. Ο άνθρωπος δεν μπορούσε και δεν μπορεί να δει τον αόρατο Θεό, γι’ αυτό ο Θεός φανέρωσε ακριβώς τον εαυτό Του, σε σάρκα, ώστε ο άνθρωπος να μπορέσει να Τον δει και να Τον γνωρίσει.

Πολλά άλλα εδάφια μέσα στη Γραφή αποκαλύπτουν ότι μπορούμε να χρησιμοποιούμε τον όρο «Υιός του Θεού» σωστά, μόνο όταν περιλαμβάνει την ανθρώπινη φύση του Ιησού. Για παράδειγμα, ο Γιος γεννήθηκε από γυναίκα (Γαλ.δ:4), είναι μονογενής (Ιωάν.γ:16), γεννήθηκε (Ματθ.α:21-23  Λουκ.α:35), ο Γιος δεν ήξερε την ώρα της Δεύτερης έλευσης (Μάρκ.ιγ:32), δεν μπορεί να κάνει τίποτα μόνος του (Ιωάν.ε:19), ήρθε τρώγοντας και πίνοντας (Ματθ.ια:19), υπέφερε (Ματθ.ιζ:12), κάποιος μπορεί να βλασφημήσει κατά του Γιου, αλλά δεν μπορεί να βλασφημήσει το Άγιο Πνεύμα και να συγχωρεθεί (Λουκ.ιβ:10), ο Γιος σταυρώθηκε (Ιωάνγ:14  ιβ:30-34) και ο Γιος πέθανε (Ματθ.κζ:40-54  Ρωμ.ε:10).

Ο θάνατος του Ιησού είναι ένα ιδιαίτερα καλό παράδειγμα. Δεν πέθανε το Πνεύμα του Θεού που κατοικούσε μέσα Του, αλλά ο άνθρωπος Χριστός. Όπως δεν μπορούμε να πούμε ότι ο Θεός πέθανε, το ίδιο δεν μπορούμε να πούμε ότι ο «Θεός Υιός» πέθανε. Απ’ την άλλη μεριά, μπορούμε να πούμε ότι ο Γιος του Θεού πέθανε, γιατί αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση Του.

Όπως είπαμε παραπάνω, ο όρος «Υιός» δεν αναφέρεται πάντοτε μόνο στην ανθρώπινη φύση, αλλά στη θεότητα και τον άνθρωπο όπως συνυπάρχουν στο πρόσωπο του Χριστού. Για παράδειγμα, ο Υιός έχει εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες (Ματθ.θ:6), ο Υιός ήταν την ίδια στιγμή στη γη και τον ουρανό (Ιωάν.γ:13), ο Υιός αναλήφθηκε στον ουρανό (Ιωάν.ς:62) και ο Υιός θα έρθει πάλι μέσα στη δόξα να κυβερνήσει και να κρίνει (Ματθ.κε:31).

Ο Υιός του Θεού.

Ποια είναι η σημασία και η σπουδαιότητα του τίτλου «Υιός Θεού»; Ο όρος αυτός δίνει έμφαση στην θεία φύση του Ιησού και το γεγονός της παρθενικής Του γέννησης. Είναι Γιος του Θεού γιατί συνελήφθη από το Πνεύμα του Θεού έτσι ώστε να είναι κυριολεκτικά Πατέρας Του ο Θεός (Λουκ.α:35). Όταν ο Πέτρος ομολόγησε ότι ο Ιησούς ήταν «ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ.ις:16), στην πραγματικότητα αναγνώρισε το Μεσσιανικό ρόλο και τη θεότητα του Ιησού. Οι Εβραίοι κατάλαβαν τι εννοούσε ο Ιησούς όταν ονόμαζε τον εαυτό Του Υιό Θεού ή όταν έλεγε ότι ο Θεός είναι ο Πατέρας Του, γιατί προσπάθησαν να Τον σκοτώσουν επειδή έκανε τον εαυτό Του Θεό (Ιωάν.ε:18  ι:33).

Με λίγα λόγια, ο όρος «Υιός Θεού» αναγνωρίζει την ανθρώπινη φύση του Ιησού, ενώ την ίδια στιγμή έλκει την προσοχή στη θεότητά Του. Στην πραγματικότητα σημαίνει ότι ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί.

Θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι οι άγγελοι ονομάζονται γιοι Θεού γιατί δημιουργήθηκαν κατευθείαν απ’ το Θεό (Ιώβ λη:7). Το ίδιο, ο Αδάμ ήταν γιος του Θεού στη δημιουργία (Λουκ.γ:38). Οι άγιοι, τα μέλη της εκκλησίας του Χριστού, είναι γιοι ή παιδιά του Θεού γιατί μας υιοθέτησε σ’ αυτή τη σχέση (Ρωμ.η:14-19).

Είμαστε κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι με το Χριστό, έχοντας όλα τα νόμιμα δικαιώματα της υιοθεσίας. Ωστόσο, ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού με την έννοια που κανείς άλλος δεν υπήρξε, ούτε πρόκειται να υπάρξει, γιατί Αυτός είναι ο μονογενής Γιος του Θεού (Ιωάν.γ:16). Είναι ο μόνος που συνελήφθη από το Άγιο Πνεύμα, έτσι που η μοναδική θέση Του σαν Γιος, αποδεικνύει καθαρά τη θεότητά Του.

Ο Υιός του ανθρώπου.

Ο όρος «Υιός του ανθρώπου» τραβά την προσοχή πρωταρχικά στην ανθρώπινη φύση του Ιησού, υπαινισσόμενος ότι ανήκει στο ανθρώπινο γένος. Η Παλαιά Διαθήκη χρησιμοποιεί αυτή τη φράση πολλές φορές προκειμένου ν’ αναφερθεί στην ανθρωπότητα. Για παράδειγμα, τα παρακάτω εδάφια της Γραφής τη χρησιμοποιούν με την έννοια του ανθρώπινου γένους γενικά ή για να χαρακτηρίσουν κάποιον χωρίς ιδιαίτερη ταυτότητα: Ψαλμ.η:4  ρμς:3  Ησ.να:12  Ιερ.μθ:18 (ο Ψαλμός η:4 έχει μια βαθύτερη έννοια που αναφέρεται προφητικά στο Μεσσία, όπως βλέπουμε στην προς Εβρ.β:6-7).

Ο όρος «Υιός του ανθρώπου» αναφέρεται επίσης πολλές φορές σε κάποιο συγκεκριμένο άνθρωπο, ιδιαίτερα στον Ιεζεκιήλ όπου προσδιορίζει τον προφήτη (Ιεζ.β:1, 3, 6, 8  Δαν.η:17). Σε μερικά εδάφια της Γραφής, εννοεί ένα άνθρωπο στον οποίο ο Θεός έχει δώσει ανώτατη εξουσία και δύναμη (Ψαλμ.π:17  Δαν.ζ:13).

Ο Ιησούς χρησιμοποίησε πολλές φορές τον όρο «Υιός του ανθρώπου» για τον εαυτό Του. Στις περισσότερες περιπτώσεις σαν συνώνυμο του «Εγώ», ή σαν τίτλο που δίνει έμφαση στην ανθρώπινη φύση Του. Σε μερικές περιπτώσεις, δεν εννοεί μόνο το γεγονός της ανθρώπινης φύσης, αλλά τη δύναμη και την εξουσία που δόθηκε στον Υιό απ’ το αιώνιο Πνεύμα του Θεού (Ματθ.κδ:30  κε:31).

Με λίγα λόγια, ο Ιησούς υιοθέτησε αυτό τον τίτλο με τις έννοιες της δύναμης και της εξουσίας και τον χρησιμοποιούσε σε κάθε περίπτωση. Ο τίτλος αυτός εξυπηρετεί στο να μας υπενθυμίζει ότι ο Ιησούς ήταν πραγματικός άνθρωπος.