Ειρήνη, κάτι που όλοι ποθούν αλλά ελάχιστοι έχουν. Καθώς σκεφτόμουν το θέμα, ξεχώρισα στο νου μου τρεις διαφορετικές πλευρές του.
Πρώτη έβαλα την ειρήνη με το Θεό. Αυτή την αποκτούν όσοι μετανοούν ειλικρινά για τις αμαρτίες τους και δέχονται τη συγχώρεση που προσφέρει ο Θεός μέσω του Χριστού. Διαβάζουμε: «Διότι αυτός είναι η ειρήνη ημών, όστις έκαμε τα δύο εν και έλυσε το μεσότοιχον του φραγμού, καταργήσας την έχθραν εν τη σαρκί αυτού (...) φέρων ειρήνην» (Εφεσ.β:14-15)
Δεύτερη έβαλα την ειρήνη με τους γύρω μας. Οικογένεια, αδελφοί στην εκκλησία, φίλοι, τους ανθρώπους γενικότερα. Η επιδίωξη και η διατήρηση αυτής της ειρήνης θέλει πολλή δουλειά, έχει κόστος, απαιτεί θυσίες και δεν εξαρτάται πάντα μόνο από εμάς. Γι’ αυτό και στο λόγο του Θεού διαβάζουμε: «Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων» (Ρωμ. ιβ:18). Είναι πολύ μεγάλο θέμα, σπουδαίο και δύσκολο να το αναπτύξει κανείς με λίγα λόγια.
Τρίτη έβαλα την εσωτερική ειρήνη. Την ειρήνη που εν πολλοίς εξαρτάται από εμάς, αν την έχουμε και την απολαμβάνουμε. Ίσως κάποιος θα ρωτούσε: Ο Χριστός δεν είναι που μας δίνει αυτή την ειρήνη; Δεν είπε, «Ειρήνην αφίνω εις εσάς, ειρήνην την εμήν δίδω εις εσάς, ουχί καθώς ο κόσμος δίδει, σας δίδω εγώ»; (Ιωάν.ιδ:27). Χωρίς αμφιβολία, την ειρήνη τη δίνει ο Χριστός αλλά αυτό δεν γίνεται θαυματουργικά.