Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018

Αν ο Θεός υπάρχει και είναι κυρίαρχος ...τότε γιατί το κακό;




Μία από τις πιο δύσκολες ερωτήσεις για όσους πιστεύουν στη Βίβλο, η οποία ωστόσο απαιτεί ικανοποιητική απάντηση, είναι η ακόλουθη: «Εάν ο Θεός της αγάπης υπάρχει, τότε γιατί το κακό κυριαρχεί στον κόσμο μας;».

Με την πρώτη ματιά, φαίνεται λογικό να πιστέψει κανείς πως εφόσον ο Θεός δημιούργησε τα πάντα, και εφόσον το κακό όντως υπάρχει, τότε δεν είναι παρά ο ίδιος ο Θεός που δημιούργησε το κακό. Από την άλλη όμως, γνωρίζουμε από τη Βίβλο πως ο Θεός είναι αγαθός και δεν μπορεί να είναι Αυτός ο δημιουργός του κακού. Αν όμως ο Θεός υπάρχει, και είναι ένας Θεός αγάπης, τότε πως ερμηνεύεται η ύπαρξη του κακού; Πώς είναι δυνατό ένας Θεός αγάπης να επιτρέπει στο κακό να υπάρχει, ενώ γνωρίζει πως η ανθρωπότητα, κάτω από την επιρροή του κακού, θα προκαλούσε στον εαυτό της τόσο πόνο και αδικία.


Αν γυρίσουμε πίσω στη Γένεση, όταν ο Θεός δημιουργούσε τον κόσμο, θα διαπιστώσουμε πως όλα όσα δημιούργησε ο Θεός ήταν καλά και ευχάριστα, παράλληλα όμως ήταν και ηθικά ουδέτερα. Ο Θεός δεν δημιούργησε διεφθαρμένα και κακά πράγματα. Τα ίδια τα στοιχεία της δημιουργίας δεν είναι από μόνα τους κακά. Τότε, θα ρωτήσει κάποιος, τι είναι κακό;

Καταρχάς, πρέπει να κατανοήσουμε πως το κακό μπορεί να υφίσταται χωρίς να έχει υπόσταση. Μπορεί να είναι εξίσου πραγματικό υπό την έννοια της στέρησης ή της έλλειψης κάποιου πράγματος. Η τύφλωση, για παράδειγμα, δεν είναι κάτι με υπόσταση. Στην πραγματικότητα είναι μία έλλειψη: η έλλειψη όρασης. Εάν κάποιος δεν έχει σε πλήρη ανάπτυξη τις φυσικές του λειτουργίες, αυτό θεωρείται κακό και απευκταίο, αφού είναι αυτονόητο πως ο άνθρωπος θα πρέπει να μπορεί να ασκεί πλήρως όλες τις φυσικές του λειτουργίες. Όμοια, το κακό σαν έννοια, μπορεί να θεωρηθεί σαν μια έλλειψη ή υστέρηση από αυτό που θα έπρεπε να υπάρχει. Όχι βέβαια, πως ένας άνθρωπος που υστερεί σε κάποια φυσική λειτουργία, όπως η όραση, είναι ηθικά κακός. Πρόκειται απλά για ένα παράδειγμα. Κάποιος για να θεωρηθεί κακός από ηθική άποψη θα πρέπει να υστερεί σε ηθική ακεραιότητα και σε καλοσύνη.

Κατά δεύτερο, τι είναι στην πραγματικότητα αυτό που μας ενοχλεί όταν ένας γονιός κακοποιεί το παιδί του ή όταν κάποιος πυροβολεί έναν συνάνθρωπό του για κάτι τόσο ταπεινό όσο μια θέση παρκινγκ; Και ποια σκέψη έρχεται αυθόρμητα στο νου μας όταν ακούσουμε τη λέξη Άουσβιτς; Οι περισσότεροι από εμάς αμέσως σκεφτόμαστε πως δεν θα πρέπει οι άνθρωποι να συμπεριφέρονται με τέτοιο φρικτό τρόπο, όπως συνέβηκε στο Άουσβιτς. Βαθιά μέσα μας υπάρχει το αίσθημα της αδικίας. Υπό αυτή την έννοια, το ηθικό κακό μπορεί να θεωρηθεί ως μία διαταραγμένη σχέση: μία σχέση που δεν είναι όπως θα έπρεπε να είναι. Ο Ιησούς είπε πως το μεγαλύτερο αγαθό που μπορούμε να γευτούμε είναι η σχέση μας με το Θεό (Ματθ.κβ:36-37), αφού ο Θεός είναι το ύψιστο αγαθό, και η σχέση μας μαζί Του μας προσφέρει πληρότητα και αγιότητα. Αντίστροφα, το μεγαλύτερο κακό που μπορούμε να δοκιμάσουμε είναι να βρεθούμε αποχωρισμένοι από αυτή τη σχέση αγάπης και αρμονικότητας με το Θεό. Ωστόσο, η βαθιά και αληθινή γνώση του Θεού προϋποθέτει εκ μέρους μας ηθική ελευθερία, τη δυνατότητα δηλαδή να Τον απορρίψουμε. Η αληθινή αγάπη είναι πειστική, ποτέ εξαναγκαστική. Για το λόγο αυτό, το απαραίτητο συστατικό μια σχέσης αγάπης με το Θεό είναι η ελευθερία.

Αυτή η ελευθερία, όμως, ενέχει τη δυνατότητα να απορρίψουμε την αγάπη του Θεού, από τη μία, και από την άλλη, να κακοποιήσουμε και να απορρίψουμε και τους συνανθρώπους μας. Συνεπώς, δεν είναι ο Θεός που διαπράττει το κακό ή το δημιουργεί, αλλά είναι ο άνθρωπος που ελεύθερα επιλέγει ή απορρίπτει την αγάπη του Θεού. Το μεγαλύτερο εν δυνάμει κακό βρίσκεται στην ικανότητά μας να αρνηθούμε την αγάπη του Θεού.

Κατά καιρούς, διάφοροι φιλόσοφοι έχουν πολύ απασχοληθεί με την πιθανότητα ύπαρξης ενός καλύτερου κόσμου. Ωστόσο, οι Γραφές αποκαλύπτουν ότι ο κόσμος που δημιούργησε ο Θεός, με όντα ελεύθερα που να μπορούν να αποδεχτούν ή να απορρίψουν την αγάπη του Θεού Δημιουργού τους, είναι το καλύτερο δυνατό μέσο για την επίτευξη του στόχου Του, που δεν είναι άλλος από μία οικουμένη που θα Τον έχει ελεύθερα επιλέξει και αγαπήσει. Δεν είναι λογικό να σκεφτούμε ένα κόσμο όπου οι άνθρωποι θα ήταν ελεύθεροι να αγαπήσουν το Θεό, ενώ δεν θα ήταν ελεύθεροι να απορρίψουν την αγάπη Του. Εάν υπήρχε κάποιος καλύτερος τρόπος να γίνουν τα πράγματα, σίγουρα ο Θεός θα το είχε σκεφτεί πριν από εμάς.

Ο γνωστός χριστιανός διανοητής και συγγραφέας C. S. Lewis με μεγάλη ικανότητα έχει εξετάσει το ζήτημα της ελεύθερης ηθικής βούλησης του ανθρώπου και την απόλυτη ματαιοπονία εκείνου που αναζητά έναν καλύτερο τρόπο από αυτόν που ο Θεός επέλεξε. Μερικοί έχουν σκεφτεί την πιθανότητα ενός δημιουργήματος που ενώ θα ήταν ηθικά ελεύθερο, εντούτοις δεν θα μπορούσε να αμαρτήσει, να αστοχήσει. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς κάτι τέτοιο. Η ευτυχία που έχει ο Θεός σχεδιάσει για τα πλάσματά Του είναι η ευτυχία του να είναι ηθικά ελεύθερα, και να έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν εθελούσια να ζήσουν ενωμένα μαζί Του και μεταξύ τους. Φυσικά, ο Θεός γνώριζε τι θα συνέβαινε εάν τα πλάσματά Του χρησιμοποιούσαν την ελευθερία τους με λάθος τρόπο. Είναι προφανές όμως ότι σκέφτηκε πως άξιζε να πάρει το ρίσκο. Ίσως, όταν το ακούσουμε αυτό, να τείνουμε να διαφωνήσουμε με την επιλογή του Θεού. Όμως υπάρχει μια δυσκολία όταν κανείς αποφασίσει να διαφωνήσει με το Θεό. Κι αυτό συμβαίνει, επειδή ο Θεός είναι η πηγή από την οποία προέρχεται κάθε λογικός συλλογισμός και επιχείρημα. Δεν είναι δυνατό να είσαι σωστός κι Εκείνος λάθος, όπως ένας χείμαρρος δεν μπορεί να υψωθεί υπεράνω των πηγών του. Όταν κανείς επιχειρηματολογεί ενάντια στο Θεό, επιχειρηματολογεί ενάντια στη δύναμη που τον κάνει ικανό να επιχειρηματολογήσει. Είναι σαν να πριονίζεις το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεσαι. Εάν ο Θεός θεώρησε την αποστασία που συναντάμε στο ηθικό σύμπαν ως ένα τίμημα που άξιζε να πληρώσει προκειμένου να εξασφαλίσει στα πλάσματά Του ελεύθερη βούληση - δηλαδή, με άλλα λόγια, να φτιάξει ένα κόσμο αληθινό και όχι μια καρικατούρα, όπου τα πλάσματά Του θα μπορούν να πραγματοποιήσουν αληθινό αγαθό ή κακό, αντί για ένα κουρδισμένο κόσμο παιχνιδιών, που κινούνται μονάχα όταν εκείνος κινήσει τα νήματά τους - τότε θα πρέπει κι εμείς να αποδεχτούμε πως πραγματικά άξιζε το τίμημα.

Γιατί, λοιπόν, ο Θεός μας δημιούργησε όταν γνώριζε πως θα μπορούσαμε να στραφούμε και να γίνουμε διεστραμμένοι; Το κόστος της αγάπης είναι μεγάλο, μεγαλύτερο όμως είναι το κόστος για Κείνον που ξεκίνησε αυτή την ιστορία αγάπης. Τον αγαπούμε επειδή πρώτος Αυτός μας αγάπησε και το κόστος που πλήρωσε η αγάπη Του, ο θάνατος του μονογενή Υιού Του, είναι ένα πολύ υψηλό τίμημα. Ο Θεός γνώριζε το κόστος της αγάπης και το είδος του κόσμου που μπορούσε να προέλθει από τη δημιουργία ελεύθερων όντων. Ο Θεός ακόμη γνώριζε πως ο τελικός στόχος, μια αιώνια ζωή αγάπης, θα δικαίωνε την επιλογή Του και θα άξιζε το υψηλό τίμημα που θα χρειαζόταν να πληρώσει γι αυτά τα δημιουργήματα.

Τώρα που γνωρίζουμε τι είναι το κακό και την αιτία που το προκάλεσε, ίσως θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί ο Θεός το αφήνει να υπάρχει. Ή με άλλα λόγια, αν είναι πραγματικά κυρίαρχος επάνω σε όλα όσα συμβαίνουν στη γη μας. Είναι αλήθεια πως οι πιο δύσκολες ερωτήσεις που ζητούν απάντηση είναι αυτές που προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις ενέργειες του Θεού. Ειδικότερα, ερωτήσεις σαν κι αυτές του Rabbi Kushner, στο γνωστό βιβλίο του «When Bad Things Happen to Good People» (Όταν συμβαίνουν άσχημα πράγματα σε καλούς ανθρώπους).

Σχετικά με τους Ναζί, ο Rabbi Kushner ρωτά: «Που ήταν ο Θεός όταν συνέβαιναν όλα αυτά; Γιατί δεν παρενέβη για να σταματήσει αυτή τη φρικτή κατάσταση; Γιατί δεν αφαίρεσε τη ζωή του Χίτλερ το 1939. Με τον τρόπο αυτό θα σώζονταν εκατομμύρια ζωές και η ανθρωπότητα θα γλίτωνε στιγμές ανείπωτης θλίψης. Ή ακόμη, γιατί δεν έστελνε ένα σεισμό που θα έκανε ερείπια τους θαλάμους αερίων; Που ήταν τότε ο Θεός»; Είναι προφανές πως τέτοιου είδους ερωτήσεις είναι φορτισμένες με έντονα συναισθήματα, ειδικά για όσους υπέφεραν τα δεινά του Β' Παγκόσμιου πολέμου. Ο Rabbi Kushner όμως δεν θέτει μονάχα τις ερωτήσεις. Προχωρά και σε απαντήσεις. Γράφει ο ίδιος: «Υπάρχουν μερικά πράγματα που ο Θεός δεν ελέγχει... Είσαι σε θέση να συγχωρήσεις και να αγαπήσεις ένα Θεό που δεν είναι τέλειος; Μπορείς να μάθεις να τον αγαπάς παρά τους περιορισμούς Του»; Είναι στ' αλήθεια ο Θεός στο τιμόνι; Μπορεί να ελέγχει και να παρεμβαίνει κυριαρχικά στα ανθρώπινα λάθη, ή ο Rabbi Kushner έχει δίκιο; Ο Rabbi Kushner κάνει λάθος. Ο τελευταίος λόγος σε όλα όσα συμβαίνουν ανήκει στο Θεό.

Πριν αποπειραθούμε να απαντήσουμε στην κατηγορία πως ο Θεός δεν έχει τον έλεγχο και θα πρέπει γι αυτό να συγχωρεθεί, θα ήταν χρήσιμο να πούμε ότι: «Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει πλήρως όλες τις ερωτήσεις. Αλλά, ακόμη κι αν μπορούσαμε, οι απαντήσεις δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα έκαναν τη ζωή μας ή τις θλίψεις μας περισσότερο ανεκτές. Ο Θεός δεν στέκεται στην κατάληξη ενός συλλογισμού, ούτε η ειρήνη του νου και της ψυχής βρίσκονται στο συμπέρασμα ενός λογικού επιχειρήματος. Σε κάθε τομέα της ζωής μας είναι ανάγκη να υπάρχει ένα στοιχείο πίστης». Αν και η λογική έχει τη θέση της, υπάρχει πάντοτε χώρος και για την πίστη. Πίστη και Λογική, όταν κατανοηθούν σωστά, δεν αποκλείουν η μία την άλλη. Ας μη ξεχνάμε πως στο τέλος είναι η πίστη που μας οδηγεί τις πιο δύσκολες ώρες μας.

Ο Rabbi Kushner απορρίπτει τα Ιερά Κείμενα επειδή δεν ταιριάζουν με τη θεολογία του. Ξεκινά από το συλλογισμό πως αν ο Θεός ήταν πραγματικά σε θέση να σταματήσει τον πόνο, τη θλίψη και την αδικία, τότε θα το έκανε. Στο βιβλίο του απορρίπτει τα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου του Ιώβ γιατί δεν δέχεται πως είναι ποτέ δυνατόν ο Θεός να αφήσει έναν ενάρετο άνθρωπο να υποφέρει. Η βασική του σκέψη είναι πως ο Θεός δεν θέλει να υποφέρουμε. Είναι όμως σε θέση ο Kushner να γνωρίζει ολόκληρη τη βουλή και τα σχέδια του Θεού; Το γεγονός ότι ο ίδιος ο Kushner δεν μπορεί να βρει κανένα καλό λόγο που να δικαιολογεί την αναγκαιότητα της θλίψης δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν τέτοιοι λόγοι. Απλά εκείνος - όπως και όλοι οι υπόλοιποι - με το πεπερασμένο μυαλό και την ελλιπή μας γνώση δεν είμαστε πάντα σε θέση να κατανοήσουμε τη βουλή και τα απώτερα σχέδια του Θεού.

Όπως και να έχουν όμως τα πράγματα, συνεχίζει να υπάρχει η ανάγκη να αντιμετωπίσουμε τα ερωτήματα που θέτει ο Kushner. Δεν έχει άραγε ο Θεός τα μέσα να καταστρέψει τους θαλάμους αερίων; Δεν μπορεί ο Δημιουργός του σύμπαντος να σταματήσει ένα στρατό; Χωρίς αμφιβολία ο Θεός μπορεί να τα κάνει αυτά και πολλά περισσότερα. Ωστόσο, στην περίπτωση των φρικαλεοτήτων του τελευταίου παγκόσμιου πολέμου επέλεξε να μην το κάνει. Και όλοι αυτοί που υπέφεραν; Τι γίνεται μ’ αυτούς;

Το μόνο πρόσωπο που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε το νου του Θεού είναι ο Ιησούς Χριστός, ο αναμάρτητος Υιός του Θεού, που γνωρίζει το Θεό απείρως καλύτερα απ’ ότι εμείς. Όταν παρατηρήσει κανείς λίγο πιο προσεκτικά τη ζωή του Ιησού, τις θλίψεις του και το πάθος του, τότε αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά για τα σχέδια και τους τρόπους του Θεού. Αν κάποιος υπέφερε άδικα, ενώ ήταν αθώος, με την κυριολεξία του όρου, αυτός ήταν ο Ιησούς. Κι όταν ο Ιησούς υπέφερε, όταν τον πρόδιδε ο Ιούδας, πού ήταν ο Θεός; Στην πραγματικότητα, όλο το πλήρωμα της θεότητας ήταν μέσα Του, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στεκόταν ακριβώς δίπλα του. Γι αυτό και ο Ιησούς είπε: «ή νομίζεις ότι δεν μπορώ να παρακαλέσω τώρα κιόλας τον Πατέρα μου, και θα στήσει κοντά μου περισσότερες από 12 λεγεώνες αγγέλων; Πώς λοιπόν, θα εκπληρωθούν οι γραφές, ότι έτσι πρέπει να γίνει;» (Ματθ. κς:52-54).

Δώδεκα λεγεώνες αγγέλων σημαίνει κάτι μεταξύ 36.000 και 72.000 αγγέλων. Μία δύναμη πολλές φορές μεγαλύτερη από εκείνη που χρειαζόταν ο Ιησούς για να αντιμετωπίσει τους κακούς ανθρώπους που είχαν μαζευτεί για να τον συλλάβουν. Το πιθανότερο είναι και ένας άγγελος μονάχα να ήταν αρκετός. Ωστόσο, ο Ιησούς επέλεξε να μην ζητήσει τέτοια βοήθεια, αλλά να εμπιστευθεί το σχέδιο του Πατέρα του. Επειδή ο Ιησούς γνώριζε πως ο Πατέρας του ήταν κυρίαρχος επάνω σε όλα. Όταν ο Πιλάτος, νομίζοντας πως είχε εξουσία ζωής και θανάτου επάνω στον Ιησού του είπε: «Δεν ξέρεις ότι έχω εξουσία να σε σταυρώσω, και έχω εξουσία να σε απολύσω;», ο Ιησούς του απάντησε: «Δεν θα είχες καμιά εξουσία εναντίον μου, αν δεν σου ήταν δοσμένη από πάνω» (Ιωάν. ιθ:10-11).

Τα λόγια και η ζωή του Ιησού μας διδάσκουν πως ο Θεός έχει τον απόλυτο έλεγχο, ακόμη κι όταν κακοί άνθρωποι διαπράττουν εγκλήματα και άδικες πράξεις. «Η ίδια η σταύρωση είναι το πιο καλό αλλά και το πιο φρικτό γεγονός στην Ιστορία. Ωστόσο, ο ρόλος του Ιούδα, απ' όποια πλευρά κι αν δει κανείς τη σταύρωση, εξακολουθεί να είναι γνήσια κακός. Το συλλογισμό αυτό μπορούμε να τον εφαρμόσουμε και στη θλίψη που υποφέρουν συχνά οι συνάνθρωποί μας. Ένας καλός άνθρωπος εργάζεται για την ευημερία του γείτονά του και με τον τρόπο αυτό κάνει «το θέλημα του Θεού», συνειδητά εργαζόμενος το «καλό». Ένας κακός άνθρωπος καταθλίβει το γείτονά του, εργαζόμενος το «κακό». Κάνοντας όμως ένα τέτοιο κακό, χρησιμοποιείται από το Θεό, χωρίς εκείνος να το γνωρίζει ή να συναινεί, για να προέλθει ένα «δευτερογενές αγαθό». Με τον τρόπο αυτό, ο πρώτος άνθρωπος υπηρετεί το Θεό σαν γιος, ενώ ο δεύτερος σαν εργαλείο για την επίτευξη από το Θεό των στόχων Του. Κατά συνέπεια, σε τελική ανάλυση θα γίνει το θέλημα του Θεού, όπως κι αν επιλέξεις να συμπεριφερθείς. Όμως για σένα, θα είναι σίγουρα διαφορετικές οι συνέπειες αν επιλέξεις να φερθείς σαν τον Ιούδα και άλλες αν επιλέξεις να συμπεριφερθείς σαν τον Ιωάννη».

Σίγουρα θα αντιμετωπίσουμε διαφορετικά τη δοκιμασία αν εμπιστευθούμε τους εαυτούς μας στο Θεό, όσο δύσκολες κι αν είναι οι συνθήκες που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε. Κάποια μέρα μάλιστα, όλοι μας θα έρθουμε αντιμέτωποι με την πιο επώδυνη από όλες τις καταστάσεις, το θάνατο. Ωστόσο, ο σταυρός του Χριστού μας διδάσκει πως τα σχέδια του Θεού δεν σταματούν στο θάνατο. Με την ανάσταση του Ιησού από τους νεκρούς ο Θεός διακήρυξε την απόλυτη κυριαρχία Του και παράλληλα μας έδωσε ελπίδα: «Ο οποίος κατά τις ημέρες της σάρκας του, αφού με δυνατή κραυγή και δάκρυα πρόσφερε δεήσεις και ικεσίες προς εκείνον που μπορεί να τον σώζει από το θάνατο, και εισακούστηκε εξαιτίας της ευλάβειάς του, παρόλο που ήταν υιός, έμαθε την υπακοή από όσα έπαθε. Και αφού αποδείχθηκε τέλειος, έγινε αίτιος αιώνιας σωτηρίας σε όλους αυτούς που τον υπακούν» (Εβρ.ε:7-9).

Το σχέδιο του Θεού δεν ήταν να σώσει τον Ιησού από τα χέρια των κακών ανθρώπων. Το σχέδιο του Θεού ήταν να σώσει τον Ιησού από τα χέρια του ίδιου του θανάτου. Ο Ιησούς γνώριζε ότι όσα υπέφερε ήταν μέρος του σχεδίου του Πατέρα του, ο οποίος είχε έναν απώτερο στόχο. Η επιλογή είναι απλή: είτε θα αφήσουμε την εμπειρία μας να επηρεάσει και να διαμορφώσει τη θεολογία μας, είτε θα αφήσουμε τη θεολογία μας να ερμηνεύσει την εμπειρία μας. Αν συμβεί το πρώτο, τότε είναι πολύ πιθανό να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως ο Θεός που πειραματιζόμαστε είναι διαφορετικός από Εκείνον για τον οποίο διαβάζουμε στη Βίβλο, όπως έκανε ο Rabbi Kushner. Αν συμβεί το δεύτερο, τότε θα χρειαστούμε βοήθεια για να συμβιβάσουμε την εμπειρία μας με το Θεό της Βίβλου. Και είναι ο Ιησούς Εκείνος που μπορεί να μας δώσει αυτού του είδους τη βοήθεια: «αποβλέποντας στον Ιησού, τον αρχηγό και τελειωτή της πίστης, ο οποίος, εξαιτίας της χαράς που ήταν μπροστά του, υπέφερε σταυρό, καταφρονώντας τη ντροπή, και κάθισε στα δεξιά του θρόνου του Θεού. Γι αυτό, συλλογιστείτε αυτόν που υπέμεινε μια τέτοια αντιλογία στον εαυτό του από τους αμαρτωλούς, για να μη αποκάνετε, αποθαρρύνοντας τις ψυχές σας» (Εβρ.ιβ:2-3).

Ο Rabbi Kushner μας ζητά να συγχωρέσουμε το Θεό. Από την άλλη, ο Ιησούς μας ζητά να θεωρήσουμε τη ζωή του, τα παθήματά του, το θάνατο και την ανάστασή του, και να εμπιστευθούμε το Θεό. Η ανάσταση του Ιησού μας βεβαιώνει πως ο θάνατος δεν είναι το τέλος της ύπαρξής μας, ούτε το τέρμα των σχεδίων του Θεού. Αν εμπιστευόμαστε το Θεό και το λόγο Του, μας έχει υποσχεθεί να χρησιμοποιήσει τα παθήματά μας και τις θλίψεις μας για το καλό μας και για την εκπλήρωση των απώτερων σχεδίων Του. Αν ο Θεός μοιάζει σιωπηλός, θα πρέπει να σκεφτούμε μήπως δεν είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε όσα έχει να μας πει.

Ο γιος του Rabbi Kushner πέθανε σε πρώιμη εφηβική ηλικία. Μετά από τέσσερα σύντομα χρόνια γάμου, ο C. S. Lewis έχασε τη γυναίκα του. Και οι δύο άνδρες ένιωσαν τον πόνο του να βλέπεις ένα αγαπημένο σου πρόσωπο να πεθαίνει. Και οι δύο άνδρες πειραματίστηκαν τη σιωπή του Θεού. Ωστόσο ο Lewis έφθασε σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα: «Η ώρα που δεν υπάρχει τίποτα άλλο στην ψυχή σου παρά μια κραυγή για βοήθεια ίσως είναι η ώρα που ο Θεός απλά δεν μπορεί να την παρέχει. Μοιάζεις με έναν άνθρωπο που πνίγεται και δεν μπορεί να βοηθηθεί επειδή χτυπιέται και αρπάζεται όπου βρει. Πιθανότατα οι επαναλαμβανόμενες και επίμονες κραυγές σου δεν σου επιτρέπουν να ακούσεις τη φωνή που τόσο ελπίζεις να ακούσεις. Σε τελική ανάλυση, θα πρέπει να έχεις την ικανότητα να λάβεις για να λάβεις κάτι, διαφορετικά ούτε αυτή η παντοδυναμία του Θεού δεν μπορεί να σου το δώσει».

Αυτό που τελικά μπορούμε να μάθουμε από τον Ιησού και τη ζωή του είναι ότι ο Θεός έχει πάντοτε τον τελευταίο λόγο και ότι μπορούμε να εμπιστευθούμε τα σχέδιά Του για τη ζωή και το μέλλον μας: «Επειδή, εγώ γνωρίζω τις βουλές που βουλεύομαι για σας, λέει ο Κύριος, βουλές ειρήνης, και όχι κακού, για να σας δώσω το προσδοκώμενο τέλος» (Ιερ.κθ:11). Που είναι λοιπόν ο Θεός όταν υποφέρει ο αθώος; Αν στ' αλήθεια τον αναζητάς, θα Τον βρεις στο σταυρό του Χριστού.