Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 14 Ιουνίου 2018

Γένεση (032)


Γέν.γ:7 Και ηνοίχθησαν οι οφθαλμοί αμφοτέρων, και εγνώρισαν ότι ήσαν γυμνοί· και ράψαντες φύλλα συκής, έκαμον εις εαυτούς περιζώματα.
και ηνοίχθησαν οι οφθαλμοί αμφοτέρων: Δεν εννοεί ότι γέμισαν με φως και αποκάλυψη! Είναι αλήθεια ότι τα μάτια τους άνοιξαν, αλλά αυτό έγινε για να δουν τη δική τους γύμνια, τη δική τους αμαρτία, τη δική τους θλιβερή κατάσταση! Ήταν «ταλαίπωροι και ελεεινοί και πτωχοί και τυφλοί και γυμνοί», ο θλιβερός καρπός του δέντρου της γνώσης!
Ο Αδάμ και η Εύα δεν απέκτησαν καμία καινούρια γνώση της αγαθότητας του Θεού, δεν ήλθε να φωτίσει τη ζωή τους καμία νέα ακτίνα από το φως του Θεού.
Το πρώτο αποτέλεσμα της παρακοής τους και της αναζήτησης γνώσης έξω απ’ τα σχέδια του Θεού ήταν η αποκάλυψη ότι ήταν γυμνοί. Έτσι, μόλις ανακαλύπτουν ότι είναι γυμνοί, αρχίζουν να ψάχνουν για κάλλυμα. Αυτό το γεγονός σηματοδοτεί το τέλος της οικονομίας της αθωότητας και την αρχή της οικονομίας της συνείδησης.

Βλέπουμε για πρώτη φορά τον άνθρωπο να προσπαθεί να κρυφτεί απ’ το Θεό. Ο φυσικός άνθρωπος ρέπει στο να κρύβει τις αμαρτίες του, αντί να εκζητήσει το Θεό να τον ελευθερώσει. Δεν βλέπουμε τον Αδάμ να ψάχνει το Θεό για να λύσει το πρόβλημά του, αλλά μάλλον ο Θεός ψάχνει τον Αδάμ. Αν σήμερα είμαστε σωσμένοι, δεν είναι επειδή εμείς ενδιαφερθήκαμε, αλλά μάλλον επειδή Αυτός ενδιαφέρθηκε και ενδιαφέρεται για μας (Α’ Ιωάν.δ:19  Ρωμ.ε:8). Ο Θεός δεν φανερώθηκε εν σαρκί επειδή οι άνθρωποι Τον ζήτησαν, αλλά για να ψάξει και να σώσει τους αμαρτωλούς.
Ο Θεός το έκανε έτσι ώστε με την πτώση και δια της πτώσης, ο άνθρωπος να αποκτήσει κάτι που δεν το είχε πριν δηλαδή την συνείδηση, την γνώση του καλού και του κακού. Είναι φανερό ότι πριν την πτώση ο άνθρωπος δεν είχε αυτή την γνώση, δεν μπορούσε να γνωρίζει το κακό εμπειρικά γιατί ζούσε μέσα σε μια κατάσταση αθωότητας. Με την πτώση όμως και κατά την πτώση, ο άνθρωπος απέκτησε συνείδηση με πρώτο αποτέλεσμα το φόβο και τον τρόμο! Ακόμη άρχισε να ντρέπεται, ενώ πριν δεν υπήρχε τέτοιο πρόβλημα. Τα μικρά παιδιά δεν ντρέπονται να περπατάνε γυμνά. Η ντροπή έρχεται όταν αποκτούμε συνείδηση της αμαρτίας, του καλού και του κακού. Στον Αδάμ και την Εύα δεν υπήρχε πονηριά πριν αμαρτήσουν.
Τώρα άρχισε να δουλεύει μέσα τους η συνείδηση που τους κατέκρινε για ότι έκαναν. Η ενέργεια της συνείδησης μας δίνει το αίσθημα εκείνου που είμαστε με αποτέλεσμα να δημιουργεί φόβους. Αν το αίσθημα εκείνου που είμαι δεν συνοδεύεται με την πίστη σ’ εκείνο που ο Θεός είναι, η συνείδηση από μόνη της δεν μπορεί να με οδηγήσει στο Θεό, δεν βοηθά σε τίποτα ουσιαστικό.
Το να γνωρίζω τι είμαι παράγει μέσα μου ντροπή, τύψεις, αγωνία, κι ίσως προκαλέσει μερικές προσπάθειες εκ μέρους μου, για την επανόρθωση της κατάστασής μου. Όμως αυτές οι προσπάθειές μου όχι μόνο δεν με φέρνουν κοντά στο Θεό, αλλά δημιουργούν και μια ψευδαίσθηση ικανοποίησης, αποκατάστασης, που μάλλον μου κρύβουν παρά να μου φανερώνουν το Θεό.
Έτσι για τον Αδάμ και την Εύα η αποκάλυψη της γυμνότητάς τους, ακολουθήθηκε από μια προσπάθεια να την σκεπάσουν.
«Ράψαντες φύλλα συκής, έκαμον εις εαυτούς περιζώματα»
Δείχνει άνθρωπο με νόηση κι όχι τον άγριο πιθηκάνθρωπο των σπηλαίων! Τα ζώα δεν έχουν συνείδηση. Το λιοντάρι όταν σκοτώσει ένα ζώο για να φάει, μετά δεν κάθεται να στεναχωριέται για το καημένο το ζώο που σκότωσε!
Εδώ, για πρώτη φορά αναφέρεται μια προσπάθεια του ανθρώπου να επανορθώσει την κατάστασή του με δικούς του τρόπους.
Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει τρομερά πράγματα και κόπους για να κρύψει την αμαρτία του, παρά να την φανερώσει ταπεινώνοντας τον εαυτό του.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι μόνο ντυμένοι μπορούμε να κάνουμε κάτι που να είναι ευπρόσδεκτο ενώπιον του Θεού. Κι εδώ ακριβώς είναι η διαφορά μεταξύ του αληθινού χριστιανού και του θρησκευόμενου ανθρώπου. Ο χριστιανός πιστεύει ότι είναι ντυμένος με την δικαιοσύνη του Ιησού Χριστού κι έτσι μπορεί να κάνει πράγματα ευάρεστα στο Θεό. Αντίθετα ο θρησκευόμενος στηρίζεται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι γυμνός. Ο χριστιανός έχει σαν αφετηρία εκείνο που αποτελεί σκοπό του θρησκευόμενου ανθρώπου.
Ότι κάνει ο χριστιανός το κάνει επειδή είναι ντυμένος και μάλιστα τέλεια, ενώ ο θρησκευόμενος ότι κάνει το κάνει για να ντυθεί!
Η θρησκεία του ανθρώπου διαρκεί μόνο λίγο. Τόσο όσο ο θάνατος, η κρίση και η δίκαιη οργή του Θεού είναι πράγματα που βλέπονται από μακριά. Όταν όμως βρεθεί κανείς πρόσωπο προς πρόσωπο μ’ αυτές τις πραγματικότητες, τότε μόνο καταλαβαίνει ότι η θρησκεία δεν μπορεί να βοηθήσει σε τίποτα, είναι μια «πολύ μικρά κλίνη» (Ησ.κη:20).
Τα φύλλα της συκιάς σκεπάζουν μόνο για λίγο γιατί ξεραίνονται και πέφτουν αφήνοντας τον άνθρωπο γυμνό όπως ήταν πριν. Τα φύλλα αναφέρονται στην θρησκεία, και θρησκεία είναι τα έργα που κάνει ο άνθρωπος για να σωθεί (Ιακ.α:27). Ο Χριστός καταράστηκε την συκιά που είχε μόνο φύλλα δίχως καρπό (Ματθ.κα:19-20).
Ο χριστιανισμός δεν είναι θρησκεία, αλλά πίστη στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αυτή η πίστη τώρα έχει μια συνέπεια, έχει ορισμένα έργα - αυτό που λέει ο απόστολος Ιάκωβος, «δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου» (Ιακ.β:18)-όμως δεν κερδίζεις την σωτηρία με τα έργα. Είναι προϋπόθεση ότι έχεις δεχθεί την σωτηρία και ακολουθούν τα έργα. Ο Σατανάς αυτό που έχει καταφέρει είναι να κάνει τα έργα πίστη, και αφαίρεσε την θυσία, το έργο του Ιησού Χριστού! Έτσι πρόσφερε στον κόσμο πολλές θρησκείες για να μπορεί ο κόσμος να κρύβει την ντροπή του αλλά ποτέ να μην δικαιώνεται ενώπιον του Θεού. Η θρησκεία δεν μπορεί να σώσει.