Ρωμ.ιδ:18 επειδή ο δουλεύων
εν τούτοις τον Χριστόν ευαρεστεί εις τον Θεόν και ευδοκιμεί παρά τοις ανθρώποις.
Ο τρόπος για να υπηρετήσει κανείς τον Θεό δεν είναι
με το φαγητό και το ποτό, αλλά φέροντας πνευματικούς καρπούς που παράγονται από
την οδηγία του Πνεύματος μέσα στις καρδιές μας. Έτσι καρποφορώντας, ευαρεστούμε
το Θεό και έχουμε την αποδοχή και έγκριση των ανθρώπων. (Το κριτικό κείμενο λέει
«ο γαρ εν τούτω δουλεύων» αντί
«τούτοις»).
Ρωμ.ιδ:19 Άρα λοιπόν
ας ζητώμεν τα προς την ειρήνην και τα προς την οικοδομήν αλλήλων.
Τα εδ.19-21 συνοψίζουν τη σωστή πορεία δράσης στα
θέματα της συνείδησης. Πρέπει να επιδιώκουμε
την ειρήνη σε κάθε περίπτωση. Πρέπει ενεργά να ζητάμε την ειρήνη. Πρέπει
να είμαστε πραγματικά ειρηνοποιοί. Πρέπει να επιδιώκουμε να οικοδομούμε και να
ενθαρρύνουμε ο ένας τον άλλο.
Ρωμ.ιδ:20 Μη
κατάστρεφε το έργον του Θεού διά φαγητόν. Πάντα μεν είναι καθαρά, κακόν όμως
είναι εις τον άνθρωπον όστις τρώγει με σκάνδαλον.
Επαναλαμβάνει τη σκέψη των εδ.14-16. Δεν πρέπει
να καταστρέφουμε το έργο του Θεού για χάρη μιας ασήμαντης ικανοποίησης.
Κυριολεκτικά, δεν πρέπει να «καταλύουμε» το έργο του Θεού, που είναι το αντίθετο
της οικοδομής και της ύψωσης. Πραγματικά, όλα τα τρόφιμα είναι καθαρά, αλλά εάν
τρώμε κάτι με τρόπο που προκαλεί πρόσκομμα σε κάποιον άλλο, τότε κάνουμε λάθος. Κάτι που είναι επιτρεπτό
από μόνο του μπορεί να είναι αμαρτωλό εάν οδηγεί σε άλλους δρόμους. Μπορεί να
δελεάσουμε άλλον να αμαρτήσει ενώ εμείς πιστεύουμε ότι είναι αθώο.
Και πάλι πρέπει να περιορίσουμε τη φράση, «Πάντα μεν είναι καθαρά» σ’ αυτό το
περιεχόμενο — που δεν είναι για ηθικά ζητήματα, αλλά συγκεκριμένα για τρόφιμα. Επίσης,
όταν το εδάφιο μας προειδοποιεί να μην προκαλούμε «αμαρτία», δεν αναφέρεται σε
κάτι που δυσαρεστεί ή αναστατώνει κάποιον αλλά μάλλον σε πράγματα που προκαλούν
άλλους να προσκόψουν στο χριστιανικό τους βάδισμα. Φυσικά, πρέπει να αποφεύγουμε
να δυσαρεστούμε ή να αναστατώνουμε άλλους, όσο το δυνατόν περισσότερο, αλλά δεν
χρειάζεται να ζούμε και με το φόβο ή να είμαστε δεμένοι λόγω προσωπικών
ψευτοπαρεξηγήσεων των άλλων. Οι Χριστιανοί που θεωρούν τους εαυτούς τους ώριμους,
δεν μπορούν να απειλούν ότι «θίχτηκαν», προκειμένου να απαιτήσουν από όλους να συμμορφωθούν
με τις δικές τους προσωπικές πεποιθήσεις. Το νόημα αυτής της περικοπής είναι
ότι οι Χριστιανοί δεν πρέπει να πιέζουν και να υποχρεώνουν με τις προσωπικές τους
πεποιθήσεις τους άλλους. Αν η άσκηση της ελευθερίας βλάπτει ένα ειλικρινές πνευματικό
βάδισμα, πρέπει να αποφεύγεται η ενέργεια.
Ρωμ.ιδ:21 Καλόν
είναι το να μη φάγης κρέας μηδέ να πίης οίνον μηδέ να πράξης τι, εις το οποίον
ο αδελφός σου προσκόπτει ή σκανδαλίζεται ή ασθενεί.
Είναι καλό να αρνηθούμε στον εαυτό μας ορισμένες
προσωπικές απολαύσεις, εάν αυτό εμποδίζει πνευματική ζημιά σε άλλους. (Το κριτικό
κείμενο παραλείπει τις λέξεις ή
σκανδαλίζεται ή ασθενεί). Αυτό είναι επαρκής λόγος για αποχή από αμφίβολα
πράγματα. Γι' αυτό πρέπει να απέχουμε από κάθε κακό (Α’ Θες.ε:22). Το εδάφιο 21
χρησιμοποιεί δύο παραδείγματα: την κατανάλωση κρέατος και την πόση κρασιού.
Ίσως να μιλάει γενικά, εννοώντας φαγητό και ποτό, ή υπαινίσσεται πραγματικές
διαμάχες. Η κατανάλωση κρέατος θα μπορούσε να αμφισβητηθεί για λόγους
χορτοφαγίας, ή επειδή έχει προσφερθεί στα είδωλα, ή ακάθαρτο κρέας σύμφωνα με
τον εβραϊκό νόμο. Η κατανάλωση κρασιού μπορεί να αμφισβητηθεί σαν ακάθαρτο (Εβραϊκός
νόμος Δανιήλ α:8) ή να απαγορεύεται λόγω ευχής Ναζηραίου (παροδική ή μόνιμη) (Αριθ.ς:3).
Προφανώς, όλες οι αμφισβητήσεις στο κεφάλαιο αυτό — ειδικές ημέρες, τρόφιμα,
ποτά — συνδέονταν με τον εβραϊκό τελετουργικό νόμο ή παρόμοια ειδωλολατρικά έθιμα.
Ρωμ.ιδ:22 Συ πίστιν
έχεις; έχε αυτήν εντός σου ενώπιον του Θεού· μακάριος όστις δεν κατακρίνει
εαυτόν εις εκείνο, το οποίον αποδέχεται.
Το εδάφιο παρουσιάζει το συμπέρασμα γι’ αυτόν που
μετέχει: αν έχεις πίστη (δηλαδή, πεποίθηση) στην ελευθερία σου, κράτα την για
τον εαυτό σου. (Το κριτικό κείμενο γράφει για την πρώτη φράση: «σὺ πίστιν ἣν ἔχεις κατὰ σεαυτὸν ἔχε ἐνώπιον
τοῦ θεοῦ.) Εξάσκησέ την ιδιωτικά ενώπιον του Θεού, αλλά μη κλονίζεις τον
αδελφό σου μ’ αυτήν. Φρόντισε, ωστόσο, ότι έχεις πραγματικά μια καθαρή
συνείδηση στο θέμα αυτό. Ευτυχείς είναι αυτοί που δεν αμφιβάλουν για ό, τι
κάνουν, που δεν καταδικάζουν τον εαυτό τους για ό, τι επιτρέπουν.
Ρωμ.ιδ:23 Όστις όμως
αμφιβάλλει, κατακρίνεται, εάν φάγη, διότι δεν τρώγει εκ πίστεως· και παν ό,τι
δεν γίνεται εκ πίστεως, είναι αμαρτία.
Εδώ παρουσιάζεται το συμπέρασμα γι’ αυτόν που
απέχει: αν έχεις οποιαδήποτε αμφιβολία σχετικά με μια πρακτική, μη συμμετέχεις.
Αν κάποιος αμφιβάλλει, αλλά συμμετέχει ούτως ή άλλως κατακρίνεται. Αυτό μπορεί
να σημαίνει ότι αυτός που ενεργεί παρά τις αμφιβολίες του, καταδικάζεται στο
δικό του μυαλό και αισθάνεται ένοχος. Ωστόσο, η τελευταία πρόταση αναφέρει συγκεκριμένα
ότι οποιαδήποτε παραβίαση των αρχών της πίστης είναι αμαρτία. Αυτό δεν σημαίνει
ότι όλα τα μη χριστιανικά έργα είναι αμαρτωλά, αλλά σημαίνει ότι μπορούμε να
αμαρτήσουμε κάνοντας κάτι που άλλοι θεωρούν αθώο. Αν πιστεύουμε ότι κάτι είναι
αμαρτία, αλλά το κάνουμε σκόπιμα ούτως ή άλλως, τότε φανερώνουμε μια τάση
παρακοής και επανάστασης ενάντια στον Θεό. Αυτή η στάση είναι αμαρτωλή ακόμα
και αν η πράξη είναι ουδέτερη.