Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Η Πηγή της Διδασκαλίας περί Αγιασμού.


Η σπουδαιότερη πηγή για τη διδασκαλία του αγιασμού είναι η ίδια η Βίβλος, ο θεόπνευστος λόγος του Θεού. Περιέχει κάθε τι που έχουμε ανάγκη και πρέπει να γνωρίζουμε σχετικά με τη Σωτηρία και την άγια ζωή “Tαύτα μελέτα, εις αυτά μένε, διά να είναι φανερά εις πάντας η προκοπή σου. Πρόσεχε εις σεαυτόν και εις την διδασκαλίαν, επίμενε εις αυτά. Διότι τούτο πράττων, και σεαυτόν θέλεις σώσει και του ακούοντάς σε” (Α’ Τιμ.δ:15-17).
Όλη η διδασκαλία περί αγιασμού πρέπει να βασίζεται στη Βίβλο. Σωστό κριτήριο αγιασμού μπορεί να είναι:
1.  Μία Βιβλική ρήση.
2.  Μία ισχύουσα εφαρμογή Βιβλικής αρχής.

Για παράδειγμα, η Βίβλος ειδικά διδάσκει ότι η μέθη είναι αμαρτία, και γι’ αυτό πρέπει να αποδεχτούμε και να διδάξουμε την αλήθεια αυτή. Επί πλέον, η βασική Βιβλική αρχή είναι ότι κάθε είδους ναρκωτικές ουσίες όπως μαριχουάνα και κοκαΐνη, ακόμη κι αν η Βίβλος δεν τα αναφέρει κατ’ όνομα, πρέπει να αποφεύγουμε και να απέχουμε.

Η Βίβλος δεν είναι απλά μία συλλογή κανόνων. Δεν προσπαθεί να δώσει ειδικές απαντήσεις στις αμέτρητες καταστάσεις που αντιμετωπίζει ένα άτομο. Περιέχει μάλλον βασικές οδηγίες, οι οποίες έχουν εφαρμογή σε όλους τους ανθρώπους όλων των πολιτισμών, εποχών, και καταστάσεων.
Ο Θεός για να βοηθήσει το λαό Του να καταλάβει και να ζήσει με πνευματικές αρχές, έχει δώσει στην εκκλησία πνευματικούς ηγέτες. Καθήκον τους είναι να εργαστούν “προς την τελειοποίηση των αγίων, διά το έργο της διακονίας, διά την οικοδομήν του σώματος του Χριστού”, μέχρις ότου όλοι οι άγιοι “καταντήσουν εις άνδρα τέλειον” και να μην είναι πλέον νήπια αλλά ώριμοι πνευματικά, και να αυξάνουν εν αγάπη (Εφεσ.δ:11-16).
Πλήρεις Πνεύματος Αγίου ποιμένες και διδάσκαλοι, διακηρύσσουν το λόγο του Θεού, τον εξηγούν και θέτουν σε εφαρμογή τις αρχές του στις διάφορες καταστάσεις της σύγχρονης ζωής.
Τελευταία, το Πνεύμα το Άγιο μας διδάσκει απ’ ευθείας μέσω των εσωτερικών υποκινήσεων και πεποιθήσεων. Το Πνεύμα δόθηκε για να μας διδάσκει και να μας οδηγεί (Ιωάν.ιδ:26-16:13). Το Πνεύμα γράφει το νόμο του Θεού πάνω στις καρδιές μας (Ιερεμ.λα:33). Έχουμε χρίσμα-ένα θεμελιώδες στοιχείο αγιασμού και αλήθειας που κατοικεί μέσα μας (Α’ Ιωάν.β:27). Σε καιρούς που πρέπει να πάρουμε κάποια απόφαση, αγώνων, κρίσης, ή αβεβαιότητας, πρέπει να είμαστε ευαίσθητοι στη σταθερή και ήσυχη φωνή του Αγίου Πνεύματος.
Μαζί με την πίστη στο Θεό, έχουμε ανάγκη από αγάπη για το Θεό, το λόγο Του και να ζούμε μία ζωή αγιασμού. Χωρίς αγάπη όλες μας οι προσπάθειες να ζήσουμε για το Θεό είναι μάταιες (Α’ Κορ.ιγ:1-13, Αποκ.β:1-7). Εάν αγαπούμε το Θεό, θα υπακούμε στις εντολές Του και θα ζητούμε να θέτουμε σε εφαρμογή τον αγιασμό στη ζωή μας (Ιωάν.ιδ:15,23  Α’ Ιωάν.β:3 -6). Όταν πραγματικά αγαπάμε το Θεό, θα μισούμε ενεργά το κακό (Ψαλμός 97:10) και θα επιζητούμε να γίνουμε όπως ο Άγιος Θεός μας. Όσο μεγαλύτερη είναι η αγάπη μας για το Θεό, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επιθυμία μας και ο ζήλος μας για αγιασμό.
Η αγάπη είναι πιο αυστηρή και πιο απαιτητική από το νόμο, γιατί η αγάπη προχωρεί μακρύτερα απ’ ότι το καθήκον. Η αγάπη για το Θεό θα κάνει κάποιον να ελκυστεί πιο κοντά σ’ Αυτόν παρά το τι λέγει ο νόμος, και στη στάση και συμπεριφορά του και στο να ζει μια πειθαρχημένη ζωή. Η αγάπη θα κάνει τον καθένα να αποφεύγει κάθε τι που δυσαρεστεί το Θεό ή εμποδίζει μία στενότερη σχέση και επικοινωνία μαζί Του.
Η αγάπη απορρίπτει κάθε τι που δεν συμβιβάζεται με την ευσέβεια, ή δεν συμβάλλει σε μια άγια κατά Χριστόν ζωή, ακόμη κι αν δεν υπάρχουν ειδικοί κανόνες που να κατονομάζουν αυτά τα πράγματα σαν αμαρτία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η αρχή της αγάπης οδηγεί σε μεγαλύτερο αγιασμό από το νόμο του Μωυσή ή μια κωδικοποίηση κανόνων.
Η αγάπη διέπει όλες τις πράξεις και σχέσεις. Όλος ο νόμος συμπεριλαμβάνεται στην αγάπη. Πρέπει να αγαπούμε το Θεό με όλο μας το είναι και να αγαπούμε τους συνανθρώπους μας όπως αγαπούμε τον εαυτό μας (Ματθ.κβ:36-40, Ρωμ.ιγ:9-10).
Αντί το νόμο του Μωυσή, τώρα έχουμε “τον τέλειο νόμο της ελευθερίας”, που είναι ο “βασιλικός νόμος” της αγάπης (Ιάκ.α:25, β:8, β:12).
Eφ’ όσον η αγιότητα είναι η ίδια η φύση του Θεού, όταν λαμβάνουμε το Άγιο Πνεύμα, λαμβάνουμε αυτήν την άγια φύση. Δια της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος μπορούμε να υπερνικούμε την αμαρτία και να ζούμε με δικαιοσύνη (Ρωμ.η:2-4, Γαλ.ε:16, A’ Θεσσ.δ:7-8). Eχουμε την ελευθερία από την κυριαρχία της αμαρτίας, έχουμε τη δύναμη να εκλέξουμε να μην αμαρτάνουμε (Ιωάν.η:34-36, Ρωμ.ς:1-25).
Δεν θα συνεχίσουμε να ζούμε μέσα στην αμαρτία, και πράγματι η νέα μας φύση δεν μπορεί να αμαρτήσει (Α’Ι ωάν.γ:9). Ωστόσο, ακόμη έχουμε την ικανότητα να αμαρτήσουμε και ακόμη έχουμε την αμαρτωλή φύση υποταγμένη μέσα μας (Γαλάτ.ε:16-17, Α’Ιωάν.α:8, 2:1), αλλά η αναγεννημένη φύση μας, μας εμποδίζει να πράττουμε την αμαρτία κατά συνήθεια. Όσο επιτρέπουμε στο Πνεύμα το Άγιο να μας οδηγεί και να μας διοικεί, δεν θα αμαρτήσουμε.
Ο Αγιασμός δεν είναι ένας εξωτερικός νόμος, αλλά αναπόσπαστο μέρος της νέας μας φύσης. Το Πνεύμα το Άγιο τοποθετεί τον ηθικό νόμο του Θεού μέσα μας, όχι γραμμένο σε λίθινες πλάκες, αλλά γραμμένο μέσα στην καρδιά μας (Ιερεμ.λα:33, Eβρ.ι:16 ).
Ζώντας για το Θεό δεν ακολουθούμε απλά μία εξωτερική λίστα κανόνων, αλλά ακολουθούμε τη φύση του Αγίου Πνεύματος μέσα μας. Ζούμε άγια γιατί άγιος είναι και θέλει να είναι ο καινούριος άνθρωπος μέσα μας. Απέχουμε από την αμαρτία και την κοσμική ζωή, γιατί αυτό αποτελεί ανάθεμα για τη νέα μας φύση. Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε κατά των επιθυμιών μας και της σαρκικότητας της παλιάς φύσης μας, αλλά είναι ένας εσωτερικός αγώνας (κανένας δικτάτορας δεν μας επιβάλλει κανόνες). Εμείς επιβάλλουμε απαγορεύσεις στην αμαρτωλή μας φύση, γιατί δεν θέλουμε πλέον να ακολουθούμε τη σάρκα αλλά το Πνεύμα.
Ένας συγγραφέας έγραψε σχολιάζοντας τη Ρωμ.η:2-4: “Ο Χριστιανικός αγιασμός δεν είναι θέμα επίπονης συμμόρφωσης στις αντιλήψεις του κάθε ατόμου σχετικά με έναν εξωτερικό κώδικα νόμων, αλλά μάλλον είναι θέμα του να παράγεται ο καρπός του Αγίου Πνεύματος στη ζωή μας, και να αναπαράγονται οι χάρες που υπήρχαν στο τέλειο, στη ζωή του Χριστού. Ο νόμος καθόριζε μία ζωή αγιασμού, αλλά ήταν ανίσχυρος να προσφέρει μία τέτοια ζωή εξ’ αιτίας της ανεπάρκειας του ανθρώπινου υλικού που έπρεπε να εργαστεί γι’ αυτόν (αλλά, ότι ήταν ανίσχυρος ο νόμος να προσφέρει, έγινε από το Θεό).
Ότι απαιτούσε ο νόμος  στον τρόπο συμμόρφωσης στο θέλημα του Θεού, τώρα γίνεται πραγματικότητα στη ζωή όσων ελέγχονται και διοικούνται από το Πνεύμα το Άγιο και ελευθερώνονται από τη δουλεία στον παλαιό νόμο. Οι εντολές του Θεού έχουν γίνει τώρα πνεύμα και ζωή. Στη συνέχεια, ο αγιασμός απαιτεί προσωπική προσπάθεια.
Δεν επιτυγχάνεται αυτόματα. Ορισμένοι διδάσκουν ότι κάθε προσπάθεια για να ζήσουμε άγια είναι “εκ της σαρκός”, αλλά η γνήσια πίστη πάντα περικλείει υπακοή και πάντα παράγει καλά έργα. Πρέπει να έχουμε ανοιχτή τη ζωή μας στο έργο του Πνεύματος του Θεού μέσα μας και ενεργά να θέτουμε σε εφαρμογή τις πνευματικές αρχές.
Η Βίβλος μας παραγγέλλει να φρονούμε τους εαυτούς μας νεκρούς ως προς την αμαρτία, αλλά ζώντας στο Θεό, να παραστήσουμε τα μέλη του σώματός μας δούλα στο Θεό προς αγιασμό και όχι στην αμαρτία, να αντισταθούμε στο διάβολο, να ελκυστούμε πιο κοντά στο Θεό, να υποτάξουμε την αμαρτωλή φύση μας, να πειθαρχήσουμε τη σάρκα μας, να θανατώσουμε τις πράξεις του σώματός μας, να αγιάσουμε τους εαυτούς μας, να εργαστούμε πνευματικά για να εισέλθουμε στην ανάπαυση, να απορρίψουμε κάθε βάρος και κάθε αμαρτία και να τρέχουμε με υπομονή στον προκείμενο αγώνα.
Β’ Πέτρ.γ:14 “Διά τούτο, αγαπητοί, ταύτα προσμένοντες, σπουδάσατε να ευρεθείτε άσπιλοι κι αμώμητοι ενώπιον αυτού εν ειρήνη”.
Φιλιπ.β:12-13 “Ώστε, αγαπητοί μου, καθώς πάντοτε υπακούσατε ουχί ως εν τη παρουσία μου μόνον, αλλά τώρα πολύ περισσότερον εν τη απουσία μου, μετά φόβου και τρόμου εργάζεσθε την εαυτών σωτηρίαν, διότι ο Θεός είναι ο ενεργών εν υμίν και το θέλειν και το ενεργείν, κατά την ευδοκίαν αυτού”.
Ο Θεός στην πραγματικότητα εκτελεί το έργο της σωτηρίας, βάζοντας την επιθυμία και δίνοντας τη δύναμη να ζήσουμε δίκαια, αλλά πρέπει να θέσουμε σε εφαρμογή τον αγιασμό στη ζωή μας με σεβασμό και προσοχή.
Eνας συγγραφέας εξηγεί: “Η επιδίωξη του αγιασμού είναι μία αμοιβαία συμφωνία (κοινοπραξία), μεταξύ του Θεού και του Χριστιανού. Κανείς δεν μπορεί να επιτύχει τον αγιασμό χωρίς το έργο του Πνεύματος του Θεού μέσα στη ζωή του, αλλά το ίδιο κανένας δεν μπορεί να επιτύχει τον αγιασμό χωρίς τη δική του προσπάθεια. Ο Θεός το έχει κάνει δυνατό για μας να βαδίζουμε εν αγιασμώ. Αλλά μας έχει καταστήσει υπεύθυνους αυτού του πνευματικού βαδίσματος. Αυτό δεν το κάνει ο Θεός για μας... Προσευχόμαστε για νίκη όταν γνωρίζουμε ότι πρέπει να πράττουμε εν υπακοή.
Κατ’ αναλογία, ένας αγρότης εξαρτάται ολοκληρωτικά από το Θεό για ήλιο, βροχή και για το θαύμα της ζωής που συντελείται στον σπόρο. Παρόλα αυτά, ποτέ δεν θα έχει συγκομιδή εάν δεν καλλιεργήσει, φυτεύσει, περιποιηθεί και θερίσει. Εν συντομία, δεν μπορούμε να κάνουμε εκείνο που ο Θεός πρέπει να κάνει, αλλά ο Θεός δεν θα κάνει εκείνο που μπορούμε εμείς να κάνουμε.