Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Ασφάλεια ψυχής (1)

Είναι μεγάλη η αδυναμία του ανθρώπου να πιστεύει αυτό που θέλει. Ακόμα και οι αναγεννημένοι πιστοί δεν είναι όλοι ελευθερωμένοι απ' αυτό το δυνατό πειρασμό.

Ο απόστολος Παύλος, εξηγεί στο μαθητή του Τιμόθεο ότι:

«θέλει έλθει καιρός, ότε δεν θέλουσιν υποφέρει την υγιαίνουσαν διδασκαλίαν. αλλά θέλουσιν επισωρεύσει εις εαυτούς διδασκάλους κατά τας ιδίας αυτών επιθυμίας, γαργαλιζόμενοι την ακοήν» (Β' Τιμ.δ:3-4). 
Δύο σημεία, πρέπει να προσέξουμε στην παραπάνω προειδοποίηση:

Το πρώτο, είναι ότι η «σωστή διδασκαλία» είναι κάτι που δύσκολα γίνεται υποφερτό (δεν θα υποφέρουν), κι αυτό γιατί η πρακτική εφαρμογή της, απαιτεί πνευματικούς αγώνες.

Το δεύτερο σημείο: Επειδή συνήθως ζητάμε ν' αποφύγουμε αυτούς τους πνευματικούς αγώνες, ακολουθούμε τους δασκάλους που μας λένε αυτά που μας αρέσουν ν' ακούμε αυτά δηλαδή που εξυπηρετούν την ευκολία μας.

Μήπως είμαστε κι εμείς πιασμένοι στην ίδια παγίδα και πιστεύουμε το δόγμα της «αιώνιας ασφάλειας της ψυχής» κατά τον τρόπο που μας αρέσει να το ακούμε;

Από την πνευματική μας πείρα γνωρίζουμε, ότι δεν δείχνουμε μεγάλη προθυμία να μένουμε στο θέλημα του Θεού. Πρόκειται για γνωστή ιστορία. Συνηθίζουμε να παρακούμε στις αρχές της πνευματικής ζωής, ζητώντας να εξασφαλίσουμε τα αιώνια δώρα του Θεού, με τρόπους που είναι για μας οι πιο εύκολοι και οι πιο επιθυμητοί.

 Δύσκολα αποφασίζουμε λ.χ. να πεθάνουμε κατά τον παλαιό άνθρωπο, ώστε να μπορέσουμε να ζήσουμε κατά τον νέο άνθρωπο (Ρωμ.ς:6).

 Δεν έχουμε συνήθως τη διάθεση να ταπεινωθούμε ώστε να μας υψώνει ο Θεός (Ματθ.κγ:12 & Α’ Πέτρ.ε:6).

 Δεν μας αρέσει να υποφέρουμε ώστε να 'χουμε τα προσόντα για να βασιλεύσουμε (Β' Τιμ.β:12).

 Δεν απαρνιόμαστε εύκολα τον εαυτό μας για ν' ακολουθήσουμε στ' αληθινά το Χριστό (Ματθ.ις:24).

 Παρασυρόμενοι από την ιδιοτέλεια της παλαιάς φύσης μας δεν παίρνουμε στα σοβαρά τις ηθικές μας ευθύνες.

 Μας λείπει η όρεξη να εμπλακούμε σε πνευματικούς αγώνες.

 Έτσι, έχουμε να δείχνουμε τα ευεργετήματα που μας προσφέρει η Σωτηρία, όχι όμως και θυσίες που απαιτεί η ζωή της Σωτηρίας.

Με άλλα λόγια:

 Θέλουμε ν' αναστηθούμε στη νέα ζωή, δίχως πρώτα να ‘χουμε νεκρώσει τον παλαιό μας άνθρωπο.

 Θέλουμε να υψωθούμε, χωρίς πρώτα να ταπεινωθούμε.

 Καμαρώνουμε ότι στο μέλλον θα συμβασιλεύσουμε, χωρίς να 'χουμε τη διάθεση, εδώ στη ζωή, να υποφέρουμε διωγμούς.

 Διακηρύττουμε ότι ακολουθούμε το Χριστό αλλά χωρίς να απαρνιόμαστε τον εαυτό μας και να φέρουμε το σταυρό μας.

 Χαιρόμαστε στις ευεργεσίες της χάρης του Θεού, δίχως όμως και να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες αυτής της χάρης.

Αυτοί που δέχονται το δόγμα της «αιώνιας ασφάλειας άνευ όρων», υποστηρίζουν, ότι εφόσον ο Χριστιανός έχει σωθεί, βρίσκεται ασφαλισμένος στη χάρη του Θεού, και είναι αδύνατο να ξεπέσει απ' αυτή τη χάρη και να χάσει τη σωτηρία του. Σε καμιά απολύτως περίπτωση - λένε - δεν μπορεί ο πιστός να στερηθεί αυτό το αιώνιο δώρο, ακόμα κι αν δεν μένει στο θέλημα του Θεού.

Που στηρίζεται αυτή η διδαχή της αιώνιας ασφάλειας της ψυχής, «άνευ όρων»; Ιδού, με λίγα λόγια:

Ο Θεός - εξηγεί αυτή η παράξενη διδασκαλία - γνώριζε προαιώνια ποιος άνθρωπος θα πίστευε και θα δεχόταν τη σωτηρία, καθώς και ποιος θα απιστούσε. Έτσι, σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, όλοι οι «εκλεκτοί» τους οποίους είχε προγνωρίσει, θα πιστέψουν και θα δεχθούν οπωσδήποτε τη σωτηρία του Χριστού, όταν κληθούν από το Άγιο Πνεύμα, δια μέσου του κηρύγματος του Ευαγγελίου. Συνεπώς, αν ένας είναι στ' αλήθεια αναγεννημένος αποκλείεται να ξεπέσει από τη χάρη του Θεού και να κατακριθεί, επειδή είναι προγνωρισμένος από το Θεό ότι θα σωθεί και προορισμένος προ καταβολής κόσμου να γίνει σύμμορφος της εικόνας του γιου Του (απόλυτος προορισμός).

Ένα από τα κύρια εδάφια που επικαλούνται για να υποστηρίξουν την αιώνια ασφάλεια της ψυχής, «άνευ όρων», είναι το: Ιωάννης ι:27-28.

«τα πρόβατα τα εμά ακούουσι την φωνήν μου, και εγώ γνωρίζω αυτά και με ακολουθούσι. Και εγώ δίδω εις αυτά ζωήν αιώνιον και δεν θέλουσιν απολεσθή εις τον αιώνα, και ουδείς θέλει αρπάσει αυτά εκ της χειρός μου».

Τα παραπάνω λόγια και ιδιαίτερα τα λόγια «δεν θέλουσιν απολεσθεί εις τον αιώνα», ειπωμένα από το στόμα του Κυρίου Ιησού, είναι - λένε - η θεία εγγύηση για την «αιώνια ασφάλεια» της ψυχής του κάθε πιστού.

Όμως, το ερώτημα είναι αν έχουμε προσέξει τι ακριβώς έχουν να μας πουν αυτά τα λόγια. Μας αρέσει πολύ ν' ακούμε τη βεβαίωση του Κυρίου «δεν θα χαθούν ποτέ» όμως, αυτή η αλήθεια που ακούεται στ' αυτιά μας τόσο γλυκιά, πλαισιώνεται στο ίδιο κείμενο, και από άλλες αλήθειες που  επίσης πρέπει να προσέξουμε.

Ρωτάμε, λοιπόν: Ποια είναι τα απαραίτητα γνωρίσματα που μας κάνουν πρόβατα του Κυρίου; «Τα πρόβατα ακούνε τη φωνή μου... και με ακολουθούν». Ώστε αυτό που χαρακτηρίζει το πρόβατο του Χριστού είναι το ν' ακούει τη φωνή του Βοσκού του και επίσης, να Τον ακολουθεί. Ο χρόνος είναι Ενεστώτας κι αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει αιώνια ασφάλεια της ψυχής που να στηρίζεται σε πνευματικές εμπειρίες του παρελθόντος.

Με άλλα λόγια:

Δεν είμαι πρόβατο του Χριστού επειδή κάποτε έκανα για το Χριστό τούτο ή εκείνο. Το πρόβατο του Χριστού ακούει και τον ακολουθεί, τώρα. Η κρίσιμη κατάσταση είναι η κατάσταση η παρούσα:

«Μακάριοι οι δούλοι εκείνοι τους οποίους ελθών ο Κύριος θέλει εύρει αγρυπνούντας... γίνεσθε, έτοιμοι» (Λουκάς ιβ:37, 40).

Ο κάθε αναγεννημένος, λοιπόν, που ακούει και ακολουθεί το Χριστό, πρέπει να είναι βέβαιος, απόλυτα βέβαιος, για την αιώνια ασφάλεια της σωτηρίας του.

Πράγματι, η πιστότητα του Θεού σ' εκείνο που βεβαιώνει, ή προσφέρει, στον άνθρωπο, είναι μια αλήθεια ευλογημένη, αμετακίνητη και αιώνια. Εκείνα που μας υποσχέθηκε χθες είναι για μας αληθινά και σήμερα. Θα μείνουν αληθινά και στους ερχόμενους αιώνες, επειδή αυτός που μας τα έχει υποσχεθεί είναι πιστός, «δεν μπορεί ν' αρνηθεί τον εαυτό του» (Β' Τιμ.β:13).

Όμως, αυτή η αλήθεια, τόσο θετική και παρήγορη, όπως φαίνεται στις Γραφές, δεν εννοεί ότι ο ίδιος ο άνθρωπος δεν μπορεί ν’ αθετήσει την υπόσχεσή του και από δική του θέληση και υπαιτιότητα, να εγκαταλείψει τη χάρη του Θεού.

Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι η χάρη του Θεού δεν εγκαταλείπει ποτέ τον πιστό, αυτό δεν σημαίνει ότι ο πνευματικά ακατάστατος πιστός δεν είναι δυνατό ν' αποξενωθεί από τη χάρη του Θεού, κι αυτό δίχως να τιμωρηθεί: «Πώς θα ξεφύγουμε αν αμελήσουμε τόσο μεγάλη σωτηρία;» (Εβρ.β:3).

Είναι ηθική αρχή, ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος τόσο για να πιστέψει όσο και για ν' ακολουθεί το Χριστό, στο ίδιο μέτρο που είναι ελεύθερος και να απομακρυνθεί απ’ Αυτόν.

Ο Θεός σέβεται απόλυτα την ελευθερία του ανθρώπου. Δεν μας υποχρεώνει ούτε να δεχθούμε τη σωτήρια χάρη Του, μήτε να παραμείνουμε σ' αυτή. Αν μας υποχρέωνε, τότε η σχέση μας μαζί Του δεν θα είχε καμία ηθική αξία. Αυτή η αρχή της θείας αμεροληψίας ισχύει για όλους τους ανθρώπους, δίχως καμία εξαίρεση, (Εφεσ.ς:9).

Το άλλο εδάφιο που επικαλούνται για την αιώνια ασφάλεια της ψυχής, «άνευ όρων» είναι το: Ρωμ.η:38

«Είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή, ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα, ούτε ύψωμα ούτε βάθος, ούτε άλλη τις κτίσις, θέλει δυνηθεί να χωρίσει ημάς από της αγάπης του Θεού, της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών».

Στην περίπτωση τούτη ο απόστολος απαριθμεί διάφορες επικίνδυνες περιπτώσεις που είναι ικανές να χωρίσουν τον πιστό από την αγάπη του Θεού, δίχως όμως και να περιλαμβάνει στον κατάλογό του την αμαρτία ή την απιστία του Χριστιανού, σαν παράγοντες του ξεπεσμού του από την αγάπη του Θεού.

Δεν μας εξηγεί ο απόστολος εδώ, πως οτιδήποτε κάνει ο ίδιος ο άνθρωπος, όπως λ.χ. η αμαρτωλή διαγωγή, ή η απιστία του, δεν μπορούν να τον αποκόψουν από την αγάπη του Θεού, ούτε πως όταν ο ίδιος ο άνθρωπος αποχωριστεί από το Χριστό, δεν πρόκειται να εγκαταλειφθεί απ' Αυτόν.

Αυτό που θέλει να μας πει είναι ότι ο Θεός δείχνει πιστότητα απέναντι στους δικούς Του κι ότι ο Χριστιανός πρέπει να είναι απόλυτα βέβαιος γι' αυτή την πιστότητα του Θεού του. Αναφέρει λοιπόν, ο Παύλος, με τα παραπάνω λόγια του, τις εξωτερικές αιτίες που μπορούν να παρασύρουν το Χριστιανό στην απώλεια. Κι αυτές είναι αιτίες που στην πραγματικότητα αποκλείονται, εφόσον ο πιστός μένει εν Χριστώ.

Με μοναδική εξαίρεση την αμαρτία, κανένας άλλος εξωτερικός παράγοντας, οσονδήποτε ισχυρός και απειλητικός, δεν μπορεί να σταματήσει τις ευεργεσίες της αγάπης του Θεού να πλουτίζουν την πνευματική ζωή του πιστού .

Ένα άλλο εδάφιο που επίσης επικαλούνται όσοι πιστεύουν την «αιώνια ασφάλεια της ψυχής, άνευ όρων» είναι το: Λουκάς ι:20

«χαίρετε μάλλον, ότι τα ονόματά σας εγράφησαν εν τοις ουρανοίς»

Εφόσον ο Θεός έγραψε το όνομά μου στο βιβλίο της ζωής, αυτό μου είναι αρκετό, ποτέ δεν θα το ξεγράψει. Ο Θεός δεν γράφει και ξεγράφει.

Αυτή η δήλωση είναι ένα κοινό, παρηγορητικό φάρμακο αυτών που αρνούνται να πιστέψουν ότι ο Χριστιανός ενδέχεται να ξεπέσει από τη χάρη του Θεού και να χάσει τη σωτηρία του. Η πραγματικότητα όμως είναι άλλη. Στην Αγία γραφή υπάρχουν αρκετά εδάφια που μας πληροφορούν ότι ο Θεός πράγματι ξεγράφει ονόματα:

«Και είπε ο Κύριος προς τον Μωυσή, όστις αμάρτησε εναντίον μου αυτόν θα τον εξαλείψω από τη Βίβλο μου» (Έξοδος λβ:33).

«Ας εξαλειφθώσιν εκ Βίβλου ζώντων και μετά των δικαίων ας μη καταγραφθώσιν» (Ψαλμοί ξθ:28).

«Ο νικών ούτος θέλει ενδυθεί ιμάτια λευκά και δεν θέλω εξαλείψει το όνομα αυτού εκ του βιβλίου της ζωής» (Αποκ.γ:5).

«Αν κάποιος αφαιρέσει από τα λόγια του Βιβλίου τούτης της προφητείας θα αφαιρέσει και ο Θεός το μερίδιό του από το Βιβλίο της ζωής», κ.α.

Εφόσον, λοιπόν, ένα όνομα σβήνεται από το βιβλίο της Ζωής, αυτό σημαίνει ότι ήταν εκεί γραμμένο. Η Αγία Γραφή δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το ότι όσο ελεύθερος είναι ο κάθε άνθρωπος να δεχθεί την κλήση του Θεού και να σωθεί, άλλο τόσο είναι και υπεύθυνος να παραμείνει στη ζωή της σωτηρίας. «Την πίστιν τετήρηκα» (Β' Τιμ.δ:7).

Με δύο λόγια:

Ο Χριστιανός που μένει πιστός στην κλήση και την ομολογία του, πρέπει να είναι απόλυτα βέβαιος για τη σωτηρία του καθώς και για την αιώνια ασφάλεια της ψυχής του.

Εκτός από την αμαρτία, καμία άλλη εξουσία, καμία δύναμη, και κανένας παράγοντας επουράνιος, επίγειος ή καταχθόνιος, δεν μπορεί να μετακινήσει τον πιστό από τη βεβαιότητα ότι είναι παιδί του Θεού και κληρονόμος της αιώνιας Ζωής.

Αυτή η βεβαιότητα του Χριστιανού καθώς και η παραμονή του στη χάρη, εξαρτώνται συνεχώς από την πιστότητα του στο Χριστό και στο λόγο Του, δηλαδή από τη σταθερότητα του Χριστιανού στην πίστη.

Να πως η Αγία γραφή προβάλει και εξηγεί αυτή τη μεγάλη και κρίσιμη αλήθεια:

ΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

Ματθαίος ε:13.

«Σείς είσθε το άλας της γης εάν δε το άλας διαφθαρή, με τι θέλει αλατισθή; εις ουδέν πλέον χρησιμεύει, ειμί να ριφθή έξω, και να καταπατήται υπό των ανθρώπων».

Το αλάτι προλαμβάνει τη φυσική αποσύνθεση, έτσι και το πνευματικό αλάτι, -η ζωή των πιστών του Χριστού-, προλαμβάνει την πνευματική αποσύνθεση του περιβάλλοντος τους.

Όταν όμως το αλάτι χάσει τις ιδιότητές του, φυσικά αχρηστεύεται και δεν χρειάζεται πλέον για τίποτε, γίνεται χώμα, χάνει όλη την αξία του και οι άνθρωποι το πατούν. Ίδιο είναι και το αποτέλεσμα της πνευματικής αποσύνθεσης του οπαδού του Χριστού. Η ζωή του ενδέχεται να χάσει τα χριστιανικά της στοιχεία και γνωρίσματα, οπότε γίνεται άχρηστη για το Θεό και τους σκοπούς Του, επειδή γίνεται ένα με την πνευματική αποσύνθεση όλου του υπόλοιπου κόσμου.

Περιττό να πούμε, ότι η παραβολή δεν θα εκπλήρωνε κανένα σκοπό στην περίπτωση που δεν θα υπήρχε το ενδεχόμενο, για τον πιστό του Χριστού, να φθαρεί και να αποτύχει στην πνευματική του ζωή.

Ιωάννης ιε:2, 6.

«Παν κλήμα εν εμοί μη φέρον καρπόν εκκόπτει αυτό... εάν τις δεν μείνει εν εμοί, ρίπτεται έξω ως το κλήμα και ξηραίνεται και συνάγουσιν αυτά και ρίπττουσιν είς το πυρ και καίονται».

Το κλήμα (ο πιστός), ενόσω βρίσκεται ενωμένο με την άμπελο (τον Κύριο) έχει πνευματική ζωντάνια και καρποφορία. Αν δεν μένει ενωμένο, είναι φυσικό να ξεραθεί και να καεί, επειδή ο προορισμός της ξερής κληματόβεργας είναι να καεί -ο αποστάτης προορίζεται για κατάκριση.

Εξηγεί λοιπόν, ο Κύριος, με την παραπάνω παραβολή, ότι ύστερα από ένα χρονικό διάστημα πνευματικής καρποφορίας, ο πιστός ενδέχεται ν' ακολουθήσει τον ολέθριο δρόμο της οκνηρίας και της πνευματικής ακαρπίας.

Και τότε επεμβαίνει ο αμπελουργός με το κλαδευτήρι του. Αφού ανέχθηκε για αρκετό χρόνο αυτό το πνευματικά νεκρό μέλος της εκκλησίας, ο Θεός με ένα τρόπο κρίσης ξεχωρίζει από την κοινότητα των πιστών το ένοχο μέλος, που ήταν ενωμένο μονάχα τυπικά και εξωτερικά (κόβει το άκαρπο κλήμα).

Η φράση «μένειν εν Χριστώ», σημαίνει ότι ο πιστός φροντίζει ν' ανανεώνει καθημερινά την πνευματική του ζωή, ώστε να παραμένει συνεχώς στη κατάσταση της χάρης.

Ελέγχει τον εαυτό του για συνεχή καθαρισμό από τις καθημερινές πτώσεις του, καταφεύγοντας στο αίμα του Χριστού που είναι το τελικό μέσο συγγνώμης και αποκατάστασης. Ο Χριστιανός που δεν φροντίζει να διατηρεί αυτή τη ζωντανή πνευματική ενότητα με τον επουράνιο Κύριο, είναι επόμενο να σκληρύνεται προοδευτικά, παρασυρόμενος από την αμαρτία σε επικίνδυνες καταστάσεις που μπορούν τελικά να τον οδηγήσουν μέχρι και την απώλεια: «ρίπτεται στη φωτιά και καίεται».

Ματθαίος ιη:32-34.

«Δούλε πονηρέ, παν το χρέος εκείνο σοι αφήκα, επειδή με παρεκάλεσας, δεν έπρεπε και συ να ελεήσης τον σύνδουλόν σου, καθώς και εγώ σε ηλέησα; Και οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν εις τους βασανιστάς, εωσού αποδώση παν το οφειλόμενον εις αυτόν».

Στην παραπάνω παραβολή των δύο χρεοφειλετών, βλέπομε τον ένα από τους δύο, αν και είχε αθωωθεί και απελευθερωθεί, να πέφτει πάλι κάτω από την καταδίκη της δικαιοσύνης, επειδή δεν εφάρμοσε απέναντι του αδελφού του το νόμο της ευσπλαχνίας από τον οποίον είχε προηγουμένως αυτός ο ίδιος ευεργετηθεί.

Γίνεται λοιπόν φανερό, ότι ο άνθρωπος αν και συγχωρείται και απαλλάσσεται από κάθε κατηγορία της θείας δικαιοσύνης, εντούτοις η μετέπειτα κακή διαγωγή του ενδέχεται να τον επαναφέρει στην κατάσταση της πρώτης ενοχής.

Ματθαίος ιγ:1-8

Στην παραβολή του σπορέα ο Κύριος Ιησούς παρουσιάζει τις τέσσερις ποιότητες εδάφους όπου έπεσε ο σπόρος του λόγου. Στην περίπτωση μας ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η τρίτη ποιότητα.

Το πρώτο έδαφος αντιπροσωπεύει τις σκληρές καρδιές που δεν δέχονται το λόγο. Το δεύτερο έδαφος αντιπροσωπεύει τις επιπόλαιες καρδιές που δέχονται μεν το λόγο, αλλά δεν τον διατηρούν.

Το τρίτο έδαφος αντιπροσωπεύει τις χωρισμένες καρδιές. Αυτές δέχονται το λόγο, τον διατηρούν αλλά δεν τον εφαρμόζουν, «επειδή η μέριμνα του αιώνος τούτου και η απάτη του πλούτου πνίγει τον λόγο και γίνεται άκαρπος».

Στην περίπτωση αυτή, έχομε μια προσωρινή επιτυχία αλλά έχομε και τα αγκάθια. Έχομε αναγέννηση (ο σπόρος ρίζωσε και βλάστησε) αλλά οι άνομες επιθυμίες της καρδιάς δεν υποχώρησαν. Αποτέλεσμα: Η αναγεννημένη καρδιά απέτυχε στο σκοπό της. Τα αγκάθια έπνιξαν το φυτό, αν και είχε ριζώσει, βλαστήσει και μεγαλώσει.

Ματθ.κε:11-22

Στην παραβολή των δέκα παρθένων, αν και οι δέκα περίμεναν τον νυμφίο, μονάχα οι πέντε μπήκαν στην αίθουσα των γάμων. Οι υπόλοιπες πέντε, οι μωρές, που δεν είχαν λάδι, βρήκαν την πόρτα κλειστή κι έμειναν απ' έξω. Χτυπούσαν επίμονα την πόρτα για ν’ ανοίξει όμως η πόρτα δεν άνοιξε.

«Κύριε, Κύριε, άνοιξον εις ημάς. Ο δε αποκριθείς είπεν, Αληθώς σας λέγω, δεν σας γνωρίζω»

Ας δούμε τώρα πώς αυτή η ακλόνητη, αλήθεια, για το ενδεχόμενο ξεπεσμό του πιστού από τη χάρη του Θεού, που εξηγείται στα ευαγγέλια με κάθε λογής παραβολές και παραδείγματα, προβάλλεται επίσης και στις αποστολικές επιστολές με προειδοποιήσεις για αγρύπνια, για εγκράτεια, για πιστότητα, για σταθερότητα, για επιμονή και προσευχή.

ΟΙ ΑΜΕΤΑΘΕΤΟΙ ΟΡΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΙΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΗΣ Κ. ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Όπως τα Ευαγγέλια, έτσι και οι Επιστολές εξηγούν πως χρειάζονται ορισμένες προϋποθέσεις, συγκεκριμένοι όροι, που κάνουν την ψυχή να είναι βέβαιη για την αιώνια ασφάλεια της. Πράγματι η Αγία Γραφή έχει πολλά «αν» που κάπως ενοχλούν αυτόν που θέλει να κληρονομήσει την αιώνια ζωή «άνευ όρων».

Εβρ.γ:13-14

«προτρέπετε αλλήλους καθ' εκάστην ημέραν, ενόσω ονομάζεται το «σήμερον», δια να μη σκληρυνθή τις εξ υμών δια της απάτης της αμαρτίας. διότι μέτοχοι εγείναμεν του Χριστού, εάν κρατήσωμεν μέχρι τέλους βεβαίαν την αρχήν της πεποιθήσεως."

Η καθημερινή πνευματική απασχόληση του Χριστιανού με τη μελέτη του λόγου του Θεού και τις συντροφιές πνευματικής οικοδομής, προλαμβάνει το ενδεχόμενο να σκληρυνθεί η καρδιά του. Είναι το αντιφάρμακο ενάντια στις μεθόδους απάτης που χρησιμοποιεί η αμαρτία για να παρασύρει τα θύματά της, -εξηγεί ο απόστολος.

Οι υποσχέσεις και οι επαγγελίες για τη συμμετοχή μας στη ζωή του δοξασμένου Κυρίου, θα πραγματοποιηθούν μονάχα αν ο πιστός κρατήσει μέχρι τέλους αυτά που είχε εξαρχής διδαχθεί και πιστέψει.

Πιστεύουμε, ότι δεν υπήρχε λόγος για τον συγγραφέα της επιστολής να προσθέσει την τελευταία φράση «εάν κρατήσωμεν μέχρι τέλους βεβαίαν την αρχήν της πεποιθήσεως», αν πράγματι πίστευε ότι όλοι ανεξαιρέτως οι πιστοί στους οποίους απευθύνεται, θα απολάμβαναν οπωσδήποτε και άνευ όρων, τη δοξασμένη συμμετοχή τους στις επαγγελίες του Χριστού, χωρίς να υπάρχει το ενδεχόμενο κάποιος ή κάποιοι να απατηθούν από την αμαρτία και να στερηθούν την επουράνια κληρονομιά.

Β' Τιμ.β:11-13

«Πιστός ο λόγος διότι εάν συναπεθάνομεν, θέλομεν και συζήσει εάν υπομένωμεν, θέλομεν και συμβασιλεύσει εάν αρνώμεθα αυτόν, και εκείνος θέλει αρνηθή ημάς εάν απιστώμεν, εκείνος μένει πιστός να αρνηθή εαυτόν δεν δύναται».

Θα συζήσουμε και θα συμβασιλέψουμε με το Χριστό υπό τον όρο να πεθάνουμε ως προς τον παλαιό μας άνθρωπο και να υπομένουμε τις δοκιμασίες των διωγμών, στηριγμένοι στην πιστότητα του Θεού, διότι ο Θεός δεν μπορεί ν' αρνηθεί τον εαυτό Του, δηλαδή τις αξιόπιστες υποσχέσεις Του για μας, ενόσω μένουμε στο θέλημά Του.

Η φράση «εάν απιστούμε εκείνος μένει πιστός» καθώς θα εξηγήσουμε παρακάτω, είναι φράση που μαρτυρεί για τη μόνιμη αγαθότητα του Θεού να συγχωρεί κάθε αμαρτία μας και να επανορθώνει κάθε παράπτωμα που Του εξομολογούμαστε. «εάν ομολογούμε τις αμαρτίες μας είναι πιστός και δίκαιος ίνα συγχωρήσει ημάς τις αμαρτίες και να μας καθαρίσει από κάθε αδικία» (Α' Iωάν.α:9)

Εβρ.γ:6

«του οποίου (Χριστού) ημείς είμεθα οίκος, εάν κρατήσωμεν μέχρι τέλους βεβαίαν την παρρησίαν και το καύχημα της ελπίδος».

Είμαστε οίκος του Χριστού, αν κρατήσουμε μέχρι το τέλος, τα απαραίτητα γνωρίσματα της χριστιανικής ζωής, δηλαδή την παρρησία της πίστης και το καύχημα της εν Χριστώ ελπίδας.

Μαραθωνοδρόμος, δεν είναι ο δρομέας οποιασδήποτε απόστασης αλλ αυτός που τερματίζει το Μαραθώνιο, και αφού πρώτα τρέξει τον δρόμο του σύμφωνα με τους κανονισμούς του αγωνίσματος: «τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα. (Β' Τιμ.δ:7).

Το γεγονός ότι ο απόστολος ομολογεί ότι «τήρησε την πίστη», αυτό σημαίνει ότι γνώριζε περιπτώσεις άλλων που δεν «τήρησαν την πίστη», και ο αγώνας τους ακυρώθηκε. Σημαίνει επίσης αυτή η ομολογία του Παύλου ότι ο ίδιος θεώρησε τον εαυτό του υπεύθυνο να διατηρήσει την πίστη. «Ο υπομείνας μέχρι τέλους αυτός θα σωθεί» (Ματθ.ι:22).

Κολ.α:21-23

«Και σας, οίτινες ήσθε ποτέ απηλλοτριωμένοι και εχθροί κατά την διάνοιαν με τα έργα τα πονηρά, τώρα όμως διήλλαξε προς εαυτόν, δια του σώματος της σαρκός αυτού, δια του θανάτου, δια να σας παραστήση ενώπιον αυτού αγίους και αμώμους και ενεγκλήτους, εάν επιμένητε εις την πίστιν τεθεμελιωμένοι και στερεοί, και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου το οποίον ηκούσατε, του κηρυχθέντος εις πάσαν την κτίσιν την υπό τον ουρανόν. του οποίου εγώ ο Παύλος έγεινα υπηρέτης».

Ώστε, λοιπόν, για να παραστήσει ο Χριστός τους λυτρωμένους σαν «αγίους και αμώμους και ανεγκλήτους», αυτό θα εξαρτηθεί από το αν οι λυτρωμένοι θα εξακολουθούν να παραμένουν στερεοί και θεμελιωμένοι στη ζωή της πίστης και αμετακίνητοι από την ελπίδα του ευαγγελίου που ο απόστολος τους κήρυξε.

Ποια θέση λοιπόν, μπορεί να 'χει αυτό το ΑΝ του αποστόλου αν δεν υπήρχε το ενδεχόμενο να μετακινηθούν οι Κολοσσαείς από τη θέση που έστεκαν; Είναι αποκλειστικά δική τους η ευθύνη να μείνουν στην πίστη θεμελιωμένοι και στερεοί.

Εβρ.β:1-3

«Δια τούτο πρέπει ημείς να προσέχωμεν περισσότερον είς όσα ηκούσαμεν, δια να μη εκπέσωμεν ποτέ. Διότι εάν ο λόγος ο λαληθείς δι 'αγγέλων έγεινε βέβαιος, και πάσα παράβασις και παρακοή έλαβε δικαίαν μισθαποδοσίαν, πως ημείς θέλομεν εκφύγει, εάν αμελήσωμεν τόσον μεγάλην σωτηρίαν; ήτις αρχίσασα να λαλήται δια του κυρίου, εβεβαιώθη εις ημάς υπό των ακουσάντων».

Αυτά είναι λόγια πνευματικής νουθεσίας που ο συγγραφέας της επιστολής απευθύνει σε ανθρώπους που βρίσκονταν στη ζωή της σωτηρίας. Ουδέποτε οι απόστολοι έστειλαν επιστολή τους σε ανθρώπους έξω από τον κύκλο της εκκλησίας. Προτρέπει λοιπόν, τους πιστούς καθώς διαβάζομε, να προσέχουν τη σωστή διδασκαλία, αλλά και την πρακτική εφαρμογή της, ώστε να μην εξοκείλουν και χτυπήσουν τα βράχια της καταστροφής. Αυτό σημαίνει το ρήμα «παραρρέω» που χρησιμοποιεί στην περίπτωση τούτη ο απόστολος: «χάνω τη σωστή πορεία μου, με αποτέλεσμα να εξοκείλω», καθώς το καράβι χτυπάει τα βράχια και συντρίβεται.

Αυτή τη νουθεσία του ο θεόπνευστος συγγραφέας τη στηρίζει στην ευθύνη που έχει ο πιστός να τιμά την κλήση του με την υπακοή του στις αρχές της εν Χριστώ Ζωής, αλλιώς πρέπει να περιμένει τις ολέθριες συνέπειες της παρακοής του. Σαν παράδειγμα, παρουσιάζει τον λαό Ισραήλ που παρέλαβε τον Νόμο του Θεού δια μέσου αγγέλων, αλλ' επειδή έδειξε ασέβεια και παρακοή απέναντι σ' αυτόν τον Νόμο δεν γλίτωσε από την τιμωρία.

Έχετε το παράδειγμα του Ισραήλ, τους υπενθυμίζει ο συγγραφέας. Αν η κάθε πράξη παρακοής απέναντι στο Νόμο του Μωυσή, που δόθηκε δια μέσου αγγέλων, τιμωρήθηκε παραδειγματικά, πόσο βαρύτερη πρέπει να είναι η ενοχή, συνεπώς και η τιμωρία αν αμελήσουμε τη σωτηρία, που μας έφερε ο γιος του Θεού.

Η εξήγηση αυτή του αποστόλου Παύλου μεταφέρει στη Νέα Διαθήκη και στο Νέο Ισραήλ, δηλαδή στην εκκλησία, τις φοβερές και πραγματικές προειδοποιήσεις της κρίσης του Θεού, εναντίον εκείνων που, καθώς και στην Παλαιά Οικονομία, προ-καλούν το Θεό αμαρτάνοντας συστηματικά και προμελετημένα. (Ρωμ.ς:1).

Στο σημείο τούτο η επιστολή προς Εβραίους και πάλι χτυπάει τον κώδωνα του κινδύνου.

Εβραίους ι:26-29.

«Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αλήθειας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως, και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους. Εάν τις αθετήση τον νόμον του Μωυσέως, επί δύο ή τριών μαρτύρων αποθνήσκει χωρίς έλεος πόσον, στοχάζεσθε, χειροτέρας τιμωρίας θέλει κριθή άξιος ο καταπατήσας τον γιόν του Θεού, και νομίσας κοινόν το αίμα της διαθήκης με το οποίον ηγιάσθη, και υβρίσας το πνεύμα της χάριτος;»

Η πρώτη φράση «Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας» εννοεί, φυσικά, τη διαγωγή του Χριστιανού που δείχνει διαρκή και συνειδητή αντίσταση σε όλα όσα έχει διδαχτεί από το λόγο του Θεού και τα οποία κατέχει, (επίγνωσιν αληθείας).

Αν λοιπόν, ο Θεός, στην Παλαιά Οικονομία, θανάτωνε οποιονδήποτε καταπατούσε το Νόμο του Μωυσή, μολονότι ήταν νόμος «λαληθείς δι' αγγέλων» δηλαδή κατώτερος από το νόμο του Χριστού, τότε ασφαλώς αξίζει σκληρότερη τιμωρία όποιος καταπατεί τον ίδιο το γιο του Θεού (29), θεωρεί το αίμα της Νέας Διαθήκης σαν κοινό και βρίζει συστηματικά το Άγιο Πνεύμα με τον άστατο τρόπο της ζωής του. «Διότι εξεύρομεν τον ειπόντα, «Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις, εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν,» λέγει Κύριος.

Και πάλιν, «Ο Κύριος θέλει κρίνει τον λαόν αυτού. Τρομερόν είναι το να πέση τις είς χείρας Θεού ζώντος».(30, 3Ι).

Εβραίους δ:9-11.

«Άρα μένει κατάπαυσις εις τον λαόν του Θεού. Διότι ο εισελθών εις την κατάπαυσιν αυτού, και αυτός κατέπαυσεν από των έργων αυτού, καθώς ο Θεός από των εαυτού. Ας σπουδάσωμεν λοιπόν να εισέλθωμεν εις εκείνην την κατάπαυσιν , δια να μη πέση τις εις το αυτό παράδειγμα της απειθείας».

Είναι γνωστό από την Παλαιά Διαθήκη πώς οι Ιουδαίοι της ερήμου τιμωρήθηκαν για την απιστία τους και έτσι στερήθηκαν τη γη της επαγγελίας, δεν μπήκαν στην κατάπαυση. Ο Θεός είχε βγάλει το λαό Του από τη γη της καταδυνάστευσης, την Αίγυπτο, σκοπεύοντας να τον οδηγήσει στη Χαναάν, όμως ο σκοπός Του ματαιώθηκε. Η αμαρτία της παρακοής τους έκλεισε το δρόμο και εκτός από λίγους, όλοι οι άλλοι δεν απόλαυσαν την κατάπαυση της επαγγελίας. Εκείνοι, λοιπόν, οι Ιουδαίοι, ξέπεσαν από τα ένδοξα σχέδια που είχε ο Θεός γι' αυτούς. Άφησαν τα κόκαλά τους στην έρημο, σα δείγμα της φοβερής κρίσης του Θεού εναντίον τους, αν και όλος ο λαός ήταν μέτοχος της διαθήκης (Έξοδος κδ:8).

Ο νέος λαός του Θεού, οι Χριστιανοί πιστοί, λαός της Νέας Διαθήκης, οδηγείται κι αυτός από το Χριστό στην πνευματική Χαναάν, για να κληρονομήσει την ουράνια κατάπαυση και την αιώνια ζωή.

Ο απόστολος μας εξηγεί ότι σ' αυτή την πορεία μας χρειάζεται να επιζητούμε με εξαιρετικό ζήλο και επιμονή, «ας σπουδάσωμεν», να μπούμε στην επουράνια κατάπαυση, ώστε να μη πέσει κανείς στο ίδιο σφάλμα που έπεσε και ο αρχαίος Ισραήλ, και μείνει έξω από τις επαγγελίες, όπως έμειναν και εκείνοι (ίνα μη εν αυτώ υποδειγματι πέση της απειθείας). Έχοντας λοιπόν, για παράδειγμα, την αποτυχία των τότε Ισραηλιτών να κληρονομήσουν τη γη, προσέχετε μήπως κάποιος από σας απιστήσει και πάθει την ίδια αιώνια συμφορά.

Σε άλλη περίπτωση, ο συγγραφέας της ίδιας επιστολής, στην επιθυμία του να ενθαρρύνει τους αναγνώστες του για να επιζητούν ζωή πνευματικής προόδου και καρποφορίας, τους προτρέπει με τη σοβαρότατη προειδοποίηση:

Εβραίους ι:38.

«Ο δε δίκαιος θέλει ζήσει εκ πίστεως» και «εάν τις συρθή οπίσω η ψυχή μου δεν ευαρεστείται εις αυτόν.» Ημείς όμως δεν είμεθα εκ των συρομένων οπίσω προς απώλειαν, αλλ' εκ των πιστευόντων προς σωτηρίαν της ψυχής. (ι:38-39).

Ο συγγραφέας αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υποχώρησης του πιστού προς απώλειαν, και στην περίπτωση μας εννοεί φυσικά, υποχώρηση στο έδαφος της πίστης, δεδομένου ότι την προτροπή ακολουθεί αμέσως ο προφητικός λόγος: «Ο δίκαιος θα ζήσει εκ πίστεως».

Ώστε: Η βεβαιότητα ότι είμαστε παιδιά του Θεού καθώς και η παραμονή μας στη χάρη, εξαρτώνται συνεχώς από την πιστότητά μας στο Χριστό και στο λόγο Του, δηλαδή από τη σταθερότητά μας στη ζωή της πίστης.

«Ώστε, αδελφοί μου αγαπητοί, γίνεσθε στερεοί, αμετακίνητοι» (Α' Κορ.ιε:58).

«Αντιστάθητε (εις τον διάβολον) μένοντες στερεοί εις την πίστιν» (Α' Πέτρ.ε:9).

Το μοναδικό γνώρισμα που έχει η ασφαλισμένη ψυχή του πιστού, είναι το ότι η αμαρτία εκδηλώνεται στη ζωή του σαν ατύχημα (Α' Ιωάν.α:7), ουδέποτε σαν τρόπος ζωής (Γαλάτ.ε:9). Τον ξεγελάει (Α ' Ιωάν. α:10), ουδέποτε τον «κυριεύει» (Ρωμ.ς:14).

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ