Καλοπροαίρετοι (;) άνθρωποι χρησιμοποιούν συχνά τη φράση «προσκάλεσε
τον Ιησού στην καρδιά σου». Συχνά το βασίζουν στην Αποκ.γ:20 όπου λέει, «Ιδού, ίσταμαι εις την θύραν και κρούω· εάν
τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, θέλω εισέλθει προς αυτόν και
θέλω δειπνήσει μετ' αυτού και αυτός μετ' εμού..»
Έχοντας κατά νου τη φράση: «ίσταμαι εις την θύραν και κρούω», πολλοί έχουν ζωγραφίσει την
καρδιά σαν μια πόρτα όπου ο Ιησούς στέκεται ζητώντας να τον αφήσουμε να μπει. Γι’
αυτό ο αμαρτωλός παροτρύνεται να προσκαλέσει τον Ιησού στην καρδιά του.
Ωστόσο, αυτό το εδάφιο απευθύνεται σε Χριστιανούς, όχι σε αμαρτωλούς. Το εδ.19 λέει, «Εγώ όσους αγαπώ, ελέγχω και παιδεύω·». Η παιδεία έχει να κάνει με χριστιανούς, όχι με άπιστους (Εβρ.ιβ:5-6). Το εδάφιο αναφέρεται στην εκκλησία της Λαοδικείας, μία από τις επτά εκκλησίες της Μικράς Ασίας στην αποκάλυψη β και γ. Ο πλούτος τους τη συγκεκριμένη στιγμή τους είχε εφησυχάσει με αποτέλεσμα η εκκλησία να βρίσκεται σε πνευματικό ύπνο. Ο Ιησούς Χριστός τους περιγράφει σαν «χλιαρούς» και τους καλεί να μετανοήσουν απ’ αυτή την κατάσταση και να Τον κάνουν το κέντρο της αγάπης και της λατρείας τους.
Επιπλέον, στην Αποκ.γ:20, ο Ιησούς λέει στους Χριστιανούς ότι
θα μπει στην εκκλησία και θα πάει «προς» τον πιστό και θα δειπνήσει μαζί του.
Η λέξη «δειπνήσει»
αναφέρεται στο κύριο γεύμα της ημέρας κατά
το οποίο καλείς κάποιον που θέλεις να τιμήσεις. Ήταν ένα γεύμα φιλοξενίας και συνομιλίας. Το θέμα λοιπόν
είναι κοινωνία και όχι σωτηρία.
Γιατί αυτή η φράση είναι τόσο επικίνδυνη αν την χρησιμοποιήσεις
για ευαγγελισμό;
Υπάρχουν εκείνοι που «κάλεσαν τον Ιησού στην καρδιά τους»
και ειλικρινά εννοούν ότι Τον εμπιστεύονται σαν προσωπικό σωτήρα τους, και θα
είναι για πάντα δικοί Του. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι λέγοντας απλά
μια προσευχή που «καλούν τον Ιησού στην καρδιά τους», είναι σωσμένοι. Στην
περίπτωση αυτή, η εμπιστοσύνη τους είναι σε μια προσευχή, δεν είναι στο σωτήρα
που πέθανε πάνω στο σταυρό.
Ενενήντα - οκτώ φορές στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, το βιβλίο που
σκοπό έχει να μας πει πώς θα λάβουμε αιώνια ζωή (Ιωάν.κ:31), λέει ότι πρέπει να
πιστέψουμε. Σημαίνει «να εμπιστευτούμε το Χριστό μόνο σαν το μοναδικό δρόμο για
τον ουρανό». Δεν υπάρχει τίποτα λάθος όταν κάποιος προσεύχεται στο Θεό λέγοντας
ότι εμπιστεύεται το Χριστό και μόνο, αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι
λέγοντας μια προσευχή δεν σώζεται. Η υπακοή στο λόγο του Θεού σώζει.
Οι χριστιανοί πρέπει να μάθουν να χρησιμοποιούν τη σωστή,
Βιβλική ορολογία. Πρέπει να ζητάνε από
τους ανθρώπους να κάνουν ό,τι η Καινή Διαθήκη τους ζητά να κάνουν.
Σε πολλούς πιστούς δεν αρέσει ο ευαγγελισμός. Όταν το
κάνουν, το κάνουν καταναγκαστικά όχι με χάρη.
- Ένας λόγος που οι άνθρωποι αισθάνονται ένοχοι είναι ότι τους έχουν πει ότι αν τους δοθεί μια ευκαιρία να μιλήσουν για το Χριστό, αλλά δεν το κάνουν, ευθύνονται για πάντα αν αυτό το άτομο πάει στην κόλαση.
Αυτή η λάθος διδασκαλία συχνά βασίζεται (καταχρηστικά) στον
Ιεζ.γ:18-19. Εκεί διαβάζουμε, «Όταν λέγω
προς τον άνομον, Εξάπαντος θέλεις θανατωθή, και συ δεν νουθετήσης αυτόν και δεν
λαλήσης διά να αποτρέψης τον άνομον από της οδού αυτού της ανόμου, ώστε να
σώσης την ζωήν αυτού, εκείνος μεν ο άνομος θέλει αποθάνει εν τη ανομία αυτού·
πλην εκ της χειρός σου θέλω ζητήσει το αίμα αυτού. Αλλ' εάν συ μεν νουθετήσης
τον άνομον, αυτός όμως δεν επιστρέφη από της ανομίας αυτού και από της οδού
αυτού της ανόμου, εκείνος μεν θέλει αποθάνει εν τη ανομία αυτού, συ δε
ηλευθέρωσας την ψυχήν σου..».
Αυτά τα εδάφια δεν έχουν να κάνουν τίποτα με τον Ευαγγελισμό.
Ο Θεός έβαλε τον Ιεζεκιήλ φρουρό (Ιεζ.γ:17). Η δουλειά του ήταν
να προειδοποιεί για κάθε επικείμενο κίνδυνο. Το έθνος ήταν καταδικασμένο, και
μόνο προσέχοντας σε όσα έλεγε ο φρουρός του θα μπορούσε να επιζήσει. Τα κεφάλαια
δ-κδ του Ιεζεκιήλ περιέχουν την κραυγή της προειδοποίησης, που έδωσε την
ευκαιρία σε αυτούς που βρίσκονταν εκτός των τειχών να ζητήσουν προστασία. Έδωσε
επίσης χρόνο στους ανθρώπους να ασφαλίσουν τις πύλες και να δυναμώσουν την
άμυνα. Ο θάνατος στον Ιεζ.γ:18-19 είναι φυσικός, όχι πνευματικός. Το θέμα είναι
η Βαβυλωνιακή καταστροφή της Ιερουσαλήμ που προείδε ο Ιεζεκιήλ.
Αυτός που θα αρνιόταν να λάβει σοβαρά υπόψη του την
προειδοποίηση του Θεού από τον Ιεζεκιήλ, μπορούσε να περιμένει φυσικό θάνατο. Ο
Ιεζεκιήλ ήταν εκεί για να προειδοποιεί τους δίκαιους, όχι μόνο τους κακούς. Αν ο
Ιεζεκιήλ αρνιόταν να πει το μήνυμα του Θεού στους ανθρώπους που ερχόταν στο
σπίτι του, θα ήταν ένοχος φόνου. Αυτή είναι η έννοια του «πλην εκ της χειρός σου θέλω ζητήσει το αίμα αυτού».
Προειδοποιώντας τους ο Ιεζεκιήλ, ελευθερωνόταν από την
μέλλουσα κρίση. Αυτοί που αγνοούσαν την προειδοποίησή θα ήταν προσωπικά
υπόλογοι. Μπορεί κανείς να δει τον κίνδυνο, όταν εφαρμόσουμε αυτή την ιδέα στον
ευαγγελισμό, ξαφνικά γινόμαστε υπεύθυνοι για τον αιώνιο προορισμό κάποιου.
Είναι καθήκον μας να μιλήσουμε για το Χριστό στους
αμαρτωλούς, αλλά μόνο ο Θεός μπορεί να σώσει τον αμαρτωλό.
Ιωάν.ς:44 Ουδείς δύναται να έλθη προς εμέ, εάν δεν
ελκύση αυτόν ο Πατήρ ο πέμψας με, και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα.
Ο ευαγγελισμός τώρα γίνεται συναρπαστικός. Το κάνω,
αναγνωρίζοντας ότι ο Θεός δεν με καθιστά υπεύθυνο για τ’ αποτελέσματα.
- Εάν δεν είσαι πρόθυμος να ομολογήσεις το Χριστό δημόσια, δεν μπορείς να σωθείς.
Αυτή η παρανόηση έρχεται με διάφορες μορφές, φτάνοντας
πολλές φορές στα άκρα. Κάποιοι λένε απλά ότι πρέπει να παραδεχτείς προσωπικά
και δημόσια ότι είσαι Χριστιανός. Άλλοι το πάνε πολύ πιο μακριά και λένε ότι αυτό
πρέπει να γίνει σε μια εκκλησία την ώρα που καλούν μπροστά (στο θυσιαστήριο,
όπως το λένε), για να δώσεις την καρδιά σου στο Χριστό. Είτε έτσι είτε αλλιώς, αυτό
που υπονοείται είναι ότι αν δεν το κάνεις δημόσια, δεν μπορείς να σωθείς.
Όταν εκφράζεις αυτή την παρανόηση σε ένα μήνυμα, το δέχεται
κανείς θετικά, όχι αρνητικά. Καλό είναι όμως να τονίζεται η σημασία να μην ντρέπεται
κανείς, λέγοντας στους ανθρώπους ότι είναι Χριστιανός. Τελικά, αν Αυτός δεν
ντράπηκε για σένα, γιατί εσύ να ντρέπεσαι γι’ Αυτόν; Ένα καλό εδάφιο για να το υποστηρίξεις
είναι στο Ματθ.ι:32-33, όπου ο Χριστός λέει, «Πας λοιπόν όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω ομολογήσει
και εγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς. Όστις δε με αρνηθή
έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω αρνηθή αυτόν και εγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του
εν ουρανοίς». Από τα συμφραζόμενα καταλαβαίνουμε σαφώς ότι το θέμα δεν
είναι αιώνια ζωή, αλλά η μαθητεία.
Στη συνέχεια δείξε στους ανθρώπους ότι η ομολογία δεν είναι σωτηριακό
θέμα επισημαίνοντας τρία πράγματα.
Το πρώτο είναι στον Ιωάν.ιβ:37-43. Τα θαύματα του Χριστού
σχεδιάστηκαν ώστε να ανεμίζουν σαν σημαία μπροστά στον εβραϊκό λαό, διακηρύσσοντας
ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός. Πολλοί αρνήθηκαν να το πιστέψουν. Ο Ιωάννης μας λέει
ότι «ενώ έκαμε τόσα θαύματα έμπροσθεν
αυτών, δεν επίστευον εις αυτόν». Μερικοί, όμως, πίστεψαν. Στον Ιωάν.ιβ:42-43,
λέει, «Αλλ' όμως και εκ των αρχόντων
πολλοί επίστευσαν εις αυτόν, πλην διά τους Φαρισαίους δεν ώμολόγουν, διά να μη
γείνωσιν αποσυνάγωγοι. Διότι ηγάπησαν την δόξαν των ανθρώπων μάλλον παρά την
δόξαν του Θεού». Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, η λέξη πιστεύω χρησιμοποιείται
με την έννοια της σώζουσας πίστης. Οι Εβραίοι άρχοντες είχαν εμπιστευτεί το
Χριστό το Μεσσία, ότι θα μπορούσε να τους σώσει από τις αμαρτίες τους. Αλλά αν
Τον ομολογούσαν δημόσια, θα είχε σαν αποτέλεσμα τον αφορισμό τους.
Μπορείς επίσης να τους δείξεις την πληθώρα των εδαφίων που στηρίζουν
τη σωτηρία στην πίστη μόνο, άσχετα από οποιαδήποτε δημόσια ομολογία. Για
παράδειγμα, Ιωάν.α:12 λέει, «Όσοι δε
εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους
πιστεύοντας εις το όνομα αυτού». Ρωμ.δ:5, λέει, «εις τον μη εργαζόμενον όμως, πιστεύοντα δε εις τον δικαιούντα τον
ασεβή, η πίστις αυτού λογίζεται εις δικαιοσύνην».
Μπορείς ακόμα να στρέψεις την προσοχή αυτών που σε ακούνε, στο
ληστή στο σταυρό. Οι κακούργοι στο σταυρό είχαν διαφορετικές απόψεις για το Χριστό.
Ο ένας χρησιμοποίησε τις συνθήκες, «….Εάν
συ ήσαι ο Χριστός, σώσον σεαυτόν και ημάς» (Λουκ.κγ:39). Ο άλλος τοποθέτησε
την πίστη του στο Χριστό, ζητώντας, «Μνήσθητί
μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου» (εδ.42). Απάντηση του Χριστού
ήταν ότι καλύτερο μπορεί να ακούσει ένας ετοιμοθάνατος. «Αληθώς σοι λέγω, σήμερον θέλεις είσθαι μετ' εμού εν τω παραδείσω» (εδ.43).
Δεν υπήρχε περίπτωση αυτός ο ληστής που πέθαινε να ομολογήσει σε άλλους τη σωτηρία
του. Σώθηκε αναγνωρίζοντας ότι ο Ιησούς είναι αυτό που διακήρυττε για τον εαυτό
Του - ο μόνος που θα μπορούσε να τον σώσει από την αμαρτία.
Συμπέρασμα:
Αυτό που βλέπουμε στο βιβλίο των Πράξεων των αποστόλων, που
είναι το μέρος που καταγράφονται όλες οι ευαγγελιστικές προσπάθειες της πρώτης
εκκλησίας και των αποστόλων, είναι μια κοινή πρακτική: Άκουγαν το λόγο του
Θεού, μετανοούσαν, βαπτιζόταν στο όνομα του Ιησού και έπαιρναν τη δωρεά του
Αγίου Πνεύματος.
Σίγουρα δεν αρκεί μια επαναλαμβανόμενη προσευχή για να σωθεί
κάποιος. Δεν υπάρχει τέτοιος τρόπος μέσα στο λόγο του Θεού. Είναι μοντέρνα
επινόηση για να προσθέτουμε οπαδούς!