Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΔΟΞΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ


Πολλά υπάρχουν που θεωρούνται σε διάφορες χρονικές στιγμές και που θεωρούνται σήμερα ότι μετέχουν δόξας και λαμπρότητας, προς τα οποία ο άνθρωπος αποβλέπει με θαυμασμό μακαρίζει τους κατέχοντες και στο βαθμό της ίδιας ου ανάπτυξης και εκείνης που τον περιβάλλει κανονίζει και την περί της δόξας και των ενδόξων έργων ή προτερημάτων κρίση του.

Παρατρέχουμε τη δόξα της σωματικής ρώμης και της σωματικής ομορφιάς, όχι επειδή περιφρονούμε τα φυσικά αυτά δώρα, που δια της σωστής δίαιτας και της άσκησης διατηρούμε ή προάγουμε, αλλά σαν εκ φύσεως υποδεέστερα από εκείνα που  σχετίζονται προς το πνεύμα. Παρατρέχουμε για ισχυρότερους λόγους τη δόξα του πλούτου και της υλικής ευμάρειας, σαν εντελώς επίπλαστη και ανεπαρκή για άνθρωπο που ήλθε σε συναίσθηση της σπουδαιότητας της πνευματικής του πλάσης. Αλλά υπάρχει η δόξα της λογοτεχνίας, που θωπεύει, θέλγει, μαγεύει. Υπάρχει η δόξα της επιστήμης, που ανασκάπτει, ανατέμνει, αποκαλύπτει. Αλλά η θρησκεία υπερτερεί. Η θρησκεία εργάζεται όλα αυτά και μάλιστα μέσα σε κύκλο ασύγκριτα ανώτερο και σπουδαιότερο, μέσα στον κύκλο της συνείδησης και του θείου.
Υπενθυμίζουμε εδώ την παρατήρηση που έγινε επανειλημμένα, ότι όταν λέμε θρησκεία δεν εννοούμε την αποστήθιση κάποιου ορισμένου συμβόλου πίστης ή την εκτέλεση κάποιας σειράς λεγομένων θρησκευτικών πράξεων ή συνηθειών, αλλά την ενδόμυχη σχέση της ψυχής με τον Θεό, που δημιουργήθηκε με την αποδοχή από εμάς της συμφιλίωσης μεταξύ Θεού και ανθρώπου, την οποία εξασφάλισε υπέρ της ανθρωπότητας με τον ιλαστήριο θάνατό Του ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, γιατί «Αυτός είναι η ειρήνη ημών , όστις έκαμε τα δύο εν, και εκρήμνισε το μεσότοιχον του φραγμού» (Εφεσ.β:14-18), «όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του  ξύλου, δια να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας»(Α’ Πετρ.β:24).
Ας παρελάσει μπροστά στη δόξα της εσωτερικής αυτής σχέσης του ανθρώπου με τον Πλάστη του, κάθε άλλη οποιαδήποτε δόξα γνωστή μεταξύ των ανθρώπων και αμέσως θα χλομιάσει μέχρι εξαφάνισης. Μεγάλη η δόξα ενός επιδέξιου στρατηγού που απελευθερώνει μία υποδουλωμένη πόλη. Αλλά εδώ ο κραταιός Εμμανουήλ απελευθερώνει την ψυχή που καταδυναστεύεται από φρικτά πάθη. Μεγάλη η δόξα του ήρωα που για να σώσει άλλον που κινδυνεύει, και εκτίθεται ο ίδιος σε κίνδυνο και θάβεται κάτω από τα ερείπια μίας κατοικίας που πυρπολείται μόλις κατορθώνοντας την διάσωση ενός μικρού παιδιού που έχει πέσει αναίσθητο από τον πνιγηρό καπνό. Εδώ όμως ο Ιησούς κατέβηκε στην ίδια την κάμινο της θείας οργής, εκπνέοντας την αγία Του ψυχή πάνω στο ξύλο της κατάρας για να σώσει από την τρομερή αυτή κατάσταση τον άξιο γι’ αυτήν την καταδίκη άνθρωπο. Μεγάλη η δόξα του μεγαλόφρονα πατέρα, που δέχεται πάλι στην φιλόστοργη αγκαλιά του τον άφρονα γιο που μετανόησε  και ξαναήλθε στην πατρική στέγη, αλλά εδώ ο ίδιος ο Ύψιστος δέχεται πάλι  στην εύνοιά του, τον δούλο που αποστάτησε και χάρη στον ένα Υιό τον μονογενή, τον αποκαλεί και αυτόν τέκνο και υιό!
Η ιατρική μαζεύει χλωρές δάφνες από χρόνο σε χρόνο επειδή κάνει ανακαλύψεις  νέων μικροβίων, νέων αντιβιοτικών, νέων θεραπευτικών μεθόδων: αλλά η θρησκεία του Θεού προ πολλού υπέδειξε το μικρόβιο της αμαρτίας, της πρώτης αυτής πηγής κάθε άλλης μεταξύ των ανθρώπων πληγής και κήρυξε την ασφαλή μέθοδο της απαλλαγής δια του ζωντανού Σωτήρα Ιησού Χριστού, με την έγχυση του μόνου και σίγουρου αντιβιοτικού της χάρης και προσωπικής ενέργειας του Αγίου Πνεύματος.
Η φιλοσοφία τιμάται, και την τιμούσαν άλλοτε πολύ περισσότερο επειδή παιδαγώγησε τον ανθρώπινο πνεύμα σε έρευνα των πέραν της ύλης και πάνω από την ύλη και πίσω από την ύλη, και έδωσε έτσι σε αυτό ορίζοντα εκτενέστερο και ελευθερία για εικασίες και συμπεράσματα. Αλλά η θρησκεία από το Θεό σήκωσε τον πέπλο που καλύπτει το άγνωστο, και αντί για απειρία εικασιών που δεν μπορούσαν να προχωρήσουν πιο μακριά από μία μικρή πιθανότητα, έδωσε στο ανήσυχο και διψασμένο πνεύμα την ησυχία της βεβαιότητας.
Η ποίηση, το αγγελόμορφο αυτό καμάρι της ανθρώπινης φύσης, πάντοτε απέσπασε το θαυμασμό των κοινών θνητών, ανεβάζοντάς τους με κόπο πάνω στις φτερούγες της, σε αιθέρια ύψη, ενώ ζητούσε να μαντέψει εκείνο το οποίο θα γέμιζε το κενό της ψυχής.. Αλλά η θρησκεία που έρχεται από το Θεό σε αυτό το πεζό επίπεδο της ανθρώπινης ζωής και προσφέρει ότι πραγματικά γεμίζει και ευφραίνει και ικανοποιεί και υψώνει και εξευγενίζει την ψυχή.
Οι φυσικές επιστήμες, που σκύβουν πάντα στο έδαφος αρνούμενες να αναγνωρίσουν  ό,τι δεν καταλαβαίνει μία από τις πέντε αισθήσεις, προβαίνουν μέρα με τη μέρα σε πολύ ωφέλιμες για τη ζωή του ανθρώπου ανακαλύψεις και δίκαια έχουν την ευγνωμοσύνη της ανθρωπότητας αλλά ο άνθρωπος θέλοντας ή μη στρέφεται και προς τα άνω, όχι προς τον υλικό ξάστερο ουρανό,  αλλά πέρα και πάνω από αυτόν, γιατί προικίστηκε με βλέμμα ευρύτατο, το βλέμμα της διάνοιας και του αισθήματος και της συνείδησης. Σε αυτό το εναγώνιο βλέμμα, το αναγκαιότατο και αναπόδραστο βλέμμα, αποκρίνεται η θρησκεία από το Θεό δείχνοντας τον ίδιο τον υπέροχο πλάστη και δημιουργό.
Η αστρονομία ασχολούμενη με τους καταπληκτικούς όγκους των κόσμων και τις τεράστιες αποστάσεις, ακόμα δεν θαυμάστηκε αρκετά από το υπερβολικά γήινο κοινό. Αλλά η θρησκεία από το Θεό υπερακοντίζει τις αποστάσεις και τους όγκους και φέρνει την ψυχή μέχρι τον ίδιο το θρόνο του Θεού.
Η μηχανική έζευξε στο περήφανό της άρμα μία προς μία τις διάφορες δυνάμεις και ιδιότητες των υλικών όντων και εξακολουθεί συνεχώς να στρατολογεί όμοια υποζύγια αφού είναι κάτοχος του πιο λαμπρού θριαμβευτικού οχήματος. Αλλά σε όλη της τη γήινη παντοδυναμία κάθεται απλά χωρίς ελπίδα μπροστά σε ένα πρόβλημα: πώς ο πονηρός άνθρωπος θα μετατραπεί σε αγαθό. Αλλά η θρησκεία η εκ Θεού, έχει λύσει προ πολλού το πρόβλημα. «Ημεθα και ημείς ποτε ανόητοι, απειθείς, πλανώμενοι, δουλεύοντες εις διαφόρους επιθυμίας και ηδονάς, ζώντες εν κακία και φθόνω, μισητοί και μισούντες αλλήλους. Αλλά ότε εφανερώθη η χρηστότης και η φιλανθρωπία του Σωτήρος ημών Θεού, ούχι εξ έργων δικαιοσύνης τα οποία επράξαμεν ημείς, αλλά κατά το έλεος αυτού έσωσεν ημάς δια λουτρού παλιγγενεσίας και ανακαινίσεως του Αγίου Πνεύματος»(Τιτ.γ:3-5).
Η ιστορία διέσωσε τη μνήμη διαφόρων νικών, των οποίων η δόξα ονομάστηκε πιο ποιητικά, αγέραστη, αν και βέβαιο είναι ότι λίγοι και σε έκτακτες περιστάσεις συμβαίνει να τις θυμούνται. Αλλά η θρησκεία από το Θεό κάνει δυνατή τη συνεχή και παρούσα την καθημερινή νίκη, την εν τω ανθρώπω νίκη της αλήθειας εναντίον του ψεύδους, τη νίκη της τιμιότητας εναντίον του σφετερισμού, τη νίκη της αγνότητας εναντίον της ανηθικότητας, τη νίκη του λογικού κατά των παθών, τη νίκη της νέας καρδιάς κατά των πειρασμών.
Αυτή είναι με ασθενική περιγραφή, η παρούσα δόξα της θρησκείας του Θεού. Με χαρακτήρα τόσο ανυπέρβλητα μεγάλο και ουράνιο, ώστε δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθεί και να καταστεί ορατή:«ουδέ εδοξάσθη εν τούτω τω μέρει το δοξασμένον ένεκεν της υπερβαλούσης δόξης»(Β’ Κορ. γ:10). Αλλά πόσο μεγάλη θα είναι η δόξα του μέλλοντος! «Οφθαλμός δεν είδε και ωτίον δεν ήκουσε και εις καρδίαν ανθρώπων δεν ανέβησαν όσα ο Θεός ητοίμασεν εις τους αγαπώντας αυτόν»(Α’ Κορ.β:9). Δύο ρητά από την αγία γραφή μπορούν να δώσουν μία ιδέα τώρα: «τώρα γνωρίζω κατά μέρος τότε δε θέλω γνωρίση καθώς και εγνωρίσθην» Α’ Κορ.ιγ:12. «τώρα είμεθα τέκνα Θεού, και έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι εξεύρομεν όμως ότι όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι  όμοιοι με αυτόν διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι» Α’ Ιωάν.γ:2. 
Ω φιλότιμη ψυχή: ιδού μπροστά σου στάδιο ιερής και αμετάκλητης φιλοδοξίας. Μόνο για ένα πράγμα πρώτα από όλα φρόντισε: Οι σχέσεις σου με το Θεό να είναι πραγματικές και όχι τυπικές ή φανταστικές, να είναι θεμελιωμένες πάνω τις διακηρύξεις των Γραφών.