Η αρχή της πλειοψηφίας είναι η δημοκρατική
πρακτική που εκφράζει και επιβάλλει την επιθυμία και επιλογή των περισσοτέρων
σε κάποιο ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος. Αυτή η αρχή, που κυρίως εφαρμόζεται στα
κοσμικά θέματα, πολλοί θα ήθελαν να ισχύει εξίσου και στα πνευματικά (όπως
π.χ. για την αποδοχή κάποιας διδασκαλίας, σε αποφάσεις για τη διοίκηση της εκκλησίας, στην ανάδειξη πρεσβυτέρων
και διακόνων, στη διαχείριση περιουσιών και τα παρόμοια).
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι κι εμείς θα
θέλαμε πράγματι η αρχή της πλειοψηφίας να επικρατεί πάνω σε κάθε ζήτημα
ανθρώπινης διαφωνίας.
Γεννιέται ωστόσο το ερώτημα αν αυτή η αρχή
μπορεί και πρέπει να ισχύει για όλα τα ζητήματα, επειδή υπάρχουν θέματα που δεν
είναι δυνατό και δεν επιτρέπεται να τεθούν στην κρίση της πλειοψηφίας των ανθρώπων,
όπως για παράδειγμα εκεί που έχουμε εκφρασμένο το θέλημα του Θεού. Η βιβλική
μελέτη υποχρεώνει να δεχτούμε ότι υπάρχουν θέματα για τα οποία η αρχή αυτή δεν
είναι ούτε ακίνδυνη αλλά ούτε και επιτρεπτή.
ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Ο λαός Ισραήλ έχει φύγει από την Αίγυπτο,
έχει πάρει το Νόμο του Θεού στο Σινά και επιτέλους έχει φτάσει στα σύνορα της
Γης της Επαγγελίας.
Ο Θεός ζήτησε τότε από το Μωυσή να στείλει
κατασκόπους στη γη την οποία έμελλαν να κυριεύσουν, και η εντολή που τους έδωσε
ήταν:
«Θεωρήσατε την γην, οποία είναι, και τον
λαόν τον κατοικούντα εν αυτή, εάν ήναι δυνατός ή αδύνατος, ολίγοι ή πολλοί· και
οποία είναι η γη εν η ούτοι κατοικούσι, καλή ήναι ή κακή· και οποίαι είναι αι
πόλεις, τας οποίας ούτοι κατοικούσιν, ατείχιστοι ή περιτετειχισμέναι» (Αριθ.ιγ:18-19).
Δεν γνωρίζουμε για ποιο λόγο έγινε αυτή η
επιχείρηση. Αν ήταν πρωτοβουλία του ίδιου του Μωυσή ή των συμβούλων του, θα
λέγαμε ότι στηριζόταν στην ανθρώπινη λογική, ίσως και ότι έκρυβε κάποια δόση
ολιγοπιστίας. Όμως την εντολή την έδωσε ο Θεός και σίγουρα κάποιος άλλος θα
ήταν ο σκοπός που επρόκειτο να εξυπηρετηθεί. Τα αποτελέσματα μάλλον δείχνουν
πως απέβλεπε να δοκιμαστεί η εμπιστοσύνη του λαού στις υποσχέσεις του Κυρίου
αλλά δεν είναι τούτη η ώρα που θα εξετάσουμε αυτό το ζήτημα.
Εκείνο που μας αφορά εδώ από τη
συγκεκριμένη ιστορία, είναι το αποτέλεσμα αυτής της επιχείρησης, που το
διαβάζουμε στη συνέχεια του ίδιου κεφαλαίου:
«Και απήγγειλαν προς αυτόν, και είπον,
Ήλθομεν εις την γην, εις την οποίαν απέστειλας εμάς, και είναι τωόντι γη ρέουσα
γάλα και μέλι και ιδού, ο καρπός αυτής· ο λαός όμως, ο κατοικών εν τη γη, είναι
δυνατός, και αι πόλεις περιτετειχισμέναι, μεγάλαι σφόδρα · προς τούτοις,
είδομεν εκεί και τους υιούς του Ανάκ· οι Αμαληκίται κατοικούσιν εν τη γη της
μεσημβρίας· και οι Χετταίοι, και οι Ιεβουσαίοι, και οι Αμορραίοι, κατοικούσιν
επί τα όρη· και οι Χαναναίοι κατοικούσι παρά την θάλασσαν και τας όχθας του
Ιορδάνου» (εδ. 27-28).
Οι διαπιστώσεις των κατασκόπων ήταν σαφείς,
συγκεκριμένες και διακριτές. Πρώτα οι θετικές:
Η γη είναι εκλεκτή και σύμφωνη με την περιγραφή που έδωσε ο Θεός. Ύστερα οι αρνητικές: Η γη έχει κατοίκους που είναι
έτοιμοι να την υπερασπίσουν και να εμποδίσουν την έλευσή μας. Συμπέρασμα: Καλύτερα είναι να ματαιώσουμε την προσπάθεια.
Στην ιστορία αυτή υπήρξε αφενός μια
δυναμική και συντριπτική πλειοψηφία του 83,4% (10 ψήφοι) και από την άλλη η
πολύ χαμηλή μειοψηφία του 16,6% (2 ψήφοι). Επιπλέον, οι 2 της μειοψηφίας δεν
τόλμησαν να διαψεύσουν την εκτίμηση των πολλών. Αν έπρεπε λοιπόν να δούμε τα
πράγματα μόνο από την ανθρώπινη λογική και με τα ανθρώπινα μαθηματικά, δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι το σωστό θα έπρεπε να είναι με τους 10 και όχι με τους 2
κατασκόπους. Τι λέει όμως η πνευματική λογική; Υπάρχει ένας παράγοντας που οι 2
λάβαιναν υπόψη τους, που μπορεί να υπολογιστεί μόνο με την πίστη, κι αυτός ο
παράγοντας έκανε τη διαφορά. Αν οι άνθρωποι αυτοί επιχειρούσαν να μπουν στη Γη
της Επαγγελίας μόνο με τις δικές τους δυνάμεις, το πιθανότερο ήταν ότι θα
έχαναν τη μάχη, αφού οι αντίπαλοι ήταν πολυαριθμότεροι, ισχυρότεροι και καλύτερα
προετοιμασμένοι και εξοπλισμένοι για πόλεμο.
Αν όμως στις μικρές και ανέτοιμες δυνάμεις
του Ισραήλ πρόσθεταν τον θείο παράγοντα που υποσχέθηκε να τους βοηθήσει, τότε
το ισοζύγιο μεταβαλλόταν υπέρ του Ισραήλ. Αλλά για να δεχτεί ο ανθρώπινος νους
αυτή τη σχέση, χρειάζεται πρώτα να πιστέψει ότι οι όροι αυτοί, που δεν είναι
δυνατό να επιβεβαιωθούν εκ των προτέρων, είναι αληθινοί και πραγματικοί.
Υπάρχουν θέματα που δε μπορούν να τεθούν
στην κρίση της ανθρώπινης πλειοψηφίας!
Με ανθρώπινα μέτρα η πλειοψηφία των
κατασκόπων είχε δίκιο, η πνευματική πραγματικότητα όμως ανέτρεψε τα ανθρώπινα
και έδωσε τη νίκη στην άποψη της μειοψηφίας. Η εξέλιξη των γεγονότων απέδειξε
ότι ο θείος παράγοντας ήταν καταλυτικός στην επίτευξη των αντικειμενικών τους
σκοπών, αφού κανένας άνθρωπος δε θα μπορούσε να γκρεμίσει τα τείχη της Ιεριχώ
ούτε να σταματήσει τη ροή του Ιορδάνη, για να εξυπηρετηθεί η ανάγκη του λαού
Ισραήλ.
Τέτοια παραδείγματα μπορούν να βρεθούν
πολλά στις σελίδες της Αγίας Γραφής, που διδάσκουν ότι στα πράγματα του Θεού η
αξία δεν είναι με την πλειοψηφία, ούτε καν με την απόλυτη ομοφωνία και
παμψηφία, αλλά με το λόγο και το θέλημα του Θεού.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός αμφισβήτησε το
“αλάθητο” της πλειοψηφίας ήδη όταν προκάλεσε τους ακροατές Του: «Εισέλθετε διά
της στενής πύλης· διότι πλατεία είναι η πύλη και ευρύχωρος η οδός η φέρουσα εις
την απώλειαν, και πολλοί είναι οι εισερχόμενοι δι’ αυτής. Επειδή στενή είναι η
πύλη και τεθλιμμένη η οδός η φέρουσα εις την ζωήν, και ολίγοι είναι οι
ευρίσκοντες αυτήν» (Ματθ.ζ:13-14). Οι πολλοί που ακολουθούν τον εύκολο
δρόμο δεν έχουν δίκιο έναντι των ολίγων που βρίσκουν την οδό που οδηγεί στη
ζωή.
ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Η ανθρώπινη πλειοψηφία μεταβάλλεται πολύ
εύκολα κι αυτό το βλέπουμε χαρακτηριστικά μετά την ανάσταση του Χριστού.
Κάποια στιγμή η πλειοψηφία των μαθητών
ομολογούσε την ανάσταση του Κυρίου απέναντι στον δύσπιστο Θωμά. Λίγες ημέρες
πιο πριν, όμως, η ίδια πλειοψηφία αμφέβαλε και περιγελούσε τη μειοψηφία των
γυναικών που βεβαίωναν το γεγονός της Ανάστασης.
Συνεπώς το δίκιο ήταν με την αλήθεια της
ανάστασης του Σωτήρα, είτε την πίστευε είτε την αμφισβητούσε η εκάστοτε
πλειοψηφία ή μειοψηφία. Με άλλα λόγια, το δίκαιο δεν είναι πάντα με την
πλειοψηφία ούτε είναι πάντα με την μειοψηφία το δίκαιο είναι με την αλήθεια και
την πραγματικότητα, που δεν αλλάζει από τον αριθμό εκείνων που την παραδέχονται
ή την πολεμούν. Η πραγματικότητα είναι και θα μένει αυτή που είναι, είτε εμείς
την θέλουμε είτε την αντιπαθούμε, είτε την πιστεύουμε είτε είμαστε απρόθυμοι να
την αποδεχτούμε. Το ίδιο συμβαίνει και με το δίκαιο.
Στις μέρες μας η πλειοψηφία του κόσμου και
των κοινοβουλίων δέχεται ότι η μοιχεία, το διαζύγιο και οι αμβλώσεις ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ
ΚΑΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, και έτσι το κράτος νομοθετεί ΕΝΑΝΤΙΑ στο θέλημα του Θεού.
Σημαίνει αυτό ότι ο πιστός πρέπει να ανατρέψει το Νόμο του Θεού και να
ακολουθήσει τις ανθρώπινες προτιμήσεις και αποφάσεις; Μη γένοιτο! Ακόμη κι αν
όλοι υποστηρίζουν κάτι που είναι αντίθετο με το διατυπωμένο θέλημα του Θεού, ο
δούλος του Κυρίου καλά θα κάνει να επιμείνει σταθερά στην αλήθεια του θείου
λόγου. Και αυτό δεν πρέπει να το βλέπουμε μόνο “εκτός των τειχών” της
Εκκλησίας, αλλά σε κάθε περίπτωση που η πλειοψηφία συνιστά άρνηση ή έστω και
ελάχιστη απόκλιση από το γνωστό θέλημα του Θεού. Κάθε παράβαση του θείου θελήματος
είναι αμαρτία.
Ο σοφός Εκκλησιαστής παρατήρησε ότι, «Επειδή
η κατά του πονηρού έργου απόφασις δεν εκτελείται ταχέως, διά τούτο η καρδία των
υιών των ανθρώπων είναι όλη έκδοτος εις το να πράττη το κακόν» (Εκκλ.η:11).
Με τούτο όμως κανείς δεν δικαιολογείται ούτε νομιμοποιείται να επιμένει στην
αμαρτία. Αντίθετα ο λόγος του Θεού διαβεβαιώνει ότι «πάσα παράβασις και
παρακοή έλαβε δικαίαν μισθαποδοσίαν» (Εβρ.β:2).
Αν αυτό δεν έγινε επάνω στον κάθε αμαρτωλό,
έγινε εντούτοις μια για πάντα επάνω στον αναμάρτητο Ιησού όταν Εκείνος, ως «ο Αμνός του Θεού», ανέλαβε και σήκωσε «την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν.α:29)
τότε που ο Κύριος «επέστρεψε όσα δεν ήρπασε»
(Ψαλμ.ξθ:4), τότε που ο Θεός «έθεσεν επ’ αυτόν την ανομίαν πάντων ημών» (Ησ.νγ:6).
Δεν είναι δυνατό ούτε φρόνιμο να παίζει
κανείς με την αμαρτία. Η αμαρτία γεννά θάνατο (Ιακ.α:15) ο πιστός όμως
ακολουθεί τον Κύριο για να έχει τη ΖΩΗ. Ας μην παρασυρόμαστε, λοιπόν, από
κανενός είδους “πλειοψηφίες”. Ο Νόμος του Θεού είναι απλός και το θέλημά Του «αγαθόν
και ευάρεστον και τέλειον» (Ρωμ.ιβ:2), γι’ αυτό ας μη συμμορφωνόμαστε με
την εκάστοτε πλειοψηφία του αιώνα τούτου, αλλά να μεταμορφωνόμαστε «διά της
ανακαινίσεως του νοός».
Καταλήγοντας απευθυνόμαστε σε όλους εκείνους
που στηριγμένοι σε διάφορες “πλειοψηφίες” – κάποιες φορές μάλιστα έντεχνα
κατασκευασμένες – προχωρούν σε αποφάσεις που πλήττουν και ματώνουν το σώμα του
Κυρίου. Μιλάμε σε εκείνους που νομίζουν ότι κρυμμένοι πίσω από το πλήθος των
πολλών θα απαλλαγούν δήθεν από την προσωπική τους ευθύνη σε όλους εκείνους που δειλιάζοντας
να ομολογήσουν κατά πρόσωπο την πραγματικότητα κρύβονται πίσω από αποφάσεις
συλλογικών οργάνων.
Σε όλους αυτούς επαναλαμβάνουμε το απλό
αλλά και σημαντικό δίδαγμα: Η πλειοψηφία στην παρανομία δεν μειώνει αλλά μάλλον
ΑΥΞΑΝΕΙ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ! Καθένας σαν άτομο, λοιπόν, ας εξετάζει τη θέση του και ας
αναλογίζεται τις ευθύνες του.