Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

ΓΕΝΕΣΗ κθ

Απ’ αυτό το κεφάλαιο αρχίζει η αφήγηση για το τί έγινε στην παροίκηση του Ιακώβ στην Παδάν - αράμ, στην πόλη του Ναχώρ.
Ο Ιακώβ στη Χαράν είναι μια θαυμαστή εικόνα, αν όχι τύπος, του Ισραήλ όπως είναι διασκορπισμένος σήμερα. Όπως ο Ισραήλ:
1.  Ήταν μακριά απ’ τον τόπο της ευλογίας (Γεν.κς:3)
2.  Χωρίς θυσιαστήριο (Ωσηέ γ:4-5)
3.  Απέκτησε κακό όνομα (Γεν.λα:1  Ρωμ.β:17-24)
4.  Παρ’ όλα αυτά, ήταν κάτω απ’ τη διαθήκη του Γιάχβε (Γεν.κη:13-14 Ρωμ.ια:1,25-30)
5.  Τελικά επέστρεψε πίσω (Γεν.λα:3  λε:1-4  Ιεζ.λζ:21-23)

Όπως είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο ο Ιακώβ δεν μπορεί να καταλάβει τον πραγματικό χαρακτήρα του Θεού και παίρνει την αφθονία της χάρης στη Βαιθήλ με ένα «αν», που το συνόδευε ένα ελεεινό παζάρεμα για ψωμί και ρούχα. Θα παρακολουθήσουμε τώρα τον Ιακώβ σε μια σειρά παζαρεμάτων. «Ο,τι αν σπείρει ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει» (Γαλ.ς:7). Είναι αδύνατο ν’ αποφύγει κανείς αυτή τη συνέπεια κι η Χαράν είναι τόπος θερισμού για τον Ιακώβ.
Ο Ιακώβ δεν έχει βρει ακόμα τη θέση του μπροστά στο Θεό και γι’ αυτό ο Θεός πρέπει να χρησιμοποιήσει τις περιστάσεις για να τον παιδεύσει και να τον ταπεινώσει.
Εδώ βρίσκεται το μυστικό πολλών θλίψεων και δοκιμασιών μας στον κόσμο. Κανείς δεν μπορεί ν’ απολαύσει πραγματικά το Θεό, αν δεν τελειώσει πρώτα με το «εγώ» του, για τον απλούστατο λόγο ότι ο Θεός αρχίζει να φανερώνεται ακριβώς απ’ τη στιγμή που η σάρκα σταματά να εκδηλώνεται. Αν λοιπόν δεν έχω τελειώσει με τη σάρκα μου, μέσα από μια βαθιά και θετική εμπειρία, είναι ηθικά αδύνατο να κατανοήσω ακριβώς το χαρακτήρα του Θεού. Πρέπει λοιπόν με κάποιο τρόπο, να μάθω ν’ αναγνωρίζω τί αξίζει η ανθρώπινη φύση και για να με φέρει σ’ αυτή τη γνώση, ο Κύριος χρησιμοποιεί διάφορα μέσα, για να φανερώσει τί υπάρχει μέσα στην καρδιά μου. Πόσο συχνά δεν συμβαίνει, όπως στην περίπτωση του Ιακώβ, ο Κύριος να έρχεται πολύ κοντά μας και να μας μιλάει στο αυτί, χωρίς εμείς να διακρίνουμε τη φωνή Του και χωρίς να παίρνουμε τη θέση που αρμόζει απέναντι σ’ Αυτόν. Ο Ιακώβ δεν μπόρεσε να καταλάβει αυτό που έπρεπε στη Βαιθήλ, γι’ αυτό χρειάστηκε μια δοκιμασία 30 χρόνων σ’ ένα τρομερό σχολείο, που και πάλι δεν ήταν αρκετό για να τον δαμάσει.
Όσο όμως κι αν δεν κατάλαβε, η εμπειρία που είχε στη Βαιθήλ τον δυνάμωσε αρκετά, γιατί το εικοστό ένατο κεφάλαιο ξεκινάει, στα Εβραϊκά, με τα λόγια: «Μετά ο Ιακώβ σήκωσε τα πόδια του.....», που σημαίνει ότι το βάρος που είχε μέχρι τότε, τώρα έχει φύγει.
Η απόσταση απ’ την Βήρ - σαβεέ μέχρι την Παδάν - αράμ ήταν περίπου 800 χλμ. και φαίνεται ότι ήταν ταξίδι γεμάτο ταραχές.
Καθώς λοιπόν ο Ιακώβ πλησιάζει στο πηγάδι, στην πεδιάδα, συναντά μια σκηνή παρόμοια με την περίπτωση της Ρεβέκκας. Όμως είναι εμφανής η διαφορά ανάμεσα στον Ιακώβ και το δούλο του Αβραάμ. Ο Ελιέζερ προσευχήθηκε και ζήτησε την οδηγία του Θεού, ενώ δεν αναφέρεται ότι ο Ιακώβ προσευχήθηκε, αντίθετα συμβουλεύτηκε τους βοσκούς.
Ο Θεός, όταν θέλει να συναντηθούν κάποιοι άνθρωποι και γι’ αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, κάνει έτσι ώστε να συναντηθούν.
Εδώ βλέπουμε μια άλλη πτυχή του χαρακτήρα του Ιακώβ. Κύλησε την πέτρα, πότισε τα πρόβατα, φίλησε τη Ραχήλ και ξέσπασε σε κλάμα. Βλέπουμε ότι ο Ιακώβ έχει μια ανθρώπινη ζεστή φύση που δεν είχε αποκαλυφθεί μέχρι τώρα.
Η Ραχήλ είναι βοσκοπούλα, αλλά μέσα σ’ αυτή την απλότητα είναι που ο Θεός φανερώνει το μεγαλείο Του. Ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Δαβίδ, ήταν όλοι τους βοσκοί κι ο Θεός θέλει να μας διδάξει κάτι μέσα απ’ αυτό.
Η πέτρα που σκέπαζε το πηγάδι πρέπει να ήταν μεγάλη ώστε να χρειαζόταν 2 ή 3 άτομα για να την μετακινήσουν.
Είναι πάντως άξιο προσοχής ότι ο Ιακώβ έρχεται σ’ ένα περιβάλλον τόσο ταιριαστό στην ηθική του υπόσταση. Ο τεχνίτης των παζαρεμάτων Ιακώβ, συναντά ένα τεχνίτη παζαρεμάτων, τον Λάβαν. Αυτός, αν και δείχνει ότι χαίρεται για την άφιξη του Ιακώβ, του δίνει να καταλάβει απ’ την πρώτη στιγμή ότι θα πρέπει να δουλέψει αν θέλει να μείνει εκεί. Τους βλέπουμε λοιπόν να χρησιμοποιούν μ’ επιδεξιότητα διάφορα τεχνάσματα για να εξαπατήσουν ο ένας τον άλλο. Και όσο αφορά το Λάβαν, αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήττει γιατί αυτός δεν ήταν στη Βαιθήλ, δεν είχε δει τον ουρανό ανοιχτό, ούτε τη σκάλα που ένωνε τον ουρανό με τη γη. Δεν είχε ακούσει τις ένδοξες υποσχέσεις απ’ το στόμα του Κυρίου, να του εξασφαλίζουν την κατοχή της γης Χαναάν και αναρίθμητους απογόνους. Ο Λάβαν, ο άνθρωπος του κόσμου, δεν έχει άλλα μέσα παρά το χαμηλό και άπληστο πνεύμα του κι αυτά χρησιμοποιεί.
Τίποτα όμως δεν είναι πιο ταπεινωτικό, από το να βλέπει κανείς τον Ιακώβ, μετά απ’ όλα όσα είχε δει και ακούσει στη Βαιθήλ, να παλεύει μ’ ένα άνθρωπο του κόσμου και να προσπαθεί να μαζέψει αγαθά με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιεί κι ο κόσμος.
Δυστυχώς συμβαίνει το ίδιο κάθε φορά που τα παιδιά του Θεού θα ξεχάσουν τον υψηλό τους προορισμό και την ουράνια κληρονομιά τους αγωνιζόμενα με κοσμικά μέσα για πλούτη και τιμές μιας γης που είναι καταραμένη.
Παρ’ όλα αυτά όμως, υπάρχει κάτι που ξεχωρίζει τον Ιακώβ απ’ τον Λάβαν. Ο Ιακώβ είναι «σκεύος ελέους το οποίον ο Θεός προητοίμασεν εις δόξαν», ενώ ο Λάβαν είναι «σκεύος οργής κατηρτισμένο (όχι απ’ το Θεό, αλλά από την αμαρτία) εις απώλειαν» (Ρωμ.θ:22-23). Μπορούμε να δούμε εδώ, στη Ρωμ.θ όπως και σε άλλα μέρη της Γραφής, πώς ο Θεός εκφράζεται σχετικά με την εκλογή. Όταν μιλά για «σκεύη οργής», περιορίζεται στο να πει ότι ήταν ή είναι «κατηρτισμένα εις απώλειαν» αλλά δεν λέει ότι ο Θεός τα ετοίμασε. Όταν όμως αναφέρεται στα «σκεύη ελέους», λέει: «τα οποία προητοίμασεν εις δόξαν». Στο Ματθ.κε:34-41 έχουμε άλλο ένα παράδειγμα. Όταν ο Βασιλιάς απευθύνεται σ’ αυτούς που είναι δεξιά Του, λέει: «Έλθετε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσμου». Αλλά όταν μιλά γι’ αυτούς που βρίσκονται στ’ αριστερά λέει: «Υπάγετε απ’ εμού οι κατηραμένοι». Δεν λέει ότι είναι κατηραμένοι απ’ τον Πατέρα, γιατί μετά προσθέτει «εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον - όχι για σας, αλλά - διά τον διάβολον και τους αγγέλους αυτού».
της Λείας οι οφθαλμοί ήσαν ασθενείς: μάλλον είχε μυωπία.
θέλω σε δουλεύει επτά έτη: η πληρότητα της εργασίας, για ν’ αποκτήσει αυτό που αγαπά. Ο Κύριός μας εργάστηκε στο πλήρες για να μας αποκτήσει, κι ακόμα εργάζεται!
Ο Ιακώβ αγαπούσε τόσο πολύ τη Ραχήλ, που τα εφτά χρόνια του φάνηκαν σαν λίγες μέρες.
Τώρα ερχόμαστε στην προδοσία του Λάβαν. Ο Ιακώβ είχε εξαπατήσει τον πατέρα του, και τώρα εξαπατάται απ’ τον πεθερό του. Στην απάτη του Ιακώβ, ο νεώτερος είχε πάρει τη θέση του μεγαλύτερου. Τώρα, η μεγαλύτερη, Λεία, παίρνει τη θέση της νεώτερης. Εξαιτίας αυτού, ο Ιακώβ συμφωνεί να δουλέψει στο Λάβαν άλλα 7 χρόνια.
την εβδομάδα ταύτης: εννοεί 7 χρόνια. (70 εβδομάδες του Δανιήλ. Ο Δανιήλ ήξερε ότι ήταν εβδομάδες ετών δηλαδή 490 χρόνια).
Ο Ιακώβ δούλεψε 14 χρόνια για να πάρει την αγαπημένη του. Ο Θεός απ’ την αρχή είχε δει την Καινή Διαθήκη, όμως για να έρθει, έπρεπε να υπομένει 1500 χρόνια την Π. Διαθήκη. Όσα παιδιά κι αν έκανε η Λεία, τύπος της Π.Δ., ο Ιακώβ δεν την αγάπησε. Η Λεία νόμιζε ότι με τα «έργα» θα ευαρεστούσε τον άντρα της. Αντίθετα, η Ραχήλ, αν και στείρα ήταν αγαπημένη απ’ τον Ιακώβ. Ωστόσο, ο Κύριος αποζημιώνει και αντισταθμίζει τη Λεία, την μη αγαπημένη σύζυγο, με το να γεννήσει τον Ιούδα, απ’ τον οποίο θα προερχόταν ο Χριστός.