Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Ασφάλεια ψυχής (2)

ΟΙ ΔΥΟ ΤΡΟΠΟΙ ΞΕΠΕΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

1. Ξεπεσμός εξαιτίας πλανεμένης διδασκαλίας.

Η Καινή Διαθήκη εξηγεί με συγκεκριμένα παραδείγματα, ότι ο πιστός ενδέχεται να αποξενωθεί από τη χάρη του Θεού και να χάσει τη Σωτηρία του πιστεύοντας πλανεμένες δογματικές διδαχές, «άλλο ευαγγέλιο» (Γαλ.α:8).

Η πρώτη τούτη περίπτωση, παρουσιάστηκε στην εκκλησία των Γαλατών, τους οποίους ο απόστολος προειδοποιεί με την πρέπουσα σοβαρότητα: 
«Εγώ ο Παύλος σας λέγω, ότι εάν περιτέμνησθε, ο Χριστός δεν θέλει σας ωφελήσει ουδέν» (Γαλ.ε:2).

Ρωτάμε, λοιπόν, ποια ευκαιρία σωτηρίας μπορεί να' χει ένας πιστός τον οποίον ο Σωτήρας του δεν θα τον ωφελήσει σε τίποτε;

Επίσης: «Αποχωρίσθητε από του Χριστού όσοι δικαιόνεσθε δια του νόμου, εξεπέσατε από της χάριτος» (Γαλ.ε:4).

Πώς ένας μπορεί ν' αποχωρισθεί από το Χριστό, αν προηγουμένως δεν ήταν ενωμένος μαζί Του; Ή πώς ένας έχει ξεπέσει από τη χάρη, αν προηγουμένως δεν βρισκόταν στη χάρη;

Ο απόστολος είχε κηρύξει στους Γαλάτες το αληθινό ευαγγέλιο της εν Χριστώ σωτηρίας. Σ' αυτό το ευαγγέλιο είχαν οι Γαλάτες πιστέψει και σωθεί. Ήταν το ευαγγέλιο της χάρης του Θεού. Όμως, κάποιοι ψευδολόγοι δάσκαλοι, τους παραπλάνησαν. Τους έπεισαν να πιστεύουν ότι για να γίνει ο άνθρωπος σωστός Χριστιανός, εκτός από την πίστη του στο Χριστό, επιβάλλεται να τηρεί και το Νόμο, μαζί και την περιτομή, είτε Ιουδαίος είναι αυτός, είτε Εθνικός.

Κατά το ευαγγέλιο του Παύλου, αυτή η δογματική πλάνη ήταν ικανή ν' αποκόψει τους Γαλάτες από τη χάρη του Θεού και να τους επιβαρύνει με τις ολέθριες συνέπειες της καταδίκης: «της χάριτος εξεπέσατε».

Διδασκαλίες και δόγματα που στρέφονται ενάντια στα βασικά στοιχεία της αποστολικής διδαχής, αποτελούν θανάσιμη απειλή ακόμα και για τους πιστούς που κρατούν την αλήθεια -προειδοποιεί ο απόστολος. Συγκεκριμένα, ένα από τα γνωρίσματα των τελευταίων ημερών θα είναι και το φαινόμενο της αποστασίας πιστών που, σε περίοδο πνευματικού ύπνου τους, θα ξεγελαστούν από τον διάβολο και θ' ακολουθήσουν διδαχές πλάνης και διδασκαλίες που προέρχονται από τον πατέρα του ψεύδους.

«Το δε πνεύμα ρητώς λέγει, ότι εν υστέροις καιροίς θέλουσιν αποστατησει τινες απο της πιστεως, προσέχοντες εις πνεύματα πλάνης, και εις διδασκαλίας δαιμονίων» (Α' Τιμ.δ:1).

Είναι φανερό ότι η περίπτωση τούτη αφορά αναγεννημένους πιστούς αλλιώς, πως είναι δυνατόν ένας να αποστατήσει από την πίστη, αν προηγουμένως δεν στεκόταν στη σωστή πίστη;

2. Ξεπεσμός, εξαιτίας άτακτης ζωής.

Η περίπτωση τούτη, που επίσης, απειλεί τον ξεπεσμό του πιστού από τη χάρη του Θεού είναι ο τρόπος ζωής που η Καινή Διαθήκη τον αποκαλεί: «ζωή κατά σάρκα». Για τη δεύτερη τούτη περίπτωση ο απόστολος Παύλος προειδοποιεί τους πιστούς της Ρώμης: «Εάν ζήτε κατά την σάρκα μέλλετε να αποθάνητε» (Ρωμ.η:13).

Στην Α’ Κορ.ι:1-12, ο απόστολος υπενθυμίζει στους αναγνώστες του το δραματικό κατάντημα που προξένησε η παρακοή των Ισραηλιτών στην έρημο, όταν άφησαν τον εαυτό τους να παρασυρθεί από τις ιδιοτέλειές τους και τις αμαρτωλές επιθυμίες τους. Εκτός από μερικούς, κανένας άλλος από το λαό του Θεού δεν μπήκε στη γη της επαγγελίας. Τα κόκαλά τους στρώθηκαν στην έρημο, μολονότι όλοι τους είχαν ξεκινήσει για ν' απολαύσουν την πραγματοποίηση της υπόσχεσης στη Χαναάν. Όλοι όσοι βγήκαν από την Αίγυπτο ήσαν, σαν λαός του Θεού, μέτοχοι στις μεγάλες ευεργεσίες που συνόδευαν την απελευθέρωσή τους (ι:1-4). Κι όμως, σχεδόν όλοι τους απωλέσθηκαν στην έρημο (5). Αυτό το τρομερό επεισόδιο ας γίνει ένα παράδειγμα και σε σας, εξηγεί ο απόστολος. Επειδή, τα ίδια θα πάθουν και όσοι πορεύονται κατά τον ίδιο τρόπο (6-11). «Ας φοβηθώμεν λοιπόν, μήποτε, ενώ μένει εις ημάς επαγγελία να εισέλθωμεν εις την κατάπαυσιν αυτού, φανή τις εξ υμών ότι υστερήθη αυτής» (Εβρ.δ:1).

Ο απόστολος αναφέρει επίσης ορισμένα πρόσωπα που άφησαν την πίστη ολωσδιόλου, μάλιστα ονομάζει κι έναν στενό συνεργάτη του που πιάστηκε στη θανατηφόρα παγίδα: «Σας ασπάζεται Λουκάς ο ιατρός ο αγαπητός, και ο Δημάς» (Κολ.δ:14).

Αυτός λοιπόν ο Δημάς, μέλος της ιεραποστολικής ομάδας του αποστόλου, μαθαίνουμε ότι εγκατάλειψε την πνευματική του συντροφιά και πήγε στη Θεσσαλονίκη, «αγαπήσας τον νυν αιώνα» (Β' Τιμ.δ:10). «Ο Δημάς με εγκατέλειπεν, αγαπήσας τον παρόντα κόσμον, και απήλθεν εις Θεσσαλονίκην».

Στην περίπτωσή μας, η φράση «αγαπήσας τον παρόντα κόσμον» δεν σημαίνει άλλο παρά το ότι ο Δημάς αρνήθηκε τις πνευματικές του αρχές σαν πιστός και τώρα ζούσε στη Θεσσαλονίκη σύμφωνα με το φρόνημα του κόσμου.

(Μερικοί υποστηρίζουν ότι γύρισε πάλι στον κόσμο ο Δημάς επειδή ουδέποτε ήταν πραγματικός πιστός. Δεν είναι όμως το επιχείρημα αυτό προσβλητικό για το πρόσωπο του αποστόλου; Τόσο αρχάριος και άσοφος ήταν ο Παύλος, ώστε να πάρει για συνεργάτες του και να χρησιμοποιεί στο ιεραποστολικό του έργο ανθρώπους που δεν είχαν δοκιμάσει την πείρα της αναγέννησης; Ένα τέτοιο συμπέρασμα είναι εντελώς απαράδεκτο).

Άλλο παράδειγμα είναι ο Υμέναιος και ο Αλέξανδρος. Στην αρχή έχασαν την ειλικρίνεια και την εντιμότητά τους (απωσάμενοι την αγαθή συνείδηση), στο τέλος κατάντησαν να χάσουν και την πίστη τους (απωσάμενοι την πίστιν). Επομένως είχαν πίστη (Α ' Τιμ.α:19-20).

Και ο απόστολος Πέτρος επίσης, επέμενε να νουθετεί το πνευματικό του ποίμνιο για να προσέχει τις πλανεμένες διδαχές που μπορούν να γκρεμίσουν τα στηρίγματα της πίστης τους, σε σημείο που να ξεπέσουν από τη χάρη του Θεού με όλες τις καταστρεπτικές συνέπειες, εις βάρος τους:
(Σ' αυτά που έγραψε ο αγαπητός Παύλος) «είναι τινά δυσνόητα, τα οποία οι αμαθείς και αστήρικτοι στρεβλόνουσιν...» Σείς λοιπόν, αγαπητοί, προγνωρίζοντες ταύτα, φυλάττεσθε, δια να μη παρασυρθήτε με την πλάνην των ανόμων, και εκπέσητε από τον στηριγμόν σας.» (Β' Πέτρ.γ:15-17).

Συνεχίζει ο Πέτρος: «επειδή καλήτερον ήτο εις αυτούς να μη γνωρίσωσι την οδόν της δικαιοσύνης, παρά αφού εγνώρισαν να επιστρέψωσιν εκ της παραδοθείσης εις αυτούς αγίας εντολής. Συνέβη δε εις αυτούς το της αληθινής παροιμίας «Ο κύων επέστρεψε εις το ίδιον αυτού εξέραμα» και ο «χοίρος λουσθείς επέστρεψε εις το κύλισμα του βορβόρου» (β:21-22).

Η ενοχή του αποστάτη είναι λοιπόν, μεγαλύτερη επειδή προσβάλλει το πρόσωπο και το Νόμο του Θεού. Ο αποστάτης γνώρισε τη ζωή της δικαιοσύνης αλλά κατόπιν την περιφρόνησε, και γύρισε στα παλιά και τα αμαρτωλά. Είχε δεχθεί στην καρδιά του την αγία εντολή αλλά κατόπιν την καταπάτησε.

(Το επιχείρημα ότι αυτοί οι αποστάτες δεν είχαν ποτέ αναγεννηθεί, είναι ένα επιχείρημα που δεν συμφωνεί με το κείμενο, επειδή ο απόστολος μας εξηγεί ότι «Ο χοίρος είχε λουσθεί», δηλαδή ότι οι αποστάτες εκείνοι είχαν προηγουμένως καθαρισθεί από τις αμαρτίες τους. Συνεπώς ο Χριστός τους είχε καθαρίσει με το αίμα του και σφραγίσει με το Πνεύμα του. Εξηγεί επίσης ο απόστολος, ότι «ο σκύλος γύρισε στον εμετό του» δηλαδή, ότι εκείνοι οι αποστάτες αφού είχαν προηγουμένως εξομολογηθεί τις αμαρτίες τους και τις ασχήμιες τους, είχαν με άλλα λόγια αποβάλλει τον ηθικό εμετό τους, τώρα κατάντησαν να γυρίσουν στην ίδια σιχαμερή κατάσταση στην οποία ήσαν και πριν, σαν το σκύλο που γυρίζει στον φυσικό εμετό του).

Ο συγγραφέας της επιστολής προς Εβραίους (ς:4-6) μας πληροφορεί πως οι «παραπεσόντες» μπορούν ακόμα να καταντήσουν στο σημείο που η ανόρθωσή τους να είναι αδύνατη:

«αδύνατον είναι οι άπαξ φωτισθέντες, και γευθέντες της επουρανίου δωρεάς, και γενόμενοι μέτοχοι του Αγίου Πνεύματος, και γευθέντες τον καλόν λόγον του Θεού, και τας δυνάμεις του μέλλοντος αιώνος, και έπειτα παραπεσόντες, αδύνατον να ανακαινισθώσι πάλιν εις μετάνοιαν, ανασταυρούντες εις εαυτούς τον γιόν του Θεού, και καταισχύνοντες»

Γίνεται φανερό πως τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που μας περιγράφει ο απόστολος, αμέσως πιο πάνω, είναι αυτά που κατέχουν οι πραγματικά αναγεννημένοι πιστοί. Επειδή μας εξηγεί πως αυτοί που «παράπεσαν» είχαν φωτισθεί, «φωτισθέντες», δηλαδή κατείχαν τη γνώση της εν Χριστώ αποκάλυψης. (Στην αρχαία εκκλησία ο «φωτισμός» ήταν επίσης μια άλλη ονομασία του Βαπτίσματος). Επίσης, είχαν γευθεί «της επουρανίου δωρεάς», που σημαίνει ότι είχαν προσωπική εμπειρία της βάπτισης με το Άγιο Πνεύμα που ο Χριστός χορηγεί στον πιστό. Ήσαν επιπλέον, «μέτοχοι Πνεύματος Αγίου», δηλαδή, είχαν δεχθεί και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Επίσης, τους χαρακτηρίζει ως «καλόν γευσαμένους Θεού ρήμα», δηλαδή ότι είχαν προσωπική πείρα της αγαθότητας και της πιστότητας των υποσχέσεων του Θεού και τέλος ότι είχαν γευθεί «δυνάμεις τε μέλλοντος αιώνος», δηλαδή, είχαν λάβει προσωπική πείρα ακόμα και θαυματουργικών δυνάμεων του Χριστού στο σώμα τους.

Όταν ο άνθρωπος έχει περάσει από αυτή την πνευματική εμπειρία, τι άλλο μπορεί να είναι παρά αναγεννημένος πιστός;

Γιατί ο συγγραφέας της επιστολής μας πληροφορεί ότι είναι «αδύνατο,.. οι παραπεσόντες... να ανακαινισθώσιν»;

Μήπως, επειδή δεν θα τους δεχθεί ο Θεός, αν μετανοήσουν; Ένα τέτοιο συμπέρασμα περιορίζει την αγαθότητα και την αγάπη του Θεού. Ουδέποτε αμαρτωλός που ζήτησε με ειλικρινή μετάνοια το έλεος του Θεού, έφυγε με αδειανά τα χέρια. Το παθητικό συνεπώς βαρύνει εξολοκλήρου τον αποστάτη, διότι με τη συστηματική παρακοή του στο Νόμο του Χριστού, άφησε να ριζώσει σιγά-σιγά μέσα του η αμαρτία σε τέτοιο βαθμό που να πωρωθεί η καρδιά του.

Αυτή η πώρωση εξασθενίζει τη θέληση του για ειλικρινή μετάνοια σε βαθμό που να μη κατέχει πλέον την ηθική δύναμη για να κερδίσει και πάλι το πνευματικό έδαφος που έχασε, με αποτέλεσμα να καταντήσει στο τέλος ένα άβουλο όργανο άξιο κατάκρισης.

Όταν ο άνθρωπος πνίγει θεληματικά τα φώτα που έχει δεχθεί και τις επιπλήξεις της ευσπλαχνίας του Θεού και εξακολουθεί επίμονα να παραδίδει τον εαυτό του στην αμαρτία, έρχεται στιγμή που ο Θεός αποσύρει την ευεργεσία της χάρης Του και τότε ο άνθρωπος στην ελευθερία του καταντάει αναίσθητος, ακόμη και για την ανάγκη να μετανοήσει.

Η ψυχολογική κατάσταση του «παραπεσόντος» είναι παρόμοια με εκείνη του καθ' έξιν ναρκομανή. Τόσο σφιχτά αισθάνεται να είναι δεμένος με τα σχοινιά της αμαρτίας του, που του είναι σχεδόν αδύνατο να ελευθερωθεί. Η θέλησή του έχει παραλύσει και συνεπώς αδυνατεί να εκπληρώσει τους όρους, δηλαδή να μετανοήσει ειλικρινά. Κατά τον ίδιο τρόπο παραλύει η θέληση και του πιστού που «παράπεσε» και καταντάει να φθάσει στο σημείο της «αμαρτίας προς θάνατον» (Α' Ιωάν.ε:16). Τούτη είναι η τελευταία και αποφασιστική πτώση του αποστάτη.

Στα εδάφια ς:7,8 ο συγγραφέας μας εξηγεί αυτή την αλήθεια πιο παραστατικά με την παραβολή της βροχής και του εδάφους. Φυσικά, η βροχή συμβολίζει τις πνευματικές ευλογίες που ο Θεός έχει χαρίσει στον πιστό και που απαριθμούνται στα εδάφια 4 και 5:

«Διότι γη ήτις πίνει την πολλάκις ερχομένην επ’ αυτής βροχήν, και γεννά βοτάνην ωφέλιμον εις εκείνους δια τους οποίους και γεωργείται μεταλαμβάνει ευλογίαν παρά Θεού. Όταν όμως εκφύη ακάνθας και τριβόλους, είναι αδόκιμος και πλησίον κατάρας, της οποίας το τέλος είναι να καυθή. (Εβρ. ς:7-8).

Το έδαφος παριστάνει την καρδιά του πιστού. Η ίδια βροχή πέφτει και στα δυο εδάφη. Όμως το έδαφος που δέχεται τη βροχή γίνεται διαφορετικό από το άλλο. Το ένα γίνεται γόνιμο και βλαστάνει καρπούς ωφέλιμους, ενώ το άλλο βλαστάνει αγκάθια και τριβόλια. Άλλες καρδιές μένουν πιστές στην κλήση του Θεού και καρποφορούν προς δόξα Του, ενώ άλλες καρδιές ξεφεύγουν από τη γραμμή και με την παρακοή τους αποστατούν, γίνονται «αδόκιμοι», «εγγύς κατάρας» και το τέλος τους θα είναι «εις καύσιν».

Η προειδοποίηση αυτή δεν είναι υποθετική, αλλά αληθινή και παρουσιάζει ένα πραγματικό κίνδυνο, που εξακολουθεί να είναι παρών, ενόσω «η πονηρά καρδιά απιστίας» ενδέχεται να «αποστατήσει από του ζώντος Θεού» (Εβρ. γ:12).

Μήπως και ο Κύριος Ιησούς δεν μιλεί για τον ίδιο αυτό κίνδυνο; «πάν κλήμα εν εμοί μη φέρον καρπόν (πόσο χειρότερα αν φέρει κακό καρπό)... εξηράνθη και... εις το πύρ βάλλουσιν και καίεται» (Iωάν.ιε:2 , 6).

Όταν ο Χριστιανός αρχίζει να εγκαταλείπει την πίστη παγιδεύεται σιγά-σιγά, σ' έναν τρόπο ζωής απιστίας που επισύρει ολέθριες συνέπειες, συνέπειες που αρχίζουν με μία προσωρινή σκλήρυνση και αν ο αποστάτης δεν μετανοήσει ειλικρινά, θα τον οδηγήσουν στον οριστικό ξεπεσμό του από τη χάρη.

Ας φοβηθώμεν λοιπόν μήποτε…..» (Εβρ. δ:1).

ΤΑ ΤΡΙΑ ΔΙΑΔΟΧΙΚΑ ΣΤΑΔΙΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΟΥΝ ΣΤΟΝ ΞΕΠΕΣΜΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΑΡΗ

Τα επικίνδυνα συμπτώματα αρχίζουν να φαίνονται όταν ο πιστός αφού είχε μετανοήσει και δεχθεί τη χάρη του Θεού, αρχίζει σιγά-σιγά να συμμορφώνεται και πάλι με το φρόνημα του κόσμου παρασυρόμενος από τις κακές συνήθειες και τις αδυναμίες που τον κυρίευαν στην προηγούμενη ζωή της απιστίας.
Τ
ο πρώτο στάδιο. Αρχίζοντας από τα ελαφρότερα αμαρτήματα ο αμελής, ο σαρκικός Χριστιανός, πειραματίζεται συνήθως τα εξής τρία στάδια πνευματικής ταλαιπωρίας, μέχρις ότου καταλήξει στην τελική χρεοκοπία της πνευματικής του ζωής, αν εγκαίρως δεν μετανοήσει.

Στο πρώτο στάδιο αρχίζει να ενεργεί, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, ενάντια στη φωνή της χριστιανικής του συνείδησης. Αρχίζει να νοσταλγεί τις επιθυμίες της σάρκας, ενώ συγχρόνως εναντιώνεται στις επιθυμίες του Πνεύματος.

Όταν αμαρτάνει αμελεί ν' αναγνωρίσει μπροστά στο Θεό την αμαρτία του και να κατακρίνει τον εαυτό του. Ξεχνά το καθήκον του για πνευματική αγρύπνια, για μελέτη της Αγίας Γραφής, και για τακτική προσευχή. Έτσι σταματά τη ζωντανή κοινωνία του με τον επουράνιο Κύριο και σα συνέπεια, το σώμα του γίνεται πρόθυμο όργανο να υποχωρεί στις επιθυμίες της παλιάς του φύσης. Ο απόστολος ονομάζει το στάδιο αυτό «λύπη του Πνεύματος» (Εφεσ.δ:30).

Ο αμελής πιστός, έχει αφήσει τη συνείδησή του να μολυνθεί. (Τίτ.α:15), και φορτώθηκε ένα βάρος ηθικής ενοχής που θα τον καταπιέζει εσωτερικά, μέχρις ότου ο Θεός, στο μεγάλο του έλεος, του προκαλέσει μια σοβαρή εσωτερική κρίση σαν ευκαιρία για να έρθει στον εαυτό του, να μετανοήσει, και να γιατρευτεί.

Είναι το ίδιο στάδιο πνευματικής πτώσης στο οποίο βρέθηκαν και οι πιστοί της Εφέσου. (Αποκ. β:1-5). Ο Κύριος ελέγχει τους Εφεσίους πιστούς με τα λόγια: «έχω κατά σου ότι την αγάπη σου την πρώτη αφήκας». (εδ.4). Κατόπιν τους προσκαλεί να μετανοήσουν απειλώντας ότι θα τους κτυπούσε με κρίση αν δεν μετανοούσαν: «μετανόησον και κάμε τα πρώτα έργα. ει δε μη έρχομαι προς σε ταχέως, και θέλω κινήσει την λυχνία σου εκ του τόπου ταυτής εάν δεν μετανοήσης.» (εδ.5).

Την ίδια αυστηρή τακτική ακολούθησε ο Κύριος και στην περίπτωση των πιστών της εκκλησίας των Σάρδεων (Αποκ.γ). Αφού πρώτα τους ελέγχει «όνομα έχεις ότι ζής και είσαι νεκρός» (εδ.1). κατόπιν τους προσκαλεί να μετανοήσουν ώστε να προλάβουν το παιδαγωγικό Του κτύπημα: «μετανόησον ...εάν δεν αγρυπνήσης, θέλω έλθει επί σε ως κλέπτης και δεν θέλης γνωρίσει ποίαν ώραν θέλω έλθει επί σε» (εδ.3).

Το δεύτερο στάδιο: Όμως υπάρχει το ενδεχόμενο ο πεσμένος ν' αντιστέκεται και να μη μετανοεί. Παρ' όλη τη δοκιμασία του, παρ' όλες τις ηθικές του κρίσεις, παρ' όλες τις προειδοποιήσεις και τους ελέγχους του Αγίου Πνεύματος, αυτός πιθανόν να εξακολουθεί ασυγκίνητος και σκληρός, να παραμένει στην κατάσταση της αποστασίας του. Τούτη είναι η καμπή απ' όπου αρχίζει το δεύτερο στάδιο της παιδαγωγικής επέμβασης του Θεού.

Στην περίπτωση αυτή ο Θεός, με την πρόθεση να σώσει, ενδέχεται τώρα να χτυπήσει και το σώμα του αποστάτη. Αυτή η τιμωρία πιθανόν να φτάσει μέχρι του σημείου «να παραδώση τον άνθρωπο στο Σατανά εις όλεθρον της σαρκός του» (Α’ Κορινθ.ε:5).

Επιτρέπει, δηλαδή, ο Θεός στο Σατανά να βασανίσει το σώμα με αρρώστια, αν χρειαστεί ακόμα και με θάνατο, μήπως μέσα στο καμίνι της αρρώστιας ή στο φόβο και την αγωνία του θανάτου ο αποστάτης εκζητήσει μετανοιωμένος το Σωτήρα του και έτσι «το πνεύμα σωθεί, εν τη ημέρα του Κυρίου» (Α ' Κορ.ε:5). Θα σωθεί, αλλά χωρίς ν' απολαύσει τη δόξα (Ρωμ.ε:11). Χωρίς αμοιβή. Θα σωθεί και τίποτε επιπλέον. Τα έργα του δεν θα τον ακολουθήσουν. Θα σωθεί «ως δια πυρός» (Α’ Κορινθ. α:15).

Ο Παύλος μας πληροφορεί ότι πρόσωπα της εκκλησίας της Κορίνθου είχαν δεχτεί παρόμοιας μορφής κρίση, (αρρώστια και πρόωρο θάνατο), επειδή κάθονταν στην Τράπεζα του Κυρίου χωρίς να διακρίνουν το σώμα του Κυρίου. Κάθονταν να πάρουν τον άρτο και τον οίνο άσχετα προς την πνευματική τους κατάσταση κι ακόμα χειρότερο, χωρίς να κρίνουν καν τον εαυτό τους για την πνευματική τους ακαταστασία (Α' Κορινθ. ια:29-30).

«Ο τρώγων και ο πίνων αναξίως τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου. Δια τούτο υπάρχουν μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και αποθνήσκουσιν ικανοί.»

Το τρίτο στάδιο: Μέχρι το σημείο τούτο, ο αποστάτης αντέχει και τις δύο αυτές μορφές της παιδαγωγικής τιμωρίας του Θεού. Την εσωτερική, δηλαδή, την πνευματική τιμωρία και την εξωτερική, δηλαδή την τιμωρία: της φυσικής αρρώστιας στο σώμα του .

Η περαιτέρω επιμονή του στην αμαρτία θα τον οδηγήσει στο τρίτο και το τελικό στάδιο, που είναι το στάδιο της αθεράπευτης απιστίας.

Ο αποστάτης γίνεται τώρα αντικείμενο της κατάκρισης του Θεού. Στο στάδιο αυτό παύει να είναι το μνημείο της χάρης Του για να γίνει το μνημείο της δικαιοσύνης Του. Το Άγιο Πνεύμα σταματά πλέον να του μιλά.

Η ζωντανή και καρποφόρα πίστη που άλλοτε είχε κατακτήσει την καρδιά του έχει τώρα καταντήσει πίστη του μυαλού, δηλαδή πίστη άκαρπη και νεκρή. Κι' επειδή με τη ζωντανή πίστη του ο πιστός δέχεται την χάρη που σώζει, ο αποστάτης καταλήγει τώρα να χάσει αυτή τη χάρη, επειδή έχει χάσει τη ζωντανή και καρποφόρα πίστη. Σαν άπιστος, δηλαδή, άνθρωπος που δεν έχει πλέον την πίστη του στο Χριστό σαν μαρτυρία και τρόπο ζωής, έχει γυρίσει πάλι στη σφαίρα της θείας καταδίκης. Η αμετάθετη ηθική αρχή του Θεού είναι «παν λοιπόν δένδρον μη κάμνον καρπόν καλόν, εκκόπτεται, και εις πύρ βάλλεται» (Ματθ.γ:10).

Είναι η ίδια ηθική αρχή που, ο Θεός είχε εφαρμόσει και στους αγγέλους: «Διότι εάν ο θεός δεν εφείσθη αγγέλους αμαρτήσαντας, αλλά ρίψας αυτούς εις τον τάρταρον δεδομένούς με αλύσεις σκότους, παρέδωκε δια να φυλάττωνται εις κρίσιv» (Β’ Πέτρ β:4).

Αν λοιπόν, ο Θεός έδειξε τις αρχές της Δικαιοσύνης Του σ' αυτά τα ανώτερα ηθικά όντα που αμάρτησαν και τα καταδίκασε αιωνίως στον Άδη, για ποιο ιδιαίτερο λόγο οι άνθρωποι, όντα κατώτερα από τους αγγέλους, θα ξεφύγουν την τιμωρία;

Η προϋπόθεση, λοιπόν, της παραμονής του Χριστιανού στην χάρη είναι η ίδια με την προϋπόθεση της εισόδου του στη σωτηρία, δηλαδή η πιστότητα, «την πίστιν τετήρηκα» (Β' Τιμ.δ:7).

Τούτη η διδασκαλία που προειδοποιεί για το ενδεχόμενο της αποκοπής του πιστού από τη χάρη του Θεού, μία διδασκαλία που καθώς βλέπουμε, βεβαιώνεται από τις Γραφές, είναι φυσικό να μην γίνεται συμπαθής στους επιπόλαιους και στους σαρκικούς Χριστιανούς που απαιτούν ν' απολαύσουν τα δοξασμένα ευεργετήματα της σωτηρίας αδιαφορώντας για τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες που επιβάλλει η ζωή της σωτηρίας.

Ικανοποιεί όμως, η διδασκαλία αυτή τον κάθε σοβαρό πιστό, επειδή τον παρακινεί σε επαγρύπνηση, σε προσευχή, σε πνευματικό αγώνα, σε συνεχή πρόοδο, σε αιώνια τελειότητα.

Η ΑΝΑΓΚΗ ΠΑ ΣΥΝΕΧΗ ΚΑΘΑΡΣΗ

Είναι εξαιρετικά σοβαρή η διαπίστωση ότι ο απόστολος Παύλος, στον κατάλογο των έργων της σάρκας, βεβαιώνει ότι οι αμαρτίες της ψυχής οδηγούν στο ίδιο ολέθριο κατάντημα που οδηγούν και οι αμαρτίες του σώματος:

Φανερά δέ είναι τά έργα τής σαρκός, τά οποία είναι μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια, ειδωλολατρεία, φαρμακεία, έχθραι, έριδες, ζηλοτυπίαι, θυμοί, μάχαι, διχοστασίαι, αιρέσεις, φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κώμοι, καί τά όμοια τούτων, περί τών οποίων σάς προλέγω, καθώς καί προείπον, ότι οι τά τοιαύτα πράττοντες βασιλείαν Θεού δέν θέλουσι κληρονομήσει. (Γαλ.ε:19-21).

Καθώς λοιπόν, αποκληρώνεται από τη Βασιλεία του Θεού ο πόρνος, αποκληρώνεται και ο ζηλόφθονος ή καθώς θα αποκληρωθεί ο μοιχός, θα αποκληρωθεί κι αυτός που δημιουργεί κακόβουλες διαμάχες (διχοστασίες) και τα παρόμοια.

«Οι τα τοιαύτα πράττοντες», εκείνοι δηλαδή που έχουν στη ζωή τους σαν πρόγραμμα να κάνουν τα έργα της σάρκας, όχι μονάχα την πορνεία την ακαθαρσία ή την ασέλγεια, αλλά και τις έχθρες, τις έριδες ή τις διχοστασίες και τα παρόμοιά τους.

Όλοι αυτοί και οι μεν και οι δε, συμπεριλαμβάνονται στον ίδιον κατάλογο της πνευματικής χρεοκοπίας: «βασιλείαν Θεού δεν θέλουσι κληρονομήσει».

Αυτή η φοβερή προειδοποίηση πρέπει να παρακινεί τον ειλικρινή Χριστιανό σε διαρκή αυτοεξέταση της πνευματικής του ζωής, σε μια αυτοεξέταση εσωτερική και αυστηρή. Είναι αυτό ένα ηθικό έργο που ο πιστός βοηθιέται από το Άγιο Πνεύμα.

Επειδή το Πνεύμα τοποθετεί καθημερινά τον πιστό απέναντι στο τέλειο υπόδειγμα, στον Χριστό. Είναι επίσης το Πνεύμα που διαρκώς προβάλλει στη συνείδησή μας όλες τις ατέλειες και τις αμαρτίες μας και συνάμα μας παρακινεί να κρίνουμε αυστηρά  τον εαυτό μας, γι ' αυτές τις ατέλειες και τις αμαρτίες μας. Έτσι κρίνομε τον εαυτό μας καθώς μας κρίνει ο Θεός. Έτσι, σαν πιστοί, ανανεώνουμε συνεχώς την κατάστασή μας στη χάρη που λάβαμε, από τότε που πιστέψαμε στο Χριστό. Έτσι αποβλέπομε συνεχώς σ' Αυτόν και λαμβάνομε την κάθαρση από τα καθημερινά μας παραπτώματα με το ίδιο Αίμα που καθαριστήκαμε από τις αμαρτίες ολόκληρης της περασμένης ζωής μας.

«εάν όμως περιπατώμεν εν τώ φωτί, καθώς αυτός είναι εν τώ φωτί, έχομεν κοινωνίαν μετ' αλλήλων, καί τό αίμα τού  Ιησού Χριστού τού Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α' Ιωάν.α:7).

Ο απόστολος Παύλος συνδέει την καθημερινή εξομολόγηση και κάθαρση της ψυχής, με τη συνεχή χορήγηση συγγνώμης από τη θεία δικαιοσύνη, χρησιμοποιώντας τον ενεστώτα «δικαιών», που σημαίνει ότι ο Θεός δεν παύει ποτέ να δέχεται εξομολογήσεις και να σκεπάζει αμαρτίες που Του παρουσιάζουν οι δικοί Του για την κάθαρση και την αποκατάστασή τους. «Θεός ο δικαιών» (Ρωμ.η:33). Εδώ παίρνει το νόημά της και η διαβεβαίωση του απ. Παύλου, «εάν ημείς απιστούμεν εκείνος μένει πιστός» (Β' Τιμ.β:13) διαβεβαίωση που εγγυάται τη συνεχή αποκατάσταση του πιστού, όταν παρουσιάζει στο Θεό καθημερινά τις αμαρτίες και τις παραβάσεις που το Άγιο Πνεύμα ανεβάζει στην συνείδηση του πιστού για συγχώρεση.

Η καθημερινή κάθαρση του πιστού φαίνεται θαυμάσια και στο περιστατικό του νιψίματος των ποδιών των μαθητών (Iωάν.ιγ:10) Όταν ο Πέτρος, στην απειλή της αποκοπής του από τη συντροφιά του Κυρίου Ιησού, είπε, «μη (λούσης) τους πόδας μου μόνον αλλά και τας χείρας και την κεφαλήν», ο Κύριος του απάντησε, «ο λελουμένος δεν έχει χρείαν ειμή τους πόδας να νιφθή, αλλ' είναι όλος καθαρός» (εδ.10).

Αυτή ακριβώς είναι και η εικόνα της πορείας του πιστού που αφού καθαρίσθηκε μια φορά ολόκληρος, κατά την αναγέννησή του, δεν χρειάζεται τώρα πλέον να καθαρίζεται διαρκώς ολόκληρος. θα είναι αρκετό αν φροντίζει να καθαρίζεται από τις συγκεκριμένες αμαρτίες της καθημερινής του ζωής.

Ο τρόπος αυτής της καθημερινής κάθαρσης του πιστού είναι απλός αλλά και αποτελεσματικός.

Πρώτα, αναγνωρίζουμε στα βάθη της συνείδησης μας τα παραπτώματα με τα οποία λυπήσαμε το Πνεύμα. Κατόπιν τα καταδικάζομε αυστηρά και σε συνέχεια ευχαριστούμε το Θεό για την αιώνια δύναμη του αίματος του Χριστού, καθώς και για τον πλούτο της συγγνώμης Του. Η πίστη μας στην αλήθεια του λόγου του Θεού για τη συγνώμη, ησυχάζει την καρδιά μας.

Ας μη ξεχνάμε, ότι στη σημερινή περίοδο της χάρης δεν πρέπει να παρακαλούμε το Θεό για να λάβουμε τη συγγνώμη Του, επειδή η συγγνώμη Του μας έχει δοθεί προκαταβολικά πάνω στο σταυρό. «Ο Χριστός άπαξ έπαθεν δια τας αμαρτίας» (Α’ Πέτρ.γ:18).

Όταν λοιπόν, συνεχώς παρακαλούμε αυτό σημαίνει είτε ότι αγνοούμε τη μόνιμη και συνεχή αποτελεσματικότητα του αίματος του Χριστού είτε ότι αμφιβάλλομε αν μας δόθηκε η συγχώρηση. Ύστερα από το έργο του Σταυρού, η πρέπουσα προσέγγιση μας για συγχώρηση είναι όχι η παράκληση αλλά η αναγνώριση, της αμαρτίας μας, η κρίση του εαυτού μας για το παραπάτημα μας και η ευχαριστία, για την τελεία συγγνώμη που ο Χριστός μας έχει προκαταβολικά εξασφαλίσει.

Τότε «περιπατώμεν εν τω φωτί» (Α' Ιωάν.β:11), «οδηγούμεθα από το Πνεύμα» (Ρωμ.η:14), και «περιπατώμεν κατά το Πνεύμα» (Β' Κορ.ι:2).

Αν όμως δεν καθαριζόμαστε καθημερινά, αν αμελούμε να κατακρίνουμε τον εαυτό μας μπροστά στο Θεό, αν λυπούμε διαρκώς το Πνεύμα Του αντιστεκόμενοι στον έλεγχό, αν δεν επιμένουμε να βρισκόμαστε στην κατάσταση της νέκρωσης του παλαιού ανθρώπου, τα πνευματικά μας αισθητήρια αρχίζουν να σκληρύνονται σιγά-σιγά, η συνείδησή μας αμβλύνεται, η καρδιά μας συνηθίζει στα έργα της σάρκας, οπόταν η παλαιά φύση αρχίζει εκ νέου να μας κυριεύει, καθώς μας κυρίευε και πριν αναγεννηθούμε. Έτσι, από την κατάσταση της χάρης του Θεού ο πρώην πιστός πέφτει και πάλι στα χέρια της θείας δικαιοσύνης. Το ίδιο δηλαδή που έγινε και με το δούλο της παραβολής που, ενώ ο Κύριος του χάρισε το χρέος αυτός έπεσε και πάλι στα χέρια της θείας δικαιοσύνης σαν ένοχος για την ασπλαχνία και την ιδιοτέ¬λεια που έδειξε απέναντι στον σύνδουλό του, (Ματθ.ιη:28).

Η Αγία Γραφή, αν και μας εξηγεί ότι ο πιστός είναι πεθαμένος για την αμαρτία, όμως δεν λέει ποτέ ότι η αμαρτία είναι πεθαμένη για τον πιστό. Γι' αυτό και ο απόστολος Πέτρος σημαίνει τον κώδωνα του κινδύνου με την προειδοποίηση του:

«Εγκρατεύθητε, αγρυπνήσατε διότι ο αντίδικός σας διάβολος, ως λέων ωρυόμενος περιέρχεται ζητών τινα να καταπιή» (Α’ Πέτρ.ε:8).

Επειδή λοιπόν, ο κίνδυνος είναι συνεχής (ο διάβολος περιέρχεται ζητών), και η πνευματική αγρύπνια του πιστού πρέπει να είναι επίσης συνεχής. Ο Χριστιανός που αγρυπνεί και μένει πιστός στην αγία κλήση του, δεν πρέπει να αμφιβάλλει διόλου για την αιώνια ασφάλεια της σωτηρίας του («Ουδείς δύναται να αρπάσει αυτά εκ της χειρός μου»).

Εκτός από την αμαρτία, καμία άλλη δύναμη δεν είναι ικανή να αρπάξει τη λυτρωμένη ψυχή από τα χέρια του Σωτήρα της, εφόσον η ψυχή θέλει να «μένει εν Χριστώ» (Iωάν.ι:27,28).

Η άγκυρα μπορεί να είναι γερή και το πλοίο καινούργιο, αν όμως η αλυσίδα κοπεί, τότε το ένα γίνεται άχρηστο για το άλλο. Έτσι και με την εν Χριστώ Σωτηρία: Στηρίζεται στις αιώνιες υποσχέσεις του Θεού (το πλοίο). Η ψυχή έχει αποδεχθεί, αυτές τις υποσχέσεις δια μέσου της πίστης (η άγκυρα). Αν όμως λείψει η ζωντανή επικοινωνία της ψυχής, με τον επουράνιο Κύριο της (αν κοπεί η αλυσίδα) τότε και οι υποσχέσεις γίνονται για την ψυχή άχρηστες και η σωτηρία άκαρπη.

Το συμπέρασμα της μελέτης μας:

Η αιώνια ασφάλεια της ψυχής μας καθώς και η βεβαιότητα της Σωτηρίας μας εξαρτώνται από την πιστότητα που ο σωσμένος δείχνει απέναντι στο Χριστό, δηλαδή από τη σταθερότητα του στην πίστη.