Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 10 Αυγούστου 2019

Η 9η Εντολή - Μην ψευδομαρτυρήσεις (3)


Έξοδος κ:16, Α' Βασιλέων κα:1-13, Ματθαίος κς:57-61

Ξεκινώντας πάλι από την Παλαιά Διαθήκη, θέλω μια φορά ακόμη να είναι ξεκάθαρο στο μυαλό μας πως ο λόγος του Θεού με αυτή την εντολή μας διδάσκει πως το σύστημα της δικαιοσύνης πρέπει να λειτουργεί «καθαρά». Πρέπει ο καθένας να προστατεύεται από ψευδομαρτυρία εναντίον του αλλά και η ίδια η απονομή δικαιοσύνης να «εξασφαλίζεται».

Εκτός από την απαγόρευση της ψευδομαρτυρίας, και οι κριτές έπρεπε να μείνουν αμερόληπτοι. Δεν έπρεπε να δωροδοκηθούν. Όταν ο Ιοθόρ είπε στον Μωυσή να διαλέξει ανθρώπους για να τους αναθέσει ευθύνες και αυτοί να σηκώνουν μαζί του το βάρος του λαού, είπε τα εξής:


πλην έκλεξον εκ παντός του λαού άνδρας αξίους, φοβουμένους τον Θεόν, άνδρας φιλαλήθεις, μισούντας την φιλαργυρίαν· και κατάστησον αυτούς επ' αυτών χιλιάρχους, εκατοντάρχους, πεντηκοντάρχους και δεκάρχους (Έξοδ.ιη:21).

Τα δώρα τυφλώνουν ακόμη και τους σοφούς, και εύκολα οδηγούν στο να διαστραφούν τα λόγια των αθώων:

Κριτάς και άρχοντας θέλεις καταστήσει εις σεαυτόν κατά πάσας τας πόλεις σου, τας οποίας Κύριος ο Θεός σου δίδει εις σε κατά τας φυλάς σου· και θέλουσι κρίνει τον λαόν εν κρίσει δικαία. Δεν θέλεις διαστρέψει κρίσιν· δεν θέλεις αποβλέπει εις πρόσωπον ουδέ θέλεις λαμβάνει δώρον· διότι το δώρον τυφλόνει τους οφθαλμούς των σοφών και διαφθείρει τους λόγους των δικαίων. Το δίκαιον, το δίκαιον θέλεις ακολουθεί· διά να ζήσης και να κληρονομήσης την γην, την οποίαν Κύριος ο Θεός σου δίδει εις σε (Δευτ.ις:18-20).

Το σύστημα της δικαιοσύνης υπάρχει για την ευημερία των ανθρώπων. Ο Θεός απαγόρευσε το φόνο, τη μοιχεία, την κλοπή. Για να επιτευχθεί όμως αυτό έτσι ώστε η ζωή, ο γάμος, η περιουσία να διαφυλάττονται, θα πρέπει το δικαστήριο να λειτουργεί σωστά. Ο ψευδομάρτυρας είναι επικίνδυνος. Η μαρτυρία πρέπει να είναι αληθινή. Ο κριτής πρέπει να είναι αδιάφθορος. Αν όλο το σύστημα καταρρεύσει τότε η κατάσταση επιδεινώνεται πολύ περισσότερο. Όλη η κοινωνία βρίσκεται σε κίνδυνο.

Οι αρχές αυτές, γιατί μόνο για αρχές μπορούμε να μιλάμε καθώς δε ζούμε σε θεοκρατία έχουν την αξία τους και την ισχύ τους και σήμερα. Και σήμερα ο Θεός ζητάει ειλικρινείς μάρτυρες και αδιάφθορους δικαστές. Και σαν πιστοί αυτό ζητούμε, αυτό περιμένουμε και αυτό επιδιώκουμε από την κοινωνία μας.

Μιλήσαμε για διάφορους τρόπους με τους οποίους λέμε ψέματα και για διάφορους λόγους για τους οποίους το κάνουμε. Μιλήσαμε για την κακία, για το φόβο, για την ντροπή, για το χρήμα, για το κουτσομπολιό.

Ένας άλλος τρόπος που δεν τον αναφέραμε είναι όταν κρίνουμε κάποιον βιαστικά και καταλήγουμε σε μια ψεύτικη ετυμηγορία.

Η ιστορία που έχω στο νου μου είναι από το Β΄ Σαμ.ις και ιθ, και έχει να κάνει με τον Μεμφιβοσθέ. Αυτός αν θυμάστε ήταν γιος του Ιωνάθαν, του καλύτερου φίλου του Δαβίδ. Ήταν χωλός και στα δύο του πόδια. Όταν πέθανε ο Ιωνάθαν ο Δαβίδ είχε τον Μεμφιβοσθέ μαζί του στο παλάτι και εκεί έτρωγε σαν γιος βασιλιά (Β΄ Σαμουήλ 9:1-13). 

Ο Δαβίδ επίσης είχε προστάξει ένα δούλο του Σαούλ τον Σιβά να καλλιεργεί τα χωράφια προς όφελος του Μεμφιβοσθέ. Μάλιστα αναφέρεται πως ο Σιβά είχε 15 γιους και 20 δούλους. Όλοι δούλευαν στην περιουσία του Μεμφιοβοσθέ. Ο ίδιος όμως, όχι μόνο δε θανατώθηκε αλλά του φέρθηκε ο Δαβίδ βασιλικά, και όχι μόνο μια φορά, αλλά συνέχεια.

Όταν έγινε λοιπόν η επανάσταση του Αβεσσαλώμ και ο Δαβίδ έτρεξε να φύγει από την Ιερουσαλήμ, καθώς έφευγε είδε τον Σιβά. Προσέξτε τι έγινε στο Β΄ Σαμουήλ 16:1-4:

Και ότε ο Δαβίδ επέρασεν ολίγον κορυφήν, ιδού, Σιβά, ο υπηρέτης του Μεμφιβοσθέ, συνήντησεν αυτόν, μετά δύο όνων σαμαρωμένων, έχων επ' αυτούς διακοσίους άρτους και εκατόν βότρυς σταφίδων και εκατόν αρμαθιάς θερινών καρπών και ασκόν οίνου. Και είπεν ο βασιλεύς προς τον Σιβά, Διά τι φέρεις ταύτα; Ο δε Σιβά είπεν, Οι όνοι είναι διά την οικογένειαν του βασιλέως διά να επικάθηται, και οι άρτοι και οι θερινοί καρποί διά να τρώγωσιν οι νέοι· ο δε οίνος, διά να πίνωσιν όσοι ατονίσωσιν εν τη ερήμω. Τότε είπεν ο βασιλεύς, Και που είναι ο υιός του κυρίου σου; Και είπεν ο Σιβά προς τον βασιλέα, Ιδού, κάθηται εν Ιερουσαλήμ· διότι είπε, Σήμερον ο οίκος Ισραήλ θέλει επιστρέψει προς εμέ την βασιλείαν του πατρός μου. Και είπεν ο βασιλεύς προς τον Σιβά, Ιδού, ιδικά σου είναι πάντα τα υπάρχοντα του Μεμφιβοσθέ. Και είπεν ο Σιβά, Δέομαι υποκλινώς να εύρω χάριν εις τους οφθαλμούς σου, κύριέ μου βασιλεύ.
          
Ο γιος του καλύτερου του φίλου, ο Μεμφιβοσθέ, ο άνθρωπος τον οποίο ο Δαβίδ είχε ευεργετήσει, όταν έρχεται η ζωή του σε κίνδυνο, από τον δικό του γιο τον Αβεσσαλώμ, άδικα μάλιστα, τώρα του γυρνάει την πλάτη. Και μαθαίνει από τον Σιβά πως πίστευε ότι με όλη αυτή την ανακατωσούρα θα γίνει ο ίδιος βασιλιάς. Του λέει λοιπόν ο Δαβίδ, πιστεύοντας τον, πως ό,τι ανήκει στον Μεμφιβοσθέ είναι δικό σου.
          
Όταν τελείωσε, όμως αυτή η περιπέτεια, και γύρισαν πίσω, ήρθε η ώρα να αποδοθεί λογαριασμός. Γύρισε και ο Σιμεΐ που τον καταριόταν και μάλιστα ο Αβισαί είπε πως πρέπει να θανατωθεί, αλλά ο Δαβίδ τον συγχώρεσε. Γύρισε και ο Μεμφιβοσθέ! 

Και γράφει στο Β΄ Σαμουήλ 19:24-30:

και Μεμφιβοσθέ, ο υιός του Σαούλ, κατέβη εις συνάντησιν του βασιλέως· και ούτε τους πόδας αυτού είχε νίψει ούτε τον πώγωνα αυτού ευπρεπίσει ούτε τα ιμάτια αυτού είχε πλύνει, αφ' ης ημέρας ο βασιλεύς ανεχώρησε μέχρι της ημέρας καθ' ην επέστρεψεν εν ειρήνη. Και ότε ήλθεν εις Ιερουσαλήμ προς συνάντησιν του βασιλέως, ο βασιλεύς είπε προς αυτόν, Διά τι δεν ήλθες μετ' εμού, Μεμφιβοσθέ; Ο δε απεκρίθη, Κύριέ μου βασιλεύ, ο δούλός μου με ηπάτησε· διότι ο δούλός σου είπε, Θέλω στρώσει δι' εμαυτόν τον όνον, και θέλω αναβή επ' αυτόν και υπάγει προς τον βασιλέα· διότι ο δούλός σου είναι χωλός· και εσυκοφάντησε τον δούλον σου προς τον κύριόν μου τον βασιλέα· πλην ο κύριός μου ο βασιλεύς είναι ως άγγελος Θεού· κάμε λοιπόν το αρεστόν εις τους οφθαλμούς σου· διότι πας ο οίκος του πατρός μου δεν ήτο παρά άξιος θανάτου ενώπιον του κυρίου μου του βασιλέως· συ όμως κατέταξας τον δούλον σου μεταξύ εκείνων οίτινες έτρωγον επί της τραπέζης σου· και τι δίκαιον έχω εγώ πλέον, και διά τι να παραπονώμαι έτι προς τον βασιλέα; Και είπε προς αυτόν ο βασιλεύς, Διά τι λαλείς έτι περί των πραγμάτων σου; εγώ είπα, Συ και ο Σιβά διαμοιράσθητε τους αγρούς. Και είπεν ο Μεμφιβοσθέ προς τον βασιλέα, Και τα πάντα ας λάβη, αφού ο κύριός μου ο βασιλεύς επέστρεψεν εις τον οίκον αυτού εν ειρήνη.
 
Ο ίδιος ο Δαβίδ έπεσε θύμα ψευδομαρτυρίας, και καθώς το πίστεψε έβγαλε μια κρίση που ήταν και αυτή ψεύτικη. Ο ίδιος δέχτηκε το ψέμα του Σιβά και το επανέλαβε δίνοντας του αρχικά όλη την περιουσία. Ο ίδιος πιστεύοντας το έγινε ψευδομάρτυρας για τον Μεμφιβοσθέ. Πίστεψε ένα ψέμα και το επανέλαβε. Έτσι ταξιδεύει το ψέμα.

Πολύ συχνά πιστεύουμε εύκολα μια κακή φήμη. Και στη συνέχεια γινόμαστε εμείς ψευδομάρτυρες με βάση αυτό που ακούσαμε. Συμβαίνει εξαιτίας των Μ.Μ.Ε., στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο. Ακούς κάτι, σχηματίζεις μια γνώμη και την επαναλαμβάνεις. Θέλει προσοχή να μην κρίνουμε εύκολα και αβίαστα. Και κυρίως να μην αλλάζουμε έστω και στο ελάχιστο αυτό που κάποιος είπε.

Πόσες φορές δεν έχει τύχει να βρεθείτε μπροστά σε κάποια συζήτηση και να λέει ο ένας, «εγώ ποτέ δεν είπα κάτι τέτοιο». Λίγο να «στρίψεις», μεταφέροντας τα λόγια κάποιου, αλλάζεις ολόκληρες καταστάσεις. Ο χριστιανός λέει αλήθεια.

Και η ψευδής μαρτυρία είναι και αυτή μια κλοπή. Στο ου κλέψεις ασχοληθήκαμε με την κλοπή της περιουσίας, αλλά κυρίως εδώ υπάρχει κλοπή του ονόματος κάποιου. Και νομίζω πως εννοείται ότι ο «πλησίον» ιδιαίτερα στην Καινή Διαθήκη πια, σαφώς είναι οι αδελφοί στην Εκκλησία, αλλά και όλος ο κόσμος.
Συνεχίζεται