Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

«Η Εκκλησία, μια κοινωνία θεραπείας και συγ­χώρησης».


Ο ρόλος της χριστιανικής Εκκλησίας στο σπουδαίο αυτό έργο της εξομολόγησης και της συγχώρησης των αμαρτιών.
Στην επιστολή του Ιακώβου (ε:16), ο λόγος του Θεού μας προτρέπει, «εξομολογείσθε εις αλλή­λους τα πταίσματά σας και εύχεσθε υπέρ αλλήλων διά να ιατρευθήτε». Θα πρέπει να τονίσουμε ευθύς εξ αρχής ότι η λέξη «Εκκλησία» στην Καινή Διαθήκη, δεν σημαίνει ένα σύνολο ιεραρχίας, ούτε μια ομάδα αν­θρώπων προικισμένων με ιδιαίτερα χαρίσματα και εξουσίες, αλλά συμπεριλαμβάνει όλους τους πι­στούς που αποτελούν μια τοπική Εκκλησία, το λαό του Θεού, το σώμα του Ιησού Χριστού. Αυτή η Εκ­κλησία έχει υψηλή αποστολή και διακονία στο έργο της εξομολόγησης και της συγχώρησης. Αυτό εννοεί ο λόγος του Θεού με τα λόγια «εξομολογείσθε εις αλλήλους τα πταίσματά σας και εύχεστε υπέρ αλλή­λων διά να ιατρευθήτε». Η Εκκλησία λοιπόν είναι μια κοινωνία θεραπείας και συγχώρησης.
 
Αυτές οι δύο λέξεις «θεραπεία» και «συγχώ­ρηση» περιγράφουν την πνευματική ευθύνη που έ­χουμε απέναντι στους αδελφούς μας που αμαρτά­νουν. Όταν μιλάμε για συγχώρηση των αμαρτιών, νομίζουμε ότι μια τέτοια διακονία αφορά εκείνους μόνο που δεν είναι και τόσο πνευματικοί. Οι χαρα­κτηρισμένοι αμαρτωλοί είναι αποκλειστικά και μό­νο αυτοί που χρειάζονται τη διακονία της θεραπεί­ας και της συγχώρησης. Στην πραγματικότητα όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο και μάλιστα παρά­δοξο. Όταν ένας πιστός αυξάνει στον αγιασμό και στην πνευματική ζωή, αυξάνει η αγάπη του για το Θεό και τη δικαιοσύνη, αποζητά τη λατρεία του Θεού και επιδιώκει το καλό και τη διακονία του ευαγγε­λίου. Αλλά μαζί με όλα αυτά, αυξάνει και η αμαρτία στη ζωή του.
Πώς γίνεται όμως κάτι τέτοιο; Απλά ο πνευ­ματικός άνθρωπος γίνεται πιο ευαίσθητος στην α­μαρτία. Εκεί που πρώτα δεν διέκρινε την αμαρτία γιατί δικαιολογούσε ο ίδιος τις κακές του πράξεις ή τις παραλείψεις του σε σχέση με το θέλημα του Θε­ού φορτώνοντας την αιτία στους άλλους, τώρα που αυξήθηκε στην πνευματική του ζωή αναγνωρίζει τη δική του ευθύνη. Αρχίζει επίσης να αναγνωρίζει α­μαρτίες στη ζωή του που οφείλονται στην παράλει­ψή του να κάνει το καλό και να υπηρετήσει το Θεό στο πρόσωπο των συνανθρώπων του. Ο πιστός α­μαρτάνει ακόμα και όταν αδιαφορεί για τον πεινα­σμένο, τον άρρωστο, αυτόν που δεν έχει τα μέσα να θεραπευθεί, τον άστεγο που του ζητά στέγη, τροφή και ενδυμασία. Αμαρτάνει όμως κυρίως όταν αμελεί και αδιαφορεί για τον ευαγγελισμό αυτών με τους οποίους έρχεται σε επαφή.
Μπορούμε λοιπόν να καταλάβουμε πόσο ση­μαντική είναι αυτή η διακονία της θεραπείας και της συγχώρησης στη ζωή όλων των πιστών. Γι' αυτό το λόγο, οι απόστολοι στις επιστολές τους που περι­έχονται στην Καινή Διαθήκη ασχολούνται με αυτό το θέμα της πνευματικής θεραπείας, μια ανάγκη που προκύπτει από την συγχώρηση των αμαρτιών στη ζωή του πιστού. Όταν ο Θεός μας προτρέπει στο λόγο Του να διακονήσουμε τους ασθενείς αδελ­φούς μας που περιπίπτουν σε αμαρτήματα, απευθύ­νεται ταυτόχρονα και στους πνευματικά δυνατούς λέγοντάς τους να προσέχουν να μη πειραστούν οι ί­διοι (Γαλ.ς:1). Ο πειρασμός στον οποίο αναφέρεται ο λόγος του Θεού είναι η πνευματική υπερηφάνεια. Υπάρχει ο φόβος συγκρίνοντας τον εαυτό μας με τον αμαρτήσαντα αδελφό, να διακρίνουμε στον ε­αυτό μας υπεροχή, γιατί εμείς δεν διαπράξαμε μια ανάλογη αμαρτία και να κατακρίνουμε στη συνεί­δηση μας τον αδελφό μας.
Μια βασική προϋπόθεση λοιπόν αυτής της δι­ακονίας είναι η εμπειρία που πρέπει να έχει ο ίδιος στη δική του ζωή. Να έχει δηλαδή δεχθεί ο ίδιος τη διακονία του ελέγχου περί αμαρτίας, να έχει περά­σει από τη διαδικασία της μετάνοιας, της εξομολό­γησης και της συγχώρησης. Μια τέτοια εμπειρία τον καθιστά ικανό να βοηθήσει κάποιον αδύνατο αδελ­φό που έχει αμαρτήσει. Η διακονία του θα είναι ευ­λογημένη αν ο αδελφός άρχιζε τη νουθεσία του μι­λώντας πρώτ' απ' όλα για τη δική του αμαρτία που συγχωρήθηκε επειδή κάποιος άλλος αδελφός τον διακόνησε.
Έτσι επιβεβαιώνεται αυτή η αλήθεια του ευ­αγγελίου που περιέχεται στη φράση «εξομολογεί­σθε εις αλλήλους». Η λέξη «αλλήλους» περιγράφει αυτή τη διμερή σχέση που έχουμε με τους αδελφούς μας. Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί την λέξη «αλλή­λους» πολλές φορές, πράγμα που σημαίνει ότι ο κά­θε πιστός έχει διπλή σχέση με τους αδελφούς του. «Αγαπάτε αλλήλους», «εξομολογείσθε εις αλλή­λους», «συγχωρείτε αλλήλους», «εύχεσθε υπέρ αλ­λήλων», «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε». Η έννοια της λέξης «αλλήλους» σημαίνει ότι άλλοτε αμαρτάνουμε εμείς και έχουμε ανάγκη τη συμπαράσταση των άλλων και άλλοτε αμαρτάνουν οι άλλοι και έχουν ανάγκη τη δική μας συμπαράσταση. Άλλοτε χρειάζεσαι εσύ την έμπρακτη αγάπη του αδελφού σου και κάποτε χρειάζεται εκείνος τη δική σου. Άλ­λοτε σηκώνει τα δικά σου βάρη ο αδελφός σου και άλλοτε σηκώνεις εσύ τα δικά του.
Θα πει κανείς όμως: Πού είναι η εκκλησιαστι­κή πειθαρχία για τον αδελφό που έχει αμαρτήσει; Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι ο σκοπός της πνευ­ματικής πειθαρχίας δεν είναι η τιμωρία, αλλά η α­ποκατάσταση, η συγχώρηση, η θεραπεία του αμαρ­τωλού. Η Εκκλησία του Χριστού είναι πρώτα νοσοκομείο και μετά είναι δικαστή­ριο. Υπάρχουν σ' αυτήν όλες οι ειδικότητες για τη θεραπεία όλων των αμαρτωλών..
Ένα καλό παράδειγμα αυτής της διακονίας είναι ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Όταν οι Φαρισαίοι έφεραν τη γυναίκα που είχαν συλλάβει επ’ αυτοφώρω μoιχευoμένη, ρώτησαν το Χριστό: «Εν τω νόμω ο Μωϋσής προσέταξεν ημάς να λιθο­βολούνται αι τοιαύται, συ τι λέγεις;» (Ιωάν.η:5). Στην πρόκληση αυτή ο Χριστός, αντί να εκφέρει κρίση και να την καταδικάσει ως κριτής, την υπηρέτησε με τη διακονία της θεραπείας και της συγχώρησης, φα­νερώνοντας για ακόμη μια φορά ότι η αποστολή Του δεν ήταν να κρίνει τον αμαρτωλό, αλλά να τον οδηγήσει στη μετάνοια και τη συγχώρηση. Αφού έ­λεγξε τους Φαρισαίους με τα λόγια «Ο αναμάρτη­τος, πρώτος ας ρίψη τον λίθον επ' αυτήν» εκείνοι έ­φυγαν (Ιωάν.η:7). Αφού λοιπόν έφυγαν όλοι οι κατή­γοροί της ελεγχόμενοι από την ίδια τους τη συνεί­δηση, ο Χριστός είπε στη γυναίκα «ουδέ εγώ σε κα­ταδικάζω, ύπαγε και εις το εξής μη αμάρτανε» (Ιωάν.η:11).
Αυτό είναι το έργο της Εκκλησίας προς τον α­μαρτωλό. Η θεραπεία και η συγχώρηση. Ας μάθουμε το μάθημα αυτό από το παράδειγμα του Ιησού Χριστού, ο οποίος δεν ήρθε στον κόσμο για να τον κρίνει, αλλά για να τον σώσει.