Γέν.κβ:1
Το να έρχεται ο Κύριος των δυνάμεων, ο ΓΙΑΧΒΕ ΣΑΒΑΩΘ και να σε φωνάζει με το μικρό σου όνομά, σημαίνει ότι θέλει να έχει μια προσωπική σχέση μαζί σου.
εδοκίμασε: όχι για να αμαρτήσει, αλλά δοκίμασε την αγάπη του (Ιάκ.α:12-15).
Γέν.κβ:2
Υπάρχουν διάφορα είδη δοκιμασιών: δοκιμασίες απ’ το διάβολο και δοκιμασίες απ’ τις εξωτερικές περιστάσεις. Αλλά η μεγαλύτερη όλων, στο χαρακτήρα της, είναι η δοκιμασία που έρχεται κατ’ ευθείαν απ’ το Θεό όταν Αυτός βάζει το παιδί του στο καμίνι για να δοκιμάσει την πραγματικότητα της πίστης του. Ο Θεός το κάνει γιατί θέλει την πραγματικότητα. Δεν αρκεί να λέει κανείς: “Κύριε, Κύριε” ή “Εγώ υπάγω, Κύριε”. Πρέπει να δοκιμαστεί η καρδιά στα βάθη της για να μην μείνει μέσα κανένα στοιχείο υποκρισίας ή κάποιου αισθήματος ξένου προς το θέλημα του Θεού. Ο Θεός λέει: “Υιέ μου, δός την καρδίαν σου εις εμέ” (Παρ.κγ:26). Δεν λέει, Δώσε μου το κεφάλι σου ή το νού σου ή τα ταλέντα σου ή τα λεφτά σου! Και για να αποδείξει την ειλικρίνια της απαντήσεώς μας, βάζει το χέρι Του σ’ εκείνο που θίγει κατ’ ευθείαν την καρδιά μας.
Ο Θεός λοιπόν δοκιμάζει τον Αβραάμ στην πιο στενή σχέση αγάπης που είχε μέσα στην καρδιά του (...τον οποίον ηγάπησας). Ο Ισαάκ είχε αρχίσει να γίνεται πολύ απαραίτητος στον Αβραάμ και έμπαινε ανάμεσα στη σχέση του με το Θεό παραβιάζοντας την πρώτη εντολή. Ο Θεός προκειμένου να αποτρέψει κάθε επιθυμία που θα γεννούσε θάνατο, δοκιμάζει τον Αβραάμ και το ίδιο κάνει πολλές φορές και σε μας όταν βλέπει ότι κάτι είναι αναγκαίο για τη σωτηρία μας. Αυτοί που ο Θεός θα πάρει κοντά Του θα είναι όσοι θα έχουν απαρνηθεί τα πάντα μέσα στην καρδιά τους. Μέσα στην καρδιά είναι που γίνεται πρώτα η θυσία, και μετά δεν υπάρχει πρόβλημα να το κάνεις και στην πράξη.
Πλησιάζει λοιπόν ο Θεός την καρδιά του Αβραάμ και την κάνει να κατέβει στα βάθη του χωνευτηριού. Ο Θεός “αγαπά αλήθειαν εν τη καρδία” (Ψαλμ.να:6). Μπορεί να υπάρχει πολύ αλήθεια στα χείλη και το νού, αλλά ο Θεός τη θέλει και τη ζητάει στην καρδιά. Οι συνηθισμένες αποδείξεις της αγάπης δεν Τον ικανοποιούν. Ο Ιδιος δεν αρκέστηκε να μας δώσει μια συνηθισμένη απόδειξη της αγάπης Του, έδωσε το Γιο Του!
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν ο Θεός μας δοκιμάζει έτσι, μας τιμά πολύ. Δεν αναφέρεται πουθενά ότι ο Θεός δοκίμασε τον Λωτ. Αυτός ποτέ δεν στάθηκε σ’ αυτό το ύψος ώστε ο Θεός να μπορέσει να τον δοκιμάσει. Η κατάσταση της καρδιάς του ήταν τόσο φανερή ώστε ο Κύριος να μην χρειάζεται το καμίνι για να την αποδείξει. Ο Θεός ήξερε καλά ότι ο Αβραάμ Τον αγαπά περισσότερο από τα Σόδομα, ήθελε όμως να αποδείξει ότι ο υπηρέτης Του Τον αγαπά περισσότερο από κάθε τι και γι’ αυτό βάζει το χέρι Του σε ό,τι του ήταν πιο αγαπητό. Ο Ισαάκ ήταν ο “υιός της επαγγελίας”, το αντικείμενο της ελπίδας του που το περίμενε τόσο πολύ καιρό, το αντικείμενο της πατρικής αγάπης, ιδιαίτερα τώρα που είχε φύγει και ο Ισμαήλ. Αυτός ο Ισαάκ πρέπει να προσφερθεί ολοκαύτωμα! Αυτό και βέβαια είναι μια δοκιμασία της πίστης (Α’Πέτρ.α:7).
Αν ο Αβραάμ δεν στηριζόταν στον Κύριο με απλότητα και με όλη του την καρδιά, δεν θα μπορούσε να υπακούσει αδίστακτα σε μια εντολή που τον δοκίμαζε τόσο βαθιά. Αλλά επειδή ο ίδιος ο Θεός ήταν το ζωντανό και διαρκές υποστήριγμα της καρδιάς του, ο Αβραάμ ήταν έτοιμος ν’ αφήσει τα πάντα γι’ Αυτόν.
Για 25 χρόνια ο Αβραάμ περίμενε και πίστευε την υπόσχεση της επαγγελίας, το υποσχεθέν σπέρμα. Τώρα ο Θεός του ζητάει να θυσιάσει το αντικείμενο της πίστης του. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Αβραάμ δοκιμαζόταν, είχε αφήσει τους συγγενείς του στην Ούρ, άφησε τον πατέρα του στη Χαράν, αποχωρίστηκε τον Λωτ, την Αγαρ και τον Ισμαήλ, η Σάρρα είναι ηλικιωμένη και σε λίγο θα πέθαινε. Δεν μένει παρά ο Ισαάκ, το μόνο στοιχείο που δένει τον Αβραάμ μ’ αυτή τη γή. Κι αυτό το δέσιμο ο Θεός θέλει να το κόψει γιατί θέλει τον Αβραάμ.
Η ψυχή που βρίσκει στο Θεό “πάσας τας πηγάς της” (Ψαλμ.πζ:7) μπορεί αδίστακτα ν’ αφήσει όλες τις ανθρώπινες στέρνες. Οσο πιο πολύ γνωρίζουμε τον Πλάστη μας, τόσο πιο εύκολα μπορούμε να απαρνιόμαστε τα πλάσματά Του. Το να προσπαθεί κανείς να εγκαταλείψει τα βλεπόμενα με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, εκτός με την ενέργεια της πίστης, είναι ένα έργο μάταιο. Η ψυχή θα διατηρεί τον Ισαάκ της μέχρι να βρει τα πάντα στο Θεό. Οταν δια πίστεως μπορούμε να λέμε τον Ψαλμ.μς:1 μπορούμε να προσθέτουμε και τον Ψαλμ.μς:2.
Μοριά: Λόφος που βρίσκεται μέσα από τα τείχη της Ιερουσαλήμ, και είναι ο ίδιος τόπος όπου ο Δαβίδ θυσίασε στο αλώνι του Ορνάν. Δέκα αιώνες μετά τη θυσία του Ισαάκ, ο ναός του Σολομώντα χτίστηκε στο ίδιο μέρος. Σαν λέξη έχει πολλές όμορφες έννοιες: “εκλεκτός του Γιάχβε”, “ο Γιάχ είναι δάσκαλος”, “ο Γιάχ είναι προμηθευτής”, “προβλευθείς από τον Γιάχ”.
επί ενός των ορέων: Για τη λέξη “όρος”, στα Εβραϊκά χρησιμοποιείται η λέξη “χάρ” που σημαίνει λόφος. Αυτό το μέρος θα το διάλεγε ο Θεός που μέσα απ’ όλα αυτά έβλεπε το Γολγοθά.
τον μονογενή: Κι ο Θεός “έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή” που τον αγαπούσε πολύ.
Γέν.κβ:3
Ενωρίς το πρωί: Απ’ την αρχή της ημέρας. Δεν το “τράβηξε” ο Αβραάμ για να χαρεί όσο πιο πολύ μπορούσε το γιο του. Χωρίς να χρονοτριβεί υπακούει αμέσως (Ψαλμ.ριθ.60).
Η πίστη δεν σταματά ποτέ για να εξετάσει τις περιστάσεις ή για να σκεφτεί τ’ αποτελέσματα αλλά προσβλέπει μόνο στο Θεό και λέει: Γαλ.α:15-16. Μόλις συμβουλευτούμε τη σάρκα και το αίμα, ζημιώνουμε τη μαρτυρία και τη διακονία μας γιατί η σάρκα και το αίμα δεν μπορούν να υπακούσουν.
Για να είμαστε ευτυχισμένοι και να δοξάζεται ο Θεός, πρέπει να σηκωνόμαστε νωρίς το πρωί και με τη χάρη Του να κάνουμε το θέλημά Του. Αν ο λόγος του Θεού είναι η πηγή των δραστηριοτήτων μας θα μας δίνει δύναμη και σταθερότητα για να ενεργούμε. Ενώ, αν ενεργούμε μόνο από ξένη παρακίνηση, μόλις η παρακίνηση σταματήσει, μαζί της θα σταματήσει και η ενέργεια.
Δύο πράγματα είναι απαραίτητα για μια ενεργητική, συνεπή, και σταθερή ζωή: Το Αγιο Πνεύμα σαν δύναμη και ο λόγος του Θεού σαν οδηγός.
Συχνά συναντούμε κάτι που μοιάζει με αφοσίωση, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια άστατη δραστηριότητα μιας θέλησης που δεν υποτάσσεται στην ενέργεια του λόγου του Θεού. Αυτού του είδους οι “αφοσιώσεις” έχουν μόνο εξωτερικό φαινόμενο αλλά καμιά αξία. Το πνεύμα που τις παράγει σβήνει πολύ γρήγορα.
Μπορούμε να ορίσουμε σαν αρχή ότι, κάθε φορά που η αφοσίωση υπερβαίνει τα όρια που έχει θέσει ο Θεός, αυτή είναι ύποπτη. Αν δεν φτάνει αυτά τα όρια, είναι ατελής ενώ αν τα υπερβαίνει πλανάται! Υπάρχουν βέβαια ενέργειες και περιπτώσεις που το Πνεύμα το Αγιο έχοντας την απόλυτη κυριαρχία υψώνεται πάνω από τα συνηθισμένα όρια, αλλά σ’ αυτές τις περιπτώσεις η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος είναι τόσο δυνατή ώστε να πείθει κάθε πνευματικό άνθρωπο. Ακόμα αυτές οι περιπτώσεις ποτέ δεν αντιφάσκουν με κανένα τρόπο μ’ αυτή την αλήθεια: ότι η πιστότητα και η αληθινή αφοσίωση στηρίζονται πάντοτε σε μια θεία αρχή και κυβερνώνται απ’ αυτήν. Το να θυσιάσει κανείς το γιο του είναι πράξη εξαιρετικής αφοσίωσης, αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι εκείνο που έδωσε σ’ αυτή την πράξη όλη την αξία, στα μάτια του Θεού, ήταν απλά ότι στηρίχτηκε στην εντολή του Θεού.
Γέν.κβ:4
την τρίτη ημέρα: Ο Αβραάμ ουσιαστικά θυσίασε τον Ισαάκ την πρώτη μέρα και την τρίτη τον πήρε πίσω ζωντανό. Αυτές οι τρεις μέρες ήταν μέρες θλίψης για τον Αβραάμ. Τύπος της ανάστασης του Ιησού την τρίτη μέρα.
Ο Αβραάμ είδε τον τόπο από μακριά, όπως ο Θεός είδε τη θυσία απο καταβολής κόσμου.
Γέν.κβ:5
Στην Εβρ.ια:17-19 διαβάζουμε ότι ο Αβραάμ σκέφτηκε “ότι ο Θεός δύναται και εκ νεκρών να ανεγείρη”. Αυτή η πίστη έβαλε στο στόμα του τα λόγια “εγώ δε και το παιδάριον θέλομεν υπάγει έως εκεί και αφού προσκυνήσωμεν θέλομεν επιστρέψει πρός εσάς”. Αυτή η πίστη είναι αξιοσημείωτη γιατί δεν είχε συμβεί ανάσταση μέχρι εκείνη τη στιγμή!
Ο Αβραάμ λοιπόν δεν έλεγε ψέματα, πίστευε πριν πάει εκεί ότι θα έπαιρνε πίσω ζωντανό τον Ισαάκ. Ισως ο Θεός να του έδειξε εκεί τη μεγαλύτερη θυσία, την ημέρα του Κυρίου (Ιωάν.η:56).
παιδάριον: σύμφωνα με σχολιαστές της Βίβλου, η λέξη “Ναχάρ” που ερμηνεύεται “παιδάριο”, εννοεί άντρα 25-36 χρονών. Αυτό σημαίνει ότι ο Ισαάκ δεν ήταν ένα μικρό παιδάκι, αλλά άντρας που πήγε με τη θέλησή του πάνω στο βωμό για να θυσιαστεί. Μπορούμε να το καταλάβουμε άλλωστε αυτό, από το ότι σήκωσε μόνος του τα ξύλα της θυσίας.
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο εδώ που συνδέεται με την αληθινή αφοσίωση κι αυτό είναι το πνεύμα της λατρείας: “και αφού προσκυνήσωμεν”! Ενας αφοσιωμένος υπηρέτης, δεν έχει το βλέμμα του στραμμένο στη δουλειά του, όσο σπουδαία κι αν είναι, αλλά στον Κύριό του. Αν αγαπώ τον Κύριό μου, δεν με νοιάζει τί δουλειά πρέπει να κάνω, δεν υπάρχει διαφορά. Κάποιος είπε ότι, αν δύο άγγελοι στέλνονταν από τον ουρανό, ο ένας να κυβερνά μια ήπειρο κι ο άλλος να σκουπίζει τους δρόμους, δεν θα φιλονικούσαν για τη δουλειά τους. Αν αυτό είναι αλήθεια για τους αγγέλους, δεν θα πρέπει να είναι και για μάς; Ο χαρακτήρας του υπηρέτη με το χαρακτήρα του λατρευτή πρέπει να είναι πάντοτε ενωμένοι. Πρέπει ν’ αρχίζουμε κάθε δουλειά για τον Κύριο με το πνεύμα αυτών των λόγων: “Εγώ και το παιδάριον θέλομεν υπάγει έως εκεί και θα προσκυνήσωμεν” Ετσι θα είμαστε προφυλαγμένοι από μια καθαρά μηχανική διακονία, που πολλές φορές είμαστε επιρρεπείς, δουλεύοντας από αγάπη για το έργο παρά για τον Κύριο. Ολα πρέπει να απορρέουν από μια απλή πίστη στο Θεό και από υπακοή στο λόγο Του.
Μόνο όταν περπατάμε δια πίστεως, μπορούμε ν’ αρχίζουμε, να εξακολουθούμε και να τελειώνουμε τα έργα μας σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Ο Αβραάμ δεν ξεκίνησε μόνο για να προσφέρει το γιο του, αλλά συνέχισε το δρόμο του μέχρι εκεί που του υπέδειξε ο Θεός.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ