Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 29 Ιουνίου 2019

Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ (2)


Η μετάθεση του Παράδεισου

Υπήρξε, παρ’ όλα αυτά, μια σημαντική αλλαγή στον κόλπο του Αβραάμ. Ο Παράδεισος τώρα πια βρίσκεται στον Ουρανό. Ο κάθε πιστός, όταν φεύγει από αυτή τη ζωή, αντί να πηγαίνει σ’ αυτό το μέρος του Άδη, μπαίνει στον ουρανό, όπου απολαμβάνει αμέσως την ίδια ευλογημένη παρουσία του Κυρίου Ιησού Χριστού.

Πότε όμως έγινε αυτή η τόσο σπουδαία αλλαγή; Απαντώντας στην ερώτηση αυτή, θα ήθελα αμέσως να πω ότι η αλλαγή αυτή δεν έγινε πριν από το θάνατο και την ανάσταση του Χριστού. Κι αυτό φαίνεται όταν συγκρίνουμε τρία μέρη από το λόγο του Θεού. Ο Δαβίδ, διακήρυξε: «...έτι δε και η σαρξ μου θέλει αναπαυθεί επ’ ελπίδι. Διότι δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν μου εν τω Άδη... (Ψαλμ.ις:9,10).


Ο Πέτρος εξήγησε ότι ο Δαβίδ μιλούσε «περί της αναστάσεως του Χριστού, ότι δεν εγκατελείφθη η ψυχή αυτού εν τω Άδη, ουδέ η σαρξ αυτού είδε διαφθοράν» (Πράξ.β:31). Ο Κύριός μας, καθώς κρεμόταν στο Σταυρό, έδωσε τούτη τη διαβεβαίωση στον ετοιμοθάνατο ληστή που είχε πιστέψει σ’ Εκείνον: «Σήμερον θέλεις είσθαι μετ’ εμού εν τω παραδείσω» (Λουκ.κγ:43).

Ας προσέξουμε άλλη μια φορά τα λόγια του εδαφίου Πραξ.β:31. Ο Πέτρος είπε ότι ο Δαβίδ μιλούσε για τον Ιησού Χριστό όταν έλεγε ότι η ψυχή Του (δηλαδή, η ψυχή του Χριστού) «δεν εγκατελείφθη στον Άδη». Αφού όπως ο Δαβίδ και ο Πέτρος εξήγησαν ότι ο Κύριός μας πήγε στον Άδη μετά το θάνατό Του κι αφού ο Χριστός υποσχέθηκε στον ετοιμοθάνατο ληστή ότι θα ήταν μαζί στον Παράδεισο εκείνη την ίδια μέρα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Παράδεισος ήταν και τότε ακόμα κάτω από την επιφάνεια της γης σ’ ένα μέρος που λεγόταν Άδης εκείνο τον καιρό. Δεν πέρασαν πολλά χρόνια όμως μετά το θάνατο και την ανάσταση του Χριστού, και ο απόστολος Παύλος στην Β' Κορ.ιβ:2,4 βλέπουμε να ταυτίζει την τοποθεσία του «τρίτου ουρανού» με αυτή του παραδείσου. Ο Παράδεισος λοιπόν δεν ήταν πια στον Άδη όταν ο απόστολος έγραφε εκείνα τα λόγια, αλλά ήταν σ’ ένα καινούργιο τόπο. Αντίθετα λοιπόν με την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, ο Παράδεισος τώρα πια βρίσκεται στον Ουρανό.

Και ξαναρωτάμε. Πότε έγινε αυτή η αλλαγή; Ο Ιησούς αμέσως μετά την ανάστασή Του είπε στην Μαρία τα εξής:

«Μη μου άπτου διότι δεν ανέβην έτι προς τον Πατέρα μου- αλλ’ ύπαγε προς τους αδελφούς μου, και ειπέ προς αυτούς, αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεόν μου και Θεόν σας» (Ιωάν.κ:17).

Το βραδινό εκείνης της ίδιας μέρας, παρόλα αυτά, ακούμε τον Ιησού Χριστό να προσκαλεί τους μαθητές Του να τον αγγίξουν. Να, πώς μας το περιγράφει ο Λουκάς:

«Και είπε προς αυτούς, δια τι είσθε τεταραγμένοι; και διατί αναβαίνουσιν εις τας καρδίας σας διαλογισμοί; Ιδέτε τας χείρας μου και τους πόδας μου, ότι αυτός εγώ εί-μαι. Ψηλαφίσατέ με και ιδέτε· διότι πνεύμα σάρκα και οστά δεν έχει, καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα» (κδ:38-39).

Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι σε κάποια χρονική στιγμή ανάμεσα από την πρωινή εμφάνιση του Κυρίου μας στην Μαρία και τη συνάντησή Του με τους μαθητές Του εκείνο το ίδιο βράδυ, ο Χριστός είχε ανεβεί στον Πατέρα και επέστρεψε. Και ίσως να ήταν τότε που το ανώτερο τμήμα του Άδη άδειασε από τις ψυχές των δικαίων. Ίσως να ήταν τότε που «ο τρίτος ουρανός», ο τόπος όπου είναι ο ίδιος ο Θεός, έγινε η νέα τοποθεσία του Παραδείσου. Έτσι, τώρα, αντίθετα με εκείνους τους πιστούς που πέθαιναν πριν τη σταύρωση, το πιστό παιδί του Θεού μπαίνει στην παρουσία του Κυρίου Του στον Ουρανό την ίδια στιγμή που θα πεθάνει.

Ίσως αυτή τη μεταβίβαση των λυτρωμένων από τον Άδη στον Ουρανό να είχε ο απ. Παύλος στο νου του όταν έγραφε:

«Αναβάς εις ύψος, ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν, και έδωκε χαρίσματα εις τους ανθρώπους». Το δε, ανέβη, τι είναι, ειμί ότι και κατέβη πρώτον εις τα κατώτερα μέρη της γης; Ο καταβάς, αυτός είναι και ο αναβάς υπεράνω πάντων των ουρανών, δια να πληρώσει τα πάντα» (Εφες.δ:8-10).

Μερικοί σχολιαστές της Βίβλου σχετίζουν το ανάγνωσμα αυτό με τα λόγια του Πέτρου, όπου, μιλώντας για τον Χριστό είπε ότι «πορευθείς εκήρυξε και προς τα πνεύματα τα εν τη φυλακή, τα οποία ηπείθησαν ποτέ, ότε η μακροθυμία του Θεού επρόσμενε ποτέ αυτούς εν ταις ημέραις του Νώε» (Α’ Πέτρ.γ:19,20).

Συννεχίζεται