Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΗ ΚΑΘΑΡΣΗ
Είναι εξαιρετικά σοβαρή η
διαπίστωση ότι ο απόστολος Παύλος, στον κατάλογο των έργων της σάρκας,
βεβαιώνει ότι οι αμαρτίες της ψυχής οδηγούν στο ίδιο ολέθριο κατάντημα που
οδηγούν και οι αμαρτίες του σώματος:
Φανερά δέ είναι τά έργα τής
σαρκός, τά οποία είναι μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια, ειδωλολατρεία,
φαρμακεία, έχθραι, έριδες, ζηλοτυπίαι, θυμοί, μάχαι, διχοστασίαι, αιρέσεις,
φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κώμοι, καί τά όμοια τούτων, περί τών οποίων σάς προλέγω,
καθώς καί προείπον, ότι οι τά τοιαύτα πράττοντες βασιλείαν Θεού δέν θέλουσι
κληρονομήσει. (Γαλ.ε:19-21).
Καθώς λοιπόν, αποκληρώνεται από τη
Βασιλεία του Θεού ο πόρνος, αποκληρώνεται και ο ζηλόφθονος ή καθώς θα αποκληρωθεί
ο μοιχός, θα αποκληρωθεί κι αυτός που δημιουργεί κακόβουλες διαμάχες
(διχοστασίες) και τα παρόμοια.
«Οι τα τοιαύτα πράττοντες»,
εκείνοι δηλαδή που έχουν στη ζωή τους σαν πρόγραμμα να κάνουν τα έργα της
σάρκας, όχι μονάχα την πορνεία την ακαθαρσία ή την ασέλγεια, αλλά και τις
έχθρες, τις έριδες ή τις διχοστασίες και τα παρόμοιά τους. Όλοι αυτοί και οι
μεν και οι δε, συμπεριλαμβάνονται στον ίδιον κατάλογο της πνευματικής
χρεοκοπίας: «βασιλείαν Θεού δεν θέλουσι κληρονομήσει».
Αυτή η φοβερή προειδοποίηση πρέπει
να παρακινεί τον ειλικρινή Χριστιανό σε διαρκή αυτοεξέταση της πνευματικής του
ζωής, σε μια αυτοεξέταση εσωτερική και αυστηρή. Είναι αυτό ένα ηθικό έργο που ο
πιστός βοηθιέται από το Άγιο Πνεύμα.
Επειδή το Πνεύμα τοποθετεί
καθημερινά τον πιστό απέναντι στο τέλειο υπόδειγμα, στον Χριστό. Είναι επίσης
το Πνεύμα που διαρκώς προβάλλει στη συνείδησή μας όλες τις ατέλειες και τις
αμαρτίες μας και συνάμα μας παρακινεί να κρίνουμε αυστηρά τον εαυτό μας, γι ' αυτές τις ατέλειες και
τις αμαρτίες μας. Έτσι κρίνομε τον εαυτό μας καθώς μας κρίνει ο Θεός. Έτσι, σαν
πιστοί, ανανεώνομε συνεχώς την κατάστασή μας στη χάρη που λάβαμε, από τότε που
πιστέψαμε στο Χριστό. Έτσι αποβλέπομε συνεχώς σ' Αυτόν και λαμβάνομε την
κάθαρση από τα καθημερινά μας παραπτώματα με το ίδιο Αίμα που καθαριστήκαμε από
τις αμαρτίες ολόκληρης της περασμένης ζωής μας.
«εάν όμως περιπατώμεν εν τώ φωτί,
καθώς αυτός είναι εν τώ φωτί, έχομεν κοινωνίαν μετ' αλλήλων, καί τό αίμα
τού Ιησού Χριστού τού Υιού αυτού
καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α' Ιωάν.α:7).
Ο απόστολος Παύλος συνδέει την
καθημερινή εξομολόγηση και κάθαρση της ψυχής, με τη συνεχή χορήγηση συγγνώμης
από τη θεία δικαιοσύνη, χρησιμοποιώντας τον ενεστώτα «δικαιών», που
σημαίνει ότι ο Θεός δεν παύει ποτέ να δέχεται εξομολογήσεις και να σκεπάζει
αμαρτίες που Του παρουσιάζουν οι δικοί Του για την κάθαρση και την αποκατάστασή
τους. «Θεός ο δικαιών» (Ρωμ.η:33). Εδώ παίρνει το νόημά της και η
διαβεβαίωση του απ. Παύλου, «εάν ημείς απιστούμεν εκείνος μένει πιστός»
(Β' Τιμ.β:13) διαβεβαίωση που εγγυάται τη συνεχή αποκατάσταση του
πιστού, όταν παρουσιάζει στο Θεό καθημερινά τις αμαρτίες και τις παραβάσεις
που το Άγιο Πνεύμα ανεβάζει στην συνείδηση του πιστού για συγχώρεση.
Η καθημερινή κάθαρση του πιστού
φαίνεται θαυμάσια και στο περιστατικό του νιψίματος των ποδιών των μαθητών
(Iωάν.ιγ:10) Όταν ο Πέτρος, στην απειλή της αποκοπής του από τη
συντροφιά του Κυρίου Ιησού, είπε, «μη (λούσης) τους πόδας μου μόνον
αλλά και τας χείρας και την κεφαλήν», ο Κύριος του απάντησε, «ο
λελουμένος δεν έχει χρείαν ειμή τους πόδας να νιφθή, αλλ' είναι όλος καθαρός»
(εδ.10).
Αυτή ακριβώς είναι και η εικόνα
της πορείας του πιστού που αφού καθαρίστηκε μια φορά ολόκληρος, κατά την αναγέννησή του, δεν χρειάζεται τώρα πλέον να καθαρίζεται διαρκώς ολόκληρος. Θα είναι
αρκετό αν φροντίζει να καθαρίζεται από τις συγκεκριμένες αμαρτίες της
καθημερινής του ζωής.
Ο τρόπος αυτής της καθημερινής
κάθαρσης του πιστού είναι απλός αλλά και αποτελεσματικός.
Πρώτα, αναγνωρίζουμε στα βάθη της
συνείδησης μας τα παραπτώματα με τα οποία λυπήσαμε το Πνεύμα. κατόπιν τα καταδικάζουμε αυστηρά και σε συνέχεια ευχαριστούμε τον Θεό για την αιώνια δύναμη
του αίματος του Χριστού, καθώς και για τον πλούτο της συγγνώμης Του. Η πίστη
μας στην αλήθεια του λόγου του Θεού για τη συγνώμη, ησυχάζει την καρδιά μας.
Ας μη λησμονούμε, ότι στη σημερινή
περίοδο της χάρης δεν πρέπει να παρακαλούμε το Θεό για να λάβουμε τη συγγνώμη
Του, επειδή η συγγνώμη Του μας έχει δοθεί προκαταβολικά πάνω στο σταυρό. «Ο
Χριστός άπαξ έπαθεν δια τας αμαρτίας» (Α’ Πέτρ.γ:18).
Όταν λοιπόν, συνεχώς παρακαλούμε
αυτό σημαίνει είτε ότι αγνοούμε τη μόνιμη και συνεχή αποτελεσματικότητα του αίματος του Χριστού είτε ότι αμφιβάλλομε αν μας δόθηκε η συγχώρηση. Ύστερα
από το έργο του Σταυρού, η πρέπουσα προσέγγιση μας για συγχώρηση είναι όχι η
παράκληση αλλά η αναγνώριση της αμαρτίας μας, η κρίση του εαυτού μας για το
παραπάτημα μας και η ευχαριστία, για την τελεία συγγνώμη που ο Χριστός
μας έχει προκαταβολικά εξασφαλίσει.
Τότε «περιπατώμεν εν τω φωτί»
(Α' Ιωάν.β:11), «οδηγούμεθα από το Πνεύμα» (Ρωμ.η:14), και «περιπατώμεν
κατά το Πνεύμα» (Β' Κορ.ι:2).
Αν όμως δεν καθαριζόμαστε
καθημερινά, αν αμελούμε να κατακρίνουμε τον εαυτό μας μπροστά στο Θεό, αν
λυπούμε διαρκώς το Πνεύμα Του αντιστεκόμενοι στον έλεγχό, αν δεν επιμένουμε να
βρισκόμαστε στην κατάσταση της νέκρωσης του παλαιού ανθρώπου, τα πνευματικά μας
αισθητήρια αρχίζουν να σκληρύνονται σιγά-σιγά, η συνείδησή μας αμβλύνεται, η καρδιά μας συνηθίζει στα έργα της σάρκας, οπότε η παλαιά φύση αρχίζει εκ νέου
να μας κυριεύει, καθώς μας κυρίευε και πριν αναγεννηθούμε. Έτσι, από την
κατάσταση της χάρης του Θεού ο πρώην πιστός πέφτει και πάλι στα χέρια της θείας
δικαιοσύνης. Το ίδιο δηλαδή που έγινε και με το δούλο της παραβολής που, ενώ ο
Κύριος του χάρισε το χρέος αυτός έπεσε και πάλι στα χέρια της θείας δικαιοσύνης
σαν ένοχος για την ασπλαχνία και την ιδιοτέλεια που έδειξε απέναντι στον σύνδουλό
του, (Ματθ.ιη:28).
Η Αγία Γραφή, αν και μας εξηγεί
ότι ο πιστός είναι πεθαμένος για την αμαρτία, όμως δεν λέει ποτέ ότι η αμαρτία
είναι πεθαμένη για τον πιστό. Γι' αυτό και ο απόστολος Πέτρος σημαίνει τον
κώδωνα του κινδύνου με την προειδοποίηση του:
«Εγκρατεύθητε, αγρυπνήσατε διότι ο
αντίδικός σας διάβολος, ως λέων ωρυόμενος περιέρχεται ζητών τινα να καταπιή»
(Α’ Πέτρ.ε:8).
Επειδή λοιπόν, ο κίνδυνος είναι
συνεχής (ο διάβολος περιέρχεται ζητών), και η πνευματική αγρύπνια του πιστού
πρέπει να είναι επίσης συνεχής. Ο Χριστιανός που αγρυπνεί και μένει πιστός
στην αγία κλήση του, δεν πρέπει να αμφιβάλλει διόλου για την αιώνια ασφάλεια
της σωτηρίας του («Ουδείς δύναται να αρπάσει αυτά εκ της χειρός μου»).
Εκτός από την αμαρτία, καμία άλλη δύναμη δεν είναι ικανή να αρπάξει τη
λυτρωμένη ψυχή από τα χέρια του Σωτήρα της, εφόσον η ψυχή θέλει να «μένει εν
Χριστώ» (Iωάν.ι:27,28).
Η άγκυρα μπορεί να είναι γερή και
το πλοίο καινούργιο, αν όμως η αλυσίδα κοπεί, τότε το ένα γίνεται άχρηστο για
το άλλο. Έτσι και με την εν Χριστώ Σωτηρία: Στηρίζεται στις αιώνιες υποσχέσεις
του Θεού (το πλοίο). Η ψυχή έχει αποδεχθεί, αυτές τις υποσχέσεις δια μέσου της
πίστης (η άγκυρα). Αν όμως λείψει η ζωντανή επικοινωνία της ψυχής, με τον
επουράνιο Κύριο της (αν κοπεί η αλυσίδα) τότε και οι υποσχέσεις γίνονται για
την ψυχή άχρηστες και η σωτηρία άκαρπη.
Το συμπέρασμα της μελέτης μας:
Η αιώνια ασφάλεια της ψυχής μας
καθώς και η βεβαιότητα της Σωτηρίας μας εξαρτώνται από την πιστότητα που ο σωσμένος δείχνει απέναντι στο Χριστό, δηλαδή από τη σταθερότητα του στην
πίστη.