Δευτ.λβ:10 Έξ.κεφ. γ
Βλέπετε, το σχολείο είναι αναγκαίο. Το
σχολείο είναι ρουτίνα. Το σχολείο το χρειάζονται τα παιδιά. Επειδή όμως είναι
αναγκαίο, και επειδή διαρκεί για τουλάχιστον 12 χρόνια, για αυτό μπορεί να
γίνει και γίνεται κουραστικό.
Και ο Θεός έχει το δικό Του σχολείο. Σ’
αυτό το σχολείο βέβαια δεν υπάρχουν έλεγχοι με βαθμούς όπως στα δικά μας
σχολεία. Δεν υπάρχουν τάξεις. Και είναι ένα σχολείο που ενώ τα μαθήματα τελικά
είναι ίδια, ο τρόπος με τον οποίο με τον οποίο τα μαθήματα αυτά διδάσκονται,
εξαρτώνται από τη σοφία του Θεού και το πως Αυτός θέλει να εργαστεί στη ζωή του
κάθε παιδιού Του.
Ποιο είναι το σχολείο αυτό; Είναι το
σχολείο της ερήμου. Το σχολείο που μπορεί να διαρκέσει όσο ο Θεός ξέρει ότι
χρειάζεται. Το σχολείο που θα περάσει, ίσως αρκετές φορές κάθε άνθρωπος του
Θεού, και ιδιαίτερα κάθε άνθρωπος που ο Θεός θέλει να χρησιμοποιήσει. Δεν είναι
απαραίτητο να είναι σε ένα γεωγραφικά ερημικό τόπο. Μπορεί να είναι μέσα στο
σπίτι σου και με πολύ κόσμο γύρω σου. Μπορεί να είναι μια δοκιμασία
οικογενειακή, μπορεί να είναι μια κατάσταση επαγγελματική, μπορεί ακόμη να
είναι μια μεγάλη αποτυχία. Η έρημος έχει πολλά πρόσωπα. Μπορεί να υπάρχει
συνωστισμός από ανθρώπους, αλλά να υπάρχει μοναξιά. Μπορεί κανένας να μην ξέρει
τίποτα, να μην καταλαβαίνει τι νοιώθεις και να νομίζει πως όλα πάνε καλά, αλλά
εσύ και ο Θεός ξέρετε τι πραγματικά συμβαίνει.
Τα γνωρίζει αυτά ο Θεός; Τα καταλαβαίνει;
Τα γνωρίζει και τα καταλαβαίνει πολύ καλά, γιατί Αυτός είναι που μας έχει φέρει
εκεί στην έρημο. Η παιδεία Του περιλαμβάνει χρόνο στην ερημιά. Γιατί εκεί ξέρει
ότι μπορεί να έχει όλη την προσοχή μας.
Στο Δευτ.λβ:10, το Άγιο Πνεύμα δια του
Μωυσή είπε τα εξής για το έθνος του Ισραήλ: Εν γη ερήμω εύρηκεν αυτόν,
και εν ερημία φρίκης και ολολυγμού· περιωδήγησεν αυτόν, επαιδαγώγησεν αυτόν,
εφύλαξεν αυτόν ως κόρην οφθαλμού αυτού. Καθώς ο αετός σκεπάζει την φωλεάν
αυτού, περιθάλπει τους νεοσσούς αυτού, εξαπλόνων τας πτέρυγας αυτού αναλαμβάνει
αυτούς, και σηκόνει αυτούς επί των πτερύγων αυτού, ούτως ο Κύριος μόνος
ώδήγησεν αυτόν, και δεν ήτο μετ' αυτού ξένος Θεός.
Βλέπετε ο Θεός οδήγησε τον Ισραήλ στην
έρημο, γιατί εκεί έπρεπε να μείνει και να μάθει. Γιατί έπρεπε η ανυπακοή να
ξεριζωθεί από μέσα τους. Γιατί η καινούργια γενιά έπρεπε να μάθει από τα λάθη
της προηγούμενης. Όμως προσέξτε τι έκανε ο Θεός εκεί στην έρημο και τι κάνει
και για μας.
Πρώτο λέει εκεί στην έρημο, που τον
έστειλε για να τον παιδαγωγήσει, τον «περιωδήγησε». Στους εβδομήκοντα έχει τη
φράση, «εκύκλωσεν αυτόν». Ο Θεός τον είχε γύρω-γύρω στην αγκαλιά του. Δεύτερο,
τον «περιέθαλψε» όπως ο αετός τα δικά του πουλιά. Και τρίτο, «τον φύλαξε
ως κόρην οφθαλμού αυτού». Όμορφες υποσχέσεις. Ιδιαίτερα, αυτή η τρίτη.
Επειδή η κόρη του ματιού είναι το πιο προστατευμένο μέρος του σώματος μας. Τίποτα
δεν την αγγίζει. Το μάτι κλείνει αμέσως.
Μέσα στην έρημο, την περίοδο που ο Θεός με
διαπαιδαγωγεί για να με αλλάξει, εκεί στην απομόνωση και στην αποξένωση με
προσέχει σαν την κόρη του ματιού. Ο Θεός δεν με εγκαταλείπει, ούτε με ξεχνάει. Τέταρτο,
λέει ο Κύριος μόνος ώδήγησεν αυτόν, και δεν ήτο μετ' αυτού ξένος Θεός. Ο
Θεός μας, μας οδηγεί δεν στέκεται μακριά μας, ξένος στην ανάγκη μας. Πολύ μου
αρέσει η λέξη «μόνος». Μόνος ο Θεός μας οδηγεί. Μπορεί να μην ξέρω που «πατώ
και που βρίσκομαι» όπως λέει ο λαός, αλλά ο Θεός ξέρει. Και με οδηγεί.
Δεν ξέρω σε τι φάση μπορεί να βρίσκεσαι.
Μπορεί να είχες τελειώσει τις σπουδές σου και να είχες άλλα όνειρα, αλλά
βρίσκεσαι τώρα σε αδιέξοδο. Μπορεί να προσπάθησες αρκετά στη δουλειά, και ήρθε
κάποιος άσχετος με λιγότερες ή καθόλου ικανότητες και εμπειρία, και επειδή
ήξερε το αφεντικό να σου πήρε τη θέση. Μπορεί να είχες την καλύτερη υγεία, και
ξαφνικά ο γιατρός να σου είπε, «ξέρεις με ανησυχούν οι εξετάσεις σου. Πρέπει να
κάνουμε κι άλλες». Πληροφορίες σαν και αυτές μας κάνουν να σκεφτούμε, «Με
ξέχασε ο Θεός;» «Γιατί να γίνει αυτό;» «Γιατί η ερημιά και ο πόνος».
Ο Θεός δεν μας έχει αφήσει. Είναι πιο κοντά
μας από όσο νομίζουμε.
Γιατί ο Θεός θέλει να μας περάσει από αυτό
το σχολείο; Οι λόγοι δεν είναι ίδιοι για όλους. Σαφώς όσοι είμαστε εδώ σήμερα,
τόσοι είναι και οι λόγοι που ο Θεός έχει.
Ο Θεός οδήγησε το Μωυσή εκεί γιατί έπρεπε
να τον αλλάξει. Διαβάζουμε στην Έξοδο γ:1, Ο δε Μωϋσής έβοσκε τα πρόβατα του
Ιοθόρ, πενθερού αυτού, ιερέως της Μαδιάμ· και έφερε τα πρόβατα εις το όπισθεν
μέρος της ερήμου και ήλθεν εις το όρος του Θεού, το Χωρήβ.
Ο Μωυσής ήταν στη σκιά του όρους Σινά. Εκεί
που ο Θεός θα κατέβαινε μέσα στη νεφέλη και με φωτιά και σεισμό και ήχο σάλπιγγας,
θα συναντούσε τον Ισραήλ. Φυσικά ο Μωυσής όταν πήγε εκεί, δεν σκεφτόταν κάτι
τέτοιο, κάτι τόσο βαθύ και υπερφυσικό. Δεν σκεφτόταν ότι σε λίγο ο ίδιος ο Θεός
θα του μιλούσε, ότι θα έβλεπε μια βάτο που καιγόταν, αλλά δεν καιγόταν.
Πήγε εκεί, γιατί ήταν βοσκός. Και πήγε
ψάχνοντας να βρει βοσκή για τα πρόβατά του. Και προσέξτε πως εκφράζεται για το
μέρος εκείνο: «το πίσω μέρος της ερήμου». Όχι στην έρημο. Πίσω από την έρημο.
Στη μέση του πουθενά. Εκεί που δεν πάει κανένας. Όλοι μας ταξιδεύοντας έχουμε
περάσει από μέρη τόσο μικρά, και απομονωμένα που είπαμε, «τι καλά που δεν μένω
εδώ. Δεν υπάρχει τίποτα να κάνει κανένας». Η απόλυτη ερημιά, στο «πίσω μέρος
της ερήμου».
Για το Μωυσή όμως, αυτό ήταν το σπίτι του.
Πήγε εκεί πριν από 40 χρόνια, για να μείνει. Πήγε εκεί κυνηγημένος, φοβισμένος
και ντροπιασμένος. Ο γιος του Αμράμ και της Ιωχαβέδ πήγε στη γη Μαδιάμ για να
γλιτώσει. Το μέρος δεν ήταν ελκυστικό. Η δουλειά δεν ήταν ελκυστική. Ήταν
βοσκός για τον πεθερό του. Δεν είχε ούτε δικά του πρόβατα. Παντρεύτηκε την κόρη
του, πήρε τη μεταχειρισμένη γκλίτσα, και ρώτησε, «που είναι τα πρόβατα». Στην
πορεία απέκτησε δύο γιους. Έτσι λέει στις Πράξεις ζ:29. Και από πρώτος άρχοντας
της Αιγύπτου, από γιος της κόρης του Φαραώ, από τη χλιδή και τον κόσμο, από τα
πλήθη, βρέθηκε στην έρημο να είναι σύζυγος, πατέρας και βοσκός. Αυτά μόνο. Σε
σύγκριση με την προηγούμενη ζωή του, η τωρινή συμπυκνώνεται σε μια λέξη:
μονοτονία.
Μπορείς να το φανταστείς; Ο άνθρωπος με
ανεπτυγμένες γνώσεις στα ιερογλυφικά, στις επιστήμες, στη λογοτεχνία, και στη
στρατιωτική στρατηγική να ζει με τον πεθερό του, να βόσκει τα δικά του πρόβατα,
στην έρημο με δύο μικρά αγόρια. Στις Πράξεις ζ:22 διαβάζουμε, Και εδιδάχθη ο
Μωϋσής πάσαν την σοφίαν των Αιγυπτίων και ήτο δυνατός εν λόγοις και εν έργοις.
Πιο κάτω στο ζ:29 γράφει, έγεινε
πάροικος εν γη Μαδιάμ, όπου εγέννησε δύο υιούς. Αυτή ήταν η έρημος του
Μωυσή. Θα μπορούσε να έχει οικογένεια κάτω από άλλες συνθήκες, αυτή ήταν μια
φοβερά ανώμαλη προσγείωση.
Για αυτή την εκπαίδευση στην έρημο, δεν
μπορείς να κόψεις δρόμο. Ο χρόνος για το Θεό δε μετράει. Θα μείνω και θα
μείνεις εκεί όσο χρειαστεί. Ο Μωυσής ο άρχοντας της Αιγύπτου, έπρεπε να μάθει
τι θα πει να μεγαλώνεις δύο παιδιά, σαν όλους τους μπαμπάδες του κόσμου. Και το
μεγάλωμα των παιδιών είναι εμπειρία που μπορεί να κάνει ταπεινό και τον πιο
μορφωμένο. Μπορεί να έχεις διδακτορικά στη διατροφή, και στη παιδαγωγική.
Μπορεί να ξέρεις ιστορία, μαθηματικά, φυσική, λογοτεχνία, μπορεί να μπορείς να
εξηγήσεις πως το σώμα μας απορροφά το φαγητό και το αφομοιώνει και το μετατρέπει
σε βιταμίνες, αλλά η γνώση αυτή δεν βοηθάει σε τίποτα, όταν ο πιτσιρίκος δεν
ανοίγει το στόμα του να φάει και σου κλωτσάει πέρα το κουτάλι.
Η έρημος σε μαθαίνει να κάνεις πράγματα που
νόμιζες πως δεν θα τα έκανες ποτέ. Μαθαίνεις να ανέχεσαι να είσαι άβολα, να
κάνεις υπομονή, να δέχεσαι τις περιστάσεις που ποτέ δεν φαντάστηκες ότι θα
είναι κομμάτι της ζωής σου. Μαθαίνουμε μέσα στην έρημο, 4 βασικά μαθήματα.
1. Το
μάθημα της αφάνειας:
... έγινε
πάροικος εν γη Μαδιάμ
... έβοσκε τα
πρόβατα του Ιοθόρ, πενθερού αυτού
Η έρημος είναι ο τόπος της αφάνειας. Ο
Μωυσής έπρεπε να μάθει να είναι σαν όλους τους άλλους. Νόμιζε πως ήταν κάποιος,
και διαπίστωσε πως δεν ήταν. Εκεί που πίστευε πως θα τον δουν οι αδελφοί
του και θα καταλάβουν ότι αυτός θα τους ελευθέρωνε, αφού είχε σκοτώσει τον
Αιγύπτιο, οι αδελφοί του, του είπαν βασικά, «Ποιος σου είπε να ανακατευθείς;»
Τις σε κατέστησεν
άρχοντα και κριτήν εφ' ημάς; Μήπως θέλεις συ να με φονεύσης, καθώς εφόνευσας
τον Αιγύπτιον; Και εφοβήθη ο Μωϋσής και είπε, Βεβαίως το πράγμα τούτο έγεινε
γνωστόν
(Έξοδος β:14).
Στις Πράξεις η περιγραφή είναι ακόμη πιο
σκληρή: ήλθεν εις την καρδίαν αυτού να επισκεφθή τους αδελφούς αυτού, τους
υιούς Ισραήλ. Και ιδών τινά αδικούμενον, υπερησπίσθη αυτόν και έκαμεν εκδίκησιν
υπέρ του καταθλιβομένου, πατάξας τον Αιγύπτιον. Ενόμιζε δε ότι οι αδελφοί αυτού
ήθελον νοήσει ότι ο Θεός διά της χειρός αυτού δίδει εις αυτούς σωτηρίαν·
εκείνοι όμως δεν ενόησαν.Την δε ακόλουθον ημέραν εφάνη εις αυτούς, ενώ εμάχοντο,
και παρεκίνησεν αυτούς εις ειρήνην, ειπών· Άνθρωποι, αδελφοί είσθε σείς· διά τι
αδικείτε αλλήλους; Ο δε αδικών τον πλησίον απέσπρωξεν αυτόν, ειπών· Τις σε κατέστησεν
άρχοντα και δικαστήν εφ' ημάς; Μήπως θέλεις συ να με φονεύσης, καθ' ον τρόπον
εφόνευσας χθές τον Αιγύπτιον; Τότε ο Μωϋσής έφυγε διά τον λόγον τούτον
(Πράξεις ζ:23-29).
Όταν προσγειώθηκε και κατάλαβε πως αυτό που
νόμιζε εκείνος, δε το νόμιζαν οι άλλοι, έπρεπε να μάθει να ζει με αυτό. Στην
Αίγυπτο, όταν ο Μωυσής περνούσε, οι άνθρωποι στέκονταν. Τα πρόβατα δεν το
κάνουν αυτό. Μπορεί να ξέρεις όλες τις επιστήμες του κόσμου, ποίηση,
λογοτεχνία, μπορεί να είσαι δεινός ρήτορας. Για τα πρόβατα, αυτά δεν έχουν
καμία σημασία. Τα πρόβατα δεν έχουν σαν ζώα τον υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης.
Και ο Μωυσής, έζησε μαζί τους για 4 δεκαετίες. Ο δε Μωϋσής έβοσκε τα πρόβατα
του Ιοθόρ, πενθερού αυτού (Έξοδος γ:1). Δεν είναι ταπεινωτικό αυτό;
Φανταστείτε κάποιο παλιό φίλο ή γνωστό να
πέφτει επάνω στο Μωυσή, ή να πηγαίνει να ψάχνει να τον βρει επίτηδες. Να
φτάνει στο μέρος που ήταν, και να ρωτάει:
-Πρίγκιπα τι κάνεις αυτή την περίοδο;
Φανταστείτε τον Μωυσή σαν όλους τους ανθρώπους του είδους του. Με γένια,
ανακατεμένα μαλλιά, απλά ρούχα.
-Τι κάνω; Δεν βλέπεις; Είμαι βοσκός.
-Αλήθεια ε! Ποιος θα το πίστευε. Έχεις
λοιπόν τα δικά σου κοπάδια; Πάνε καλά; Αυξάνονται;
-Όχι ακριβώς, τα πρόβατα δεν είναι δικά
μου, είναι του πεθερού μου.
-Δουλεύεις για τον πεθερό σου;
-Ναι, θα απαντούσε ο Μωυσής.
-Δηλαδή, για να καταλάβω, ζεις και περπατάς
και είσαι όλη μέρα μαζί με τα πρόβατα;
-Σωστά, κατάλαβες.
-Μωυσή δεν ξέρω τι να πω; Και όλα αυτά που
έμαθες, όλα αυτά πού ήσουν; Η γνώση, η σοφία στην Αίγυπτο;
-Δεν ξέρω τι να σου πω. Αυτό που ξέρω είναι
ότι εδώ που βρίσκομαι, μ’ έφερε ο Θεός και εδώ είμαι τώρα.
Ίσως να ταυτίζεσαι με αυτή τη διήγηση.
Καθώς ακούς αυτό τον υποτιθέμενο διάλογο, ίσως να σκέφτεσαι τους περιορισμούς
μέσα στους οποίους ζεις και τους οποίους δεν σκεφτόσουν ποτέ ότι θα αντιμετωπίσεις.
Άλλα είχες στο μυαλό σου, για σένα, για την οικογένειά σου, για τα παιδιά σου,
για τη δουλειά σου, και άλλα έγιναν. Έρημος... Και τώρα έχεις εξαναγκαστεί να
αφήσεις πολλές από τις προηγούμενες συνήθειες απλά για να τα καταφέρεις.
Αυτό είναι το σχέδιο του Θεού όμως. Αν
πρόκειται να περάσεις και να περάσω το σχολείο της ερήμου, πρέπει να μάθω να ζω
στην αφάνεια. Να μάθω να ζω σαν όλους τους άλλους. Να κάνω πράγματα που κάνουν
όλοι.
2. Το μάθημα του
χρόνου:
... αφού
συνεπληρώθησαν τεσσαράκοντα έτη
Τότε ο Μωϋσής έφυγε διά τον λόγον τούτον
και έγεινε πάροικος εν γη Μαδιάμ, όπου εγέννησε δύο υιούς. Και αφού συνεπληρώθησαν
τεσσαράκοντα έτη...
(Πράξ.ζ:29-30). Κάποτε πρωτοξεκίνησα να υπογραμμίζω εδάφια και λέξεις στη Γραφή
μου. Και οι περισσότεροι το κάνουμε στη προσωπική μας μελέτη. Σε αυτή την
περικοπή, πιστεύω οι λέξεις που πρέπει να υπογραμμιστούν είναι «τεσσαράκοντα
έτη». Κάντε το, γιατί αλλιώς το κείμενο του λόγου του Θεού δεν θα μας επηρεάσει
τόσο όσο πρέπει.
Μπήκε στην έρημο σαν πάροικος και 40 χρόνια
μετά, είχε μάθει ότι ο Θεός τον ήθελε να μάθει. Μπήκε 40 και βγήκε 80. Τα πιο
παραγωγικά του χρόνια. Τα χρόνια που κάποιος δημιουργεί στη ζωή του, ο Μωυσής
έβοσκε τα πρόβατα του πεθερού του, σε ένα μέρος που οι συνθήκες ζωής ήταν τουλάχιστον
«ακραίες».
Ζούμε σήμερα στην εποχή του φούρνου
μικροκυμάτων. Σε 5 λεπτά έχεις φτιάξει μεσημεριανό, βραδινό ό,τι θες. Πιο
παλιά, ίσως θυμάστε οι παλαιότεροι, περίμενες ακόμη και την τηλεόραση να ζεσταθεί
για να αρχίσει να δείχνει η εικόνα. Σήμερα, ανοίγει αμέσως. Τα τηλέφωνα παλιά,
έπρεπε εμείς να βάλουμε το δάχτυλο μας, και να γυρίσουμε το καντράν ένα-ένα τα
νούμερα. Σήμερα αυτός ο τύπος τηλεφώνου θεωρείται «παλαιολιθικός». Αυτή είναι η
ζωή σήμερα. Όλα γίνονται γρήγορα, συμπιεσμένα, συμπυκνωμένα.
Όχι όμως, στο σχολείο του Θεού. Δεν υπάρχει
στιγμιαία ωριμότητα. Ο Θεός δεν κάνει μαζική παραγωγή αγίων. Ο καθένας μας
χρειάζεται το χρόνο του και την ιδιαίτερή του εκπαίδευση.
Ο Μωυσής διαβάζουμε στις Πράξεις ζ:23-25, Ενώ
δε ετελείονε το τεσσαρακοστόν έτος της ηλικίας αυτού, ήλθεν εις την καρδίαν
αυτού να επισκεφθή τους αδελφούς αυτού, τους υιούς Ισραήλ. Και ιδών τινά
αδικούμενον, υπερησπίσθη αυτόν και έκαμεν εκδίκησιν υπέρ του καταθλιβομένου,
πατάξας τον Αιγύπτιον. Ενόμιζε δε ότι οι αδελφοί αυτού ήθελον νοήσει ότι ο Θεός
διά της χειρός αυτού δίδει εις αυτούς σωτηρίαν· εκείνοι όμως δεν ενόησαν.
Εκεί που ήταν ακτιβιστής και πίστευε πως
όλα γίνονται στο άψε-σβήσε, έπρεπε να μάθει να περιμένει το Θεό. Γιατί, δεν
φτάνει να ξέρω το θέλημα του Θεού, πρέπει να ξέρω και το πότε και το πως. Και
αυτό απαιτεί χαρακτήρα. Αλλά οι χαρακτήρες που περιμένουν και ακούν το Θεό δεν
χτίζονται εν μία νυκτί. Ούτε χτίζονται στα σχολεία. Μορφώνονται στην έρημο. Και
εκεί ο Θεός δεν βιάζεται. Γιατί δεν έχει ανάγκη εμάς να σώσουμε τον κόσμο. Το
κάνει και μόνος Του. Σκοπός του είναι να μας αλλάξει μέσα μας. Και να μας
μάθει να σκεφτόμαστε όπως Εκείνος.
3. Το μάθημα της ησυχίας:
... έφερε τα
πρόβατα εις το όπισθεν μέρος της ερήμου
Έχετε προσέξει ποτέ πόσο μακρύς φαίνεται ο
χρόνος όταν έχουμε σιωπηλή προσευχή; Σκεφτόμαστε, «καλά πότε θα περάσει αυτό το
λεπτό, ή αυτά τα 2-3 λεπτά»; Συνήθως διαρκούν μόνο μερικά δευτερόλεπτα. Μου
κάνει εντύπωση που βλέπω πολλά, όχι όλα, αλλά πολλά νέα παιδιά να μην μπορούν
να κάνουν τίποτα, αν δεν υπάρχει κάποια μουσική υπόκρουση, κάποια φασαρία.
Το πιο δύσκολο κομμάτι στην προσευχή είναι
η ησυχία. Το να κάτσεις στην παρουσία του Θεού και αφού πεις ό,τι ήθελες, να
Τον αφήσεις, να πάει Εκείνος τη σκέψη σου όπου θέλει. Ή, προσπάθησε γενικά να
κάτσεις χωρίς να ακούς τίποτα. Και σιγά-σιγά οι σκέψεις αρχίζουν και πηγαίνουν
βαθύτερα.
Για τον άνθρωπο του Θεού, η καθημερινή
τακτική μοναξιά στην παρουσία του Θεού είναι απαραίτητη. Αλλά και αν προσέξει
κανένας, οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που μας άφησαν οποιαδήποτε
κληρονομιά, στις επιστήμες, στις τέχνες, στον αθλητισμό, όλοι τους είχαν μάθει
να απομονώνονται.
Σκεφτείτε το Μωυσή στα 40 χρόνια της
διακονίας του, πόσο θα τον αμφισβητούσαν, θα του επιτίθονταν, θα τον μισούσαν
και θα τον πρόδιδαν. Πόσο δεν θα τον άφηναν σε ησυχία. Πως θα τα έβγαζε πέρα;
Είχε μάθει το μάθημα της ησυχίας με το Θεό. Και σε αυτή την ησυχία είχε μάθει
βρίσκει δύναμη. Διαβάζουμε στον Ψαλμό μς:10, Ησυχάσατε και γνωρίσατε ότι εγώ
είμαι ο Θεός· θέλω υψωθή μεταξύ των εθνών· θέλω υψωθή εν τη γη.
Το ενδιαφέρον είναι πως ξεκινάει ο Ψαλμός.
Με καταστροφές, με δεινά. Ο Θεός είναι καταφυγή ημών και δύναμις, βοήθεια
ετοιμοτάτη εν ταις θλίψεσι. Διά τούτο δεν θέλομεν φοβηθή, και αν σαλευθή η γη
και μετατοπισθώσι τα όρη εις το μέσον των θαλασσών· και αν ηχώσι και ταράττωνται
τα ύδατα αυτών· και σείωνται τα όρη διά το έπαρμα αυτών (εδ. 1-3). Μέσα σε
αυτό το χαμό, ο ποταμός και τα ρυάκια του Θεού ποτίζουν τη δική Του πόλη. Ο
Θεός είναι μαζί. Αλλά για να το δεις αυτό, πρέπει να μπορείς να ησυχάζεις και
να αναγνωρίζεις ότι ο Θεός είναι Κύριος και Αυτός υψώνεται πάνω στη γη. Το μάθημα
της ησυχίας.
4. Το
μάθημα της έλλειψης ανέσεων:
... εκάθισε δε πλησίον του φρέατος
... σηκωθείς ο Μωϋσής εβοήθησεν αυτάς και
επότισε τα πρόβατα αυτών
Κακά τα ψέματα, όλοι μας, ιδιαίτερα όσοι
γεννηθήκαμε τα τελευταία 40 χρόνια, έχουμε ζήσει άνετα. Δεν μας έχει λείψει
τίποτα. Για αυτό και μας κακοφαίνεται όταν κάποια από τις καθημερινές μικρές
μας ανέσεις λείψει.
Ο Μωυσής έπεσε από τα ψηλά στα χαμηλά. Από
το παλάτι στην έρημο. Από τη χλιδή, στο πηγάδι. Από εκεί που τον υπηρετούσαν,
υπηρετούσε και πότισε πρόβατα. Από εκεί που τον άκουγαν, άκουγε άλλους. Σαφώς,
όσο καλές και να ήταν οι σκηνές του Ιοθόρ, δεν ήταν το παλάτι του Φαραώ. Τι
κάνεις με αυτό; Στην αρχή νομίζω γκρινιάζεις. Ρωτάς γιατί; Μετά προσπαθείς να
συνηθίσεις. Και αν υπάρχει ένα κάποιο υπόβαθρο μπορεί να παραδεχτείς ότι
«γίνεται να ζήσεις και με λιγότερα». Ο Μωυσής τα είχε ανάγκη αυτά, αν επρόκειτο
τα επόμενα 40 χρόνια να οδηγήσει το λαό στην έρημο.
Ο Θεός αν πρόκειται να μας χρησιμοποιήσει,
θέλει να βγάλει πολλή από την γκρίνια που υπάρχει στη ζωή μας. Μπορείς να
επικοινωνήσεις και χωρίς e-mail, και χωρίς κινητό. Μπορείς να χρησιμοποιείς το
λεωφορείο. Μπορείς να κοιμάσαι και σε μικρότερο κρεβάτι, να ζεις με λιγότερα.
Γράφει στη Β΄ Τιμ.β:3, ο Παύλος Συ λοιπόν κακοπάθησον ως καλός στρατιώτης
Ιησού Χριστού. Πιο κάτω του το ξαναλέει στο δ:5, Συ δε αγρύπνει εις
πάντα, κακοπάθησον, εργάσθητι έργον ευαγγελιστού, την διακονίαν σου κάμε πλήρη.
Βλέπετε τι κάνει ο Θεός; Με αυτά τα 4
μαθήματα μας αλλάζει, σπάει τις εξωτερικές αντιστάσεις, και έρχεται και μπαίνει
βαθιά στη ψυχή μας και μέσα στην έρημο τη γιατρεύει. Γράφει ο Δαβίδ στον Ψαλμό
της μετάνοιας να:6, Ιδού, ηγάπησας αλήθειαν εν τη καρδία, και εις τα
ενδόμυχα θέλεις με διδάξει σοφίαν. Πώς ο Θεός μας διδάσκει σοφία στα
«ενδόμυχα»; Πώς μπαίνει βαθιά στο «είναι» μας;
Πρώτα βρίσκει την περηφάνια. Και παίρνει το
γυαλόχαρτο της αφάνειας και αρχίζει και την τρίβει μέχρι να φύγει. 1ον,
το μάθημα της αφάνειας.
Μετά βρίσκει το φόβο. Το φόβο για το
παρελθόν, το άγχος για το μέλλον. Το φόβο για αυτά που θα χάσουμε, όταν
υπακούσουμε στο Θεό, τα ρίσκα που έχουμε να πάρουμε, και χρησιμοποιεί το μάθημα
του χρόνου για να μας βοηθήσει να επανεκτιμήσουμε τι αξίζει στη ζωή αυτή. Η
γνώμη του Θεού και όχι των ανθρώπων. 2ο, το μάθημα του χρόνου.
Μετά έρχεται η ώρα της πικρίας. Η τυραννία
της πικρίας πρέπει να σταματήσει. Και μας ελευθερώνει με την υποχρεωτική απομόνωση
και ησυχία. Στη σιωπή της παρουσίας Του μαθαίνουμε να βλέπουμε τα πράγματα
αλλιώς. «Μα να πάω να τους σώσω από τον Αιγύπτιο και να μη με θέλουν. Να με
σπρώξει και να με διώξει!». Και στην υποχρεωτική σιωπή μαθαίνεις να βλέπεις τα
πράγματα αλλιώς. Υποπτεύομαι πως ο Θεός χρησιμοποίησε τον Ιωσήφ, ο οποίος συγχώρεσε
τα αδέλφια του, επειδή είχε χρόνο να σκεφτεί στη φυλακή της Αιγύπτου. Μαθαίνεις
στην ησυχία να αφήνεις τα «δικαιώματά» σου, ή αυτά που νόμιζες ως δικαιώματά
σου, που όμως, μας κρατούσαν αιχμαλώτους στη νοοτροπία και στη σκέψη. 3ον,
το μάθημα της ησυχίας.
Τέλος ο Θεός μας ελευθερώνει από βασικές
συνήθειες διαβίωσης, που όμως, μας εμποδίζουν να προχωρήσουμε. Μας αφαιρεί ανέσεις,
μαθαίνοντας μας να ζούμε και χωρίς αυτές και να είμαστε χαρούμενοι. 4ο,
το μάθημα της έλλειψης ανέσεων.
Βέβαια, όλοι μας κουνάμε το κεφάλι
καταφατικά συμφωνώντας. Η ερώτηση όμως, που πρέπει να κάνουμε στον εαυτό μας
είναι; Εγώ τα χρειάζομαι αυτά; Γιατί βλέπετε το πρόβλημα είναι πως πιστεύουμε
ότι δεν τα χρειαζόμαστε. Αυτή είναι η απάντηση της υπερηφάνειας. Η άλλη
αντίδρασή μας είναι «κουράστηκα, βαρέθηκα όλα αυτά». Και αυτό σημαίνει ότι είμαστε
για τη ζωή μας κοντόφθαλμοι. Ενώ ο Θεός βλέπει ψηλά. Πόσο ψηλά; Όσο να
μας κάνει σαν το Χριστό. Και θα το κάνει.
Έχει υποσχεθεί πως το καλό το έργο που
ξεκίνησε μέσα μας θα το ολοκληρώσει. Βέβαιος ων εις αυτό τούτο, ότι εκείνος
όστις ήρχισεν εις εσάς καλόν έργον θέλει επιτελέσει αυτό μέχρι της ημέρας του Ιησού
Χριστού (Φιλιπ.α:6).
Καθώς το κάνει όμως, ας θυμόμαστε πως το
κάνει για μας, επειδή Αυτός ξέρει τι έχουμε ανάγκη. Έχουμε ανάγκη το σχολείο
της ερήμου. Πάσα δε παιδεία προς μεν το παρόν δεν φαίνεται ότι είναι
πρόξενος χαράς, αλλά λύπης, ύστερον όμως αποδίδει εις τους γυμνασθέντας δι'
αυτής καρπόν ειρηνικόν δικαιοσύνης (Εβρ.ιβ:11).
Και καθώς το κάνει, ο Θεός μας κρατάει: Εν
γη ερήμω εύρηκεν αυτόν, και εν ερημία φρίκης και ολολυγμού· περιωδήγησεν αυτόν,
επαιδαγώγησεν αυτόν, εφύλαξεν αυτόν ως κόρην οφθαλμού αυτού. Καθώς ο αετός
σκεπάζει την φωλεάν αυτού, περιθάλπει τους νεοσσούς αυτού, εξαπλόνων τας
πτέρυγας αυτού αναλαμβάνει αυτούς, και σηκόνει αυτούς επί των πτερύγων αυτού,
ούτως ο Κύριος μόνος ώδήγησεν αυτόν, και δεν ήτο μετ' αυτού ξένος Θεός
(Δευτ.λβ:10).
Δεν ξέρω ποια είναι η δική σου έρημος. Ποια
είναι η παιδεία του Θεού για σένα. Ο Ουράνιος Πατέρας όμως, δεν κάνει λάθη. Δεν
κάνει πράγματα τυχαία. Δεν βάζει βάρος πάνω από τη δύναμή μας. Ο Χριστός μας
καταλαβαίνει. Ο ίδιος φώναξε, «Θεέ μου Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες». Ο
Θεός δεν Τον είχε αφήσει. Ο Θεός ήταν εν τω Χριστώ, διαλλάσσων τον κόσμο με τον
εαυτό του.
Μη φοβάσαι την έρημο. Άσε το Θεό να σου
μιλήσει, και να σε σηκώσει, να σε οδηγήσει πάνω στις φτερούγες του. Δεν είναι
ξένος Θεός. Σε βλέπει, σε ξέρει με το όνομά σου. Σε αγαπάει. Και θέλει να σε
χρησιμοποιήσει. Και υπάρχει δόξα και ομορφιά σ’ αυτό. Αμήν.