Γέν.κε:24-26
Και ότε επληρώθησαν αι ημέραι αυτής διά να
γεννήση, ιδού, ήσαν δίδυμα εν τη κοιλία αυτής. Εξήλθε δε ο πρώτος ερυθρός και
όλος ως δέρμα δασύτριχος· και εκάλεσαν το όνομα αυτού, Ησαύ. Και έπειτα εξήλθεν
ο αδελφός αυτού· και η χειρ αυτού εκράτει την πτέρναν του Ησαύ· διά τούτο
ωνομάσθη Ιακώβ· ο δε Ισαάκ ήτο ετών εξήκοντα, ότε εγέννησεν αυτούς.
Ησαύ σημαίνει τριχωτός, δασύτριχος, σκληρός.
Γεννήθηκε μ’ ένα κόκκινο χνούδι σ’ όλο του το σώμα που αργότερα έγινε σκληρό
σαν τις τρίχες της κατσίκας (Γεν.κζ:16). Ονομάζεται και Εδώμ (κόκκινος) επειδή
πούλησε τα πρωτοτόκιά του για ένα πιάτο “κόκκινου” (Γεν.κε:30 & λς:8). Απ’
αυτό το όνομα ονομάστηκαν και οι απόγονοί του Εδωμίτες που κατοίκησαν νότια της
Νεκρής Θάλασσας.