Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2020

Το πείραμα απέτυχε




Ποιο πείραμα; Το πείραμα του «Εύκολου Ευαγγελίου», της «Πλατιάς Οδού» αντί της «Στενής Οδού» της σωτηρίας, δηλαδή χωρίς μετάνοια και καταδίκη του παλαιού ανθρώπου και της αμαρτωλής ζωής. Μ’ άλλα λόγια, το πείραμα της φτηνής και εύκολης πίστης.

Γιατί έγινε αυτό το πείραμα; Επειδή οι εκκλησίες ήθελαν να γεμίσουν τα θρανία τους, ήθελαν τα παιδιά τους να παραμείνουν στην εκκλησία και να βοηθήσουν άλλους νέους να έρθουν στις συνάξεις, χωρίς να αισθάνονται άσχημα. Ήταν μια προσπάθεια να κρατήσουμε τους ανθρώπους στις εκκλησίες μας και να μην τους αφήσουμε να χαθούν, ακολουθώντας άλλους δρόμους. Θέλαμε να έχουμε τις εκκλησίες μας γεμάτες – όχι επειδή θέλαμε να γεμίσουμε τον ουρανό με λυτρωμένους ανθρώπους, αλλά για να κάνουμε επίδειξη, να ικανοποιήσουμε την περηφάνια και τον εγωισμό μας και να νιώθουμε ευλογημένοι, έχοντας γύρω μας πολλούς ανθρώπους που να αισθάνονται καλά και να είναι ευτυχισμένοι.

Μ’ άλλα λόγια, ο στόχος δεν ήταν να δοξάσουμε τον Θεό και το άγιο Όνομά Του, αλλά η δική μας ικανοποίηση, η φιλοδοξία και ο εγωισμός. Συμβιβαστήκαμε και αποδυναμώσαμε το Ευαγγέλιο, την αλήθεια του Θεού και τον νόμο της αγιότητάς Του. Νομίσαμε ότι μπορούμε να εφαρμόσουμε τον δικό μας τρόπο, χρησιμοποιώντας την ευφυΐα και τις μεθόδους μας, τα μέσα και τις επινοήσεις μας.

Ακολουθήσαμε τον δικό μας τρόπο, όχι τον τρόπο της Βίβλου.

Προσπαθήσαμε πάρα πολύ σκληρά. Βασιστήκαμε στις προτιμήσεις, στα συναισθήματα και στις εμπειρίες μας– χωρίς να δώσουμε σημασία στον Θεό και στην αλήθειά Του – επειδή έτσι ταίριαζε στα σχέδια και στον τρόπο ζωής μας. Στον επιχειρηματικό κόσμο, αυτό ονομάζεται παραχάραξη, πλαστογραφία.

Πώς ξέρουμε ότι το πείραμα απέτυχε; Η απάντηση είναι σαφής, αλλά από πού ν’ αρχίσουμε – από το σπίτι, από την εκκλησία ή από τον χώρο εργασίας;

Τα ποσοστά των διαζυγίων μεταξύ των χριστιανών έχουν εκτιναχθεί στα ύψη. Πολλά παιδιά από τις λεγόμενες χριστιανικές οικογένειες έχουν πολύ μικρή, αν όχι καθόλου, πνευματικότητα ή επιθυμία για αγιότητα. Αγαπούν τον εαυτό τους και τον κόσμο.

Αυτό ισχύει επίσης μεταξύ των νέων αλλά και των μεγαλύτερων σε ηλικία ανδρών και γυναικών στις εκκλησίες μας.

Δεν λατρεύουν μόνο τον Θεό. Λατρεύουν και τους δικούς τους θεούς. Απομακρύνονται από τον Χριστό, χωρίς δεύτερη σκέψη.

Τον εγκαταλείπουν κι ύστερα επιστρέφουν σ’ Αυτόν, νομίζοντας ότι μπορούν να θυμούνται τον Χριστό και τον σταυρικό Του θάνατο ανάλογα με τη διάθεσή τους. Στην ουσία, πρόκειται για ανθρώπους που δεν είναι αναγεννημένοι. Δεν είναι σωσμένοι. Ο Χριστός δεν φαίνεται στη ζωή τους.

Υπάρχουν εκείνοι που θέλουν να γνωρίσουν τον Χριστό και τη δύναμη της ανάστασής Του, χωρίς όμως να θεωρήσουν ότι όλα τα άλλα είναι σκύβαλα και ζημιά (Φιλιπ.γ:7-10) και χωρίς να εγκαταλείψουν τα πράγματα του κόσμου για χάρη του Χριστού.

Θέλουν να Τον ακολουθήσουν, χωρίς πρώτα να αρνηθούν τον εαυτό τους. Θέλουν να λάβουν αιώνια ζωή, χωρίς να απαρνηθούν τα πράγματα του κόσμου και τις συνήθειες τους. Νομίζουν ότι μπορούν «να βάλουν για μπάλωμα κομμάτι καινούριου υφάσματος, που δεν έχει καν μουσκευτεί, σε παλιό ρούχο» ή «να βάλουν φρέσκο κρασί σε παλιά ασκιά» (Ματθ.θ:15-17).

Τώρα που το πείραμα απέτυχε, άρχισαν να κλαίνε. Τα παιδιά χάνονται, οι εκκλησίες είναι νεκρές και άνθρωποι με συμβιβασμένες ζωές είναι μέσα και έξω από τις εκκλησίες, χωρίς να ξέρουν τι θέλουν. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της εύκολης πίστης. Τα αποτελέσματα μας σοκάρουν και μας αφήνουν άναυδους. Είναι σχεδόν πολύ αργά τα δάκρυα ν’ αλλάξουν και να αντιστρέψουν τα πράγματα.

Τα δάκρυα αυτά δεν χύθηκαν όταν έπρεπε. Αλλά υπάρχει ακόμα αχτίδα ελπίδας. Ναι, αν επιστρέψουμε στην Βίβλο. Αν ταπεινώσουμε τους εαυτούς μας, αν προσευχηθούμε και αν εκζητήσουμε το πρόσωπο του Θεού, εγκαταλείποντας τους πονηρούς δρόμους μας, τότε ο Θεός θα μας ακούσει από τον ουρανό και θα συγχωρήσει τις αμαρτίες μας και θα θεραπεύσει τη γη μας (Β΄ Χρον.ζ:14).

Πρέπει, επίσης, να είμαστε πρόθυμοι ν’ ακούσουμε αυτά που ο Κύριος μας λέει. Αν πραγματικά αγαπούμε τον Θεό, την δόξα Του, το θέλημά Του και την Βασιλεία Του, τότε τα πράγματα είναι δυνατόν ν’ αλλάξουν. Η ταπείνωση, η μετάνοια και η παραχώρηση της ζωής μας στον Κύριο θα φέρουν την αγιότητα στη ζωή μας, στα σπίτια και στις εκκλησίες μας.

Για να συμβεί όμως αυτό, πρέπει να αγαπήσουμε την αλήθεια – και η αλήθεια θα μας ελευθερώσει. Αν δεν αγαπούμε την αλήθεια, δεν θα ευλογηθούμε και τα δάκρυα και οι προσευχές μας δεν θα έχουν κανένα αποτέλεσμα.

 Iωσήφ Χοβσεπιάν