Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020

Σε μια μικτή συγκέντρωση στην εκκλησία, μπορούν οι γυναίκες να μιλήσουν;




Σε μια μικτή συγκέντρωση βιβλικής μελέτης ή τηλεδιάσκεψη, μπορούν οι γυναίκες να μιλήσουν πάνω στο θέμα που συζητιέται; Μήπως παραβιάζει το: Α’ Κορ.ιδ:34;

«Αι γυναίκες σας ας σιωπώσιν εν ταις εκκλησίαις· διότι δεν είναι συγκεχωρημένον εις αυτάς να λαλώσιν, αλλά να υποτάσσωνται, καθώς και ο νόμος λέγει».

Σε γενικές γραμμές, σε μικτές ομάδες, η Αγία Γραφή περιμένει από τους άντρες να οδηγήσουν την διδασκαλία, να ρωτήσουν και να απαντήσουν στις ερωτήσεις, όπως λέει ο Παύλος:


Α’ Τιμ.β:11-15 Η γυνή ας μανθάνη εν ησυχία μετά πάσης υποταγής· εις γυναίκα όμως δεν συγχωρώ να διδάσκη, μηδέ να αυθεντεύη επί του ανδρός, αλλά να ησυχάζη. Διότι ο Αδάμ πρώτος επλάσθη, έπειτα η Εύα· και ο Αδάμ δεν ηπατήθη, αλλ' η γυνή απατηθείσα έγεινε παραβάτις· θέλει όμως σωθή διά της τεκνογονίας, εάν μείνωσιν εις την πίστιν και αγάπην και αγιασμόν μετά σωφροσύνης.

Από την άλλη πλευρά, η αρχή αυτή μπορεί να περιλαμβάνει στην πράξη μερικές μικρότερης σημασίας παραλλαγές.

Παρόλα αυτά, ο Παύλος δίνει μια πολύ συγκεκριμένη εντολή στην εκκλησία της Κορίνθου σχετικά με τις γυναίκες που μιλούν για να προκαλέσουν τους άντρες κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας:

Α’ Κορ.ιδ:34,35 Αι γυναίκές σας ας σιωπώσιν εν ταις εκκλησίαις· διότι δεν είναι συγκεχωρημένον εις αυτάς να λαλώσιν, αλλά να υποτάσσωνται, καθώς και ο νόμος λέγει. Αλλ' εάν θέλωσι να μάθωσι τι, ας ερωτώσιν εν τω οίκω τους άνδρας αυτών· διότι αισχρόν είναι εις γυναίκας να λαλώσιν εν εκκλησία.

Προσέξτε στο εδ.34, ότι ο Παύλος χαρακτηρίζει τις γυναίκες που μιλούν στην συνάθροιση, ότι έχουν διάθεση ανυποταξίας στην εξουσία των αντρών. Υπονοεί ότι όταν οι γυναίκες στην Κόρινθο έκαναν ερωτήσεις, το έκαναν με ανάρμοστα κίνητρα. Προσπαθούσαν να υπονομεύσουν την εξουσία των αντρών δασκάλων αμφισβητώντας την διδασκαλία τους. Οι ερωτήσεις τους δεν ήταν (προφανώς) από μια ειλικρινή επιθυμία να καταλάβουν την αλήθεια. Αντ’ αυτού, η ερώτηση ήταν μέρος της προσπάθειας να δείξουν ότι είναι πιο έξυπνες από τους άντρες που τις δίδασκαν. Το κίνητρό τους ήταν λάθος.

Νωρίτερα στην ίδια επιστολή, ο Παύλος περιέγραψε πώς οι γυναίκες στην εκκλησία της Κορίνθου αντιδρούσαν (ξυρίζοντας ακόμα και τα κεφάλια τους), για να διεκδικήσουν την ισότητα με τους άντρες, παραβιάζοντας έτσι την εντολή του Θεού για την εκκλησία. Ως εκ τούτου, είναι λογικό να βγει το συμπέρασμα ότι το θέμα του Παύλου στο κεφ.ιδ σχετικά με τις γυναίκες που μιλούν στη συνάθροιση, περιορίστηκε σε εκείνες τις γυναίκες που μιλούσαν με αποκλειστικό σκοπό την πρόκληση και την υπονόμευση των αντρών δασκάλων.

Συνεπώς, διδάσκουμε ότι είναι επιτρεπτό σε μια γυναίκα να κάνει ερωτήσεις σε μια μικτή ομάδα, εφόσον το κάνει με πραγματικό ενδιαφέρον για να της δοθούν διευκρινίσεις ή να κατανοήσει καλύτερα τις γραφές. Μπορεί να κάνει την ερώτησή της δημόσια, εφόσον οι προθέσεις της είναι αγνές. Εάν οι ερωτήσεις καταλήγουν σε αντιπαράθεση, προκλήσεις ή διένεξη, τότε η γυναίκα θα πρέπει να σιωπά και να περιμένει από τον σύζυγό της να απαντήσει στις ερωτήσεις της ή να ρωτήσει για λογαριασμό της (υποθέτοντας ότι και αυτός συμμερίζεται τις ανησυχίες της).