Επειδή
ο κόσμος γύρω μας δείχνει τέτοια ανοχή για το κακό, είναι εύκολο και κάποιος
Χριστιανός να αποδεχτεί κάποια αμαρτία στον εαυτό του ή σε άλλους χωρίς να την
κρίνει.
Η
Γραφή μας προειδοποιεί όταν πρόκειται να
κρίνουμε άλλους, ότι θα πρέπει πρώτα να βγάλουμε το δοκάρι από το μάτι μας πριν
προσπαθήσουμε να βγάλουμε την ακίδα από το μάτι του αδελφού μας.
Επειδή
κανείς Χριστιανός δεν αποδέχεται ότι είναι τέλειος, γίνεται απρόθυμος να κρίνει
άλλους.
Μπορούμε
ακόμα να υιοθετήσουμε τη θέση του «κανείς δεν είναι τέλειος» κι ότι ο μόνος που
μπορεί να κρίνει δίκαια είναι ο Θεός.
Υπάρχει
όμως καιρός και περιπτώσεις, που η εκκλησία σαν ενότητα καλείται να κρίνει
γεγονότα για το καλό της Βασιλείας του Θεού. Αυτή η κρίση μπορεί να καταλήξει
σε τιμωρία, όπως για παράδειγμα, να αποκοπεί το κρινόμενο άτομο από την κοινωνία
των αγίων.
Ένα
μέλος της εκκλησίας της Κορίνθου, είχε απ’ ότι διαβάζουμε ερωτική σχέση με τη
μητριά του. Όταν ο απόστολος Παύλος πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό, είπε στην
εκκλησία ότι είναι ανεπίτρεπτο να ανέχονται τέτοια ανηθικότητα. Είχαν καθήκον
να σταματήσουν να έχουν κοινωνία με το συγκεκριμένο άτομο. Έπρεπε ν’ αρνούνται
να το κάνουν παρέα και να του απαγορεύουν να συμμετάσχει στις συνάξεις τους (Α’
Κορ.ε).
Αυτή
η αυστηρή παιδεία, δεν έπρεπε βέβαια να γίνει με κακία. Το ζητούμενο δεν ήταν
να τιμωρηθεί απλά αυτός ο άνθρωπος, αλλά να αποτραπούν και να προληφθούν
χειρότερες αμαρτίες μέσα στην εκκλησία, να προστατευθεί από την αύξηση της
διαφθοράς και να κρατηθεί το κύρος της εκκλησίας στον κόσμο.
Ο
Θεός είναι Άγιος και ο μόνος τρόπος να το αποδείξουμε ζωντανά, είναι να
επιδείξουμε αυτό το μοναδικό χαρακτηριστικό στη ζωή μας. Το να είμαστε χαλαροί
απέναντι σε μέλη που ανοικτά ντροπιάζουν την υπόθεση του Χριστού,
αποδυναμώνει την επιρροή που πρέπει να έχει η εκκλησία και δυσφημεί το μήνυμά
της.