Ο Χριστός λοιπόν γεννήθηκε
«ΕΚ» του Πατρός, όχι προ χρόνων αιωνίων, σαν «θεός Υιός», αλλά σαν άνθρωπος
Χριστός Ιησούς. Ήταν μέσα στον Πάτερα, κι έτσι Τον προγνώριζε (Α’ Πέτρ.α:20).
Αυτόν προείδε σαν Αμνό εσφαγμένο προ καταβολής κόσμου και Αυτόν γέννησε στον
κόσμο δια μέσου της παρθένου Μαρίας.
Πώς η θεωρία της
τριάδας εννοεί τη γέννηση του Χρίστου στη γη; Ποιός γεννήθηκε, από ποιόν και
που;
Η θεωρία αυτή
παραδέχεται τη γέννηση του Χριστού προ πάντων των αιώνων από τον Πατέρα. Αν
δεχτούμε κάτι τέτοιο, τότε δεχόμαστε δύο «θεούς», τον ένα μεγαλύτερο από τον άλλο
και καταργούμε τη γέννηση του Χριστού από τον Πατέρα δια μέσου της παρθένου
Μαρίας.
Εφ’ όσον ο Χριστός
προϋπήρχε σαν «θεός Υιός», τότε πως Τον γέννησε ο Πατέρας δια μέσου της Μαρίας;
Αυτό που ξέρουμε από το λόγο του Θεού, είναι ότι η Μαρία δέχτηκε το Άγιο σπέρμα
μέσα στη γαστέρα της.
Ματθ.α:18 «τοῦ
δὲ [Ἰησοῦ] Χριστοῦ ἡ γένεσις οὕτως ἦν μνηστευθείσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ
πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ πνεύματος ἁγίου».
Λουκ.α:31 «καὶ
ἰδοὺ συλλήμψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν».
Η Μαριάμ ενώ ήταν
παρθένα, συνέλαβε Άγιο Σπέρμα αρσενικό και μετά από εννέα μήνες γέννησε τον
Ιησού Χριστό. Αυτό το Σπέρμα που ήταν η μεγάλη προσδοκία όλων των γυναικών της
Ιουδαίας για το Μεσσία που επρόκειτο να έρθει στον κόσμο, από Ποιόν εξήλθε; Ποιος
το γέννησε;
Αν ο Χρίστος ήταν
ο «θεός Υιός», που έγινε σπέρμα αρσενικό για να συλληφθεί από τη μήτρα της
Μαριάμ, τότε πως συμβιβάζεται αυτό με το ότι «η παρθένος ευρέθη έχουσα ΕΚ
ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ»;
Αυτό το σπέρμα
μας λέει η Γραφή ότι εξήλθε από τη Πνεύμα που είναι φυσικά ο Πατέρας. Δεν λέει
ότι η παρθένος ευρέθη «έχουσα διά Πνεύματος» όπως το ερμηνεύουν ορισμένοι για
να ταιριάξει με τη θεωρία τους, αλλά λέει «ΕΚ» Πνεύματος Αγίου.
Άρα, αναγκαστικά
αναφέρεται σ' Αυτόν που είναι το Πνεύμα, (ο δε Κύριος είναι το Πνεύμα Β’ Κορ.γ:17),
που είναι ο Πατέρας, ο Οποίος φανερώνεται σ’ εμάς «ΕΝΤΟΣ» και «ΔΙΑ» του Υιού.
Πως ακόμη μπορεί
να συμβιβαστεί η θεωρία αυτή με τον αψευδή λόγο του Θεού αφού υποτίθεται ότι το
Πνεύμα το Άγιο που είναι το τρίτο πρόσωπο (κατά τη θεωρία) και εκπορεύεται από
τον Πατέρα και τον Υιό, να γεννάει το δεύτερο πρόσωπο;
Ποτέ κανένας που
υποστηρίζει τη θεωρία αυτή δεν δέχθηκε το τρίτο πρόσωπο σαν γεννήτορα του
δεύτερου, αλλά ότι το τρίτο προέρχεται από το πρώτο και το δεύτερο, ή όπως η
άλλη μερίδα υποστηρίζει ότι εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα.
Αυτό που
διαπιστώνουμε, είναι ότι αυτή η θεωρία φέρνει σύγχυση και διαστρεβλώνει το λόγο
του Θεού!
Από την άλλη
πλευρά όμως έχουμε τάξη και αρμονία με όλο το λόγο του Θεού. Τα πράγματα είναι
απλά, όταν πάρουμε τις Γραφές όπως είναι και τις πιστέψουμε.
Ο Πατέρας
Θεός που είναι το Πνεύμα, είναι αυτός που με τη δύναμη Του έκανε αυτό το μεγαλείο
διά μέσου της παρθένου Μαρίας. Έτσι, από το Θεό και από τη Μαριάμ γεννήθηκε ο
άνθρωπος Χριστός Ιησούς, ο οποίος είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος.
Αν πράγματι ο
Χριστός δεν γεννήθηκε από τον Πατέρα, όπως ο ίδιος διακήρυξε, τότε με ποια
έννοια είναι «ΠΑΙΔΙ» του Πατέρα; Με την ίδια έννοια που η Μαρία ονομάζεται
μητέρα του Χριστού, ονομάζεται και ο Θεός αντίστοιχα Πατέρας του Ιησού.
Ο λόγος του Θεού
αποκαλεί το Χριστό πέντε φορές «παίδα» του Πατέρα (Πράξ.γ:13, γ:26, δ:25, δ:27,
δ:30). Ο όρος «παις» αναφέρεται φυσικά στον άνθρωπο Χριστό Ιησού. Πως λοιπόν ο
Χριστός σαν άνθρωπος είχε Πατέρα το Θεό, αν γεννήθηκε μόνος Του;
«....αλλ' ύπαγε προς τους αδελφούς μου, και ειπέ
προς αυτούς, Αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας και Θεόν μου και Θεόν σας».
Τώρα, έχοντας τις
σωστές βάσεις, μπορούμε να καταλάβουμε τις πρώτες γραμμές του Ευαγγελίου του
Ιωάννη που αναφέρεται στο λόγο, όχι επιπόλαια, αλλά με βάθος και αλήθεια σε
αρμονία με τον υπόλοιπο λόγο του Θεού.
Δεν βλέπουμε σ’
ένα δεύτερο θεό, ούτε σε δεύτερη προσωπικότητα μέσα στη θεότητα, ούτε σε καμιά
τριάδα.
Βλέπουμε στον ένα και μοναδικό Θεό τον Πατέρα, και σ’ Αυτόν που γέννησε,
που είναι η ενσάρκωση του λόγου Του.
Ο λόγος πήρε ξεχωριστή
προσωπικότητα από τον Πατέρα, μόνον όταν έγινε σάρκα και όχι πριν. Πριν ήταν ο λόγος
του Πατέρα, μέρος του ίδιου του Πατέρα. Τη στιγμή που ο Θεός φανερώνεται στη
γη, τότε είναι που ο λόγος «γίνεται σάρκα», δηλ. άνθρωπος με υπόσταση και
προσωπικότητα.