Ο ΣΩΣΜΕΝΟΣ ΛΗΣΤΗΣ
Και οι δυο άνδρες που σταυρώθηκαν με το Χριστό
ήταν δολοφόνοι, ληστές, αντάρτες. Και οι δυο τους δίκαια καταδικάστηκαν σε
θάνατο. Και οι δυο τους καρφώθηκαν στο σταυρό. Και οι δυο τους στην αρχή
βλασφημούσαν το Σωτήρα. Καμιά διαφορά δεν μπορούμε να σημειώσουμε ανάμεσά τους,
εκτός από τη στάση που πήραν στο πρόσωπο του Χριστού. Ο ένας Τον δέχτηκε, ο
άλλος Τον απόρριψε. Πέντε πράγματα μπορούν να ειπωθούν για το σωσμένο ληστή,
που είναι αληθινά και για κάθε πρόσωπο που είναι σωσμένο.
1. Φοβόταν το Θεό.
2. Παραδέχτηκε ότι ήταν αμαρτωλός.
3. Αναγνώρισε την αναμαρτησία του Χριστού.
4. Τον ομολόγησε σαν Κύριό του.
5. Πίστευε στην ανάσταση του Χριστού.
ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΟ ΘΕΟ
Και τώρα ας πούμε δυο λόγια γι' αυτές τις πέντε
αλήθειες. Ο σωσμένος ληστής είπε στον καρφωμένο συνάδελφο του, που ήταν στην
αριστερή μεριά του Χριστού: «Δεν φοβάσαι το Θεό;» Μ' άλλα λόγια του είπε: «Δεν
φοβάσαι ν' αντιμετωπίσεις το θάνατο και την αιωνιότητα;». Ο διάβολος θα ήθελε
να έχει ανθρώπους που πιστεύουν ότι ο ΦΟΒΟΣ είναι σημάδι δειλίας και αδυναμίας.
Μας διδάσκουν σήμερα ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε και ότι κάθε προειδοποίηση για
μελλοντική κρίση και την τιμωρία του Θεού για τους αμαρτωλούς είναι απλώς
εκφοβιστική τακτική. Ο φόβος, λένε, δεν έχει θέση στον πολιτισμό και το φωτισμό
της σημερινής εποχής.
Ο άνθρωπος μιλά για απελευθέρωση από το φόβο.
Στον υλικό όμως τομέα της ζωής του οτιδήποτε κάνει κυριαρχείται από φόβο. Όταν
είσαι άρρωστος καλείς το γιατρό γιατί φοβάσαι τα παθήματα και το θάνατο.
Αποταμιεύεις τα χρήματα σου γιατί φοβάσαι τη φτώχεια. Κτίζεις σπίτι γιατί
φοβάσαι το κρύο. Ασφαλίζεις το σπίτι σου γιατί φοβάσαι τη φωτιά και το
αυτοκίνητο σου γιατί φοβάσαι μήπως σε τρακάρει κάποιος μεθυσμένος οδηγός.
Μπλεκόμαστε σε πολέμους, με θυσία εκατομμυρίων πολύτιμων ζωών και
δισεκατομμυρίων χρημάτων, γιατί φοβόμαστε επιθέσεις και φοβόμαστε μήπως χάσουμε
την πολύτιμη ελευθερία μας. Όταν όμως οι κήρυκες μιλούν για το φόβο του θεού
και το φόβο της κόλασης τους αποκαλούν κήρυκες της συμφοράς και θρηνωδίας.
Εσύ φοβάσαι; Ο ληστής και κάθε σωσμένος θα
ομολογήσουν ότι όταν για πρώτη φορά ήρθαν αντιμέτωποι με τις αμαρτίες τους και είδαν
την τρομερή καταδίκη της ψυχής τους που τους περιμένει έτρεμαν και φοβόταν. Γι'
αυτό ο Θεός μας προτρέπει να φύγουμε από την επερχόμενη οργή. Μια μέρα θα
σταθείς μπροστά στο Χριστό. Αν Τον απορρίπτεις θα φωνάζεις τους βράχους και τα
βουνά να πέσουν και να σε σκεπάσουν. Τότε δεν θα είσαι σε θέση να κρύψεις το
φόβο σου και το ψέμα του Σατανά «μη φοβάσαι» δεν θα σε βοηθήσει καθόλου.
ΠΑΡΑΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΝ ΕΝΟΧΗ ΤΟΥ
Το επόμενο πράγμα που σημειώνουμε είναι ότι ο
ληστής παραδέχτηκε την ενοχή του. Αναγνώρισε την αμαρτία του όταν είπε: «Αποκριθείς δε ο άλλος, επέπληττεν αυτόν,
λέγων· Ουδέ τον Θεόν δεν φοβείσαι συ, όστις είσαι εν τη αυτή καταδίκη; και
ημείς μεν δικαίως· διότι άξια των όσα επράξαμεν απολαμβάνομεν· ούτος όμως ουδέν
άτοπον έπραξε» (Λουκ.κγ:40,41).
Παραδέχτηκε ότι ήταν ένοχος αμαρτωλός. Κι εσύ
δεν μπορείς να σωθείς ως ότου παραδεχτείς το ίδιο πράγμα. Ο Χριστός πέθανε για
τους αμαρτωλούς. Όσο καιρό δεν παραδέχεσαι την αμαρτία σου δεν μπορείς να
σωθείς.
ΠΑΡΑΔΕΧΕΤΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΑΡΤΗΣΙΑ ΤΟΥ
ΧΡΙΣΤΟΥ
Κατόπι ο ληστής αυτός αναγνώρισε την ικανότητα
του Χριστού να τον σώσει. Παραδέχτηκε ότι ο Χριστός ήταν χωρίς αμαρτία και γι'
αυτό μπορούσε να κάνει εξιλέωση για άλλους. Αν ο Χριστός ήταν αμαρτωλός, δεν θα
μπορούσε να πεθάνει για άλλους. Ο ληστής όμως αναγνώρισε τον Ιησού σαν τον Άγιο
του Θεού και είπε «ούτος όμως ουδέν
άτοπον έπραξε» (Λουκ.κγ:41).
ΟΜΟΛΟΓΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΣΑΝ ΚΥΡΙΟ
Ακόμη ομολόγησε τον Χριστό σαν Κύριο γιατί
είπε: «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου» (Λουκ.κγ:42).
Επίσης ομολόγησε πίστη στην ΑΝΑΣΤΑΣΗ. Το
πρόσεξες αυτό; Ο Ιησούς πέθαινε και όμως ο ληστής του είπε: «όταν έλθης εν τη βασιλεία σου». Πίστευε
ότι ο Χριστός που πέθαινε θα ξαναρχόταν στην βασιλεία Του. Για να το έκανε αυτό
ο Χριστός θα έπρεπε να αναστηθεί από τους νεκρούς.
Θα κλείσω το μέρος αυτό μ' ένα παράδειγμα:
Σκέψου για έναν άνθρωπο που πεθαίνει από ένα δηλητήριο που πήρε. Καλεί το
γιατρό, που σωστά κάνει τη διάγνωση και αμέσως δίνει συνταγή με το σωστό
φάρμακο. Ο γιατρός βάζει το φάρμακο σ' ένα ποτήρι νερό κοντά στο κρεββάτι και
λέει: «Πάρε το φάρμακο αυτό και θα ζήσεις. Αν δεν το πάρεις θα πεθάνεις».
Ο άνθρωπος αυτός μπορεί να πιστεύει ότι είναι
δηλητηριασμένος, ακόμη μπορεί να πιστεύει ότι το φάρμακο είναι καλό και θα τον
θεραπεύσει αν το πάρει. Μπορεί να τα πιστεύει όλα αυτά και πάλι να πεθάνει. Το
δηλητήριο είναι μέσα του. Δεν χρειάζεται να πετάξει το φάρμακο στο πάτωμα με
βλαστήμιες και απιστία, διακηρύττοντας ότι δεν έχει πίστη στο γιατρό και σε οτιδήποτε
άλλο. Αυτό που χρειάζεται να κάνει είναι να πιστέψει στο γιατρό και να πιστέψει
ότι το φάρμακο είναι καλό, αλλά αυτός αρνιέται να το πάρει. Το δηλητήριο θα
κάνει το έργο του. Κι' εσύ είσαι δηλητηριασμένος από την αμαρτία, φίλε μου, και
θα χαθείς για πάντα εκτός κι αν αναγεννηθείς. Απλώς να πιστεύεις ότι όλα αυτά
που λέει η Βίβλος είναι αληθινά δεν θα έχουν κανένα αποτέλεσμα. Πρέπει να
έρθεις στο σημείο όπου οριστικά θα δεχτείς το Χριστό.
Ο ληστής στο σταυρό δεν μπορούσε να κάνει τίποτε
για να σωθεί. Τα χέρια του ήταν καρφωμένα στο σταυρό και δεν μπορούσε να
εργαστεί. Δεν μπορούσε να περπατήσει, γιατί τα πόδια του ήταν καρφωμένα στο
σταυρό. Δύο πράγματα όμως δεν ήταν καρφωμένα - η γλώσσα και η καρδιά του. Ήταν
ελεύθερα ώστε με το στόμα του να ομολογήσει και με την καρδιά του να πιστέψει.