Α. Το κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης
Η ακρίβεια της σημερινής Παλαιάς Διαθήκης εξαρτάται από την ακρίβεια του Εβραϊκού κειμένου, καθώς αυτό αντιγράφτηκε από το ένα χειρόγραφο στο άλλο και μετά μέσα από διάφορες μεταφράσεις πέρασε στη γλώσσα που διαβάζουμε και μελετάμε τη Βίβλο. Ο σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι να δείξει πως οι λόγιοι απέδειξαν ότι το κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης είναι αξιόπιστο και έγκυρο.
Μετά από μία λεπτομερή μελέτη του τρόπου που έφθασε μέχρι εμάς το γραπτό κείμενο, ο συγγραφέας είναι πεισμένος ότι ο Θεός πρόσφερε στον αιώνα μας το καθαρό και ακριβές μήνυμα του. Έχουμε πλήθος στοιχεία τα οποία μας οδηγούν να πιστέψουμε ότι το σημερινό κείμενο της Γραφής είναι αξιόπιστο. Ο Frederic Kenyon, ο οποίος είναι αυθεντία στη μελέτη του κειμένου δηλώνει:
Ο Χριστιανός μπορεί να πάρει ολόκληρη τη Γραφή του στα χέρια του και να πει χωρίς φόβο ή δισταγμό ότι μέσα σ’ αυτήν κρατάει τον αληθινό λόγο του Θεού, ο οποίος πέρασε από γενεά σε γενεά μέσα στους αιώνες χωρίς καμία ουσιώδη απώλεια.
(Frederic Kenyon, η Βίβλος και η μοντέρνα επιστημονική σκέψη, Λονδίνο 1948).
Μία ολοκληρωμένη μελέτη του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Μερικά από τα βήματα σκιαγραφούνται για να δείξουν την διαδικασία με την οποία οι επιστήμονες κατέληξαν να δεχθούν την αξιοπιστία του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης.
1. Μια εξαιρετικά λεπτομερής εξέταση με την οποία οι αντιγραφείς αντιγράφουν τα χειρόγραφα της Παλαιάς Διαθήκης. Προηγουμένως έχουμε αναφέρει σύντομα μερικές απ’ αυτές τις μεθόδους.
2. Προσεκτικές μελέτες και συγκρίσεις των χειρογράφων που σώζονται. Τα κύρια Εβραϊκά χειρόγραφα είναι:
* Κώδικας του Καΐρου (895 π.Χ.) - Περιέχει παλαιότερους και νεότερους προφήτες
* Κώδικας των προφητών του Λένικραντ (916 π.Χ.) - περιέχει τον Ησαΐα, τον Ιερεμία, τον Ιεζεκιήλ και τους δώδεκα μικρούς προφήτες.
* Κώδικας Βαβυλωνιακός Πετροπαλιτάνος (1008 π.Χ.) - το παλαιότερο πλήρες χειρόγραφα της Παλαιάς Διαθήκης.
* Κώδικας Αλέπο (900+ π.Χ.) - αυτό είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό χειρόγραφο. Χάθηκε για κάποιο διάστημα, αλλά ανακαλύφθηκε και πάλι το 1958, έχοντας υποστεί κάποιες ζημίες.
* Κώδικας του Βρετανικού Μουσείου (950 π.Χ.) - περιέχει ένα μέρος της Γένεσης μέχρι το Δευτερονόμιο.
* Κώδικας Ρεουχλίν των προφητών (1105 π.Χ.) - είναι ένα κείμενο που ετοίμασε ο Μαζορίτης Μπέν Ναφθαλή.
(Aυτές οι πληροφορίες για τα χειρόγραφα είναι από το βιβλίο του Josh McDowell στοιχεία που απαιτούν μία απάντηση. Η αρχική του πρόθεση όταν μελετούσε το κείμενο των Γραφών ήταν για να αποδείξει ότι δεν ήταν αξιόπιστο. Το τελικό του συμπέρασμα ήταν : “η Βίβλος είναι αξιόπιστη και ιστορικά σωστή.”)
3. Μία σύγκριση της πρόσφατης ανακάλυψης των χειρογράφων της Νεκράς Θάλασσας (βρέθηκαν το 1947) με τα παλαιότερα Εβραϊκά χειρόγραφα, από τα οποία καθορίστηκε το κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης. Μέχρι την ανακάλυψη των χειρογράφων της Νεκράς Θάλασσας, τα παλαιότερα Εβραϊκά χειρόγραφα χρονολογούνταν γύρω στο 900 π.Χ. Τα χειρόγραφα της Νεκράς θάλασσας χρονολογούνται στο πρώτο και δεύτερο αιώνα π.Χ. Αυτά τα χειρόγραφα τα οποία χρονολογούνται 1000 χρόνια ενωρίτερα από όλα τα υπόλοιπα παρέχουν αφθονία υλικού για μελέτη πάνω στο κείμενο. Η μελέτη μόνο του κειμένου του Ησαΐα συγκρινόμενη με το Μαζοριτικό κείμενο (916 π.Χ.) φανερώνει ασυνήθιστη ακρίβεια για μια περίοδο μεγαλύτερη από 1000 χρόνια. Ο Gleason Archer τονίζει ότι τα αντίγραφα του Ησαΐα από τα χειρόγραφα της Νεκράς θάλασσας “έχει αποδειχτεί ότι είναι όμοια, λέξη προς λέξη, με την παραδεχτή Εβραϊκή Βίβλο σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 95% του κειμένου. Οι διαφορές του 5% είναι κυρίως φανερές παραδρομές της πέννας και διαφοροποιήσεις στην προφορά.” (Gleason Archer, Επισκόπηση της Παλαιάς Διαθήκης).
4. Αναφορά σε διάφορες άλλες πηγές, συμπεριλαμβανομένων και μεταφράσεων σε άλλες γλώσσες.
* Η Σαμαρειτική Πεντάτευχος η οποία είναι ένας τύπος Εβραϊκού κειμένου. Συνολικά η Εβραϊκή κι η Σαμαρειτική Πεντάτευχος έχουν ελάχιστες βασικές διαφορές.
* Η μετάφραση των Εβδομήκοντα - μια Ελληνική μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης που ολοκληρώθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ.
* Τα Αραμαϊκά Τάργκουμς - παραφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης στη Γλώσσα που μιλούσαν οι Εβραίοι μετά την εξορία.
* Η Συριακή Πεσίτα - μία μετάφραση η οποία χρονολογείται τον πρώτο αιώνα μ.Χ.
* Λατινικές μεταφράσεις
Η Παλιά Λατινική μετάφραση χρονολογείται το 150 μ.Χ. , αλλά έχει περιορισμούς γιατί βασίστηκε στη μετάφραση των Εβδομήκοντα.
Η Λατινική Βουλγάτα είναι σημαντική και αξιόπιστη. Ο Ιερώνυμος την μετέφρασε κατευθείαν από τα Εβραϊκά γύρω στο 400 μ.Χ.
* Άλλες πηγές - πολυάριθμες άλλες μεταφράσεις και αποσπάσματα του Εβραϊκού κειμένου που έχουν ανακαλυφθεί παρέχουν αφθονία υλικού πάνω στα κείμενα.
5. Χρίση του Μαζωριτικού κειμένου - την περίοδο ανάμεσα στο 500 - 1000 μ.Χ. μία ομάδα Εβραίων λόγιων που ήταν γνωστοί σαν Μαζωρίτες ανέλαβαν την εργασία της έκδοσης και της επιμέλειας του Εβραϊκού κειμένου. Αυτοί οι πειθαρχημένοι γραφείς έδειξαν εξαιρετικά λεπτομερειακή επιμέλεια, χρησιμοποιώντας ένα ολόκληρο σύστημα από εγγυήσεις για να αποφύγουν τα λάθη στην ετοιμασία των χειρόγραφων. Τα κυριότερα χειρόγραφα που σώζονται είναι δείγματα Μαζωριτικού κειμένου. Αυτό το Μαζωριτικό κείμενο είναι το παραδεκτό Εβραϊκό κείμενο που χρησιμοποιείται σήμερα. Αυτή η προσεκτική χρησιμοποίηση του Εβραϊκού κειμένου ήταν μία από τις μεθόδους που ο Θεός χρησιμοποίησε για να διασωθεί η ακριβείς καταγραφεί του λόγου Του. Ο Σερ Frederic Kenyon αναφέρει ότι: “οι Μαζορίτες ανησυχούσαν πραγματικά μήπως ένα γιοδ ή μία κεραία, ή ένα μικρό γράμμα, ή έστω ένα μικρό μέρος γράμματος από το Νόμο τους ξέφευγε ή χανόταν” (Frederic Kenyon, η Βίβλος μας και τα αρχαία χειρόγραφα).
Β. Το κείμενο της Καινής Διαθήκης
1. Πηγές των κειμένων της Καινής Διαθήκης
Τα πρωτότυπα χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης ολοκληρώθηκαν μέσα στον 1ο αιώνα μ.Χ. Από αυτή την εποχή τα βιβλία της Καινής Διαθήκης εκδίδονταν και κυκλοφορούσαν μεταξύ των εκκλησιών. Ενώ δεν σώζονται τα πρωτότυπα χειρόγραφα, από όσο ξέρουμε, ωστόσο υπάρχει αφθονία υλικού ως προς τα χειρόγραφα που έχουμε για μελέτη. Γύρω στα 4000 με 5000 Ελληνικά χειρόγραφα έχουν διασωθεί ως της μέρες μας. Έχουμε ακόμα γύρω στα 8000 αντίγραφα της Λατινικής Βουλγάτας και υπάρχουν τουλάχιστον 1000 αντίγραφα των πρώτων Λατινικών μεταφράσεων.
Γύρω στις 13000 αντίγραφα αποσπασμάτων από την Καινή Διαθήκη μας δίνουν πρόσθετο υλικό πάνω στη μελέτη των κειμένων. Εκτός από όλα αυτά τα αντίγραφα των χειρογράφων η Καινή Διαθήκη βρίσκεται σε μεγάλο ποσοστό σε αποσπάσματα έργων των πρώτων χριστιανών συγγραφέων.
2. Κύρια χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης
Τα κύρια χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης χρονολογούνται στο 4ο αιώνα μ.Χ. Σημαντικά αποσπάσματα έχουμε, ακόμα, από το 2ο και 3ο αιώνα:
* Ο Σιναϊτικός Κώδικας (350 μ.Χ.) περιέχει σχεδόν όλη την Καινή Διαθήκη και περισσότερο από το μισό της Παλαιάς Διαθήκης. Ανήκει στο Βρετανικό μουσείο
* Ο Κώδικας του Βατικανού (325 - 350 μ.Χ.) είναι αντίγραφο όλης σχεδόν της Βίβλου. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα χειρόγραφα της ελληνικής Βίβλου. Βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Βατικανού, στη Ρώμη.
* Ο Αλεξανδρινός κώδικας (400 μ.Χ.) περιέχει ολόκληρη σχεδόν τη Βίβλο. Βρίσκεται στο Βρετανικό μουσείο στο Λονδίνο.
* Η συλλογή παπύρων του Chester Beatty (200 μ.Χ.) περιέχει κώδικες σε παπύρους (με τη μορφή βιβλίων, τρεις από τους οποίους περιέχουν μεγάλα τμήματα της Καινής Διαθήκης).
* Τα χειρόγραφα του John Ryland (130 μ.Χ.) είναι το παλαιότερο γνωστό τμήμα της Καινής Διαθήκης. Αυτό το απόσπασμα του ευαγγελίου του Ιωάννη αποτελεί μια σημαντική μαρτυρία ότι ο Ιωάννης είναι ο συγγραφέας αυτού του ευαγγελίου.
* Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλά ακόμα χειρόγραφα αλλά τα παραπάνω δίνουν μία πλήρη εικόνα του υλικού το οποίο είναι διαθέσιμο στους μελετητές για μελέτη των κειμένων.
3. Η Καινή Διαθήκη είναι αξιόπιστη.
Ο μεγάλος αριθμός των χειρογράφων που σώζονται κάνουν δυνατή την ανάπλαση του αρχικού κειμένου, ώστε να καλυφθούν τα λάθη των αντιγραφέων που έχουν παρεισφρήσει μέσα στο κείμενο μέσα στα χρόνια. Ο F. F. Bruce μας διαβεβαιώνει ότι “δεν υπάρχει κανένα άλλο κείμενο της παγκόσμιας αρχαίας φιλολογίας το οποίο να απολαμβάνει τόσο μεγάλο πλήθος κειμενικής συμμαρτυρίας όπως η Καινή Διαθήκη” (F. F. Bruce τα βιβλία κι οι περγαμηνές).
Μαζί με την αφθονία των ελληνικών χειρογράφων που υπάρχουν και τα οποία επιβεβαιώνουν την αξιοπιστία του κειμένου της Καινής Διαθήκης, έχουμε επίσης πρώιμες μεταφράσεις της Καινής Διαθήκης. Η Συριακή και η Λατινική μετάφραση έγιναν γύρω στο 150 μ.Χ. Αυτές μας πηγαίνουν πίσω πολύ κοντά στην εποχή των αυθεντικών γραπτών. Σήμερα σώζονται περισσότερα από 9000 αντίγραφα αυτών των πρώτων μεταφράσεων. Η Συριακή Πεσίτα, για παράδειγμα, έχει περισσότερα από 350 χειρόγραφα που σώζονται, τα οποία χρονολογούνται γύρω στο 400 μ.Χ.
Ενώ οι κριτικοί θα προσπαθούν να αμφισβητούν την αξιοπιστία των Γραφών, ο χριστιανός μπορεί να είναι αναπαυμένος ότι η Βίβλος του έχει φθάσει μέχρι σήμερα, μέσα στους αιώνες, στη μορφή αυτή που την καθιστά έγκυρη. Η κριτική, για παράδειγμα, μπορεί να χρησιμοποιεί τη δήλωση ότι η Καινή Διαθήκη περιέχει 150000 διάφορες ερμηνείες. Αυτό που ο κριτικός δεν παραδέχεται είναι ότι όλες αυτές γενικά, δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη σημασία. Μία και μόνο λέξη η οποία βρίσκεται γραμμένη λάθος σε 3000 χειρόγραφα θεωρείται σαν 3000 παραλλαγές. Πολλές αυθεντίες πάνω στην αξιοπιστία των κειμένων τονίζουν ότι τα γνωστά λάθη στα κείμενα δεν θέτουν, σε καμία περίπτωση, σε κίνδυνο τις θεμελιώδεις διδασκαλίες της χριστιανικής πίστης. Οι μελετητές είναι πεπεισμένοι ότι κατέχουν το πραγματικό κείμενο της Καινής Διαθήκης.
Μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι η Καινή Διαθήκη είναι ο λόγος του Θεού. Ο Σερ Frederic Kenyon μας λέει ότι: “ότι και να πούμε δεν είναι αρκετό για να υποστηρίξουμε επαρκώς ότι ουσιαστικά το κείμενο της Βίβλου είναι τελείως βεβαιωμένο.........” (Frederic Kenyon, η Βίβλος μας και τα αρχαία χειρόγραφα).