Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

Το λάθος και η διόρθωση (3)






Ένα σημαντικό γεγονός είναι η «αποστασία». Εξ ορισμού αποστασία είναι μια αναχώρηση, η εγκατάλειψη μιας θέσης που κατείχε προηγουμένως (Ι. Ναυή κβ:22, Πράξ.κα:21). Δεν σημαίνει απλά δυσπιστία, αλλά μια επιθετική και ενεργητική εξέγερση (Εβρ.γ:12).

Αποστασία σημαίνει ακόμα μια πολιτική ή στρατιωτική εξέγερση, αλλά στην Παλαιά Διαθήκη βρίσκουμε ότι χρησιμοποιείται σαν εξέγερση κατά του Θεού (π.χ. Ι. Ναυή κβ:22), και αυτή είναι η αποδεκτή βιβλική χρήση. Η σκέψη του Παύλου είναι ότι στους έσχατους καιρούς θα υπάρξει μια εξαιρετική εκδήλωση δυνάμεων του κακού που θα παραταχθούν ενάντια στον Θεό».

Φαίνεται ότι ο Παύλος αναφέρεται εδώ στην αποχώρηση από την χριστιανική πίστη όχι μόνο των άπιστων, αλλά και πολλών αυτοαποκαλούμενων (μη γνήσιων) Χριστιανών, αμέσως μετά την Αρπαγή, στην αρχή της «ημέρας του Κυρίου».

Όλοι οι γνήσιοι Χριστιανοί θα πάνε να είναι με τον Κύριο στην Αρπαγή (Α’ Θες.δ:13-17). Ο Παύλος έγραψε και αλλού για την αποστασία (A’ Τιμ.δ:1-3, Β’ Τιμ.δ:3-4, δες και Β’ Πέτρ.γ:3-6). Οι απόστολοι προειδοποίησαν ότι η αποστασία θα χαρακτήριζε τις τελευταίες ημέρες της οικονομίας της Εκκλησίας, πριν από την Αρπαγή (Ιακ.ε:1-8, Β’ Πέτρ.β, Ιούδας). Μετά την Αρπαγή, η απομάκρυνση από την αλήθεια που όλο αυτόν τον καιρό αυξανόταν, θα εκραγεί με ακόμη μεγαλύτερη δύναμη.

Με άλλα λόγια, η αποστασία που σήμερα είναι γενική πρόκειται να γίνει συγκεκριμένη.

Δεν είναι τόσο η πρώτη αγάπη κάποιου που κρυώνει και παρασύρεται στην απάθεια, όσο το γεγονός ότι τοποθετείται ενάντια στον Θεό.

Φαίνεται πιθανό ότι η αποστασία που ο Παύλος είχε κατά νου επεκτάθηκε από ένα τμήμα της χριστιανικής εκκλησίας και στους Εβραίους με μια δραματική και κλιμακωτή απομάκρυνση από την λατρεία του πραγματικού Θεού σαν μέρος του συμπλέγματος των γεγονότων στο τέλος της οικονομίας.

Το «τμήμα» της χριστιανικής εκκλησίας, που αναφέρεται στο παραπάνω απόσπασμα, κατά την άποψη του Παύλου, θα είναι οι μη γνήσιοι Χριστιανοί που συνθέτουν τον λεγόμενο «χριστιανικό κόσμο», που αναφέρεται σε όλους αυτούς που λένε ότι είναι χριστιανοί, γνήσιοι και μη γνήσιοι. Μια τέτοια αναχώρηση είχε αρχίσει από την εποχή του Παύλου, αλλά δεν είχε ακόμη πάρει τις διαστάσεις που προβλέπονταν για να χαρακτηριστεί σαν «η αποστασία» για την οποία ο απόστολος είχε δώσει οδηγίες στους αναγνώστες του όταν ήταν μαζί τους (εδ.5). Όταν γίνει η Αρπαγή και όλοι οι αληθινοί Χριστιανοί εγκαταλείψουν την γη, αυτή η μεγάλη «αποστασία», η οποία συνδέεται με μια παγκόσμια αυταπάτη ή εξαπάτηση, θα χαρακτηρίζει όλη την ανθρωπότητα.

Αυτό το παγκόσμιο κίνημα κατά του Θεού θα είναι τόσο καθολικό, που κερδίζει μια ειδική ονομασία: «η αποστασία» - δηλαδή, η κορύφωση της αυξανόμενης τάσης αποστασίας που ήταν εμφανής πριν από την αρπαγή της εκκλησίας.

Κάποιοι έχουν διαφορετική άποψη. Πιστεύουν ότι αυτή η «αποστασία» αναφέρεται στην Αρπαγή, και το λένε στηριζόμενοι στην αναφορά του Παύλου στην Αρπαγή στο εδ.1. Αλλά η έννοια της λέξης «αποστασία» σαν εξέγερση δεν υποστηρίζει αυτήν την άποψη.

Πουθενά αλλού η Γραφή δεν μιλάει για την αρπαγή σαν «αναχώρηση». Αναχώρηση υποδηλώνει πράξη ατόμου ή εταιρείας που αναχωρεί. Αλλά η αρπαγή δεν είναι μια πράξη αναχώρησης από την πλευρά των αγίων. Στην αρπαγή η εκκλησία είναι παθητική, όχι ενεργητική. Κατά την αρπαγή η εκκλησία «αρπάζεται», ένα γεγονός όπου ο Κύριος ενεργεί για την μεταφορά των πιστών από την γη στην παρουσία Του (Α ́ Θες.δ:16-17).

αρπαγή (η) [αρχ.] 1. η απόσπαση με παράνομο, δόλιο τρόπο και συχνά με τη χρήση βίας ή απάτης πράγματος, περιουσιακού στοιχείου κ.λπ. από τον κάτοχο του ή προσώπου από την οικογένεια ή το στενό περιβάλλον του.

αρπάζω ρ. μετβ. κ. αμετβ. {άρπα-ξα, -χτηκα, -γμένος) ♦ (μετβ.) 1. πιάνω (κάτι) σφιχτά ή βίαια με το χέρι, γραπώνω: τον άρπαξε απ' τα μαλλιά || του άρπαξε το μπράτσο και τον χτύπησε || από τον λαιμό | γιακά



Ό,τι γίνεται με τους πιστούς στην αρπαγή, ξεκινά από τον Κύριο και γίνεται από Εκείνον. Ο Παύλος μίλησε για την αρπαγή σαν «ἡμῶν ἐπισυναγωγῆ ἐπ' αὐτόν» (εδ.1), γιατί να χρησιμοποιήσει αυτόν τον απίθανο όρο «αποστασία», να σημαίνει το ίδιο πράγμα;

Ένα άλλο σημαντικό γεγονός, εκτός από την «αποστασία,» είναι η αποκάλυψη του «ανθρώπου της ανομίας» (εδ.3). Αυτό είναι ένα πρόσωπο που είναι να εμφανιστεί. Θα είναι εντελώς άνομος και ο Θεός θα καταδικάσει σε αιώνια καταστροφή «εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρὸς τῆς καιομένης ἐν θείῳ» (Αποκ.ιθ:19-21). Ο προφήτης Δανιήλ μίλησε γι’ αυτό το πρόσωπο. Θα συνάψει διαθήκη με τους Εβραίους, αλλά στη συνέχεια θα την σπάσει μετά από 3 ½ χρόνια (Δαν.θ:27). Η υπογραφή αυτής της διαθήκης φαίνεται να είναι το γεγονός που θα αποκαλύψει ποιο είναι αυτό το άτομο, ο αντίχριστος. Θα επιδιώξει να κάνει τον καθένα να τον προσκυνήσει και θα ισχυριστεί ότι είναι ο Θεός (Αποκ.ιγ:5-8).

«ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας» είναι αυτός που η απώλεια είναι το χαρακτηριστικό του γνώρισμα.

Η αναφορά στον άνθρωπο της ανομίας (Αντίχριστος, βλ. Α’ Ιωάν.β:18, 22, δ:3) «ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ θεοῦ καθίσαι ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἔστιν θεός» (εδ.4) μπορεί να είναι μεταφορική, εννοώντας ότι παίρνει την υψηλότερη δυνατή θέση. Το πιο πιθανό όμως είναι ότι είναι κυριολεκτική, οπότε ο φυσικός ναός του Θεού που θα σταθεί στην Ιερουσαλήμ κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού, τουλάχιστον, της Θλίψης είναι το θέμα (Δαν.ια:36).

Κάποιοι που δεν πιστεύουν στην μελλοντική Βασιλεία του Χριστού σ’ αυτή την γη, συχνά εκλαμβάνουν αυτόν τον ναό σαν αυτόν που στήθηκε στην Ιερουσαλήμ, όταν ο Παύλος έγραψε αυτή την επιστολή. Όμως, ο Αντίχριστος, δεν είχε εμφανιστεί όταν έγραψε ο Παύλος, ούτε έχει εμφανιστεί ακόμα.

Το 40 μ.Χ., λίγα χρόνια πριν ο Παύλος γράψει αυτή την επιστολή, ο Γάιος Καίσαρας (Καλιγούλας), που είχε δηλώσει ότι είναι Θεός, προσπάθησε να στήσει την εικόνα του στα Άγια των αγίων στην Ιερουσαλήμ.

Όλες οι προσπάθειες να εξομοιωθεί ο άνθρωπος της ανομίας με ιστορικές προσωπικότητες καταρρέει από το γεγονός ότι ο Παύλος μιλούσε για κάποιον που θα εμφανιστεί μόνο στο τέλος των καιρών.

Επιπλέον, ο Παύλος έγραψε ότι «ὁ κύριος [Ἰησοῦς] ἀνελεῖ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρούσιας αὐτοῦ» (εδ.8).

Β’ Θεσ.β:5 οὐ μνημονεύετε ὅτι ἔτι ὢν πρὸς ὑμᾶς ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν;.

Ο Παύλος υπενθύμισε στους αναγνώστες του ότι τους είχε μιλήσει για αυτά τα πράγματα, όταν ήταν μαζί τους. Δεδομένου ότι ο Παύλος ήταν στην Θεσσαλονίκη μόνο για λίγες εβδομάδες ή μήνες, αυτή η αναφορά είναι πολύ σημαντική. Ο Παύλος δεν θεωρούσε την προφητεία αυτή ούτε πολύ βαθιά, ούτε ασήμαντη, ή αμφιλεγόμενη, ακόμη και για τους νέους Χριστιανούς. Πολλοί Χριστιανοί σήμερα υποβαθμίζουν τη σημασία αυτού του μέρους της αποκάλυψης του Θεού. Ο Παύλος πίστευε ότι αυτή η προφητική αλήθεια ήταν ζωτικό μέρος του λόγου του Θεού, απαραίτητο για τη νικηφόρα χριστιανική ζωή. Κατά συνέπεια, το δίδαξε χωρίς δισταγμό. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε κι εμείς.