Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 3 Μαΐου 2019

να παραδώσητε τον τοιούτον εις τον Σατανάν



Α’ Κορ.ε:1-5 Γενικώς ακούεται ότι είναι μεταξύ σας πορνεία, και τοιαύτη πορνεία, ήτις ουδέ μεταξύ των εθνών ονομάζεται, ώστε να έχη τις την γυναίκα του πατρός αυτού. Και σεις είσθε πεφυσιωμένοι, και δεν επενθήσατε μάλλον, διά να εκβληθή εκ μέσου υμών ο πράξας το έργον τούτο. Διότι εγώ ως απών κατά το σώμα, παρών όμως κατά το πνεύμα, έκρινα ήδη ως παρών τον ούτω πράξαντα τούτο, εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού αφού συναχθήτε σεις και το εμόν πνεύμα με την δύναμιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού να παραδώσητε τον τοιούτον εις τον Σατανάν προς όλεθρον της σαρκός, διά να σωθή το πνεύμα αυτού εν τη ημέρα του Κυρίου Ιησού.


Το πλαίσιο της Α’ Κορ.ε:5 ασχολείται με την εκκλησιαστική πειθαρχία ενός αμετανόητου αμαρτωλού ανάμεσά τους.  Ένα από τα μέλη της εκκλησίας πόρνευε με τη γυναίκα του πατέρα του, και οι υπόλοιποι δεν είχαν κάνει τίποτα γι’ αυτή την αμαρτία (Α’ Κορ.ε:1-2). 

Αντ’ αυτού, αλαζονεύτηκαν για την παρουσία του ανάμεσά τους, πιθανώς νομίζοντας ότι το θέμα δεν τους επηρέασε και ότι δεν χρειαζόταν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό (Α’ Κορ.ε:2).  Είχαν γίνει πολύ αδιάφοροι για την παρουσία της αμαρτίας στην εκκλησία.

Η ανοχή της αμαρτίας είναι αμαρτία.

Νομίζω ότι θα πρέπει να μας σοκάρει και να μας κάνει να σκεφτούμε, το γεγονός ότι η διάγνωση του προβλήματος στην Κόρινθο είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει σε πολλές εκκλησίες σήμερα.

Σήμερα, όταν δεν υπάρχει πειθαρχία, η άποψη συχνά (με υποκριτική ταπεινοφροσύνη) είναι: ποιοι είμαστε εμείς που θα δείξουμε κάποιον με το δάχτυλό μας; Ποιοι είμαστε εμείς για να κρίνουμε; Ποιοι είμαστε εμείς που θα ρίξουμε την πρώτη πέτρα; Και έτσι μια υποτιθέμενη ταπεινοφροσύνη γίνεται η βάση της ανοχής της ακολασίας στην εκκλησία.

Από την άλλη μεριά, σήμερα, αν μια εκκλησία εφαρμόζει πειθαρχία, συχνά χαρακτηρίζεται σαν φαρισαϊκά υπερήφανη. Η αγανάκτηση για αμαρτίες συχνά χαρακτηρίζεται σαν μανδύας ανασφάλειας και πέπλο για τους σεξουαλικούς πειρασμούς των Φαρισαίων. Μια στάση του στυλ «Εγώ είμαι πιο άγιος από εσένα», λέγεται ότι είναι η βάση της αγανάκτησης και η αλαζονεία λένε ότι είναι ο λόγος του αφορισμού.

Τώρα αυτό μπορεί να είναι και αλήθεια. Αλλά σου κόβει τη φόρα και σε κάνει να σκεφτείς σοβαρά εξετάζοντας την καρδιά σου, όταν διαβάζεις στο εδ.2, ότι η διάγνωση του Παύλου για το πρόβλημα στην Κόρινθο ήταν ακριβώς το αντίθετο; Εκεί, η αλαζονεία (πεφυσιωμένοι) ήταν η αιτία της ανεκτικότητας, και η ταπεινοφροσύνη μιας συντετριμένης καρδιάς (επενθήσατε) θα έπρεπε να ήταν η βάση του αφορισμού.

Τους έγραψε, «είσθε πεφυσιωμένοι». Οι άνθρωποι στην εκκλησία ουσιαστικά καυχιόταν γι’ αυτή την ακολασία. Τώρα, πώς θα μπορούσε να συμβαίνει αυτό; Τι είδους θεολογία θα έδινε αφορμή για καύχηση στην ακολασία; Το είδαμε σε μια άλλη επιστολή του Παύλου. Λέει, «Διά τι να μη πράττωμεν τα κακά, διά να έλθωσι τα αγαθά;» «Τι λοιπόν θέλομεν ειπεί; θέλομεν επιμένει εν τη αμαρτία, διά να περισσεύση η χάρις;» (Ρωμ.γ:8, ς:1). Είναι μια θεολογία που παρεξηγεί την δύναμη της χάρης, και την μετατρέπει σε άδεια. Είναι μια θεολογία που παρεξηγεί την ελευθερία και την χρησιμοποιεί «εις αφορμήν της σαρκός» (Γαλ.ε:13). Έτσι, καυχήθηκαν για την ελευθερία τους και την ανοχή της χάρης. Η περηφάνια ήταν η βάση της αμαρτωλής ανεκτικότητας.

Ο Παύλος κατέκρινε την Κορινθιακή εκκλησία για την απραξία της στην αντιμετώπιση αυτού του αμαρτωλού και της αμαρτίας του.

Ο Θεός ενδιαφέρεται περισσότερο για τον αγιασμό μας παρά για την άνεσή μας. Αυτό το απόσπασμα δυσκολεύει και ενοχλεί πολλούς, γιατί θέλουν την ελευθερία τους να κάνουν ό,τι θέλουν, χωρίς περιορισμούς. Ο Θεός όμως ενδιαφέρεται περισσότερο για τον αγιασμό μας. Θα μας πειθαρχήσει, αν χρειαστεί. Τελικά μπορεί να επιτρέψει ακόμα και τον θάνατο, αν δεν σταματήσουμε να αμαρτάνουμε. Αυτό θα μπορούσε να ταιριάξει μ’ αυτό που ο απόστολος Ιωάννης ονομάζει «θανάσιμη αμαρτία» Α’ Ιωάν.ε:16.

Δυστυχώς, πολλοί έχουν παρεξηγήσει αυτό το κείμενο. Ορισμένοι το χρησιμοποίησαν σαν πρόσχημα για την «κάθαρση» της εκκλησίας από «ασεβή» μέλη (π.χ., με τη χρήση της θανατικής ποινής). Η Ρωμαιοκαθολική ιστορία είναι γεμάτη με το αίμα εκείνων που θεωρούσε «αιρετικούς». Κάποιοι Προτεστάντες μεταρρυθμιστές ήταν εξίσου αδίστακτοι, περιστασιακά.

Διαβάζοντας το Α’ Κορ.ε:3 μαζί με το ε:5, καταλαβαίνουμε, ότι η εκκλησία αυτό που μπορούσε να κάνει – και δεν το έκανε - ήταν «να εκβάλει εκ μέσου της τον πράξαντα το έργον τούτο».

Αυτό είναι κάτι, που και σε άλλες περιπτώσεις ο Παύλος το είχε συστήσει:

Β’ Θεσ.γ:14 Και εάν τις δεν υπακούη εις τον λόγον ημών τον διά της επιστολής, τούτον σημειόνετε και μη συναναστρέφεσθε μετ' αυτού, διά να εντραπή·

Β’ Θεσ.γ:6 Σας παραγγέλλομεν δε, αδελφοί, εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να απομακρύνησθε από παντός αδελφού ατάκτως περιπατούντος και ουχί κατά την παράδοσιν, την οποίαν παρέλαβε παρ' ημών.

Β’ Τιμ.γ:5 έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής. Και τούτους φεύγε.

Α’ Κορ.ε:11 Αλλά τώρα σας έγραψα να μη συναναστρέφησθε, εάν τις αδελφός ονομαζόμενος ήναι πόρνος ή πλεονέκτης ή ειδωλολάτρης ή λοίδορος ή μέθυσος ή άρπαξ· με τον τοιούτον μηδέ να συντρώγητε.

Αλλά αυτές οι περιπτώσεις είναι κάτι διαφορετικό από την «παράδοση στον Σατανά».

Βέβαια, κάποιοι λένε ότι εφόσον υπάρχουν δύο βασίλεια στον κόσμο, του Θεού – η εκκλησία – και του Σατανά – ο κόσμος -, αν κάποιον τον αποκόψεις από την εκκλησία, αναγκαστικά τον σπρώχνεις στο άλλο βασίλειο που είναι του Σατανά.

Όμως ο Παύλος, σαν απόστολος, έκρινε ήδη τον άνθρωπο αυτόν ότι έπρεπε να παραδοθεί στον Σατανά - πολύ πιο αυστηρή απόφαση - που δεν μπορούσε να πάρει η εκκλησία από μόνη της.

Εκβάλοντας απλά κάποιον, αυτό πολύ πιθανόν να μην τον έκανε να καταλάβει την κρισιμότητα της κατάστασης. Σήμερα, αν κάποιος εκβληθεί από μία εκκλησία, πολύ απλά θα πάει να τρυπώσει κάπου αλλού και θα νομίζει ότι όλα είναι εντάξει. Όμως, αν παραδοθεί στον Σατανά, όπου και αν τρυπώσει, η απόφαση της παράδοσης θα τον κυνηγά, προς όλεθρον της σαρκός, διά να σωθή το πνεύμα αυτού εν τη ημέρα του Κυρίου Ιησού.

Ο απόστολος διατάζει την εκκλησία να κάνει αυτό που αυτός ήδη στο πνεύμα του το είχε κρίνει ότι πρέπει να γίνει έτσι: εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού αφού συναχθήτε σεις και το εμόν πνεύμα με την δύναμιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού να παραδώσητε τον τοιούτον εις τον Σατανάν σε μια προσπάθεια να σώσει την ψυχή του αν μετανοήσει.  Η αμαρτία του έπρεπε να γίνει δημόσια γνωστή (Ρωμ.ις:17 & Β’ Θες.γ:14) και θα έπρεπε να σταματήσουν να κάνουν παρέα αυτόν τον άνθρωπο (Α’ Κορ.ε:9-13).

Μπορεί να νομίζει κανείς ότι αποκόπτοντας απλά ένα άτομο από την εκκλησία, είναι το ίδιο με το να το παραδώσει στο Σατανά, αλλά δεν νομίζω. Όταν ο Παύλος λέει στο τέλος του εδ.4, «με την δύναμιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού», νομίζω ότι μας δείχνει ότι κάτι περισσότερο συμβαίνει -κάτι που χρειάζεται τη δύναμη του Ιησού για να εκτελεστεί. Ο Παύλος το έκανε τουλάχιστον άλλη μια άλλη φορά όπως ξέρουμε (Α’ Τιμ.α:20).

Αυτό που φαίνεται να συμβαίνει, είναι κάτι σαν αυτό που συνέβη στο βιβλίο του Ιώβ. Το μόνο άλλο μέρος στην Αγία Γραφή εκτός από τις επιστολές του Παύλου όπου «παραδίδεται κάποιος στον Σατανά» με αυτά τα λόγια: «Ιδού, αυτός εις την χείρα σου· μόνον την ζωήν αυτού φύλαξον» (Ιώβ β:6).

Το επόμενο εδάφιο λέει: «Τότε εξήλθεν ο Σατανάς απ' έμπροσθεν του Κυρίου και επάταξε τον Ιώβ με έλκος κακόν από του ίχνους των ποδών αυτού έως της κορυφής αυτού». Και το αποτέλεσμα του αγαθού σκοπού του Θεού; Ιώβ μβ:5-6: «Ήκουον περί σου με την ακοήν του ωτίου, αλλά τώρα ο οφθαλμός μου σε βλέπει· διά τούτο βδελύττομαι εμαυτόν, και μετανοώ εν χώματι και σποδώ».

Έτσι, ο Σατανάς έγινε το μέσο, κάτω από τον κυρίαρχο έλεγχο του Θεού, για να καθαρίσει την καρδιά του Ιώβ και να τον φέρνει πιο κοντά Του. Αυτό δεν είναι το μόνο μέρος όπου ο Θεός χρησιμοποιεί τον Σατανά για να το κάνει αυτό. Στην Β’ Κορ.ιβ ο Παύλος περιγράφει τον «σκόλοπα εις την σάρκα, τον άγγελο Σατάν που του έδωσε ο Θεός διά να τον ραπίζη, διά να μη υπεραίρεται» και για την δόξα του Χριστού. Εδ.7: «μοι εδόθη σκόλοψ εις την σάρκα, άγγελος Σατάν διά να με ραπίζη, διά να μη υπεραίρωμαι

Όταν ο Παύλος προσευχήθηκε στον Ιησού να τον ελευθερώσει, η απάντηση που πήρε ήταν: «Αρκεί εις σε η χάρις μου· διότι η δύναμίς μου εν αδυναμία δεικνύεται τελεία». Παρατηρήστε ότι αυτός που έχει τον έλεγχο του αν ο «άγγελος Σατάν» μένει ή φεύγει είναι ο Χριστός. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό στο κείμενό μας (εδ.4) όταν ο Παύλος λέει ότι η παράδοση κάποιου στο Σατανά είναι «με τη δύναμη του Κυρίου Ιησού».

Ο Ιησούς είναι κυρίαρχος του Σατανά. Και χρησιμοποιεί τον Σατανά, τον εχθρό μας, για να σώσει και να αγιάσει τους ανθρώπους Του. Έφερε τον Ιώβ σε μετάνοια και ευημερία. Έφερε τον Παύλο στο σημείο όπου θα μπορούσε μέσα από τη δοκιμασία να υψώσει τον Χριστό, «και να κατοικήση εν αυτώ η δύναμις του Χριστού».

Και ο Παύλος ελπίζει ότι το αποτέλεσμα της παράδοσης αυτού του ανθρώπου στον Σατανά θα είναι η σωτηρία του πνεύματός του την ημέρα του Χριστού. Με άλλα λόγια, ο στόχος του Παύλου – ο στόχος μας – να παραδώσει κάποιον στο Σατανά είναι ότι κάποια σκληρή δοκιμασία θα έρθει με τέτοιον τρόπο ώστε το άτομο να πει μαζί με τον Ιώβ: «τώρα ο οφθαλμός μου σε βλέπει· διά τούτο βδελύττομαι εμαυτόν, και μετανοώ εν χώματι και σποδώ».

Η καταστροφή της σάρκας είναι μια επανορθωτική διαδικασία, σχεδιασμένη για τη σωτηρία του ανθρώπου. Δεν υπάρχει λυτρωτική αξία στον φυσικό θάνατο! Ένας άνθρωπος που πεθαίνει, δεν έχει την ευκαιρία για αναμόρφωση.

Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Υμεναίος και ο Αλέξανδρος «παραδόθηκαν στον Σατανά» «διά να μάθωσι να μη βλασφημώσι» (Α΄ Τιμ.α:20). Αν η «λύτρωση» ήταν ο θάνατος, τι νόημα έχουν τα λόγια του Παύλου; Δεν αναμενόταν ότι αυτοί θα βλασφημούσαν μεταθανάτια!

προς όλεθρον της σαρκός

Δηλαδή, το σώμα του μπορεί να ταρακουνηθεί, να πληγεί, να προσβληθεί και να βασανιστεί με φρικτό τρόπο, ώστε να έρθει σε συναίσθηση της αμαρτίας του, να μετανοήσει γι’ αυτήν, και να την αναγνωρίσει ταπεινά: διά να σωθή το πνεύμα αυτού εν τη ημέρα του Κυρίου Ιησού

Ο «όλεθρος της σαρκός» στην Α’ Κορ.ε:5 μπορεί να είναι ταυτόχρονα και όλεθρος του σαρκικού ανθρώπου. Όπως η Γαλ.ε:24 επιβεβαιώνει: «Όσοι δε είναι του Χριστού εσταύρωσαν την σάρκα ομού με τα πάθη και τας επιθυμίας».  Διαβάστε Ρωμ.η:5-8, 13, όπου «σάρκα» αναφέρεται στην σαρκικότητα, τον σαρκικό νου, τις σαρκικές επιθυμίες.

Ο σκοπός της εκκλησιαστικής πειθαρχίας είναι να σώσει τον αμαρτωλό. Έχει σχεδιαστεί για να «ξυπνήσει τον αμαρτωλό» από τον αιώνιο θάνατο που αντιμετωπίζει, εκτός αν μετανοήσει  (Α’ Τιμ.α:20).

Αυτή η περίπτωση της εκκλησιαστικής πειθαρχίας στην Κόρινθο δούλεψε και ο αμαρτωλός μετανόησε για την αμαρτία του.  Στην Β’ Κορ.β:1-11 βλέπουμε ότι ο άνθρωπος μετανόησε και συγχωρέθηκε από τον Κύριο, τον απόστολο και την εκκλησία της Κορίνθου.

Η παράδοση στον Σατανά δεν ήταν κάποια γνωστή μορφή αφορισμού μεταξύ των Εβραίων ή των χριστιανών. Ήταν ένα είδος τιμωρίας που δόθηκε σε έκτακτες περιπτώσεις, κατά τις οποίες το σώμα και το μυαλό ενός αδιόρθωτου παραβάτη παραδιδόταν από η εξουσία του Θεού στη δύναμη του Σατανά, για να βασανίζεται με διάφορους τρόπους, σαν προειδοποίηση για όλους. Αλλά ενώ το σώμα και ο νους βασανίζονταν έτσι, το αθάνατο πνεύμα ήταν υπό την επήρεια του θείου ελέους και το βάσανο, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν γενικά μόνο για ορισμένη χρονική περίοδο.

Η τόσο ασυνήθιστη παρέμβαση της εξουσίας και της δικαιοσύνης του Θεού, και η επιρροή του Σατανά, δεν θα μπορούσε να αποτύχει να φέρει το άτομο σε μια κατάσταση βαθύτερης ταπείνωσης και μετάνοιας. Έτσι, ενώ η σάρκα καταστρεφόταν, το πνεύμα σωζόταν την ημέρα του Κυρίου Ιησού.

Ήταν η ίδια δύναμη με την οποία ο Ανανιάς και η Σαπφίρα χτυπήθηκαν νεκροί, και ο Ελύμας, ο μάγος, τυφλώθηκε.