Β’ Κορ.ια:3 φοβούμαι
όμως μήπως, καθώς ο όφις εξηπάτησε την Εύαν διά της πανουργίας αυτού, διαφθαρή
ούτως ο νούς σας, εκπεσών από της απλότητος της εις τον Χριστόν.
Ο Ιησούς όταν μιλούσε, προσπαθούσε να γίνεται κατανοητός από
τους απλούς ανθρώπους, αφού αυτό ήταν κατά κύριο λόγο το ακροατήριό Του.
Δεν χρησιμοποιούσε φιλολογικά παιχνιδίσματα και επικοινωνιακά
τρυκ προκειμένου να εντυπωσιάσει. Έλεγε θαυμαστές αλήθειες με απλά λόγια.
Δεν ήθελε να εντυπωσιάσει τους ανθρώπους αλλά να τους σώσει.
Σήμερα, δυστυχώς, παρατηρούμε ακριβώς το αντίθετο. Κάποιοι
επιδίδονται σε αγώνα προβολής με φιλολογικές και «θεολογικές» εξάρσεις που
τελικά μόνο τους ίδιους ικανοποιούν.
Δεν μπορούν να φανταστούν ότι έχουν πέσει θύματα εξαπάτησης
κι έτσι αντί να κοιτάξουν πώς να σωθούν ή να διατηρήσουν τη σωτηρία τους,
προσπαθούν να υπερασπιστούν τις θέσεις τους διαστρεβλώνοντας το λόγο του Θεού,
με το να δίνουν φανταστικές δικές τους ερμηνείες.
Όταν ο απόστολος Πέτρος ρωτήθηκε από κάποιους τι πρέπει να
κάνουν για να σωθούν (σημαντική ερώτηση), τους είπε απλά, συγκεκριμένα
πράγματα:
1.
Μετανιώστε
2.
Βαπτιστείτε
στο όνομα του Ιησού Χριστού
3.
Θα
πάρετε το δώρο του Αγίου Πνεύματος
Υπ’ όψιν ότι στον Πέτρο είχαν δοθεί τα κλειδιά που ανοίγουν
τη βασιλεία του Θεού!!!
Πόσοι απ’ αυτούς που αρέσκονται στο φιλοσοφείν και
συστήνονται σαν δάσκαλοι, έχουν υπακούσει ακριβώς τα λόγια του αποστόλου
Πέτρου;
Όταν ο Ιησούς έλεγε: «και
ό,τι αν ζητήσητε εν τω ονόματί μου, θέλω κάμει τούτο, διά να δοξασθή ο
Πατήρ εν τω Υιώ», εννοούσε ακριβώς αυτό. Δεν εννοούσε και μερικές ακόμα
δεκάδες ονόματα.
Όταν ο Θεός λέει: «προ
εμού άλλος Θεός δεν υπήρξεν ουδέ θέλει υπάρχει μετ' εμέ» εννοεί αυτό και
μόνο αυτό.
Δεν χρειάζονται αναλύσεις, θεωρίες, υποθέσεις και αντιδράσεις
του τύπου: «ναι, αλλά εδώ γιατί λέει…» κτλ.
Ο Ιησούς πέθανε για μας, για να πάμε μια μέρα στον ουρανό,
όχι για να μείνουμε εδώ και να συζητάμε θεολογικά….
Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ο απόστολος Παύλος λέει: «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν
νουθεσίαν παραιτού».
Βέβαια, ο Ιησούς έκλαψε για την αμετανόητη Ιερουσαλήμ, αλλά
δεν μπορούσε να κάνει και τίποτε άλλο. Ό,τι ήταν να κάνει το είχε κάνει.