Γέν.α:2
άμορφος και έρημος: Στα Εβραϊκά είναι «τόχου και
μπόχου». Τόχου σημαίνει άδειο, έρημο, άμορφο. Μπόχου σημαίνει κενό, άδειο.
Οι λέξεις λοιπόν αυτές δίνουν την έμφαση στο γεγονός ότι η γη ήταν χωρίς
ζωή και ακατάλληλη για κατοικία μέχρι που ο Θεός τη μετέτρεψε σ’ ένα κόσμο
γεμάτο ζωή και ομορφιά. Υπάρχει η λεγόμενη ”Θεωρία του κενού” η οποία
υποστηρίζει ότι όταν ο λόγος του Θεού λέγει: Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανό
και τη γη... αναφέρεται σε μια πρότερη δημιουργία του Θεού πάλι με ανθρώπους,
που επειδή αμάρτησαν - απέτυχε- ο Θεός την κατέστρεψε, έγινε “τόχου &
μπόχου” και τώρα ο Θεός αρχίζει πάλι να δημιουργεί. Στηρίζονται για όλα αυτά
που λένε στον Ιερ.δ:23 και λένε ότι όπως τότε εξ αιτίας της αμαρτίας ο Θεός έκανε
τη γη άμορφο και έρημο, έτσι κι εδώ στη Γένεση το ίδιο συνέβη!
Όμως το εδάφιο αυτό δεν μιλάει για δημιουργία, αλλά για κρίση που έκανε
ο Θεός πάνω στην ήδη δημιουργημένη γη εξ αιτίας της αμαρτίας. Μιλάει για τη γη
Ισραήλ που όταν οι Ισραηλίτες αμάρτησαν, ήρθαν οι Βαβυλώνιοι και αφού άδειασαν
τη γη από τους κατοίκους της, η γη ερημώθηκε. Άλλωστε καταλαβαίνουμε ότι εδώ
μιλάει παραβολικά, από το γεγονός που λέει ότι δεν υπήρχε το φως των ουρανών!
Στον Ιερεμία φανερώνεται μια αλλαγή, κάτι που ήταν σε τάξη γίνεται άμορφο
και έρημο εξ αιτίας της αμαρτίας, ενώ στη Γένεση δεν υπάρχει τίποτα και
δημιουργείται κάτι από το μηδέν.
...και η γή ήτο... Ένα άλλο σημείο που στηρίζονται
είναι η λέξη «ήτο» που στα Εβραϊκά είναι «χαγιεθά» (τρίτο ενικό πρόσωπο).
Προέρχεται από ρήμα που σημαίνει «είμαι, υπάρχω, γίνομαι». Παίρνουν τώρα εδώ τη
λέξη «χαγιεθά» στον παρακείμενο χρόνο και την ερμηνεύουν «έγινε» λέγοντας ότι υπήρχε
τάξη και μετά έγινε «τόχου και μπόχου».
Εδώ όμως βλέπουμε ότι το «χαγιεθά» δεν ερμηνεύεται «έγινε» αλλά «ήτο»
γιατί γενικά η πιο συνηθισμένη έννοιά του είναι αυτή.
Αν κάτι τέτοιο ήταν σωστό, θα έπρεπε να υπάρχουν κι άλλα εδάφια που να
το εδραιώνουν. Δεν μπορεί ένα τόσο σημαντικό γεγονός να είναι τόσο αόριστα
τοποθετημένο μέσα στο λόγο του Θεού. Τί έγιναν, πού είναι αυτοί οι άνθρωποι! Τί
έκανε ο Θεός για τη σωτηρία αυτών των ανθρώπων;
Κάτι άλλο που είναι αδύνατον να απαντηθεί απ’ αυτή τη θεωρία είναι ότι
εδώ που βλέπουμε τη γη να είναι «τόχου και μπόχου» ο ήλιος, η σελήνη και τα
άστρα δεν έχουν δημιουργηθεί ακόμη! Πώς υπήρχε αυτή η προηγούμενη δημιουργία,
δίχως ήλιο και άστρα; ‘Η αν υποθέσουμε ότι υπήρχαν, ο Θεός έκανε τη γη άμορφο
και έρημο και κατέστρεψε τον ήλιο και τα άστρα; Όλα αυτά είναι λίγο παράξενα
και δύσκολα να τα πιστέψει κανείς. Όταν ο Θεός καταστρέφει αυτή την υλική
δημιουργία, καταστρέφει τα πάντα!
Αν ο Θεός απέτυχε την πρώτη φόρά, ποιος μας βεβαιώνει ότι δεν μπορεί να
αποτύχει και τη δεύτερη! Αυτό είναι βλασφημία στο όνομα του Θεού.
Ένα άλλο σημείο στήριξης αυτής της θεωρίας είναι οι γεωλογικοί χρόνοι
της θεωρίας της εξέλιξης. Όμως το να πάρουμε χρονολογικά στοιχεία από τη θεωρία
του Δαρβίνου και να στηρίξουμε τη διδασκαλία του λόγου του Θεού είναι αντίθετο
με το πνεύμα όλων των Γραφών.
και σκότος επί του προσώπου
της αβύσσου: Γιατί αφού
το σκοτάδι σχετίζεται με την αμαρτία, βλέπουμε ο Θεός να μας δείχνει σκοτάδι
πριν ακόμα αμαρτήσει ο άνθρωπος; Παντού υπήρχε σκοτάδι και χάος, ενώ ο Θεός
είναι Θεός φωτός και τάξεως (Α’ Ιωάν.α:5 & Α’ Κορ.ιδ:33). Το σκοτάδι δεν
μπορεί να υπάρχει στην παρουσία Του κάτω από οποιαδήποτε μορφή, φυσική, ηθική,
διανοητική ή πνευματική.
Μάλλον για να μας δείξει τη διαδοχική αποκάλυψη από το τίποτα στο κάτι!
Ο Θεός μέσα από την υλική δημιουργία θέλει να μας δείξει τί θέλει να κάνει -
και κάνει- στην πνευματική δημιουργία! Ο Θεός μας παίρνει μέσα απ’ το σκοτάδι
που υπήρχε μέσα στη ζωή μας και μας φέρνει μέσα στο θαυμαστό Του φως, βάζει
τάξη και ομορφιά στη ζωή μας και δημιουργεί τη Νέα κτίση.
Βλέπουμε ότι οι έννοιες των λέξεων και το κάθε τι που το Πνεύμα του Θεού
έχει γράψει δεν είναι τυχαίο αλλά είναι τύποι και φανερώσεις της καρδιάς του
Θεού μας. Το σκοτάδι αυτό καθ’ αυτό δεν είναι τίποτα κακό αφού είναι κι αυτό
δημιούργημα του Θεού. Όμως η συμβολική του έννοια είναι αυτή που έχει να κάνει
με την αμαρτία.
και πνεύμα Θεού εφέρετο επί
της επιφανείας των υδάτων: Η λέξη «υδάτων» είναι στα Εβραϊκά «θεχόμ» και
αναφέρεται σε νερά που στροβιλίζονται, ανακατεύονται-αναφέρεται δηλαδή σε μια
ακατάστατη υγρή μάζα που κάλυπτε όλη τη γη.
Όλη η επιφάνεια της γης ήταν καλυμμένη με (πιθανόν αλμυρό) νερό. Μερικοί
επιστήμονες πιστεύουν ότι ανακάλυψαν την ηλικία των ωκεανών διαιρώντας την
ποσότητα του αλατιού που διοχετεύεται κάθε χρόνο μέσα σ’ αυτούς από τα ποτάμια
με τη συνολική μάζα του νερού που είναι 300 εκατ. κυβικά μίλια. Όμως γιατί να
μην έβαλε όλο αυτό το αλάτι ο Θεός μέσα στο νερό από την αρχή;
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν ωκεανό χωρίς ακτή, όπως περιγράφεται
εδώ! Μόνο με την αποκάλυψη του Θεού μπορούσε ο Μωυσής (ή ο Αδάμ) να ξέρει πώς
όλες οι ήπειροι ήταν κάποτε κάτω απ’ το νερό.
εφέρετο: Χρησιμοποιείται στο Δευτ.λβ:11 αυτή η λέξη για ένα αετό που «περιίπταται»
πάνω από τα μικρά του περιμένοντας να τα δει να πετάξουν. Ακόμη έχει την έννοια
του «κλωσώ, επωάζω».
Έτσι το Πνεύμα του Θεού εφέρετο πάνω από την επιφάνεια των υδάτων, περιμένοντας
την εμφάνιση του φωτός και της ζωής.
Μεταφέρει την εικόνα της αγάπης και του ενδιαφέροντος του Θεού
(Ματθ.κγ:37) που βλέπει την αξία αυτού που εμείς μπορούμε να γίνουμε, και γι’
αυτό μας αγαπάει ακόμη και μέσα στην αμαρτία μας!