Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

Το θέλημα του Θεού είναι αγαθό, ευάρεστο και τέλειο

























Ρωμ.ιβ:1-2

Αν θέλουμε η ζωή μας σαν χριστιανοί να είναι προς δόξα Θεού, πρέπει να είναι μια ζωή μεταμορφωμένη, όχι σαν τη ζωή των ανθρώπων για τους οποίους ο Θεός δεν έχει και μεγάλη σημασία.
Για να γίνει αυτό, χρειάζεται ο τρόπος που σκεφτόμαστε να αλλάζει. Να ανακαινίζεται ο νους μας. Μ’ αυτό τον τρόπο μπορούμε να καταλαβαίνουμε, να διακρίνουμε τι θέλει ο Θεός. Ο στόχος λοιπόν, είναι η μεταμόρφωσή μας. Κι αυτό γίνεται καθώς το Άγιο Πνεύμα με τα μέσα της χάρης - την Αγία Γραφή, την προσευχή, το κήρυγμα, τις τελετές, την κοινωνία των πιστών - γράφει μέσα μου την αλήθεια του Θεού. Δεν μου δίνει απλά εντολές, αλλά με αλλάζει από μέσα, ανακαινίζει τον τρόπο που σκέφτομαι, που βλέπω τη ζωή, που ερμηνεύω τις καταστάσεις.
Όταν βρίσκεται το παιδί του Θεού μπροστά στο θάνατο, που είναι πάντα εχθρός, τον αντιμετωπίζει με λύπη, που όμως μέσα της έχει ελπίδα. Στεκόμαστε στον τάφο μπροστά και διακηρύττουμε, πως αυτό δεν είναι το τέλος. Υπάρχει ανάσταση επειδή ο Χριστός αναστήθηκε. Αν πιστεύουμε ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και ο Θεός, αυτούς που κοιμήθηκαν με πίστη στον Ιησού, θα τους φέρει μαζί του (Α΄ Θες.δ:14). 
Χρήματα. Ο συνειδητός χριστιανός ακούει την παραβολή για τον άφρονα πλούσιο και σκέφτεται τα λόγια του Χριστού: «Άφρον, ταύτην την νύκτα την ψυχήν σου απαιτούσιν από σού· όσα δε ητοίμασας, τίνος θέλουσιν είσθαι; Ούτω θέλει είσθαι όστις θησαυρίζει εις εαυτόν και δεν πλουτεί εις Θεόν» (Λουκ.ιβ:20-21).
Το παιδί του Θεού θέλει να πλουτίζει στα πράγματα εκείνα που έχουν σημασία για το Θεό. Χρησιμοποιεί λοιπόν, ό, τι του έχει δώσει ο Θεός για τη δική Του βασιλεία και δόξα. Αυτή είναι εντελώς άλλη αντίληψη για το χρήμα. Το χρησιμοποιείς διαφορετικά, το χειρίζεσαι αλλιώς.
Εργασία. «Και παν ό,τι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Κύριον και ουχί εις ανθρώπους» (Κολ.γ:23). Ο χριστιανός καταλαβαίνει πως όταν πηγαίνει να εργαστεί δεν βγάζει το καπέλο του χριστιανού στην είσοδο της δουλειάς, αλλά το παίρνει μαζί του κι ό, τι κάνει το κάνει σωστά, καλά, με συνέπεια, με αποδοτικότητα γιατί ζει για  το Θεό. Ανακαινισμένος τρόπος σκέψης στην εργασία.

Στην οικογένεια. Η γυναίκα του ή ο άντρας της, δεν είναι ο αντίπαλος. Για τον άνδρα η γυναίκα είναι συγκληρονόμος της ζωής. «Οι άνδρες, αγαπάτε τας γυναίκάς σας, καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ αυτής…….  Ούτω χρεωστούσιν οι άνδρες να αγαπώσι τας εαυτών γυναίκας ως τα εαυτών σώματα. Όστις αγαπά την εαυτού γυναίκα εαυτόν αγαπά» (Εφες.ε:25, 28). Ο Χριστός θέλει για τον άνδρα να αγαπάει τη γυναίκα του όπως ο Χριστός την Εκκλησία. Κι αυτό σημαίνει θυσία. Αυτές οι εντολές όταν τις ακολουθεί κάποιος οδηγούν σε άλλη σχέση. Και για τις γυναίκες το ίδιο: «καθώς η εκκλησία υποτάσσεται εις τον Χριστόν, ούτω και αι γυναίκες ας υποτάσσωνται εις τους άνδρας αυτών κατά πάντα» (Εφες.ε:24). 
Ανακαινισμένος νους, αυτό θέλει να κάνει ο Θεός στη ζωή μας. Γιατί αυτό οδηγεί σε μεταμορφωμένη ζωή. Αυτό είναι ο αγιασμός μας. Κι όταν γίνει αυτό, τότε μπορώ να καταλαβαίνω κάθε φορά τι θέλει ο Θεός.
Μαθαίνουμε λοιπόν, πως το θέλημα του Θεού είναι αγαθό, ευάρεστο και τέλειο (Ρωμ.ιβ:2). Η φράση «το θέλημα του Θεού» σ’ αυτό το εδάφιο δεν αφορά τα αιώνια σχέδιά Του, την κυρίαρχη βουλή Του, αλλά το γραπτό αποκαλυμμένο θέλημά Του, στο λόγο Του. Κι αυτό το θέλημα διαβάζουμε ότι είναι καλό.
Όταν διαβάζουμε στο λόγο του Θεού, τις 10 εντολές «ου κλέψεις», αυτό είναι καλό. Όταν γράφει επίσης, «ου μοιχεύσεις», κι αυτό είναι καλό. Το να μην επιθυμώ αυτό που ανήκει στον άλλο, το να τιμώ τους γονείς μου, είναι  καλό. Το να προσεύχομαι αδιαλείπτως, να χαίρομαι σε κάθε τι, να ευχαριστώ για το καθετί είναι θέλημα Θεού και είναι καλό. Το να ζητώ συγνώμη και να αποκαθιστώ αυτούς που έβλαψα είναι καλό, όπως και το να συγχωρώ. Το να αγαπώ τους εχθρούς μου είναι καλό, το να αγαπώ τον διπλανό μου σαν τον εαυτό μου και το Θεό πάνω απ’ όλα. Το να ευεργετώ αυτούς που με έβλαψαν, να πηγαίνω το δεύτερο μίλι είναι καλό. Να γυρνώ το άλλο μάγουλο. Να ζητώ πρώτα τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του, το να μην αγχώνομαι αλλά με ευχαριστία και δέηση να τα πηγαίνω όλα στο Θεό. Όλα αυτά και πολλά ακόμη ανήκουν στο θέλημα του Θεού που είναι καλό.
Όλα αυτά είναι ευάρεστα στο Θεό. Όταν ο άνθρωπος αναγεννηθεί, κι αρχίσει ν’ αλλάζει, γίνονται αρεστά και στον ίδιο. Γιατί ανακαινίζεται το μυαλό του. Το Πνεύμα το Άγιο, γράφει αυτές τις αλήθειες μέσα του και τον αλλάζει εσωτερικά. Βλέπει τα πράγματα από άλλη οπτική γωνία. Ζει για να πάρει το μπράβο του Θεού κι όχι των ανθρώπων. Δεν τον νοιάζει τελικά, αν οι άλλοι άνθρωποι τον θεωρούν παράξενο, γιατί ο ίδιος έχει βρει το θησαυρό, το Χριστό.
Ακόμα, το θέλημα του Θεού είναι τέλειο. Τέλειο, εδώ πιστεύω ότι σημαίνει αφενός «το καλύτερο που μπορεί να υπάρξει», κι αφετέρου τέλειο σημαίνει «ολοκληρωμένο και με σκοπό». Δηλαδή, το θέλημα του Θεού σε όλα αυτά που διαβάζουμε, δεν θα μπορούσε να είναι κάτι καλύτερο, κι επιπλέον, έχει ένα πολύ συγκεκριμένο στόχο. Τη δόξα του Θεού.
Το θέλημα του Θεού είναι να μας κάνει σαν το Χριστό:
«εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφες.δ:13).
Αυτό σημαίνει πως είναι θέλημα Θεού, να καταλήξουμε όλοι στην ενότητα της πίστης και στη βαθιά γνώση του Υιού του Θεού, και τότε θα γίνουμε ώριμοι και θα φτάσουμε στην τελειότητα που μέτρο της είναι ο Χριστός.
Ο Χριστός είναι το μοναδικό τέλειο πρόσωπο που έζησε ποτέ στη γη. Είναι  ο μόνος που τέλεια δόξασε τον Πατέρα κι ακολούθησε το θέλημά Του. Όταν λοιπόν, εμπιστεύομαι αυτό που θέλει ο Θεός και το κάνω, το θέλημα αυτό είναι ό, τι πιο καλό μπορώ να κάνω, και με οδηγεί σε ένα σκοπό, όχι απλά να γίνω καλός άνθρωπος, αλλά να μοιάσω στο Χριστό.
Τώρα, γιατί χρειάζεται ένα ανακαινισμένο μυαλό για να μπορέσει ο άνθρωπος να δει και να παραδεχτεί πως αυτό που λέει ο Θεός είναι καλό, αρεστό και τέλειο; Ένα τρόπο σκέψης που διαρκώς θα ανακαινίζεται;
«και ενεδύθητε τον νέον, τον ανακαινιζόμενον εις επίγνωσιν κατά την εικόνα του κτίσαντος αυτόν» (Κολ.γ:10).
Για τουλάχιστον δύο λόγους. Ένας λόγος είναι πως για χρόνια έχουμε συνηθίσει να ζούμε όπως όλοι οι άλλοι και η σάρκα μας δεν εξαφανίζεται.  Έχουμε να παλέψουμε εμείς μέσα μας με τον παλιό άνθρωπο. Με τον εγωισμό μας, με την υπερηφάνεια μας, με το άγχος μας, με την τάση μας να θέλουμε εμείς να ελέγχουμε τα πράγματα και να δίνουμε τις δικές μας λύσεις. Η ανθρώπινη καρδιά είναι ένα εργοστάσιο που παράγει είδωλα, τα οποία πρέπει να γκρεμίζονται. Όταν αφήνω τον παλιό άνθρωπο, βγαίνει στην επιφάνεια, και τότε δεν έχει σημασία το θέλημα του Θεού, αλλά το δικό μου.
Θυμάστε από τις Πράξεις εκείνο το περιστατικό που καθώς ο Παύλος με το Βαρνάβα θέλουν να ξεκινήσουν τη δεύτερη περιοδεία, ο Βαρνάβας σκέφτηκε να πάρει μαζί του και το Μάρκο.
«ο Παύλος όμως έκρινεν άξιον, τον αποχωρισθέντα από αυτών από της Παμφυλίας και μη συνακολουθήσαντα αυτούς εις το έργον, τούτον να μη συμπαραλάβωσι. Συνέβη λοιπόν ερεθισμός, ώστε απεχωρίσθησαν απ' αλλήλων, και ο μεν Βαρνάβας, παραλαβών τον Μάρκον, εξέπλευσεν εις Κύπρον» (Πράξ.ιε:38-39). 
Όσο και να προσπαθούμε να χρυσώσουμε το χάπι για τον Παύλο ή τον Βαρνάβα η αλήθεια είναι πως συνέβη αυτό που γράφει: παροξυσμός. ἐγένετο οὖν παροξυσμός, ὥστε ἀποχωρισθῆναι αὐτοὺς ἀπ' ἀλλήλων.
Ο Παύλος κι ο Βαρνάβας είναι δύο άνθρωποι με διαφορετικές προσωπικότητες, για αυτό και βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά. Το πρόβλημα είναι πως κανένας δεν υποχωρεί. Και οι δύο πιστεύουν πως έχουν δίκιο, και πως τολμάει  ο άλλος να μην το βλέπει;
Είναι δύσκολο πράγμα να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας, με την έννοια ότι ο καθένας μας έχει τους δικούς του περιορισμούς.
Η σάρκα μας, μπορεί να μας εμποδίζει και να μην το βλέπουμε. Ο Παύλος δεν γράφει;  Ἡ ἀγάπη …οὐ παροξύνεται (Α΄ Κορ.ιγ:5). Κι όμως έγινε παροξυσμός! Αργότερα βέβαια, λύθηκαν όλα αυτά, όμως εκείνη τη στιγμή έγινε παροξυσμός κι έγιναν δύο ομάδες. Η χάρη του Θεού, βεβαίως, κάλυψε αυτή την αμαρτία, αλλά να ένα παράδειγμα, του πως έχουμε να παλεύουμε όλοι μας, μέσα μας, με τον παλιό άνθρωπο.
Το μυαλό χρειάζεται διαρκή ανακαίνιση για να βλέπει  και να παραδέχεται πως το θέλημα του Θεού είναι πάντα αγαθό, ευάρεστο και τέλειο.
Ας θυμηθούμε τι έγινε με τον Πέτρο στην Αντιόχεια, όπως περιγράφεται στην προς Γαλάτες:
"Ότε δε ήλθεν ο Πέτρος εις την Αντιόχειαν, ηναντιώθην εις αυτόν κατά πρόσωπον, διότι ήτο αξιόμεμπτος. Επειδή πριν έλθωσί τινές από του Ιακώβου, συνέτρωγε με τους εθνικούς· ότε δε ήλθον, συνεστέλλετο και απεχώριζεν εαυτόν, φοβούμενος τους εκ περιτομής. Και μετ' αυτού συνυπεκρίθησαν και οι λοιποί Ιουδαίοι, ώστε και ο Βαρνάβας συμπαρεσύρθη εις την υπόκρισιν αυτών"  (Γαλ.β:11-13).
Ο Πέτρος ήξερε πάρα πολύ καλά τι ήθελε ο Θεός να κάνει. Ο ίδιος πήγε στο σπίτι του Κορνήλιου μετά από το όραμα που του είχε δώσει ο Θεός. Ο ίδιος είχε πει, «αληθινά γνωρίζω πως ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης». Κι όμως, ήρθε σε ένα σημείο να πράξει το ακριβώς ανάποδο. Γιατί εκείνη τη στιγμή στη σκέψη του σημασία είχε τι έλεγαν οι άλλοι άνθρωποι γι’ αυτόν, κι όχι το θέλημα του Θεού.
Χρειάζεται λοιπόν, διαρκή ανακαίνιση ο νους, γιατί για χρόνια έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε μ’ ένα άλλο τρόπο. Με ένα τρόπο που στο κέντρο της σκέψης είναι ο εαυτός μας, αυτό που καταλαβαίνουμε με το δικό μας τρόπο, πως είναι καλό για μας.
Ο άλλος λόγος που ο νους μας, συνεχώς χρειάζεται ανακαίνιση για να μπορούμε να επιλέγουμε αυτό που είναι πραγματικά καλό από το Θεό για μας, είναι το γεγονός πως ζούμε σε ένα κόσμο που έχει αντιστρέψει βασικές αξίες.
Η σοφία του Θεού και η σοφία του κόσμου χωρίς Θεό, τις πιο πολλές φορές είναι αντίθετες. Η αλήθεια που ο Θεός μας φανερώνει κι αυτό που ο άνθρωπος χωρίς το Θεό θεωρεί αληθινό, είναι δύο τρόποι σκέψης που είναι αντικρουόμενοι.
Κι αυτό φαίνεται από τον τρόπο, τις λέξεις, τις εκφράσεις με τις οποίες περιγράφει η Καινή Διαθήκη τη βασιλεία του Θεού και τη βασιλεία του κόσμου. Το ένα είναι φως και το άλλο σκοτάδι: «Μη ομοζυγείτε με τους απίστους· διότι τίνα μετοχήν έχει η δικαιοσύνη με την ανομίαν; τίνα δε κοινωνίαν το φως προς το σκότος;» (Β’ Κορ.ς:14).
Στην Κολοσσαείς γράφει πως ο Θεός «ηλευθέρωσεν ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέφερεν εις την βασιλείαν του αγαπητού αυτού Υιού» (Κολ.α:13).
Ο κόσμος στον οποίο ζούμε περιγράφεται πως ανήκει στον πονηρό: «Εξεύρομεν ότι εκ του Θεού είμεθα, και ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται» (Α΄ Ιωάν.ε:19). 
«Η νυξ προεχώρησεν, η δε ημέρα επλησίασεν· ας απορρίψωμεν λοιπόν τα έργα του σκότους και ας ενδυθώμεν τα όπλα του φωτός» (Ρωμ.ιγ:12).
Υπάρχει δικαιοσύνη στη μία βασιλεία και αδικία στην άλλη. Ψέμα κι αλήθεια. Μέρα και νύχτα, φως και σκοτάδι. Οι όροι με τους οποίους περιγράφονται οι δύο αυτοί κόσμοι δεν είναι φιλικοί. Δεν είναι όροι συνδιαλλαγής, αλλά πολέμου.
Με αποτέλεσμα ο Θεός να μας καλεί να λέμε πως οι χριστιανοί είναι μέσα στον κόσμο αλλά δεν είναι εκ του κόσμου. Ο Χριστός προσευχήθηκε και είπε, «Δεν παρακαλώ να σηκώσης αυτούς εκ του κόσμου, αλλά να φυλάξης αυτούς εκ του πονηρού. Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου» (Ιωάν.ιζ:15-16).
Ζώντας μέσα στον κόσμο, το μυαλό είναι  πάρα πολύ εύκολο να συνηθίσει αυτό που κάνουν όλοι. Να το εκλογικεύσει. Κι αυτό που λέει ο Θεός ν’ αρχίσει στο μυαλό να φαίνεται πως είναι το παράξενο.
Τι είναι κοσμικότητα; Δεν είναι απλά τι κάνω και τι δεν κάνω. Αν ήταν τόσο εύκολο θα ήμασταν όλοι χαρούμενοι. Περιλαμβάνει τα κίνητρα, περιλαμβάνει τον τρόπο που σκέφτομαι, τι θεωρώ σημαντικό. Κοσμικότητα είναι οτιδήποτε σε μια κοινωνία κάνει την αμαρτία να φαίνεται φυσιολογική και τη δικαιοσύνη του Θεού παράξενη.
Σκεφτείτε τα 4 παραδείγματα ανακαινισμένης σκέψης που φέραμε στην αρχή. Μπροστά στο θάνατο. Όταν ο άλλος δεν έχει το Χριστό, είναι παράξενο να ακούει πως ο θάνατος είναι κέρδος. Για το χρήμα, καθένας σκέφτεται ακριβώς όπως ο άφρονας πλούσιος:  θα φτιάξω αποθήκες θα τα βάλω μέσα και θα πω στην ψυχή μου, φάε, πιες, ευφραίνου έχεις για πολλά χρονιά. Κι όταν έρθει ένας Ζακχαίος και πει, τα μισά μου χρήματα στους φτωχούς, τότε αυτό είναι παράξενο. Ή στην εργασία το φυσιολογικό είναι να προσπαθήσεις να κλέψεις, είτε τους πελάτες, είτε την εφορία, είτε το αφεντικό (όχι χρήματα απαραίτητα, αλλά την ποιότητα της δουλειάς σου). Και στο γάμο ακόμη. Εκεί κι αν η δικαιοσύνη του Θεού φαίνεται παράξενη. Οι άνθρωποι πιστεύουν πως ο γάμος είναι  σκλαβιά και πως πρέπει να χαρείς και μετά να παντρευτείς. Θεωρούν πως η κάθε είδους εξωσυζυγική σχέση είναι καύχημα κι όχι ντροπή.  Και κυρίως τι είναι αυτά τα περί υποταγής των γυναικών και θυσίας των ανδρών;
Η δικαιοσύνη του Θεού είναι παράξενη. Κι όταν ζεις μέσα σ’ αυτό και το εισπράττεις για πολλές ώρες κάθε μέρα και για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου, τότε χρειάζεσαι αντίδοτο! Χρειάζονται γερές δόσεις αλήθειας, ώστε το μυαλό να ανακαινίζεται.
Το θέλημα του Θεού είναι αγαθό. Αυτή είναι η αλήθεια! Όλοι συμφωνούν στο «Μη κλέψεις» (Έξ.κ:15), γιατί μας οδηγεί σε μια κοινωνία πιο ασφαλή, πιο τίμια. Είναι καλύτερο να δίνεις παρά να παίρνεις. Ποιος δεν θαυμάζει τη γενναιοδωρία; Τη συγχώρηση των εχθρών; Το μη κρίνετε για να μη κριθείτε; Την τιμή στους γονείς; Όμως, οι άνθρωποι σκοντάφτουν όταν όλα αυτά αντιβαίνουν στο προσωπικό τους όφελος. Γι’ αυτό και γίνονται σχετικά και παραβιάζονται εύκολα.
Το θέλημα του Θεού είναι αρεστό στο Θεό! Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Μια μέρα δεν θα σταθούμε να δώσουμε λόγο ούτε στο διευθυντή μας, ούτε στο συγγενή μας, ούτε καν στον άντρα ή τη γυναίκα ή τους γονείς μας ή τα παιδιά μας. Σε κανένα άνθρωπο. Μια μέρα θα σταθούμε όλοι μας μπροστά στο Θεό. Και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να το κάνουμε.
Είναι σημαντικό να διαλέξουμε σε ποιον θα αρέσουμε και σε ποιον όχι. Κι αυτή είναι ουσιαστικά η απόφαση να ζήσουμε για το Χριστό και να πάρουμε ο καθένας το δικό του σταυρό, όπως ο Κύριος, σε μια γενιά που είναι σκολιά και διεστραμμένη και μέσα στην οποία συνεχώς θα γινόμαστε φώτα.
Το θέλημα του Θεού είναι τέλειο. Δεν θα μπορούσε να είναι κάτι καλύτερο! Έχει σκοπό και τέλος του, το Χριστό. Έχει ευλογία από αυτή τη ζωή. Παρόλο που το παιδί του Θεού δεν εξαιρείται από προβλήματα και δοκιμασίες, η υπακοή στο θέλημα του Θεού φέρνει ευλογία.
Το θέλημα του Θεού, ακόμη και οι απαγορεύσεις του, είναι η έκφραση της αγάπης του Θεού. Αυτό είναι επαναστατική σκέψη, γιατί ο Σατανάς θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε πως ο Θεός έχει σκοπό να μας κλέψει όλη τη χαρά της ζωής δίνοντας μας νόμους και εντολές που κανείς ποτέ δεν μπορεί να υπακούσει.
Αυτό κάνει πάντα. Το έκανε με την Εύα στον κήπο της Εδέμ. Της είπε βασικά πως ο Θεός τους είπε ψέματα, όταν είπε ότι θα πεθάνουν αν φάνε από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Ότι ο Θεός είχε άλλη ατζέντα, ότι δεν ήθελε να γίνουν θεοί σαν κι Αυτόν. Την έκανε να πιστέψει πως η απαγόρευση του Θεού της έκανε τη ζωή μίζερη, ενώ ήταν αυτή η ίδια απαγόρευση που τους προστάτευε.
Αυτό θέλει και σήμερα ο εχθρός της ψυχής μας. Να με πείσει και να σε πείσει πως το θέλημα του Θεού καταστρέφει τη ζωή σου, και πως αν θες πραγματικά να απολαύσεις τη ζωή πρέπει να κάνεις ό,τι εσύ θέλεις.
Ο Θεός όμως, ενεργεί από αγάπη. Πριν να δώσει τις 10 Εντολές λέει στον Μωυσή, «θύμησέ τους πως τους έφερα πάνω στα φτερά του αετού» Δηλαδή, θύμισε τους πως τους αγαπώ.  Ο Θεός μας δίνει το νόμο του για το δικό μας καλό. Για το παιδί του Θεού οι εντολές του Θεού δεν είναι αγγαρεία, γιατί έχει γνωρίσει την αγάπη Του. Είναι χαρά, είναι ευλογία (Ψαλμ.ιθ:8-11).