Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Η αρρώστια του "ευαγγελίου της υγείας και της ευημερίας"

Ο παγκόσμιος Χριστιανισμός έχει αρχίσει να μολύνεται ταχύτατα από μια ύπουλη αρρώστια που αποκαλείται "ευαγγέλιο της ευημερίας και της υγείας", αλλά στον χαρακτήρα του πολύ λίγο μοιάζει στο αληθινό ευαγγέλιο.

Στις πιο ξεδιάντροπες μορφές του, απλά λέει: "Υπηρέτησε τον Θεό και γίνε πλούσιος (ή υγιής)". Στις ηπιότερες, αλλά και περισσότερο επικίνδυνες μορφές του, οικοδομεί κρυστάλλινους καθεδρικούς ναούς πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, για να στεγάσει τη ματαιοδοξία πλουσίων Χριστιανών των προαστίων (σ.μ.: ο συγγραφέας αναφέρεται στις ΗΠΑ) ή απλά λέει: "Ο Θεός θέλει την ευημερία σου (ή την υγεία σου)". Και το μήνυμα συνεχίζεται κάπως έτσι: "Υπάρχει στη Γραφή! Ο Θεός το λέει! Σκέψου λοιπόν τις σκέψεις του Θεού! Διεκδίκησέ το, και είναι δικό σου!"

Βέβαια, όλοι οι οπαδοί του μοντέρνου τούτου ευαγγελίου δεν το παρουσιάζουν ή δεν το εφαρμόζουν με την ίδια τόλμη, αλλά και τα δύο σκέλη του - ευημερία και υγεία - μπορεί να υποστηρίζονται χωριστά. Όμως οι βιβλικές και θεολογικές διαστρεβλώσεις που ενυπάρχουν και στα δύο, είναι παρόμοιες. Πράγματι, η θεολογία αυτού του νέου ευαγγελίου μοιάζει να ταιριάζει πολύ περισσότερο στο "αμερικάνικο όνειρο", παρά στη διδασκαλία Εκείνου που "ουκ είχε πού την κεφαλήν να κλίνη".

Θα πρέπει να υπογραμμίσω ότι τούτη η μικρή μελέτη δεν αποτελεί καμιά προσωπική επίθεση σε οποιονδήποτε. Αλλά, οπωσδήποτε όμως, το μήνυμά τους είναι μια επικίνδυνη διαστροφή της θεϊκής αλήθειας, ένα μήνυμα που απευθύνεται τελικά στην πεσμένη ανθρώπινη φύση, και όχι στη νέα ζωή του Πνεύματος. Τα προβλήματα είναι και βιβλικά και θεολογικά. Ας κοιτάξουμε πρώτα τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούν τη Γραφή.

1. Το βασικό πρόβλημα με την αίρεση της "ευημερίας" βρίσκεται ακριβώς στο σημείο που οι ίδιοι οι ευαγγελιστές της θεωρούν δύναμή τους: στην ερμηνεία της Γραφής. Πράγματι, πολλά από τα λεγόμενά τους έχουν μια βιβλική χροιά, εξαιτίας ακριβώς της οποίας πολλοί καλοπροαίρετοι άνθρωποι πέφτουν στην παγίδα.

Ο Όραλ Ρόμπερτς λέει για παράδειγμα ότι το να δίνεις προτεραιότητα στα υλικά αγαθά και όχι στον Θεό, είναι αμαρτία, ενώ ο Ρόμπερτ Σούλερ υποστηρίζει σωστά ότι ο Θεός αγαπά εξίσου τον πλούσιο και τον φτωχό. Στο βιβλίο του "Οι Νόμοι της Ευημερίας", ο Κένεθ Κόπλαντ γράφει μεταξύ άλλων: "Το χρήμα, αν και δεν είναι κακό από μόνο του, μπορεί να μετατραπεί σ' έναν άθλιο θεό. Η πραγματική ευημερία είναι πνευματική, όπως και οικονομική. Η ευημερία δεν πρέπει να αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά ένα μέσο για να βοηθάμε τους άλλους. Πρέπει να 'πιάνουμε' τον Θεό από τον Λόγο Του και να Τον εμπιστευόμαστε".

Αυτά και άλλα λέγονται, με τα οποία δεν μπορεί κανείς να διαφωνήσει. Το λάθος βέβαια δεν βρίσκεται σ' αυτές τις μεμονωμένες αλήθειες, αλλά στη βασική γραμμή που επαναλαμβάνεται συνεχώς, για να εμπεδωθεί το μήνυμα: "Ο Θεός ΘΕΛΕΙ την οικονομική ευημερία όλων των παιδιών Του, και συνεπώς ένας Χριστιανός που βρίσκεται σε κατάσταση φτώχειας, είναι έξω από το θέλημα του Θεού και ζει κάτω από την καταδυνάστευση του Σατανά". Και συνήθως, μαζί με αυτή την "αποκάλυψη", ακολουθεί και μια δεύτερη: "Επειδή είμαστε παιδιά του Θεού - δηλαδή βασιλόπουλα, όπως μερικοί το τοποθετούν - θα πρέπει πάντα να ταξιδεύουμε πρώτη θέση, να έχουμε το μεγαλύτερο και καλύτερο αυτοκίνητο - μια Κάντιλακ αντί Φολκσβάγκεν - ή σπίτι κλπ., επειδή μόνο κάτι τέτοιο φέρνει δόξα στον Θεό".

Μια πραγματικά περίεργη θεολογία, αν λάβουμε υπόψη μας τη φύση της Ενσάρκωσης και της Σταύρωσης. Αυτές οι διακηρύξεις δεν είναι βιβλικές, όσο κι αν προσπαθεί κανείς να τις ντύσει με βιβλικό μανδύα. Τα βασικά προβλήματα εδώ είναι ερμηνευτικά, δηλαδή έχουν σχέση με τον τρόπο που ερμηνεύει κανείς τη Γραφή. Ακόμα και απλοί πιστοί που μπορεί να μη γνωρίζουν τη λέξη "ερμηνευτική", και να μην έχουν ειδική εκπαίδευση στην ερμηνεία της Αγίας Γραφής, μπορούν να καταλάβουν πού εντοπίζεται το πραγματικό πρόβλημα.

Το πιο λυπηρό πράγμα σχετικά με τον τρόπο που χρησιμοποιούν τη Γραφή, είναι ο καθαρά υποκειμενικός και αυθαίρετος τρόπος με τον οποίο ερμηνεύουν τα βιβλικά κείμενα. Ο Κόπλαντ φυσικά υποστηρίζει ακριβώς το αντίθετο, αλλά οι αποδείξεις μιλούν από μόνες τους. Στην πρώτη σελίδα του βιβλίου του που αναφέραμε πιο πάνω, γράφει: "Βάζουμε τον Λόγο του Θεού πρώτον και πάνω απ' όλα σ' αυτή τη μελέτη, όχι αυτά που νομίζουμε ότι λέει, αλλά αυτά που πραγματικά λέει!"

Αυτό ακούγεται ωραίο, αλλά τι αληθινά σημαίνει; Είναι σαφής ο υπαινιγμός ότι οι ερμηνείες που διαφέρουν από τη δική του, βασίζονται σ' αυτά που οι άνθρωποι σκέφτονται, και όχι σ' αυτά που λέει η Γραφή. Παράλληλα, υποστηρίζει και την αλήθεια ότι η καλή ερμηνεία θα πρέπει να ξεκινάει από το πλήρες νόημα του κειμένου. Ωστόσο, το πλήρες νόημα του κειμένου είναι αυτό ακριβώς που ο Κόπλαντ και οι άλλοι ΔΕΝ μας δίνουν.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι το πλήρες νόημα του κειμένου αποτελεί πάντα τον πρώτο κανόνα, όπως και τον τελικό σκοπό κάθε αξιόπιστης ερμηνείας. Αλλά το "πλήρες νόημα" έχει πάντα σχέση με τους πραγματικούς σκοπούς του συγγραφέα του ιερού κειμένου και με αυτό που έπρεπε να γίνει ξεκάθαρο στους αρχικούς αποδέκτες του κειμένου. Το "πλήρες νόημα" δεν έχει καμιά σχέση με τον σύγχρονο δυτικό πιστό που θα προσπαθήσει να προσαρμόσει στην κουλτούρα του και τις συνθήκες ζωής του τη Γραφή.

Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα από τα πιο δημοφιλή εδάφια αυτού του κινήματος, το Γ΄ Ιωάννη 2: "Αγαπητέ, περί πάντων εύχομαί σε ευοδούσθαι και υγιαίνειν, καθώς ευοδούται σου η ψυχή" (κείμενο). Ερμηνεύοντας αυτό το εδάφιο, ο Κόπλαντ λέει: "Ο Ιωάννης γράφει ότι ΠΡΕΠΕΙ να ευημερούμε και να υγιαίνουμε". Λέει όμως στ' αλήθεια το κείμενο κάτι τέτοιο; Η λέξη "ευοδούμαι" σημαίνει "πάω καλά, είμαι ευτυχής", όπως όταν ένας φίλος σου γράφει, "Προσεύχομαι, αυτό το γράμμα να σας βρει όλους καλά". Αυτός ο συνδυασμός ευχών "να πηγαίνουν καλά τα πράγματα" και "καλής υγείας" για τον παραλήπτη, αποτελούσε τον συνήθη τύπο χαιρετισμού σε μια προσωπική επιστολή κατά την αρχαιότητα.


Το να πούμε ότι η ευχή του Ιωάννη στον Γάιο αναφέρεται στην οικονομική ευημερία όλων των Χριστιανών όλων των εποχών, είναι κάτι ολότελα ξένο προς το κείμενο. Ούτε ο Ιωάννης είχε τέτοιο σκοπό, ούτε ο Γάιος το αντιλήφθηκε έτσι. Γι' αυτό και δεν μπορεί να είναι το "πλήρες νόημα" του κειμένου. Φυσικά, μπορούμε να μάθουμε από το εδάφιο αυτό να προσευχόμαστε για τους αδελφούς μας, "να ευοδώνονται και να υγιαίνουν", αλλά όταν υποστηρίζουμε από αυτό πως ο Θεός θέλει την οικονομική μας ευημερία, τότε το κακοποιούμε.


Με τον ίδιο τρόπο ερμηνείας, θα ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι όλοι οι μεταγενέστεροι Χριστιανοί που δεν πήγαν στον Παύλο το χοντρό του πανωφόρι (Β΄ Τιμόθεο 4:13), ήταν ... έξω από το θέλημα του Θεού, ή ότι όλοι οι Χριστιανοί με στομαχικά προβλήματα δεν πρέπει να προσεύχονται για θεραπεία και να πίνουν νερό, αλλά να πίνουν λίγο κρασάκι, όπως συμβούλευσε ο Παύλος τον Τιμόθεο (Α΄ Τιμόθεο 5:23)! Επειδή, αυτά στην πραγματικότητα λέει η Γραφή σύμφωνα με τη λογική του Κόπλαντ.

Θα πρέπει ακόμα να αναφερθεί ότι η "άφθονη ζωή" του Ιωάννης 10:10 δεν έχει καμιά σχέση με υλική αφθονία, όπως συνηθίζουν να διατείνονται οι ηγέτες του κινήματος αυτού. Η "ζωή" ή "η αιώνια ζωή" στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, είναι εκφράσεις αντίστοιχες με τη "βασιλεία του Θεού" των άλλων ευαγγελίων, και εννοούν κυριολεκτικά τη "ζωή του μέλλοντα αιώνα". Είναι η ζωή που υπάρχει μέσα στον Θεό και πηγάζει από Αυτόν, για να αποτελέσει τη δωρεά Του στους πιστούς του παρόντα αιώνα.


Η λέξη "περισσόν" σημαίνει απλά ότι οι πιστοί μπορούν να απολαύσουν αυτό το δώρο της ζωής στην πληρότητά του. Η υλική αφθονία δεν περιλαμβάνεται ούτε στη λέξη "ζωή", ούτε στη λέξη "πληρότητα". Και ακόμα, μια τέτοια ιδέα είναι ολότελα ξένη στα συμφραζόμενα του 10ου κεφαλαίου του Ιωάννη, όπως και σε όλη τη διδασκαλία του Ιησού.

Πέρα από αυτές τις παρανοήσεις, υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα, στο βιβλίο του Κόπλαντ ιδίως, όπου συναντούμε αυτή την κακομεταχείριση του πλήρους νοήματος του κειμένου - επειδή, ακριβώς αυτό το πλήρες νόημα αντιτίθεται στις ανεπαρκείς ερμηνείες του συγγραφέα.

Σ' αυτά τα σημεία, ο Κόπλαντ υποστηρίζει ότι η "ερμηνεία" του προέρχεται κατευθείαν από το 'Αγιο Πνεύμα, αλλά όταν για παράδειγμα αναφέρεται στην ιστορία του πλούσιου νέου, φτάνει στο σημείο να υποστηρίξει ότι "ο Ιησούς επιβεβαίωσε τον πλούτο του ως αποτέλεσμα μιας ζωής υπακοής στον Νόμο, και απλά τον δοκίμασε για να του ξαναδώσει όλα τα πλούτη του πίσω, και με το παραπάνω"!

Μια τέτοια ερμηνεία βρίσκεται σε τέτοια αντίθεση με τον σκοπό του κειμένου, που θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικός, όταν αποδίδει στο 'Αγιο Πνεύμα τη δική του υποκειμενική άποψη. Αλλιώς, το 'Αγιο Πνεύμα που ενέπνευσε το αυθεντικό κείμενο με το πλήρες νόημά του, θα βρεθεί σε αντίφαση με τον εαυτό Του.

Η ερμηνευτική του Κόπλαντ και των φίλων του στην πραγματικότητα δεν επιχειρεί να μας παρουσιάσει μόνο αυτά που λέει η Γραφή. Είναι σχεδόν ολότελα υποκειμενική και δεν προέρχεται από μελέτη, αλλά από "συλλογισμό", που στην περίπτωση του Κόπλαντ σημαίνει ένα είδος ελεύθερων συνειρμών, βασισμένων σε μια προηγούμενη αφιέρωσή του στη δική του - και εντελώς λαθεμένη - κατανόηση της Γραφής.

2. Πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι το "ευαγγέλιο" αυτό δεν είναι βιβλικό με την ευρύτερη σημασία του όρου, εφόσον παρουσιάζει μια κολοβωμένη εικόνα του συνόλου της Γραφής. Η επιλεκτικότητα των ηγετών του τους επιτρέπει, όχι μόνο να υιοθετούν μια άποψη που δεν διδάσκεται πουθενά στην Καινή Διαθήκη, αλλά και να αποφεύγουν προσεκτικά εκατοντάδες εδάφια που βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με τη διδασκαλία τους.

Αυτή η ερμηνευτική επιλεκτικότητα παρατηρείται περισσότερο στις απόψεις τους για τη φτώχεια και την ευημερία, που οι ίδιοι βλέπουν ως αντικρουόμενες πραγματικότητες. Έτσι, συχνά υποστηρίζουν πως η "παραδοσιακή" χριστιανική αντίληψη θεωρεί κακή την ευημερία, και συνεπώς ο Θεός προτιμά να ζούμε στη φτώχεια. Ενάντια σ' αυτό, αντιπαραθέτουν ότι η φτώχεια είναι κατάρα (από το Δευτερονόμιο 28:15), και συνεπώς έξω από το θέλημα του Θεού, ενώ η ευημερία είναι στο θέλημά Του.

Κι αυτό, προσπαθούν να το υποστηρίξουν με ανθρώπινη σοφία, που αποτυγχάνει να λάβει σοβαρά υπόψη της τη φύση της Πτώσης και την πραγματικότητα της χάρης του Θεού για όλους. Η σοφία των ανθρώπων βλέπει πάντα τη ζωή με όρους, "το ένα πριν από το άλλο", δηλαδή με όρους αιτίου και αποτελέσματος. Για κάθε κακό, πρέπει να υπάρχει πάντα μια συγκεκριμένη αιτία: "Ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του για να γεννηθεί τυφλός;" Και για κάθε καλό, ιδίως για κάθε υλική ευλογία, πρέπει να υπάρχει μια συγκεκριμένη αιτία. Κάποιοι "κανόνες" που τέθηκαν από τον Θεό, πρέπει να ακολουθούνται.

Όμως η ανθρώπινη σοφία δεν είναι βιβλική. Ακόμα κι αν υπάρχουν στιγμές που ο Θεός προστατεύει τους δικούς Του, είναι ξεκάθαρο από το σύνολο της Γραφής ότι ο ήλιος και η βροχή παρέχονται εξίσου σε δικαίους και αδίκους. Οι Γαλιλαίοι που σκότωσε ο Πιλάτος, και οι δεκαοχτώ πάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος του Σιλωάμ, δεν ήταν περισσότερο αμαρτωλοί από τους άλλους ανθρώπους, είπε ο ίδιος ο Ιησούς (Λουκάς 13:1-5).

Η συμβατική σοφία των ανθρώπων απλά δεν είναι αληθινή. Η Πτώση διαπότισε τόσο πολύ την κτίση, και επηρέασε τόσο πολύ τους ανθρώπους με τις συνέπειές της, ώστε να χρειαστεί ο Θεός να αποκαλύψει τον εαυτό Του πλήρη ελέους - ακόμα και για τον αμαρτωλό. 

Μερικές φορές, φαίνεται να μην υπάρχει καλή δικαιολογία, όταν ο ασεβής είναι "ευλογημένος", και όχι ο πιστός, ή και το αντίθετο! Ακόμα κι αν ο Θεός έχει υποσχεθεί την πλήρη αποκατάσταση των παιδιών Του για τις θλίψεις ή τις αδικίες που υποφέρουν, σπάνια υποσχέθηκε άμεση αποκατάσταση.

Για παράδειγμα, στο Εβραίους 11:32-39, κάποιοι μέσω της πίστης γνώρισαν μεγάλες νίκες, και άλλοι πάλι μέσω της πίστης γνώρισαν στερήσεις, θλίψεις και κακουχίες. Όλοι όμως μνημονεύονται για την πίστη τους. Κι αυτά γράφτηκαν για να ενθαρρύνουν πιστούς που "δέχθηκαν με χαρά την αρπαγή των υπαρχόντων τους" (10:34), αλλά τώρα κινδύνευαν να χάσουν το θάρρος τους.


Ωστόσο, υποσχέσεις άμεσης αποκατάστασης δεν τους δίνονται, παρά μόνον εσχατολογικές (10:35,36). Κατά συνέπεια, η σοφία των ανθρώπων που διαφέρει από τη σοφία του Θεού, δεν μπορεί να αποτελεί μέρος της βιβλικής άποψης για τη φτώχεια και την ευημερία. Σύμφωνα με την πλήρη βιβλική άποψη, ο πλούτος και τα υπάρχοντα έχουν μηδενική αξία για τον λαό του Θεού.

Συχνά στην Παλαιά Διαθήκη - αλλά ποτέ στην Καινή - τα υλικά αγαθά σχετίζονται με μια ζωή υπακοής. Αλλά ακόμα και σ' αυτή, θεωρούνται ότι εμπεριέχουν τον διπλό κίνδυνο της απόσπασης της εμπιστοσύνης του ανθρώπου από τον Θεό, και της κατοχής του ... κατόχου τους. Από την άλλη πλευρά, και η φτώχεια δεν θεωρείται ως κάτι καλύτερο.


Εφόσον ο Θεός έχει αποκαλυφθεί ως υποστηρικτής του φτωχού - και αυτό φαίνεται σε όλη τη Γραφή - με κανένα τρόπο δεν ευλογεί τη φτώχεια. Μάλλον αποκαλύπτει το έλεος και τη δικαιοσύνη Του γι' αυτούς που καταπιέζουν συστηματικά οι πλούσιοι, προκειμένου να αυξήσουν ή να διατηρήσουν τα πλούτη τους. Αυτή η αδιάφορη στάση απέναντι στον πλούτο και τα υλικά αγαθά, όπου ούτε η ευημερία ούτε η φτώχεια αποτελούν αξίες, χαρακτηρίζει ολόκληρη την Καινή Διαθήκη.

Κατά τον Ιησού, τα καλά νέα του ερχομού της βασιλείας μας ελευθερώνουν από όλες τις μέριμνες που βασανίζουν τους εθνικούς (Ματθαίος 6:32). Η βασιλεία του Θεού έχει ήδη εγκαινιαστεί πάνω στη γη από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό, έστω κι αν ακόμα δεν έφτασε η ώρα της ολοκλήρωσής της.


Ο καιρός της βασιλείας του Θεού είναι τώρα! Το μέλλον με τις νέες του αξίες προετοιμάζεται ήδη στο παρόν. Κι εμείς που έχουμε "καταληφθεί" από τη βασιλεία, βρισκόμαστε σ' ένα σημείο όπου βλέπουμε τις παλιές μας αξίες, τον τρόπο που σκεφτόμαστε και βλέπαμε παλιά τα πράγματα, να παρέρχονται. Είμαστε πια ελεύθεροι από την τυραννία των παλιών κυρίων μας και αυτάρκεις εν Χριστώ Ιησού. Αυτός που έχει δύο χιτώνες, θα πρέπει να τους μοιράζεται με αυτόν που δεν έχει κανένα (Λουκάς 3:11), τα υπάρχοντα πρέπει να πουλιούνται και να δίνονται στους φτωχούς (Λουκάς 12:33).

Πράγματι, στη νέα οικονομία ο πλούτος που δεν μοιράζεται, είναι αντίθετος με τα Καλά Νέα της βασιλείας για τους φτωχούς. Έτσι, αν κάποιος έχει πλούτη (επειδή ακριβώς δεν έχουν πραγματική αξία), μπορεί ελεύθερα να τα μοιραστεί με όσους έχουν ανάγκη.

Αν όμως κάποιος δεν έχει πλούτη, δεν χρειάζεται και να τα επιδιώκει.

Ο Θεός νοιάζεται για τις ανάγκες μας, σε σημείο που το παραπάνω να είναι περιττό. Ο πλούσιος που ζητάει ολοένα και περισσότερα, είναι ανόητος, γιατί η ζωή του δεν εξαρτάται από τα αγαθά του (Λουκάς 12:15).


Αυτή ακριβώς η στάση βλέπουμε να απεικονίζεται στα πρώτα κεφάλαια των Πράξεων. Η πρώτη εκκλησία δεν ήταν κοινοβιακή, αλλά απαρτιζόταν από νέες κοινότητες, τον καινούριο λαό του Θεού, που θεωρούσε ότι τίποτα δεν του ανήκε.

Ο ερχομός του Αγίου Πνεύματος που σήμανε την έναρξη της νέας οικονομίας, ελευθέρωσε τους πιστούς από την επιθυμία της κατοχής. Με τον τρόπο αυτό, ήρθε η επάρκεια, και κανένας τους δεν ήταν σε ανάγκη. Η ίδια αδιάφορη στάση μπροστά στον πλούτο και τα υπάρχοντα χαρακτηρίζει και τον Παύλο. Ήταν ένας ελεύθερος εν Χριστώ άνθρωπος, που παρέμενε ευχαριστημένος όποιες και να ήταν οι περιστάσεις. Είχε γνωρίζει στέρηση και αφθονία, πείνα και χορτασμό, "μπορούσε να κάνει τα πάντα" (ακόμα και να είναι σε στέρηση και πείνα!), "διαμέσου του Χριστού που τον ενδυναμώνει" (Φιλιππησίους 4:10-13).


Έπειτα, λέει γι' αυτούς που δεν μπορούν να αρκεστούν σε τροφές και σκεπάσματα: "Όσοι βέβαια θέλουν να πλουτίζουν, πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα, και σε πολλές ανόητες και βλαβερές επιθυμίες, που βυθίζουν τους ανθρώπους σε όλεθρο και απώλεια" (Α΄ Τιμ.6:6-10).


Για όσους όμως συνέβη να είναι πλούσιοι, παραγγέλλει να μεταχειρίζονται τον πλούτο τους με αδιαφορία, δηλαδή ούτε να υπερηφανεύονται, ούτε να ελπίζουν σ' αυτόν, αλλά "να αγαθοεργούν, να πλουτίζουν σε καλά έργα, να είναι ευμετάδοτοι", γιατί αυτός είναι ο αληθινός πλούτος (6:17,19).

Αν λοιπόν στη νέα οικονομία, η ευημερία απλά δεν έχει καμιά αξία, πώς μπορεί ο Θεός να θέλει μια τέτοια μηδενική αξία για όλα τα παιδιά Του; Η αίρεση της "ευημερίας" αντιτίθεται στην αλήθεια ολόκληρης της Καινής Διαθήκης, και με κανένα τρόπο δεν είναι βιβλική.

3. Τέλος, πέρα από το ότι δεν είναι βιβλική, η θεολογία που κρύβεται πίσω από αυτή τη διαστρέβλωση του ευαγγελίου, σε πολλά βασικά της σημεία δεν είναι χριστιανική. Για λόγους συντομίας θα αναφερθώ εδώ συνοπτικά στις περισσότερο εμφανείς θεολογικές αδυναμίες.

Πρώτη: Παρά τις ενστάσεις της για το αντίθετο, η αίρεση της "ευημερίας" στην πραγματικότητα προσφέρει μια μάλλον ανθρωποκεντρική, παρά θεοκεντρική θεολογία. Αν και κάθε οπαδός της ακούει διαρκώς ότι θα πρέπει να ευημερεί για τη δόξα του Θεού, τελικά η διδασκαλία αυτή απευθύνεται στον εγωισμό μας και στην επιθυμία μας για καλοπέραση.

Στην πραγματικότητα, ο μόνος που θα μπορούσε να πιστέψει αυτή την αντιβιβλική ανοησία, είναι κάποιος που το θέλει, και ο μόνος λόγος που το θέλει, είναι επειδή συγκινεί τον εγωισμό του.

Πριν από πολλά χρόνια, γράφοντας για την αγιότητα του Θεού, ο Gustav Aulen προειδοποιούσε: "Η αγιότητα στέκει σαν φρουρός ενάντια σε όλες τις ευδαιμονικές και ανθρωποκεντρικές ερμηνείες της θρησκείας. Κάθε προσπάθεια να μετατρέψουμε τη χριστιανική πίστη σε μια θρησκεία ευδαιμονίας και απόλαυσης, είναι κατά συνέπεια καταδικασμένη σε αποτυχία".

Ο εγωκεντρισμός μεταμφιεσμένος με τα ρούχα της θρησκείας, δεν έχει καμιά θέση στον Χριστιανισμό. Η πίστη στον Θεό δεν μπορεί να μετρηθεί και να εκτιμηθεί από την άποψη της ανθρώπινης ευτυχίας και ανάγκης, όσο κι αν αυτά εξευγενιστούν και πνευματικοποιηθούν.

Ο Θεός δεν είναι κάποιος που η πίστη χρησιμοποιεί, προσβλέποντας στα μεγαλύτερα ή μικρότερα αγαθά που Εκείνος θα μπορούσε να προμηθεύσει. Ούτε είναι κάποιος που θα μπορούσαμε να καλέσουμε, προκειμένου να μας εκπληρώσει όλες τις ανάγκες και τις επιθυμίες.

Όσο κι αν ο ανθρωποκεντρισμός μεταμφιέζεται με τα πιο έξυπνα κουστούμια, ο άγιος Θεός θα είναι Αυτός που πάντοτε θα τον ξεσκεπάζει. Έτσι, κάθε τάση που θέλει τον Θεό υπηρέτη των ανθρωπίνων συμφερόντων, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία".


Αν ο Θεός είναι ο μόνος 'Αγιος και Παντοδύναμος, είναι επίσης και ο μόνος από τον οποίο εξαρτιόμαστε απόλυτα. Εμείς υποτασσόμαστε στη δύναμή Του, και όχι Αυτός στη δική μας!


Δεύτερο: Αυτό το πλαστό "ευαγγέλιο" παρουσιάζει μια ολότελα λαθεμένη θεολογία της προσφοράς. Στην Καινή Διαθήκη, όπως και στην Παλαιά, η αγάπη και η γενναιοδωρία του Θεού πηγάζουν από το έλεός Του, και γι' αυτό σε κάθε τους έκφραση παρέχονται απεριόριστα.

Ο Θεός αγαπά, δίνει και συγχωρεί χωρίς όρους, και η ανθρώπινη ανταπόκριση στη θεία χάρη είναι η ευγνωμοσύνη, που κι αυτή με τη σειρά της εκφράζεται προς τους άλλους με αγάπη, προσφορά και συγχώρηση χωρίς όρους. Η αίρεση της "ευημερίας" από την άλλη πλευρά, μας λέει ότι πρέπει να δώσουμε προκειμένου να πάρουμε.

Δίνοντας στον Κύριο και στον φτωχό, υποστηρίζει ο Κόπλαντ, εξασφαλίζουμε τις εγγυήσεις για την ευημερία μας. Κι ακόμα περισσότερο, δεν διστάζει να παραδεχτεί ότι θα δώσει στον φτωχό, ΜΟΝΟ με τον όρο ότι θα κάτσει να ακούσει για τον Χριστό! Όσο ευγενικός κι αν φαίνεται τούτος ο σκοπός του, δεν φτάνει "να αγιάσει το μέσο" που χρησιμοποιεί για την επίτευξή του: χειραγώγηση. Είναι ένας ευαγγελισμός που στηρίζεται στην κοσμική νοοτροπία του κέρδους.


Τρίτο: Αυτή η ολοφάνερη διαστρέβλωση του ευαγγελίου τείνει να ενισχύσει έναν τρόπο ζωής κι ένα οικονομικό σύστημα που συνεχώς καταπιέζει τον φτωχό - αυτό ακριβώς που τόσο σθεναρά κατήγγειλε το μήνυμα των προφητών.

Αναζητώντας περισσότερη ευημερία σε μια ήδη διαμορφωμένη κοινωνία της αφθονίας, σημαίνει ότι υποστηρίζουμε όλα τα πολιτικά και οικονομικά προγράμματα που έκαναν εφικτή μια τέτοια ευημερία, σχεδόν πάντα όμως σε βάρος των πιο αδύνατων οικονομικά ατόμων ή εθνών.

Το καλύτερο λοιπόν αντίδοτο σ' αυτή την αρρώστια, είναι μια καλή, υγιεινή δόση βιβλικής θεολογίας. Μερικές φορές, απαιτείται επώδυνη θεραπεία, αλλά είναι ο μόνος τρόπος να γλιτώσει κανείς από μια επικίνδυνη κατάσταση. Και στην περίπτωση του "ευαγγελίου" της ευημερίας, θα διακηρύξω προφητικά και θαρραλέα ότι δεν βλέπω άλλη θεραπεία από τη φοβερή κρίση του Θεού, που πρέπει πρώτα να αρχίσει από τον οίκο Του.

Κάθε "ευαγγέλιο" που δεν έχει την ίδια απήχηση και εφαρμογή στους πιστούς του Μπανγκλαντές, της Καμπότζης ή της Καλιφόρνιας, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ το ευαγγέλιο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
                            
                                                                      
(του Γκόρντον Φι -μετάφραση Μ.Καλομοίρης)