Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2022

Συνεχόμενη πίστη

 


 

Η σώζουσα πίστη δεν είναι μια προσωρινή κατάσταση, αλλά μια συνεχής σχέση με τον Ιησού Χριστό.

Δεν σωζόμαστε με την πίστη που έχει να κάνει με μια χρονική στιγμή μόνο. Μάλλον «Ο δε δίκαιος θέλει ζήσει εκ πίστεως» (Ρωμ.α:17  Γαλ.γ:11  Αβακ.β:4).

Στην Κολ.β:6 λέει: «Καθώς λοιπόν παρελάβετε τον Χριστόν Ιησούν τον Κύριον, εν αυτώ περιπατείτε». Όπως Τον δεχτήκαμε με πίστη, έτσι πρέπει να συνεχίσουμε να εξασκούμε πίστη σ’ Αυτόν.

Η Γραφή συχνά αναφέρεται στην πίστη σε ενεστώτα χρόνο προκειμένου να φανερώσει τη συνέχεια:

«Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πάς ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον».

Η σωτηρία δεν είναι απλά μια εμπειρία του παρελθόντος, είναι καθημερινή σχέση που έχει να κάνει με το παρόν που θα μας οδηγήσει στην αιώνια σωτηρία. Πρέπει να ζούμε καθημερινά δια πίστεως για να σωθούμε στο τέλος.

Είναι πολύ πιο εύκολο να δούμε τη στενή σχέση ανάμεσα στην πίστη και τα έργα, όταν καταλάβουμε αυτό το γεγονός. Η πίστη είναι προοδευτική και μας οδηγεί όλο και πιο πολύ μέσα στο θέλημα του Θεού.

 

Το αντικείμενο της πίστης

 

Όπως δεν υπάρχει αξία στην πίστη όταν δεν υπάρχει ανταπόκριση, το ίδιο δεν έχει αξία η πίστη ξέχωρα από το αντικείμενό της. Η πίστη μόνη της δεν λέει τίποτα. Μπορεί ο άνθρωπος να έχει αξιόλογη πίστη, αλλά αν πιστεύει στον εαυτό του, τότε η δικαίωση δια πίστεως δεν είναι τίποτε άλλο από αυτοδικαίωση.

Η αξία της πίστης εξαρτάται απόλυτα από το αντικείμενό της. Εμείς σωζόμαστε απ’ Αυτόν στον οποίο πιστεύουμε κι όχι από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πιστέψαμε.

Όταν ο Παύλος χρησιμοποίησε τον Αβραάμ σαν παράδειγμα δικαίωσης δια πίστεως, επισήμανε ότι ο Αβραάμ πίστεψε στο Θεό, τον Παντογνώστη και Παντοδύναμο που μπορούσε να εκπληρώσει κάθε υπόσχεσή Του (Ρωμ.δ:16-17).

Οι ειδωλολάτρες μπορεί να έχουν μεγάλη πίστη, αλλά δεν σώζονται επειδή δεν πιστεύουν στον Ιησού. Εφόσον η σωτηρία προέρχεται αποκλειστικά από τον Ιησού, είναι ζωτικά σημαντικό η πίστη να είναι σ’ Αυτόν.

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να πιστεύουμε το ίδιο και στο λόγο Του. Πολλοί άνθρωποι έχουν μεγάλη πίστη σε συγκεκριμένα θρησκευτικά συστήματα που ομολογούν πίστη στο Χριστό, αλλά δεν είναι σωσμένοι επειδή η πίστη τους δεν βασίζεται στο λόγο του Θεού και το ευαγγέλιο του Χριστού.

Το να πιστεύει κανείς σε ένα ανθρώπινο θρησκευτικό κατασκεύασμα, όσο ειλικρινής κι αν είναι η πίστη του, δεν είναι αρκετή. Πρέπει να λατρεύουμε το Θεό με αλήθεια αλλά και εν Πνεύματι (Ιωάν.δ:24).

Ο Ιησούς είπε: «Όστις πιστεύει εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί ύδατος ζώντος θέλουσι ρεύσει εκ της κοιλίας αυτού» (Ιωάν.ζ:38). Πρέπει να πιστεύουμε σύμφωνα με τη διδασκαλία των Γραφών. Δεν υπάρχει σώζουσα δύναμη στην διανοητική πίστη του ανθρώπου, παρά μονάχα στην πίστη και υπακοή στον Κύριο Ιησού και το λόγο Του.

 

Πίστη και μετάνοια

 

Ας δούμε τώρα αναλυτικά, τι παράγει η πίστη στον Ιησού. Η πίστη και η μετάνοια συνεργάζονται στη σωτηρία. Ο Ιησούς κήρυξε: «Μετανοείτε, και πιστεύετε εις το ευαγγέλιον» (Μάρκ.α:15). Ο άνθρωπος πρέπει να έχει λίγη πίστη για να μετανοήσει, γιατί κανείς δεν μπορεί να το κάνει, αν δεν πιστεύει ότι η αμαρτία είναι κάτι κακό, και ότι πρέπει και μπορεί να μετανοήσει.

Ο λόγος του Θεού ξεκαθαρίζει ότι όλοι θα χαθούν αν δεν μετανοήσουν, καθώς και ότι όλοι οι άνθρωποι, πρέπει να μετανοήσουν (Λουκ.ιγ:3  Πράξ.ιζ:30). Σίγουρα, λοιπόν, η πίστη στο λόγο του Θεού θα οδηγήσει σε μετάνοια.

Κάποιοι συζητούν το θέμα, αν η μετάνοια προηγείται ή ακολουθεί την πίστη. Οι Λουθηρανοί θεολόγοι, παραδοσιακά, βλέπουν ότι η μετάνοια προηγείται της πίστης, ενώ οι Καλβινιστές την θεωρούν σαν αποτέλεσμα της πίστης. Όλα εξαρτώνται από τη χρήση του όρου πίστη.

Για παράδειγμα, αν τον χρησιμοποιήσουμε έτσι ώστε να σημαίνει την στιγμή της σωτηρίας, τότε η μετάνοια πρέπει να προηγείται γιατί είναι προϋπόθεση για τη σωτηρία. Απ’ την άλλη μεριά, αν δούμε την πίστη σαν μια διαδικασία που εξελίσσεται καθώς και σαν μια χρονική στιγμή, τότε η πίστη μπορεί να προηγείται και να έπεται της μετάνοιας, κάτι που υποστηρίζουν και οι Γραφές.

Η πίστη μπορεί να ξεκινήσει με το πρώτο άκουσμα του λόγου του Θεού, αν και τη συγκεκριμένη στιγμή, αυτή η πίστη δεν σώζει. Έχουμε εξετάσει Βιβλικά παραδείγματα που δείχνουν ότι ένα άτομο μπορεί να έχει κάποιο βαθμό πίστης πριν την εμπειρία της σωτηρίας. Δεν σώζεται κάποιος απ’ την πρώτη στιγμή που θα ξεκινήσει η πίστη, αλλά μάλλον καθώς η πίστη αυξάνει, παίρνει τον έλεγχο της καρδιάς και οδηγεί το άτομο σε μια θετική ανταπόκριση στο Χριστό και το ευαγγέλιο, ώστε να υπακούσει τις Γραφές που μιλάνε για μετάνοια, βάπτισμα στο νερό, εκζήτηση και λήψη της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος.

Η μετάνοια λοιπόν ακολουθεί την πρώτη στιγμή της πίστης, αλλά προηγείται της πλήρους εμπειρίας της σώζουσας πίστης, της εμπειρίας της νέας γέννησης. Ίσως, θα ήταν καλό να πούμε, ότι μετάνοια είναι η πρώτη ανταπόκριση της πίστης στο ευαγγέλιο, γιατί η μετάνοια βρίσκεται στην αρχή μιας ζωής πίστης αφού είναι η πρώτη πράξη πίστης.

 

Πίστη και βάπτισμα στο νερό

 

Πίστη στο Θεό, σίγουρα θα οδηγήσει στο βάπτισμα στο νερό. Ο Ιησούς είπε: «Όστις πιστεύση και βαπτισθή, θέλει σωθεί» (Μάρκ.ις:16). Προφανώς δίδαξε ότι η πίστη θα πρέπει να οδηγήσει τον άνθρωπο στο βάπτισμα, και η ιστορία της πρώτης εκκλησίας επιβεβαιώνει αυτή την αλήθεια. Μετά το κήρυγμα του Πέτρου την ημέρα της Πεντηκοστής, «εκείνοι λοιπόν μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού εβαπτίσθησαν» (Πράξ.β:41).

Όταν οι Σαμαρείτες «επίστευσαν εις τον Φίλιππον ευαγγελιζόμενον τα περί της βασιλείας του Θεού, και του ονόματος του Ιησού Χριστού, εβαπτίζοντο άνδρες τε και γυναίκες» (Πράξ.η:12).

Ο δεσμοφύλακας στους Φιλίππους πίστεψε και βαπτίστηκε την ίδια στιγμή που ο Παύλος τον νουθέτησε (Πράξ.ις:31-34). Όταν ο Παύλος κήρυττε στην Κόρινθο «πολλοί των Κορινθίων ακούοντες επίστευον και εβαπτίζοντο» (Πράξ.ιη:8).

Σε πολλές άλλες περιπτώσεις, άνθρωποι βαπτίστηκαν όταν άκουσαν και δέχτηκαν το ευαγγέλιο (Πράξ.η:36-38  θ:18  ι:47-48  ις:14-15  ιθ:5). Καταλήγουμε λοιπόν ότι το βάπτισμα στο νερό είναι μια πράξη πίστης - ανταπόκριση πίστης στο Θεό. Αληθινή πίστη στο Θεό και το λόγο Του, θα κάνει τον πιστό να υπακούσει και να βαπτιστεί στο νερό.

 

Πίστη και Άγιο Πνεύμα

 

Η πίστη, θα οδηγήσει ακόμα στη λήψη της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Ο Ιησούς είπε: «Όστις πιστεύει εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί ύδατος ζώντος θέλουσι ρεύσει εκ της κοιλίας αυτού» (Ιωάν.ζ:38).

Ο Ιωάννης εξήγησε ότι ο Ιησούς μιλούσε για το Άγιο Πνεύμα: «Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος, το οποίον έμελλον να λαμβάνωσιν οι πιστεύοντες εις αυτόν διότι δεν ήτο έτι δεδομένον Πνεύμα Άγιον επειδή ο Ιησούς έτι δεν εδοξάσθη» (Ιωάν.ζ:39).

Ο Πέτρος δίδαξε ότι το δώρο ή το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος δίδεται σε όλους όσους πιστέψουν στον Κύριο Ιησού Χριστό. Ταύτισε την εμπειρία του Κορνήλιου με το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής και ρώτησε: «εάν λοιπόν ο Θεός έδωκεν εις αυτούς την ίσην δωρεάν ως και εις ημάς, διότι επίστευσαν εις τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, εγώ τις ήμην ώστε να δυνηθώ να εμποδίσω τον Θεόν;» (Πράξ.ια:15-17). Με άλλα λόγια, ο Πέτρος θεωρούσε ότι αν κάποιος λέει ότι πιστεύει στον Ιησού Χριστό, πρέπει να έχει Πνεύμα Άγιο.

Ο Παύλος επίσης περίμενε ότι οι πιστοί πρέπει να έχουν Πνεύμα Άγιο. Όταν βρήκε μερικούς μαθητές του Ιωάννη του Βαπτιστή στην Έφεσο, τους ρώτησε: «Ελάβετε Πνεύμα Άγιον αφού επιστεύσατε;» (Πράξ.ιθ:2). Αργότερα, ο Παύλος δίδαξε στις επιστολές του ότι λαμβάνουμε το Άγιο Πνεύμα δια πίστεως:

«Δια να έλθη εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ δια Ιησού Χριστού, ώστε να λάβωμεν την επαγγελίαν του Πνεύματος δια της πίστεως» (Γαλ.γ:14).

«Εις τον οποίον και σείς ηλπίσατε, ακούσαντες τον λόγον της αληθείας, το ευαγγέλιον της σωτηρίας σας εις τον οποίον και πιστεύσαντες εσφραγίσθητε με το Πνεύμα το Άγιον της επαγγελίας» (Εφεσ.α:13).

Το αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι ότι η πίστη οδηγεί στη λήψη του Αγίου Πνεύματος. Με άλλα λόγια, ο αληθινός πιστός θα λάβει το Άγιο Πνεύμα. Η πίστη του φαίνεται ότι είναι γνήσια και πλήρης όταν ο Θεός του χορηγήσει τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος.