«Ουχί, σάς λέγω, αλλ' εάν δέν
μετανοήτε, πάντες ομοίως θέλετε απολεσθή»
(Λουκ.ιγ:3).
«Καί ο Πέτρος είπε πρός αυτούς·
Μετανοήσατε…..» (Πράξ.β:38).
Περιγράψαμε τη μετάνοια σαν θάνατο ως προς την αμαρτία και την παλιά φύση. Εξηγήσαμε ότι η μετάνοια είναι απαραίτητη για τη νέα γέννηση κι ότι πρέπει να συνοδεύει το βάπτισμα στο νερό και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος (Πράξ.β:38). Ο θάνατος είναι απαραίτητος πριν από την αναγέννηση. Αυτό επιβεβαιώνει τη θέση μας ότι μετάνοια σημαίνει θάνατο και ακόμα ότι αναγέννηση σημαίνει βάπτισμα στο νερό και το Άγιο Πνεύμα.
Ορισμός της μετάνοιας
Μετανοέω (-ώ) σημαίνει: μεταβάλλω
σκέψιν ή γνώμην, σκέπτομαι αλλέως. (Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης Ι.
Σταματάκου). Στην Καινή Διαθήκη αυτή η πράξη φανερώνει μια αλλαγή προς το
καλύτερο.
Πολλοί θεολόγοι αναφέρουν τρεις βασικές
πτυχές της μετάνοιας:
1. διανοητική αλλαγή (αλλαγή απόψεων),
2. συναισθηματική αλλαγή (αλλαγή συναισθημάτων και ευαισθησίας)
3. αλλαγή της θέλησης (εκούσια αλλαγή σκοπού).
Αυτό ταιριάζει με τη Βιβλική εντολή να
αγαπάμε το Θεό με όλη μας την καρδιά, ψυχή, νου και δύναμη (Μάρκ.ιβ:30). Έτσι,
βασικά, η μετάνοια είναι αλλαγή του νου, της καρδιάς και της κατεύθυνσης.
Πολλές Βιβλικές αναφορές επιβεβαιώνουν
αυτή τη θέση. Ο Θεός διάλεξε τον Παύλο για να κηρύξει στους Εθνικούς «Δια να ανοίξης τους οφθαλμούς
αυτών, ώστε να επιστρέψωσιν από του σκότους εις το φως, και από της εξουσίας
του Σατανά προς τον Θεόν» (Πράξ.κς:18).
Ο Παύλος εκπλήρωσε αυτή την κλήση, κηρύττοντας
ότι όλοι πρέπει να «μετανοώσι και να επιστρέφωσιν εις τον Θεόν. πράττοντες
έργα άξια μετανοίας» (κς:20).
Μια από τις βασικές διδασκαλίες της
Γραφής είναι η «μετάνοια από νεκρών έργων» (Εβρ.ς:1). Σύμφωνα λοιπόν με
την Αγία Γραφή, μετάνοια είναι η απομάκρυνση από την αμαρτία και προσκόλληση
στο Θεό.
Σε γενικές γραμμές, μετάνοια μπορεί να
σημαίνει κάθε τι που συμβαίνει όταν ο άνθρωπος επιστρέφει από την αμαρτία στο
Θεό, όπως το βάπτισμα στο νερό και η λήψη του Αγίου Πνεύματος.
Για παράδειγμα, όταν άκουσαν οι Εβραίοι
Χριστιανοί ότι ο Κορνήλιος και οι οικιακοί του έλαβαν το Άγιο Πνεύμα και
βαπτίστηκαν στο όνομα του Ιησού, «εδόξαζον τον Θεόν, λέγοντες, Και εις τα
έθνη λοιπόν έδωκεν ο Θεός την μετάνοιαν εις ζωήν» (Πράξ.ια:18).
Παρόλα αυτά, τα περισσότερα εδάφια χρησιμοποιούν
τη λέξη μετάνοια με μια πιο περιορισμένη έννοια, εννοούν το πρώτο βήμα που κάνει
κάποιος όταν απομακρύνεται από την αμαρτία και πλησιάζει το Θεό, πριν το
βάπτισμα στο νερό και τη λήψη του Αγίου Πνεύματος (Πράξ.β:38). Αυτή την έννοια
θα χρησιμοποιήσουμε σ’ αυτό το κεφάλαιο.
Έτσι λοιπόν, μετάνοια είναι μια ριζική
μεταμόρφωση του νου, της συμπεριφοράς, των πεποιθήσεων και της κατεύθυνσης.
Είναι μια οικειοθελής πράξη του ανθρώπου που ανταποκρίνεται στην κλήση του
Θεού. Φανερώνει μια ενεργητική μεταστροφή κι όχι απλά μια συναισθηματική λύπη ή
απολογητική. Είναι κάτι περισσότερο από μια ηθική απόφαση αναμόρφωσης. Είναι
μια πνευματική απόφαση και πνευματική αλλαγή.
Η μετάνοια, είναι η πρώτη πράξη πίστης
που περιλαμβάνει κάποια πολύ σημαντικά στοιχεία: αναγνώριση και ομολογία της
αμαρτίας, συντριβή και μεταμέλεια για την αμαρτία καθώς και την απόφαση
εγκατάλειψης της αμαρτίας.
Βέβαια, η λέξη μετάνοια μπορεί
να χρησιμοποιηθεί χωρίς να αναφέρεται στη σωτηρία. Παραδείγματα:
(1) Ο Θεός μεταμελήθηκε που έκανε τον άνθρωπο (Γέν.ς:6). Εδώ
έχει την έννοια της λύπης, της απογοήτευσης (ανθρωπομορφισμός).
(2) Ο Θεός μεταμελήθηκε για το κακό που σχεδίαζε να κάνει στους
Νινευήτες (Ιωνάς γ:10). Ο Θεός άλλαξε τα σχέδιά Του, γιατί οι Νινευήτες «απέστρεψαν
από της οδού αυτών της πονηράς».
(3) Ο Θεός υπόσχεται να μην μεταμεληθεί ποτέ για την απόφασή Του
να κάνει τον άνθρωπο Χριστό ιερέα κατά την τάξη Μελχισεδέκ (Ψαλμ.ρι:4).
Υποσχέθηκε να μην αλλάξει γνώμη.
(4) Ο Ησαύ ζήτησε τόπο μετάνοιας αλλά μάταια (Εβρ.ιβ:16-17).
Προσπάθησε χωρίς επιτυχία ν’ αλλάξει την απόφαση του πατέρα του σχετικά με τα
πρωτοτόκια και την ευλογία που πήρε ο Ιακώβ (Γέν.κζ:34-38).
Καμία απ’ αυτές τις αναφορές δεν έχει
σχέση με την σωτηρία, απλά δείχνουν ότι η μετάνοια μπορεί να έχει εφαρμογή και σ’
άλλες πτυχές της ζωής.