Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 31 Ιουλίου 2022

Η αναγκαία κίνηση

 



Ιωάννης κα

Ξεκινώ διαβάζοντας ένα απόσπασμα από το βιβλίο του καθηγητή Πανεπιστημίου Μακεδονίας κ. Πιπερόπουλου με τίτλο «Καληνύχτα Ελλάδα», από το κεφάλαιο με τίτλο «Η μοναξιά του Νεοέλληνα».

 

Ζούμε τώρα πια σε κακόγουστες και πανάκριβες πολυκατοικίες και πέρα από τις εθιμοτυπικές φιλοφρονήσεις και τα μικροπρεπή κουτσομπολιά αγνοούμε την ύπαρξη του συγκατοίκου μας σε σημείο ώστε σήμερα και στην πατρίδα μας να χρειάζεται να «μυρίσει» το πτώμα κάποιου συνταξιούχου, μοναχικού γείτονα ή γειτόνισσάς μας, για να συνειδητοποιήσουμε εμείς οι «ευτυχείς» υπόλοιποι ότι έκλεισε πια για αυτόν ή αυτήν, τραγικά, η αναπόφευκτη για ΟΛΟΥΣ μας παρένθεση της… ζωής!

 

Να το δούμε στις πρακτικές του διαστάσεις το φαινόμενο; Αμέτρητοι οι συνοδοιπόροι μας στους πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας, του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης, της Λάρισας, του Ηράκλειου και όλων των άλλων μεγαλουπόλεων της πατρίδας μας. Περιφέρουμε την πλήξη, την ανία, τα βιωματικά μας τραύματα στα στενόχωρα κλουβιά που τα ονοματίσαμε γραφεία, μαγαζιά, εργοστάσια, σχολειά και πανεπιστημιακές αίθουσες, με άλλα λόγια στους κάθε λογής χώρους εργασίας και αναψυχής.

 

Μόνοι, ολομόναχοι, κατασιγάζοντας όπως-όπως τις έντονες, τις αδυσώπητες διαμαρτυρίες του είναι μας, τη λαχτάρα μας να ξεφύγουμε από το ανελέητο μαρτύριο της απομόνωσης, της μοναξιάς!… Είμαστε τώρα πια και οι νεο-Έλληνες παραγωγοί και παράγωγα, αίτια και αποτελέσματα ενός ψυχοκοινωνικού και πολιτισμικού συστήματος με οικονομικές δομές που εδραιώνονται στο ατομικό ψυχοκίνητρο και τα συλλογικά «ένστικτα» για άντληση κέρδους και συλλογή δύναμης και εξουσίας και απολήγουν εξαντλημένες στην εδραίωση ενός αντικειμενικού κόσμου, μιας πραγματικότητας που επιβεβαιώνει την πανάρχαια αλήθεια, την απλή και συνάμα δυσβάστακτη διαπίστωση της αναπόφευκτης υπαρξιακής μας μοίρας – όχι του θανάτου – αλλά του ψυχοκοινωνικού του υποκατάστατου που είναι η μοναξιά!

 

Η μοναξιά είναι το αντίστοιχο βίωμα του θανάτου, και είναι σύμπτωμα της σύγχρονης αστικής ζωής του νεοέλληνα.

Η εκκλησία καλείται να γίνει η πόλη του Θεού μέσα στην πόλη του ανθρώπου.

Καλείται να γίνει μια κοινότητα «κοινωνίας». Μια κοινωνία επαφής, σχέσης, αμοιβαιότητας μέσα στον κόσμο. Καλείται να γίνει μια κοινωνία ενότητας.

 

Η έννοια της ενότητας έχει δύο αναφορές. Η πρώτη είναι όταν υπάρχουν διαμάχες, αντιδικίες.

Κόρινθος: Πως μπορείς, να κάνεις εκκλησία με τόσο διαφορετικούς ανθρώπους; Το γράμμα του Παύλου αντιμετωπίζει προβλήματα που ξεπηδούν από το γεγονός ότι όπως εμείς, έτσι κι εκείνοι άφηναν πολύ συχνά τον κόσμο της Κορίνθου να μπαίνει μέσα στην εκκλησία. Πως μπορούν άνθρωποι πλούσιοι και φτωχοί, μορφωμένοι και αμόρφωτοι να κάτσουν μαζί; Και κυρίως πως μπορούν να δουν ο ένας τον άλλον «στα μάτια», σαν ίσος προς ίσο; Πρέπει οι πλούσιοι και οι μορφωμένοι να μάθουν να μην υποτιμούν, αλλά να φροντίζουν, χωρίς να θέλουν να γίνεται το δικό τους. Οι φτωχότεροι να μη ζηλεύουν. Οι πλούσιοι να μην κάνουν τις δικές τους κλίκες και αφήνουν τους άλλους απέξω.

Βέβαια, οι διαχωρισμοί συνέβαιναν όταν μαζεύονταν μαζί. Δεν υπήρχε εκκλησιαστικό κτήριο. Κι έτσι μαζεύονταν στα σπίτια αυτών που θα μπορούσαν να τους χωρέσουν όλους.

Και εδώ ακριβώς ήταν το πρόβλημα. Σε μια κοινωνία που είναι τόσο ταξική, που μετράει το χρήμα πάνω απ’ όλα, ήταν πολύ εύκολο όταν η εκκλησία ήταν στο σπίτι ενός πλούσιου, οι όμοιοι του να πάνε στην τραπεζαρία και οι άλλοι να πάνε στην αυλή. Προσέξτε, μπορεί σήμερα να μην εκδηλώνονται έτσι οι κοινωνικές διαφορές. Μπορούν να εκδηλωθούν όμως, αλλιώς. Και μπορεί να μην είναι το χρήμα που μας ξεχωρίζει, αλλά μπορεί να είναι άλλοι λόγοι.

 

εδάφιο 18 εξηγεί, «Διότι πρώτον μεν όταν συνέρχησθε εις την εκκλησίαν, ακούω ότι υπάρχουσι σχίσματα μεταξύ σας, και μέρος τι πιστεύω.» Αυτά τα σχίσματα δεν είναι τα ίδια με αυτά που αναφέρει στην αρχή της επιστολής. Εκεί τα σχίσματα είχαν να κάνουν με το ποιος ηγέτης τους άρεσε καλύτερα, ο Παύλος ή ο Απολλώς ή ο Κηφάς. Εδώ τα σχίσματα αφορούν στο πως βλέπουν ο ένας τον άλλον. Είναι κοινωνικά σχίσματα.

         

Και προσέξτε με πόση σοφία χειρίζεται το θέμα ο απόστολος Παύλος: «Και μέρος τι πιστεύω» τους γράφει. Ένα κομμάτι σίγουρα το πίστευε. Ποιοι του το είπαν; Πιθανώς οι αδικούμενοι, οι φτωχότεροι, οι χαμηλότεροι κοινωνικά. Επειδή όμως, ξέρει πως πάντα η ανθρώπινη φύση μας, μας οδηγεί να βάζουμε «αλατοπίπερο» επειδή ξέρει πως όποιος αδικείται δεν μπορεί να είναι 100% αντικειμενικός και δίκαιος με τον άλλο που πιστεύει πως τον αδικεί.

Πριν προχωρήσει να εξηγήσει γιατί τους πιστεύει κάνει μια θεολογική παρένθεση. Πιθανόν η παρένθεση να είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους πιστεύει αυτούς που του έφεραν τα δυσάρεστα νέα των σχισμάτων. Γράφει στο εδ.19 λοιπόν, «διότι είναι ανάγκη να υπάρχωσι και αιρέσεις μεταξύ σας, δια να γείνωσι φανεροί μεταξύ σας οι δόκιμοι.»

Πως μπορεί να το πει αυτό; Ο ίδιος άνθρωπος που στην αρχή της επιστολής τους μαλώνει για τα σχίσματά τους; Η απάντηση είναι στη λεπτομέρεια ότι δεν λέει πως τα σχίσματα είναι καλό πράγμα. Λέει πως είναι αναγκαίο. Ο Θεός τα χρησιμοποιεί κι αυτά, για να φανεί ποιοι είναι οι δόκιμοι.

Προσοχή, τα σχίσματα εδώ φανερώνουν ποιοι είναι τελικά αυτοί των οποίων η συμπεριφορά άλλαξε. Ποιοι είναι αυτοί που έχουν μάθει, να βλέπουν τους ανθρώπους και τη ζωή αλλιώς. Ποιοι είναι αυτοί που όταν βλέπουν την εκκλησία, δεν βλέπουν μόρφωση, χρήμα, καταγωγή, φύλο, ηλικία, καριέρα, ντύσιμο, επιτυχία, αλλά βλέπουν το Χριστό. Βλέπουν το σώμα Του όπως είναι. Δόκιμοι είναι αυτοί που βλέπουν πως εδώ «μέσα» οι χωρισμοί που υπάρχουν «έξω», έχουν σβήσει.

«Δόκιμος», λοιπόν, είναι αυτός που έχει μάθει να βλέπει την εκκλησία, τους αδελφούς του, σαν παιδιά του Θεού και τίποτα άλλο.

 

Η δεύτερη έννοια είναι όταν υπάρχει αποκοπή, αδιαφορία. Όταν η εκκλησία αποτελείται από αυτοτελείς μονάδες που απλά μαζεύονται όλες μαζί μια φορά την εβδομάδα.

 

Ιωάν.κα

 

Το κεφάλαιο αυτό λειτουργεί σαν ένα είδος «επιλόγου» στο ευαγγέλιο. Δείτε πως τελειώνει το κεφ.κ: Και άλλα πολλά θαύματα έκαμεν ο Ιησούς ενώπιον των μαθητών αυτού, τα οποία δεν είναι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω· ταύτα δε εγράφησαν διά να πιστεύσητε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντες να έχητε ζωήν εν τω ονόματι αυτού.

 

Αυτό μοιάζει να είναι το τέλος του ευαγγελίου. Όμως ο Ιωάννης επιστρέφει με τρείς αφηγήσεις που συνδέονται η μία με την άλλη και όλες έχουν να κάνουν με την εκκλησία. Είναι σαν να θέλει να μας πει ότι η ιστορία του Ιησού δεν θα είναι ολοκληρωμένη, αν δεν μιλήσει για το λαό του Ιησού, για την εκκλησία του Ιησού.

 

Δείτε πως ξεκινά στο εδάφιο 2. Μας μιλά για μια ομάδα από τους μαθητές του Ιησού. Είναι εφτά. Αν τους δεις είναι άνθρωποι που δεν θα είχαν κανέναν άλλο λόγο να είναι μαζί παρά το γεγονός ότι κλήθηκαν από τον Ιησού. Είναι μαζί καθώς βρίσκονται γύρω από τον Ιησού.

 

Μέσα στην ομάδα είναι ο Ναθανιήλ και ο Θωμάς. Δύο εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι. Ο ένας εύπιστος ο άλλος δύσπιστος. Στην αρχή του ευαγγελίου συναντούμε τον Ναθαναήλ (Ιωάν.α:45): «Ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ και λέγει προς αυτόν· Εκείνον τον οποίον έγραψεν ο Μωϋσής εν τω νόμω και οι προφήται ευρήκαμεν, Ιησούν τον υιόν του Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ. Και είπε προς αυτόν ο Ναθαναήλ· Εκ Ναζαρέτ δύναται να προέλθη τι αγαθόν; Λέγει προς αυτόν ο Φίλιππος, Έρχου και ίδε. Είδεν ο Ιησούς τον Ναθαναήλ ερχόμενον προς αυτόν και λέγει περί αυτού· Ιδού, αληθώς Ισραηλίτης, εις τον οποίον δόλος δεν υπάρχει. Λέγει προς αυτόν ο Ναθαναήλ· Πόθεν με γινώσκεις; Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε προς αυτόν· Πριν ο Φίλιππος σε φωνάξη, όντα υποκάτω της συκής, είδόν σε. Απεκρίθη ο Ναθαναήλ και λέγει προς αυτόν· Ραββί, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο βασιλεύς του Ισραήλ. Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε προς αυτόν· Επειδή σοι είπον· είδόν σε υποκάτω της συκής, πιστεύεις; μεγαλήτερα τούτων θέλεις ιδεί. Και λέγει προς αυτόν· Αληθώς, αληθώς σας λέγω· από του νυν θέλετε ιδεί τον ουρανόν ανεωγμένον και τους αγγέλους του Θεού αναβαίνοντας και καταβαίνοντας επί τον Υιόν του ανθρώπου».

 Ο Χριστός σχεδόν τον «επιπλήττει» για την ευπιστία του…

 

Από την άλλη ο Θωμάς. Στο προηγούμενο κεφάλαιο είδαμε την ιστορία της δυσπιστίας του. Αν τους δεις είναι άνθρωποι που δεν θα είχαν κανέναν άλλο λόγο να είναι μαζί παρά το γεγονός ότι κλήθηκαν από τον Ιησού.

Μέσα στην ίδια ομάδα είναι ο Πέτρος και ο Ιωάννης. Διαβάζουμε από την αφήγηση: «Αφού δε έγεινεν ήδη πρωΐ, εστάθη ο Ιησούς εις τον αιγιαλόν· δεν εγνώριζον όμως οι μαθηταί ότι είναι ο Ιησούς. Λέγει λοιπόν προς αυτούς ο Ιησούς· Παιδία, μήπως έχετέ τι προσφάγιον; Απεκρίθησαν προς αυτόν· Ουχί. Ο δε είπε προς αυτούς· Ρίψατε το δίκτυον εις τα δεξιά μέρη του πλοίου και θέλετε ευρεί. Έρριψαν λοιπόν και δεν ηδυνήθησαν πλέον να σύρωσιν αυτό από του πλήθους των ιχθύων. Λέγει λοιπόν προς τον Πέτρον ο μαθητής εκείνος, τον οποίον ηγάπα ο Ιησούς· Ο Κύριος είναι».

 

Πιστεύω ότι το λέει ψιθυριστά και διστακτικά στο αυτί του Πέτρου (δες και τη συνέχεια όπου κανείς δεν τολμούσε να ρωτήσει τον Ιησού ποιος είναι).

Τι κάνει ο Πέτρος; «Ο δε Σίμων Πέτρος, ακούσας ότι είναι ο Κύριος, εζώσθη το επένδυμα· διότι ήτο γυμνός· και έρριψεν εαυτόν εις την θάλασσαν».

 

Ο ένας το σκέφτεται, το μελετά, το αναλύει. Ο άλλος παρορμητικός, αυθόρμητος. Ο ένας άνθρωπος σκέψης. Ο άλλος άνθρωπος δράσης.

Αν τους δεις είναι άνθρωποι που δεν θα είχαν κανέναν άλλο λόγο να είναι μαζί παρά το γεγονός ότι κλήθηκαν από τον Ιησού.

 

Πώς θα μπορέσουν αυτοί να συνυπάρξουν, να γίνουν μία ομάδα, ένα σώμα, μια εκκλησία; Ο Ιωάννης βάζει αυτή την ιστορία στο τέλος του ευαγγελίου γιατί θέλει να μας δείξει τι μας κάνει εκκλησία.

 

Αυτό που μας κάνει μία εκκλησία είναι η βάρκα και το τραπέζι.
Ο Χριστός δίνει δύο ασκήσεις ενότητας στην εκκλησία του, στους ακολούθους Του.

Η πρώτη είναι η κοινή δράση, είναι το ρίξιμο των διχτυών.
Η άλλη είναι το κοινό τραπέζι, είναι το γεύμα γύρω από τον Ιησού.
Υπάρχουν δύο «συστατικές» κινήσεις που γεννούν αυτήν την ενότητα.
Η μία είναι το υπάγετε. Η άλλη είναι το λάβετε φάγετε.

 

Ας τις δούμε ξεχωριστά.

 

Α. Η βάρκα.

Η εκκλησία «γίνεται όταν ανοίγεται». Η εκκλησία ενώνεται «καθ’ οδόν». Καθώς εργαζόμαστε μαζί ενωνόμαστε. Όλοι οι σχολιαστές βλέπουν στις δύο αυτές ιστορίες ένα βαθύ συμβολισμό. Η κλήση του Ιησού να ρίξουν τα δίχτυα ισοδυναμεί με την κλήση «πορευθέντες μαθητεύσατε» ή «υπάγετε σε όλη την κτίση» που υπάρχει σε όλα τα συνοπτικά ευαγγέλια. Θυμηθείτε το πώς ο Ιησούς παρομοίασε την κλήση τους σαν «ψάρεμα». Ο Ιησούς λοιπόν τους καλεί να ρίξουν τα δίχτυα. Μάλιστα εντύπωση προκαλεί η λεπτομέρεια: «Ανέβη Σίμων Πέτρος και έσυρε το δίκτυον επί της γης, γέμον ιχθύων μεγάλων εκατόν πεντήκοντα τριών· και ενώ ήσαν τόσοι, δεν εσχίσθη το δίκτυον».

 

Πολλές προσπάθειες έγιναν να αποκωδικοποιηθεί ο αριθμός 153. Τελικά δεν ξέρουμε ακριβώς. Όμως σίγουρα τονίζει την βεβαιότητα για μια μεγάλη ψαριά κι από περιέργεια τα μέτρησαν. Και τα δίχτυα που δεν σκίζονταν θυμίζουν την δήλωση του Ιησού «δεν άφησα να χαθεί ούτε ένας απ’ αυτούς που μου εμπιστεύθηκες» (Ιωάν.ιη:9).

 

Η εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται. Γίνεται καθώς πορεύεται. Συστήνεται καθώς ρίχνει τα δίχτυα. Η δουλειά μας ενώνει. Στη δουλειά, στον αγώνα, ξεπερνιούνται προβλήματα. Καταλαβαίνουμε ότι ο εχθρός μας δεν είναι δίπλα μας αλλά απέναντί μας. Όμως στη δουλειά χτίζονται σχέσεις.

 

Σκεφτείτε για λίγο την ομοψυχία που οδηγεί ακόμη και σε θυσία στρατιωτών μέσα στο πεδίο της μάχης.

 

Β. Το τραπέζι

Η δεύτερη συστατική κίνηση και ενέργεια της εκκλησίας είναι η πρόσκληση του Ιησού γύρω από ένα τραπέζι. Είναι η κλήση: "Λάβετε φάγετε".

 

Κι εδώ βλέπουμε το συμβολισμό του ευχαριστιακού γεύματος. Γύρω από το τραπέζι στο οποίο οικοδεσπότης είναι ο Χριστός και συνδαιτυμόνες εμείς. Συχνή η εικόνα του «γεύματος» για να περιγραφεί η εκκλησία. Η ενότητα μας σφυρηλατείται στη διακονία, στη δράση αλλά πηγάζει από την μετοχή στην προσφορά του Ιησού. Καθώς όλοι μετέχουμε από τον ίδιο άρτο, μας λέει ο απ. Παύλος, είμαστε ένα σώμα.

 

Μέσα στο υπάγετε και στο λάβετε φάγετε ο καθένας μας από μονάδα γίνεται μέλος του σώματος. Μέσα στη γιορτή της αποστολής αλλά και της χάρης του Χριστού γινόμαστε μια εκκλησία. Γευματίζοντας γύρω από το τραπέζι του Κυρίου και μέσα στην βάρκα ρίχνοντας τα δίχτυα κατ’ επιταγή του Κυρίου γινόμαστε ένα. Ας γίνουμε λοιπόν μια τέτοια εκκλησία.

Μια εκκλησία που θα γιορτάσει τη χάρη και θα εκπληρώσει την αποστολή. Μια εκκλησία θα έρχεται γύρω από τον Ιησού και θα φεύγει μέσα στον κόσμο σταλμένη από τον Ιησού. Μέσα σ’ αυτή την κίνηση η εκκλησία γίνεται Εκκλησία.

 

Ας ρίξουμε τα δίχτυα και ας φάμε από τα χέρια του Ιησού. Ας γίνουμε ένα ώστε ο κόσμος να γνωρίσει ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός, ο Κύριος.