Ιωάν.ια:17–27 |
A’ Θες.δ:15–17 |
Α’ Θες.ε:1–9 |
Β’ Θες.β:1–3 |
Τίτ.β:11–13 |
Εβρ.ι:24–25 |
Ιάκ.ε:7–9 |
Α’ πέτρ.δ:7 |
Α’ Ιωάν.β:18 |
Αποκ.α:1 |
|
|
Η Καινή Διαθήκη είναι συνεπής
στην προσδοκία της ότι η επιστροφή του Χριστού μπορεί να συμβεί ανά πάσα
στιγμή. Αυτή η διάχυτη προοπτική της επικείμενης αρπαγής εγείρει τρία
ερωτήματα.
Το πρώτο ερώτημα αφορά στο αν η
Θλίψη θα προηγηθεί του ερχομού του Χριστού για την εκκλησία. Η απάντηση σ’ αυτό
το ερώτημα είναι ότι δεν θα συμβεί έτσι, επειδή η εκκλησία δεν καλείται ποτέ να
προσβλέπει στη Θλίψη, αλλά στον ερχομό του Χριστού.
Το δεύτερο ερώτημα
περιστρέφεται γύρω από το πώς η επιστροφή του Χριστού θα μπορούσε να ήταν
επικείμενη στην πρώτη εκκλησία. Την απάντηση εδώ θα την δούμε παρακάτω, αλλά οι
Χριστιανοί, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης εκκλησίας, πρέπει να είναι πάντα έτοιμοι.
Η τρίτη ερώτηση είναι, γιατί η
επικείμενη επιστροφή του Χριστού είναι τόσο σημαντική. Αυτή η απάντηση
σχετίζεται με το κίνητρο που δίνει στους πιστούς να εξαγνίσουν τη ζωή τους και
έτσι να προχωρήσουν προς τον στόχο του αγιασμού και της ομοιότητας με τον Χριστό.
Η τριπλή κλήση της διδασκαλίας
της επικείμενης αρπαγής είναι να ξυπνήσουμε και να υπακούσουμε τώρα, να
απορρίψωμεν τα έργα του σκότους και να ενδυθώμεν τα όπλα του φωτός.
Ο Χριστός μπορεί να έρθει ανά
πάσα στιγμή. Το πιστεύω αυτό με όλη μου την καρδιά -- όχι εξαιτίας αυτών που
διαβάζω στις εφημερίδες, αλλά εξαιτίας αυτών που διαβάζω στις Γραφές.
Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της
εκκλησίας, οι απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί καλλιέργησαν μια ειλικρινή
προσδοκία και μια ένθερμη ελπίδα ότι ο Χριστός θα μπορούσε ξαφνικά να
επιστρέψει ανά πάσα στιγμή για να συγκεντρώσει την εκκλησία Του στον ουρανό.
Ο Ιάκωβος, γράφοντας αυτό που
ήταν ίσως η παλαιότερη από τις επιστολές της Καινής Διαθήκης, είπε ρητά στους
αναγνώστες του ότι η επιστροφή του Κυρίου ήταν επικείμενη:
Ιακ.ε:7-9 Μακροθυμήσατε
λοιπόν, αδελφοί, έως της παρουσίας του Κυρίου. Ιδού, ο γεωργός περιμένει τον
πολύτιμον καρπόν της γης και μακροθυμεί δι' αυτόν, εωσού λάβη βροχήν πρώϊμον
και όψιμον· μακροθυμήσατε και σεις, στηρίξατε τας καρδίας σας, διότι η παρουσία
του Κυρίου επλησίασε. Μη στενάζετε κατ' αλλήλων, αδελφοί, διά να μη
κατακριθήτε· ιδού, ο κριτής ίσταται έμπροσθεν των θυρών.
Ο Πέτρος επανέλαβε την ίδια προσδοκία
όταν έγραψε:
Α’ Πέτρ.δ:7 Πάντων δε
το τέλος επλησίασε. Φρονίμως λοιπόν διάγετε και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς·
Ο απόστολος Παύλος ανέφερε την
επικείμενη επιστροφή του Χριστού σαν λόγο για να παραμείνεις πιστός:
Εβρ.ι:24,25 και ας
φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα, μη αφίνοντες
το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινάς, αλλά προτρέποντες
αλλήλους, και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.
Εβρ.ι:37 Διότι έτι
ολίγον καιρόν, και θέλει ελθεί ο ερχόμενος και δεν θέλει βραδύνει.
Ο απόστολος Ιωάννης έκανε την πιο
δυνατή δήλωση από όλους:
Α’ Ιωάν.β:18 Παιδία,
εσχάτη ώρα είναι, και καθώς ηκούσατε ότι ο αντίχριστος έρχεται, και τώρα πολλοί
αντίχριστοι υπάρχουσιν· όθεν γνωρίζομεν ότι είναι εσχάτη ώρα.
Όταν ο Ιωάννης έγραψε το βιβλίο
της Αποκάλυψης, το προλόγισε λέγοντας ότι αυτά τα πράγματα «πρέπει να
γείνωσι ταχέως» (Αποκ.α:1).
Οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης
έγραφαν συχνά για την «παρουσία» ή την «φανέρωση» του Χριστού και ποτέ δεν
παρέλειψαν να μεταδώσουν την αίσθηση ότι αυτό θα μπορούσε να συμβεί σύντομα:
Α’ Ιωάν.β:28 Και τώρα,
τεκνία, μένετε εν αυτώ, ίνα όταν φανερωθή, έχωμεν παρρησίαν και μη αισχυνθώμεν
απ' αυτού εν τη παρουσία αυτού.
Α’ Ιωάν.γ:2 Αγαπητοί,
τώρα είμεθα τέκνα Θεού, και έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως
ότι όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί αυτόν
καθώς είναι.
Κολ.γ:4 όταν ο Χριστός,
η ζωή ημών, φανερωθή, τότε και σεις μετ' αυτού θέλετε φανερωθή εν δόξη.
Β’ Τιμ.δ:8 του λοιπού
μένει εις εμέ ο της δικαιοσύνης στέφανος, τον οποίον ο Κύριος θέλει μοι
αποδώσει εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος κριτής, και ου μόνον εις εμέ, αλλά και
εις πάντας όσοι επιποθούσι την επιφάνειαν αυτού.
Α’ Πέτρ.ε:4 Και όταν
φανερωθή ο αρχιποιμήν, θέλετε λάβει τον αμαράντινον στέφανον της δόξης.
Όλα αυτά τα κείμενα υποδηλώνουν
ότι στην πρώτη εκκλησία η προσδοκία για την επικείμενη επιστροφή του Χριστού
ήταν έντονη.
Μια σταθερή πεποίθηση ότι ο
Χριστός θα μπορούσε να επιστρέψει ανά πάσα στιγμή διαπερνά ολόκληρη την Καινή
Διαθήκη.
Όταν ο απόστολος Παύλος
περιέγραψε τον ερχομό του Κυρίου για την εκκλησία, χρησιμοποίησε προσωπικές
αντωνυμίες που δείχνουν ότι ήταν σαφώς πεπεισμένος ότι ο ίδιος θα μπορούσε να
είναι μεταξύ εκείνων που θα αρπαχτούν ζωντανοί για να συναντήσουν τον Κύριο:
Α’ Θεσ.δ:15 Διότι τούτο
σας λέγομεν διά του λόγου του Κυρίου, ότι ημείς οι ζώντες, όσοι
απομένομεν εις την παρουσίαν του Κυρίου, δεν θέλομεν προλάβει τους κοιμηθέντας·
Α’ Θεσ.δ:17 έπειτα ημείς
οι ζώντες όσοι απομένομεν θέλομεν αρπαχθή μετ' αυτών εν νεφέλαις εις
απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα, και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του
Κυρίου.
Προφανώς περίμενε τον Χριστό να
επιστρέψει όσο ήταν ζωντανός.
Επιπλέον, ξεκαθάρισε:
Τίτ.β:11-13 Διότι
εφανερώθη η χάρις του Θεού η σωτήριος εις πάντας ανθρώπους, διδάσκουσα ημάς να
αρνηθώμεν την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας και να ζήσωμεν σωφρόνως και
δικαίως και ευσεβώς εν τω παρόντι αιώνι, προσμένοντες την μακαρίαν ελπίδα και
επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού,
Θα προηγηθεί η Θλίψη του
ερχομού του Χριστού για την Εκκλησία;
Παρόλα αυτά, κάποιοι σήμερα
επιμένουν ότι οι χριστιανοί δεν πρέπει να έχουν μια άμεση προσδοκία για την
επιστροφή του Χριστού. Αντ' αυτού, λένε, θα πρέπει να αναζητούμε την αρχή της
επταετούς περιόδου Θλίψης, την εκπλήρωση ορισμένων κρίσεων και προκαταρκτικών
σημείων, την άνοδο του Αντίχριστου – ή όλα τα παραπάνω.
Όταν μιλούν για μελλοντικά
πράγματα, η έμφαση είναι στις δοκιμασίες που πρέπει να περάσει ο λαός του Θεού.
Όσο αφορά στη «μακαρία ελπίδα» γι’ αυτούς γίνεται επίκαιρη μόνο αφού η εκκλησία
περάσει από τη Θλίψη.
Με την πρώτη ματιά, αυτή η θέση
δεν φαίνεται εντελώς απαλλαγμένη από βιβλική υποστήριξη.
Οι επιστολές περιέχουν προφητείες
για την αποστασία και τους διωγμούς τις έσχατες ημέρες πριν από την επιστροφή
του Χριστού.
Για παράδειγμα, ο απόστολος
Παύλος προειδοποίησε τον Τιμόθεο για τους επικίνδυνους καιρούς που θα έρχονταν:
Β’ Τιμ.γ:1 Γίνωσκε δε
τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί· διότι θέλουσιν
είσθαι οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι,
απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι,
συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι,
Είπε στον νεαρό ποιμένα, «Το
δε Πνεύμα ρητώς λέγει ότι εν υστέροις καιροίς θέλουσιν αποστατήσει τινές από
της πίστεως, προσέχοντες εις πνεύματα πλάνης και εις διδασκαλίας δαιμονίων»
(Α ́ Τιμ.δ:1) – και συνέχισε περιγράφοντας την αποστασία που θα
προηγούνταν και θα σήμαινε την επιστροφή του Χριστού στη γη.
Εκείνοι που πιστεύουν ότι η
εκκλησία πρέπει να υποφέρει από τις κακουχίες της περιόδου της Θλίψης, πάντοτε
αναφέρουν το Β ́ Θες.β:1–3 σαν απόδειξη:
«Σας παρακαλούμεν δε, αδελφοί,
περί της παρουσίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της εις αυτόν επισυνάξεως
ημών, να μη σαλευθήτε ταχέως από του φρονήματός σας, μηδέ να θορυβήσθε, μήτε
διά πνεύματος μήτε διά λόγου μήτε δι' επιστολής ως γραφομένης υφ' ημών, ότι
τάχα επλησίασεν ημέρα του Χριστού. Ας μη σας εξαπατήση τις κατ' ουδένα τρόπον·
διότι δεν θέλει ελθεί η ημέρα εκείνη, εάν δεν έλθη πρώτον η αποστασία και
αποκαλυφθή ο άνθρωπος της αμαρτίας, ο υιός της απωλείας».
Η Κ.Δ. είναι εμποτισμένη με μια
αίσθηση προσδοκίας και πεποίθησης ότι η ευλογημένη ελπίδα της επιστροφής του
Χριστού είναι επικείμενη.
Όμως, προειδοποιούμαστε για
προβλήματα και βάσανα που θα συμβούν ενώ περιμένουμε τον Κύριο.
Πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένα πράγματα.
Πρώτον, όλα τα γενικά «σημεία των καιρών» που δίνονται στην Κ.Δ. έχουν
εκπληρωθεί – και εκπληρώνονται μπροστά στα μάτια μας.
Στην πραγματικότητα, είναι
χαρακτηριστικά ολόκληρης της εκκλησιαστικής περιόδου. Η αποστασία και η
απιστία, η φιλαυτία και η αμαρτία, οι φυσικές καταστροφές ήταν όλα κοινά σε όλη
την περίοδο της εκκλησίας.
Σχεδόν κάθε γενιά χριστιανών από
την εποχή του Χριστού πίστευε ότι έβλεπαν τα σημεία των έσχατων καιρών να
εκπληρώνονται μπροστά στα μάτια τους.
Πώς λοιπόν μπορούμε να γνωρίζουμε
αν ο δικός μας καιρός είναι οι αληθινές «έσχατες ημέρες» της βιβλικής
προφητείας – ή απλά λίγο περισσότερο από την γενική αποστασία και συμφορά που
χαρακτήριζαν ολόκληρη τη χριστιανική περίοδο;
Ο απόστολος Ιωάννης διευθέτησε
αυτό το ζήτημα υπό την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, όταν έγραψε:
«Παιδία, εσχάτη ώρα είναι, και
καθώς ηκούσατε ότι ο αντίχριστος έρχεται, και τώρα πολλοί αντίχριστοι
υπάρχουσιν· όθεν γνωρίζομεν ότι είναι εσχάτη ώρα» (Α ́ Ιωάν.β:18).
Η εκκλησία βρισκόταν ήδη στις
«έσχατες ημέρες» ακόμη και πριν τελειώσει η αποστολική εποχή. Στην
πραγματικότητα, οι «έσχατες ημέρες» είναι ένας βιβλικός όρος για όλη τη
χριστιανική εποχή (Εβραίους 1:1–2).
Εβρ.α:1,2 Ο Θεός, αφού
ελάλησε το πάλαι προς τους πατέρας ημών διά των προφητών πολλάκις και
πολυτρόπως, εν ταις εσχάταις ταύταις ημέραις ελάλησε προς ημάς διά του Υιού,
τον οποίον έθεσε κληρονόμον πάντων, δι' ου έκαμε και τους αιώνας·
Όλη αυτή η περίοδος είναι ένα
προοίμιο για την τελική κορύφωση της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτές είναι οι
έσχατες ημέρες - και το ίδιο ήταν στην πρώτη εκκλησία.
Δεύτερον, τίποτα στην Κ.Δ. δεν υπονοεί
ότι πρέπει να αναβάλουμε την προσδοκία
μας για την επιστροφή του Χριστού μέχρι να συμβούν άλλα προκαταρκτικά γεγονότα.
Η μόνη φαινομενική εξαίρεση είναι
το Β ́ Θες.β:1–3 (που είδαμε ολόκληρο παραπάνω), το οποίο λέει ότι η ημέρα του
Κυρίου δεν θα έρθει «ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος
τῆς ἀνομίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας».
Αυτό είναι προφανώς ένα βασικό
κείμενο για όσους πιστεύουν ότι η Θλίψη είναι το επόμενο γεγονός στην προφητική
ατζέντα και ότι η εκκλησία θα πρέπει να περιμένει τη βασιλεία του Αντίχριστου
και όχι την επιστροφή του Χριστού.
Αν το Β ́ Θες.β:1–3 σημαίνει
πραγματικά ότι ο ερχομός του Χριστού για την εκκλησία δεν μπορεί να συμβεί παρά
μόνο μετά από 3 ½ ή 7 χρόνια Θλίψης, ακυρώνει όλα όσα διδάσκει η Καινή Διαθήκη
για την επικείμενη επιστροφή του Χριστού.
Αλλά κοιτάξτε προσεκτικά τα
συμφραζόμενα του Β ́ Θες.β. Οι Θεσσαλονικείς Χριστιανοί είχαν μπερδευτεί και
αναστατωθεί από κάποιους ψευδοδιδάσκαλους (πιθανώς ανθρώπους που προσποιούνταν
ότι μιλούσαν εξ ονόματος του αποστόλου) οι οποίοι δίδαξαν ότι οι διωγμοί και τα
βάσανα που βίωναν ήταν οι κρίσεις που συνδέονταν με την ημέρα του Κυρίου (Ης.ιγ:9–11,
Αμώς ε:18–20, Α ́ Θες.ε:2–3, Β ́ Πέτρ.γ:10, Αποκ.ς:17, ις:14).
Πολλοί στην εκκλησία της
Θεσσαλονίκης, εν μέσω των δικών τους σοβαρών δυσκολιών και αγωνίας, είχαν
προφανώς πιστέψει αυτό το ψέμα και νόμιζαν ότι είχαν γίνει αντικείμενα της
τελικής οργής του Θεού.
Προφανώς, ήταν βαθιά
προβληματισμένοι από αυτό, γιατί στην προηγούμενη επιστολή του, ο Παύλος τους
είχε ενθαρρύνει λέγοντάς τους για την αρπαγή (Α ́ Θες.δ:14–17) – τον ερχομό του
Χριστού για την εκκλησία του.
Ο Παύλος μάλιστα τους είχε δώσει
εντολή να παρηγορούν ο ένας τον άλλον με την υπόσχεση του ερχομού του Χριστού
γι’ αυτούς (Α ́ Θες.δ:18).
Τώρα όμως, σε μια εποχή σοβαρών
διωγμών και δοκιμασιών, οι χριστιανοί στη Θεσσαλονίκη είχαν πέσει θύματα της
ψευδοδιδασκαλίας ότι ο Θεός ήδη ξεχείλιζε την τελική Του οργή – και ήταν μεταξύ
των αντικειμένων αυτής της οργής. Προφανώς φοβόντουσαν ότι είχαν χάσει την
αρπαγή και θα βίωναν τις κρίσεις της Ημέρας του Κυρίου.
Έτσι ο Παύλος έγραψε: «Ἐρωτῶμεν
δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, ὑπὲρ τῆς παρουσίας τοῦ κυρίου [ἡμῶν] Ἰησοῦ
Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ' αὐτόν. εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ
τοῦ νοὸς μηδὲ θροεῖσθαι, μήτε διὰ πνεύματος μήτε διὰ λόγου μήτε δι' ἐπιστολῆς ὡς
δι' ἡμῶν, ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ κυρίου» (Β ́ Θες.β:1–2).
Η λέξη «ενέστηκεν» που
χρησιμοποιεί το κριτικό κείμενο αντί την λέξη «επλησίασεν» που
χρησιμοποιεί ο Βάμβας, προέρχεται από το ρήμα «ενίστημι», που σύμφωνα με το
λεξικό του Σταματάκου σημαίνει:
Άρχομαι, κάμνω αρχήν εις τι, αρχίζω τι.
Άρα, το «ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα
τοῦ κυρίου», σημαίνει: «ότι άρχισε η ημέρα του Κυρίου». Ότι δηλαδή η Αρπαγή
έγινε και ξεκινάνε τώρα τα γεγονότα της Θλίψης.
Προφανώς, ο Παύλος δεν πίστευε
ότι η ημέρα του Κυρίου ξεκινάει κάπου στα μέσα της θλίψης όπως διδάσκουν
κάποιοι, γιατί τους είχε διδάξει στην Α’ Θες.ε:2 «ὅτι ἡμέρα κυρίου ὡς
κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται», δηλαδή τελείως ξαφνικά.
Γι’ αυτόν που νομίζει ότι πρέπει
να περάσει τα πρώτα 3 ½ χρόνια της θλίψης εδώ στη γη, η ημέρα του Κυρίου είναι
προβλέψιμο, χρονολογήσιμο γεγονός.
«η παρουσίας τοῦ κυρίου [ἡμῶν]
Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ' αὐτόν» είναι μια σαφής αναφορά στην
αρπαγή.
Υπήρχαν δύο πτυχές του λάθους που
ενοχλούσε την εκκλησία της Θεσσαλονικής: η μία ήταν η ιδέα ότι είχαν χάσει την
αρπαγή. Η άλλη ήταν ο συνοδευτικός φόβος ότι είχαν ήδη μπει στην κρίση που
σηματοδοτούσε ότι η ημέρα του Κυρίου είχε ήδη φτάσει.
Και έτσι, όταν ο Παύλος λέει, «ὅτι
ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀνομίας, ὁ υἱὸς τῆς
ἀπωλείας» (Β ́ Θες.β:3) – μιλάει για την ημέρα του Κυρίου και την κρίση της
Θλίψης, όχι για την αρπαγή.
Δεν υπαινισσόταν ότι ο ερχομός
του Χριστού για την εκκλησία θα καθυστερούσε μέχρι να διαδραματιστούν τα
γεγονότα της Θλίψης. Σίγουρα δεν πρότεινε στους Θεσσαλονικείς να αναβάλουν την
ελπίδα τους για τον ερχομό του Χριστού γι' αυτούς, μέχρι το τέλος της Θλίψης.
Είχε ξοδέψει ολόκληρη την πρώτη του επιστολή προτρέποντάς τους να είναι άγρυπνοι,
προσμένοντας και να ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον με την αλήθεια της επικείμενης
επιστροφής του Χριστού (Α ́ Θες.α:1-9, δ:15-18, ε:6, 9, 11).
Αν ο απόστολος τώρα ήθελε να τους
διδάξει ότι τα γεγονότα της Θλίψης πρέπει να εκπληρωθούν προτού ο Χριστός επιστρέψει
γι' αυτούς, αυτό θα ήταν πράγματι ελάχιστη «παρηγοριά».
Στην πραγματικότητα, θα ανέτρεπε
όλα όσα έχει να πει η Κ.Δ. σχετικά με την επιστροφή του Χριστού που είναι
επικείμενη, παρηγορητική και ελπιδοφόρα.
Έτσι, η συνεπής διδασκαλία της Κ.Δ.
είναι ότι οι Χριστιανοί θα πρέπει να περιμένουν την επικείμενη έλευση του
Χριστού για την εκκλησία Του, και το Β ́ Θες.β:1–4 δεν αποτελεί εξαίρεση.
Πώς θα μπορούσε ο ερχομός του
Χριστού να ήταν επικείμενος στην πρώτη Εκκλησία;
Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο
ερχομός του Χριστού δεν θα μπορούσε ενδεχομένως να ήταν επικείμενος για την
πρώτη εκκλησία, δεδομένου του προφανούς γεγονότος ότι δύο χιλιάδες χρόνια
αργότερα, δεν έχει ακόμη επιστρέψει.
Οι σκεπτικιστές συχνά κοροϊδεύουν
τον Χριστιανισμό ή αμφισβητούν το αλάθητο των Γραφών γι’ αυτόν ακριβώς τον
λόγο. Εξάλλου, τα εδάφια που παρατίθενται στην αρχή αυτού του κεφαλαίου
αποδεικνύουν ότι ο Ιάκωβος, ο Πέτρος, ο Ιωάννης, και ο Παύλος πίστευαν όλοι ότι
η επιστροφή του Χριστού ήταν πολύ κοντά – «πρὸ τῶν θυρῶν» (Ιακ.ε:9), «ἐγγύς»
(Φιλιπ.δ:5, Α ́ Πέτρ.δ:7), «ἐγγίζουσαν» (Εβρ.ι:25)· «ταχύ» (Αποκ.γ:11,
κβ:7).
Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, δύο
χιλιάδες χρόνια αργότερα ο Χριστός να μην έχει επιστρέψει ακόμα; Θα μπορούσαν
οι απόστολοι να είχαν κάνει λάθος σχετικά με το χρονοδιάγραμμα; Αυτό ακριβώς
ισχυρίζονται ορισμένοι σκεπτικιστές.
Εδώ είναι ένα τυπικό απόσπασμα
από ένα φυλλάδιο του οποίου ο μοναδικός στόχος είναι να επιτεθεί στο αλάθητο
των Γραφών:
Ο ίδιος ο Παύλος έδειξε ... ότι
ήταν μεταξύ εκείνων που περίμεναν την επικείμενη επιστροφή του Χριστού. Ωστόσο,
όπως δείχνει ξεκάθαρα η ιστορία εκείνης της εποχής, όλα ήταν ένα τίποτα.
Κανένας μεσσίας δεν εμφανίστηκε . . . Η Κ.Δ. λέει επανειλημμένα ότι ο μεσσίας
έπρεπε να επιστρέψει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, η ανθρωπότητα
περιμένει σχεδόν 2.000 χρόνια και τίποτα δεν έχει συμβεί. Σε καμία περίπτωση
δεν μπορεί αυτό να θεωρηθεί ότι "έρχεται γρήγορα". . . . Είναι,
πράγματι, ατυχές το γεγονός ότι εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να
προσκολλώνται στην άχαρη ελπίδα ότι με κάποιον τρόπο θα προκύψει ένας μεσσίας
για να τους βγάλει από τη δύσκολη θέση τους. Πόσα χρόνια (2.000, 10.000,
100.000) θα χρειαστούν για να πουν τελικά: «Μπορούμε μόνο να συμπεράνουμε ότι
είμαστε θύματα μιας σκληρής φάρσας»;
Τι θα κάνουμε γι’ αυτή την
κατηγορία ενάντια στην αλήθεια των Γραφών; Μήπως το πέρασμα δύο χιλιάδων ετών
αποδεικνύει πράγματι ότι ο ερχομός του Χριστού δεν ήταν επικείμενος στην πρώτη περίοδο
της εκκλησίας και ότι οι απόστολοι έκαναν λάθος;
Σίγουρα όχι. Θυμηθείτε τη σαφή
δήλωση του Χριστού στο Λουκ.ιβ:40 «Και σεις λοιπόν γίνεσθε έτοιμοι·
διότι καθ' ην ώραν δεν στοχάζεσθε, έρχεται ο Υιός του ανθρώπου». Ο ακριβής
χρόνος παραμένει κρυμμένος από εμάς, όπως ήταν από τους αποστόλους. Αλλά ο
Χριστός μπορούσε παρόλα αυτά να έρθει ανά πάσα στιγμή. Ο Κριτής είναι ακόμα
στην πόρτα. Η μέρα είναι ακόμα κοντά.
Δεν υπάρχουν άλλα γεγονότα που
πρέπει να συμβούν στο προφητικό ημερολόγιο προτού ο Χριστός έρθει να μας
συναντήσει στον αέρα. Θα μπορούσε να έρθει ανά πάσα στιγμή. Και με αυτή την
έννοια επίκειται ο ερχομός του Χριστού. Με την ίδια ακριβώς έννοια, ο ερχομός
Του ήταν επικείμενος ακόμη και στις ημέρες της πρώτης εκκλησίας.
Υποθέτω ότι είναι επίσης πιθανό
ότι ο Χριστός θα μπορούσε να καθυστερήσει τον ερχομό του άλλα δύο χιλιάδες
χρόνια ή περισσότερο. Δεδομένης της ταχείας παρακμής της κοινωνίας, δεν βλέπω
πώς αυτό είναι δυνατό, αλλά ούτε και οι απόστολοι όταν ερεύνησαν την κατάσταση
του κόσμου στην εποχή τους.
Σε κάθε περίπτωση, το πέρασμα δύο
χιλιάδων ετών δεν είναι καμία απολύτως μομφή κατά της πίστης του Θεού ή της
αξιοπιστίας του λόγου Του. Αυτό ακριβώς έκανε ο Πέτρος όταν προέβλεψε τους
χλευασμούς που θα προκύπταν, χλευάζοντας την υπόσχεση της επιστροφής του
Χριστού (Β ́ Πέτρ.γ:3–4).
Η απάντηση του Πέτρου σε αυτούς
τους χλευασμούς; «παρά Κυρίω μία ημέρα είναι ως χίλια έτη και χίλια έτη ως
ημέρα μία» (Β ́ Πέτρ.γ:8). Ο γήινος χρόνος που περνάει δεν έχει καμία σημασία.
Είναι σίγουρα άσχετο από τη διαχρονική άποψη του Θεού. Μια στιγμή είναι σαν
πολλούς αιώνες στο μυαλό Του και οι αιώνες περνούν σαν στιγμές. Δεν δεσμεύεται
από τον χρόνο όπως εμείς και κανένας χρόνος δεν μπορεί ποτέ να ακυρώσει την πιστότητά
Του.
Β’ Πέτρ.γ:9 Δεν
βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα,
αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσι τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν
εις μετάνοιαν.
Με άλλα λόγια, ο πραγματικός
λόγος για την καθυστέρηση του Κυρίου δεν είναι ότι είναι αμελής ή απρόσεκτος
στην εκπλήρωση των υποσχέσεών Του, αλλά απλά επειδή είναι διορατικός και
ευγενικός, καθυστερώντας τον ερχομό του Χριστού και την οργή που θα Τον
συνοδεύει, καλεί τους ανθρώπους σε σωτηρία.
Ο Χριστός δεν θα επιστρέψει πριν
ολοκληρωθούν οι σπλαχνικοί σκοποί του Θεού. Σε καμία περίπτωση δεν υποδηλώνει
απάθεια ή παραμέληση εκ μέρους του Θεού, η μεγάλη καθυστέρηση πριν από την
εμφάνιση του Χριστού. Απλά υπογραμμίζει το αξιοσημείωτο βάθος του σχεδόν
ανεξάντλητου ελέους και της μακροθυμίας Του.
Και επομένως το γεγονός ότι έχουν
παρέλθει δύο χιλιάδες χρόνια είναι εντελώς άσχετο με τη διδαχή της επικείμενης
επιστροφής του Χριστού. Ο ερχομός του Χριστού είναι ακόμα επικείμενος. Θα
μπορούσε να συμβεί ανά πάσα στιγμή.
Η εντολή να είμαστε έτοιμοι και άγρυπνοι
είναι τόσο εφαρμόσιμη σε εμάς όσο και στην πρώτη εκκλησία. Στην πραγματικότητα,
η επιστροφή του Χριστού θα πρέπει να είναι ένα ακόμη πιο επείγον ζήτημα για
εμάς, επειδή πλησιάζει περισσότερο με το πέρασμα κάθε ημέρας.
Ακόμα δεν γνωρίζουμε πότε έρχεται
ο Χριστός, αλλά γνωρίζουμε ότι είμαστε δύο χιλιάδες χρόνια πιο κοντά σε αυτό το
γεγονός από ό,τι ήταν ο Ιάκωβος εκείνες τις πρώτες μέρες της χριστιανικής
εποχής, όταν το Άγιο Πνεύμα τον παρότρυνε να προειδοποιήσει την εκκλησία ότι ο
ερχομός του Κυρίου ήταν κοντά και ο Κριτής στεκόταν ήδη στην πόρτα.
Γιατί είναι τόσο σημαντική η
επικείμενη επιστροφή του Χριστού;
Γιατί είναι τόσο σημαντικό να
πιστεύουμε ότι ο Χριστός θα μπορούσε να έλθει ανά πάσα στιγμή; Επειδή η ελπίδα
του επικείμενου ερχομού του Χριστού έχει μια ισχυρή αγιαστική και εξαγνιστική
επίδραση σε εμάς.
Α’ Ιωάν.γ:3 Και πας
όστις έχει την ελπίδα ταύτην επ' αυτόν καθαρίζει εαυτόν, καθώς εκείνος είναι
καθαρός.
Η γνώση ότι ο ερχομός του Χριστού
πλησιάζει θα πρέπει να μας παρακινήσει να προετοιμαστούμε, να επιδιώξουμε την
ομοιότητα με τον Χριστό και να αναβάλουμε όλα τα πράγματα που σχετίζονται με
την προηγούμενη ζωή μας χωρίς τον Χριστό.
Ο απόστολος Παύλος είχε αυτή
ακριβώς τη γραμμή σαν επιχείρημα, κοντά στο τέλος της επιστολής προς Ρωμαίους.
Υπενθύμισε στους πιστούς στη Ρώμη το καθήκον τους να αγαπούν τον πλησίον τους
σαν τον εαυτό τους, λέγοντας ότι η αγάπη είναι η μόνη αρχή που εκπληρώνει όλες
τις ηθικές εντολές του Θεού (Ρωμ.ιγ:8–10).
Στη συνέχεια, τονίζοντας τον
επείγοντα χαρακτήρα της υπακοής σε αυτή τη Μεγάλη Εντολή, έγραψε:
Ρωμ.ιγ:11-14 Και
μάλιστα, εξεύροντες τον καιρόν, ότι είναι ήδη ώρα να εγερθώμεν εκ του ύπνου·
διότι είναι πλησιεστέρα εις ημάς η σωτηρία παρ' ότε επιστεύσαμεν. Η νυξ προεχώρησεν,
η δε ημέρα επλησίασεν· ας απορρίψωμεν λοιπόν τα έργα του σκότους και ας
ενδυθώμεν τα όπλα του φωτός. Ας περιπατήσωμεν ευσχημόνως ως εν ημέρα, μη εις
συμπόσια και μέθας, μη εις κοίτας και ασελγείας, μη εις έριδα και φθόνον· αλλ'
ενδύθητε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και μη φροντίζετε περί της σαρκός εις το να
εκτελήτε τας επιθυμίας αυτής.
Αυτή είναι η κλήση αφύπνισης του
αποστόλου Παύλου στην εκκλησία. Η επιστροφή του Χριστού πλησιάζει. Ο χρόνος
τώρα είναι πιο κοντά από ό, τι όταν πιστέψαμε για πρώτη φορά. Κάθε στιγμή που
περνάει φέρνει την επιστροφή του Χριστού ακόμα πιο κοντά. Πώς θα εξαργυρώσουμε
τον χρόνο; Ζητά μια τρίπτυχη απάντηση που συνοψίζει τέλεια την κατάλληλη
προοπτική του χριστιανού για την επικείμενη πιθανότητα επιστροφής του Χριστού.
Ξυπνήστε! «εγερθείτε εκ του
ύπνου», παρακαλεί (Ρωμ.ιγ:11) – και υπογραμμίζει τόσο τον επείγοντα
χαρακτήρα αυτής της εντολής όσο και την επικείμενη επιστροφή του Χριστού, με
τέσσερις φράσεις:
«εξεύροντες τον καιρόν» «είναι
πλησιεστέρα εις ημάς η σωτηρία» (Ρωμ.ιγ:11)·
«Η νυξ προεχώρησεν» «η
δε ημέρα επλησίασεν» (Ρωμ.ιγ:12).
Ο χρόνος είναι λίγος, η ευκαιρία
είναι φευγαλέα. Ο Κύριος έρχεται σύντομα και το γεγονός πλησιάζει κάθε στιγμή.
Η ώρα να υπακούσετε είναι τώρα. Ο
μόνος χρόνος που μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο είναι τώρα. Και δεδομένου ότι
δεν υπάρχει εγγύηση για περισσότερο χρόνο, είναι ανόητο να αναβάλλουμε την
υπακοή μας.
Σκεφθείτε το εξής: Ο απόστολος
Παύλος τόνιζε τον επείγοντα χαρακτήρα αυτής της εντολής στην εποχή του, πριν
από δύο χιλιάδες χρόνια. Πίστευε ότι ο ερχομός του Χριστού ήταν κοντά - και συνεχώς
πλησίαζε.
Πόσο πιο επείγοντα είναι αυτά τα
πράγματα για την εποχή μας; «είναι πλησιεστέρα εις ημάς η σωτηρία» (Ρωμ.ιγ:11)
– δύο χιλιάδες χρόνια πιο κοντά, για να είμαστε ακριβείς. Τώρα σίγουρα δεν
είναι η ώρα να απογοητεύσουμε την επαγρύπνησή μας ή να κοιμηθούμε.
Αν και μερικοί μπορεί να μπουν
στον πειρασμό να σκεφτούν ότι η μεγάλη καθυστέρηση σημαίνει ότι ο ερχομός του
Χριστού δεν είναι πλέον επείγον ζήτημα, η σκέψη μιας στιγμής θα αποκαλύψει ότι
αν πιστέψουμε ότι ο Χριστός έλεγε την αλήθεια όταν υποσχέθηκε να έρθει ξανά
γρήγορα, πρέπει να πιστέψουμε ότι ο χρόνος πλησιάζει όλο και περισσότερο – και
το επείγον δεν μειώνεται από την καθυστέρηση,
αλλά αυξάνει!
Είναι απολύτως φυσικό για τους
σκεπτικιστές και τους άπιστους να πιστεύουν ότι η καθυστέρηση του Χριστού
σημαίνει ότι δεν θα εκπληρώσει την υπόσχεσή Του (Β ́ Πέτρ.γ:4).
Αλλά κανένας γνήσιος πιστός δεν
πρέπει ποτέ να σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο. Αντί να απελπιζόμαστε επειδή Εκείνος
βραδύνει, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι ο χρόνος είναι πιο κοντά τώρα από
ποτέ.
Έρχεται. Όπως είδαμε νωρίτερα, ο λόγος
Του εγγυάται ότι θα έλθει. Η ελπίδα μας θα πρέπει να δυναμώνει, όχι να
μειώνεται, καθώς Εκείνος καθυστερεί τον ερχομό του.
Όταν ο Παύλος γράφει, «εξεύροντες
τον καιρόν» (Ρωμ.ιγ:11), εννοεί την περίοδο ή την οικονομία, όχι τον χρόνο
που λέει ένα ρολόι.
Πρέπει να κατανοήσουμε τους
καιρούς, όντας διορατικοί, όπως «οι γιοι του Ισσάχαρ που είχαν κατανόηση των
καιρών, να γνωρίζουν τι έπρεπε να κάνει ο Ισραήλ» (Α ́ Χρον.ιβ:32).
Ο Χριστός επέπληξε τους
Φαρισαίους επειδή δεν είχαν την ίδια διάκριση:
Ματθ.ις:1-3 Και
προσελθόντες οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι, πειράζοντες αυτόν εζήτησαν να
δείξη εις αυτούς σημείον εκ του ουρανού. Ο δε αποκριθείς είπε προς αυτούς· Όταν
γείνη εσπέρα, λέγετε· Καλωσύνη· διότι κοκκινίζει ο ουρανός· και το πρωΐ·
Σήμερον χειμών· διότι κοκκινίζει σκυθρωπάζων ο ουρανός. Υποκριταί, το μεν
πρόσωπον του ουρανού εξεύρετε να διακρίνητε, τα δε σημεία των καιρών δεν
δύνασθε;
Ίσως ο Παύλος να είχε δει σημάδια
πνευματικού λήθαργου ή βαριεστημάρας μεταξύ των πιστών στη Ρώμη. Δεν υπάρχει
αμφιβολία ότι η ζωή σε εκείνη τη μεγάλη πόλη είχε πολλούς περισπασμούς και
γήινα δέλεαρ που απομάκρυναν τις καρδιές από την ειλικρινή ελπίδα της εμφάνισης
του Χριστού. Όπως η κοινωνία στην οποία ζούμε, η ρωμαϊκή ζωή φρόντιζε για τη
σάρκα, προσφέροντας πολλές υλικές ανέσεις και γήινες διασκεδάσεις. Ίσως είχαν
την τάση να ξεχνούν ότι ζούσαν τις τελευταίες ημέρες. Πνευματικά, κοιμόντουσαν.
Μερικές φορές φαίνεται σαν η
εκκλησία σήμερα να βρίσκεται σε ακόμη χειρότερη κατάσταση πνευματικής υπνηλίας.
Υπάρχει διάχυτη αδιαφορία σχετικά με την επιστροφή του Κυρίου.
Πάρα πολλοί χριστιανοί στην εποχή
μας έχουν κατασταλάξει σε μια κατάσταση λήθαργου και αδράνειας – μια έλλειψη
ανταπόκρισης στα πράγματα του Θεού.
Είναι σαν τον Ιωνά, κοιμούνται στο
αμπάρι του πλοίου, ενώ οι μαινόμενες καταιγίδες απειλούν να μας παρασύρουν
(Ιωνάς α:5–6).
Ο Παύλος έστειλε μια παρόμοια
κλήση αφύπνισης στην εκκλησία της Εφέσου:
Εφεσ.ε:14-16 Διά τούτο
λέγει· Σηκώθητι ο κοιμώμενος και ανάστηθι εκ των νεκρών, και θέλει σε φωτίσει ο
Χριστός. Προσέχετε λοιπόν πως να περιπατήτε ακριβώς, μη ως άσοφοι, αλλ' ως
σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, διότι αι ημέραι είναι πονηραί.
Ποτέ ένας τέτοιος συναγερμός δεν
χρειαζόταν περισσότερο από σήμερα. Με τα λόγια του ίδιου του Κυρίου μας:
Μάρκ.ιγ:35,36 Αγρυπνείτε
λοιπόν· διότι δεν εξεύρετε πότε έρχεται ο κύριος της οικίας, την εσπέραν ή το
μεσονύκτιον ή όταν φωνάζη ο αλέκτωρ ή το πρωΐ· μήποτε ελθών εξαίφνης, σας εύρη
κοιμωμένους.
Όταν ο Παύλος λέει «είναι
πλησιεστέρα εις ημάς η σωτηρία παρ' ότε επιστεύσαμεν» (Ρωμ.ιγ:11) – μιλάει,
φυσικά, για την ολοκλήρωση της σωτηρίας μας. Δεν υπονοούσε ότι οι Ρωμαίοι δεν ήταν
αναγεννημένοι. Δεν τους έλεγε ότι η δικαίωσή τους ήταν μια πραγματικότητα που
είχε ακόμη μέλλον. Τους υπενθύμιζε ότι το αποκορύφωμα αυτού που ξεκίνησε με την
αναγέννησή τους πλησίαζε όλο και πιο κοντά.
Η «σωτηρία» σε αυτό το πλαίσιο
αναφέρεται στη δόξα, τον τελικό στόχο του σωτήριου έργου του Θεού (Ρωμ.η:30).
Σε όλες τις Γραφές, αυτό συνδέεται με την εμφάνιση του Χριστού:
Α’ Ιωάν.γ:2 εξεύρομεν
όμως ότι όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί
αυτόν καθώς είναι.
Φιλ.γ:20,21 …. προσμένομεν
Σωτήρα τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, όστις θέλει μετασχηματίσει το σώμα της
ταπεινώσεως ημών, ώστε να γείνη σύμμορφον με το σώμα της δόξης αυτού κατά την
ενέργειαν, διά της οποίας δύναται και να υποτάξη τα πάντα εις εαυτόν.
Κολ.γ:4 όταν ο Χριστός,
η ζωή ημών, φανερωθή, τότε και σεις μετ' αυτού θέλετε φανερωθή εν δόξη.
Εβρ.θ:28 ούτω και ο
Χριστός, άπαξ προσφερθείς διά να σηκώση τας αμαρτίας πολλών, θέλει φανή εκ
δευτέρου χωρίς αμαρτίας εις τους προσμένοντας αυτόν διά σωτηρίαν.
Παρατηρήστε ότι ο Παύλος
χρησιμοποιεί τη λέξη σωτηρία με τον ίδιο τρόπο που τη χρησιμοποιεί στην
Ρωμ.ιγ:11.
Αυτή η τελευταία πτυχή της
σωτηρίας είναι αυτό που ο Παύλος ανέφερε πριν λίγα κεφάλαια στην Ρωμ.η:23:
«και ημείς αυτοί στενάζομεν εν
εαυτοίς περιμένοντες την υιοθεσίαν, την απολύτρωσιν του σώματος ημών»
Αυτή η πτυχή της σωτηρίας μας
είναι πιο κοντά από ό,τι όταν πρωτοπιστέψαμε και περιμένει μόνο τον ερχομό του
Χριστού.
Έτσι, η διαπεραστική έκκληση του
Παύλου στην Ρωμ.ιγ υποθέτει ότι η επιστροφή του Χριστού είναι επικείμενη. Αν
μια άλλη εσχατολογική περίοδος – ειδικά η Θλίψη– επρόκειτο να συμβεί πριν από
την επιστροφή του Χριστού για την εκκλησία, ο Παύλος σίγουρα θα είχε επισημάνει
την έναρξη εκείνης της εποχής και θα προέτρεπε τους Ρωμαίους να προετοιμαστούν
γι' αυτήν. Αλλά μακριά από το να τους προειδοποιήσει ότι μια σκοτεινή εποχή
θλίψης ήταν στο μέλλον τους, αυτό που τους είπε ήταν ουσιαστικά το αντίθετο: «Η
νυξ προεχώρησεν, η δε ημέρα επλησίασεν» (Ρωμ.ιγ:12).
Ο καιρός των διωγμών, των
κακουχιών και του σκότους «προέκοψεν» που σημαίνει «προχώρησε γρήγορα».
Το φως της ημέρας -- η τελική ολοκλήρωση της σωτηρίας μας, όταν ο Χριστός
επιστρέψει για να μας οδηγήσει στη δόξα-- είναι επικείμενη.
Δεν έχουμε ιδέα πόση άμμος
απομένει στην κλεψύδρα της ανθρώπινης ιστορίας. Αλλά οφείλουμε να
συνειδητοποιήσουμε ότι πολλή άμμος έχει περάσει από την κλεψύδρα από τότε που ο
απόστολος Παύλος είπε ότι η αυγή του φωτός της ημέρας ήταν ήδη κοντά. Πόσο πιο
επείγον είναι αυτό το κάλεσμα αφύπνισης για την εκκλησία σήμερα!
Η νύχτα της κυριαρχίας του Σατανά
θα δώσει σύντομα τη θέση της στην αυγή του ερχομού του Χριστού για τους δικούς
Του. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε ακριβώς τις ίδιες εικόνες του σκότους και
της αυγής όταν έγραψε στους Θεσσαλονικείς:
Α’ Θεσ.ε:1-9 Περί δε
των χρόνων και των καιρών, αδελφοί, δεν έχετε χρείαν να σας γράφη τις· διότι
σεις εξεύρετε ακριβώς ότι η ημέρα του Κυρίου ως κλέπτης εν νυκτί ούτως έρχεται.
Επειδή όταν λέγωσιν, Ειρήνη και ασφάλεια, τότε επέρχεται επ' αυτούς αιφνίδιος
όλεθρος, καθώς αι ωδίνες εις την εγκυμονούσαν, και δεν θέλουσιν εκφύγει. Αλλά
σεις, αδελφοί, δεν είσθε εν σκότει, ώστε η ημέρα να σας καταφθάση ως κλέπτης·
πάντες σεις είσθε υιοί φωτός και υιοί ημέρας. Δεν είμεθα νυκτός ουδέ σκότους.
Άρα λοιπόν ας μη κοιμώμεθα ως και οι λοιποί, αλλ' ας αγρυπνώμεν και ας
εγκρατευώμεθα. Διότι οι κοιμώμενοι την νύκτα κοιμώνται, και οι μεθύοντες την
νύκτα μεθύουσιν· αλλ' ημείς, όντες της ημέρας, ας εγκρατευώμεθα, ενδυθέντες τον
θώρακα της πίστεως και αγάπης και περικεφαλαίαν την ελπίδα της σωτηρίας· διότι ο Θεός δεν προσδιώρισεν ημάς εις οργήν, αλλ' εις
απόλαυσιν σωτηρίας διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,
Ο Θεός δεν προσδιώρισεν ημάς εις
οργήν. Η ημέρα της οργής που θα έλθει στη Θλίψη δεν είναι αυτό για το οποίο
πρέπει να προετοιμαστούμε. Η ξαφνική εμφάνιση του Χριστού για να μας οδηγήσει
στη δόξα είναι η ελπίδα μας. Ξύπνα! Να είσαι εγκρατής. Να είσαι σε εγρήγορση. Η
λύτρωσή σου πλησιάζει.
Απορρίψτε! Το πλησίασμα της αυγής
σημαίνει ότι είναι καιρός για αλλαγή ενδυμασίας:
«ας απορρίψωμεν λοιπόν τα έργα
του σκότους και ας ενδυθώμεν τα όπλα του φωτός» (Ρωμ.ιγ:12).
Ο Παύλος συχνά χρησιμοποιεί την
εικόνα της αλλαγής ενδυμάτων για να περιγράψει την αποβολή της αμαρτίας και του
παλαιού ανθρώπου:
Εφεσ.δ:22 να απεκδυθήτε
τον παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν, τον φθειρόμενον κατά τας
απατηλάς επιθυμίας,
Κολ.γ:8,9 τώρα όμως απορρίψατε και σεις ταύτα πάντα, οργήν, θυμόν, κακίαν,
βλασφημίαν, αισχρολογίαν εκ του στόματός σας· μη ψεύδεσθε εις αλλήλους, αφού απεξεδύθητε τον παλαιόν άνθρωπον μετά των πράξεων αυτού
Παρατηρήστε τη διπλή αποβολή: «αφού
απεξεδύθητε τον παλαιόν άνθρωπον μετά των πράξεων αυτού» συνεχίστε και «απορρίψατε
και σεις ταύτα πάντα» τα έργα του σκότους. Η εικόνα που προκαλεί αυτό είναι
αυτή του Λαζάρου, που αναστήθηκε από τους νεκρούς, του δόθηκε νέα ζωή, αλλά
εξακολουθούσε να είναι δεμένος με παλιά ταφικά ρούχα που έπρεπε να απεκδυθεί (Ιωάν.ια:43-44).
Χρησιμοποιώντας παρόμοιες
εικόνες, ο Παύλος προτρέπει τους πιστούς:
Εβρ.ιβ:1 … ας
απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας
τρέχωμεν μεθ' υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα,
Απεικονίζει τον χριστιανό σαν
αθλητή, απογυμνωμένο από όλα τα βάρη και έτοιμο να τρέξει. Υπάρχουν πολλά που
πρέπει να παραμερίσουμε αν θέλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι για την επόμενη
μέρα.
Ο Ιάκωβος το συνοψίζει λακωνικά:
«απορρίψαντες πάσαν ρυπαρίαν
και περισσείαν κακίας» (Ιακ.α:21).
Και ο Πέτρος:
Α’ Πέτρ.β:1 Απορρίψαντες
λοιπόν πάσαν κακίαν και πάντα δόλον και υποκρίσεις και φθόνους και πάσας
καταλαλιάς,
Ενδύθητε! Υπάρχει μια άλλη πτυχή
του να είμαστε προετοιμασμένοι για την εμφάνιση του Κυρίου. Δεν είμαστε πλήρως
προετοιμασμένοι για την αυγή της νέας ημέρας, εκτός αν έχουμε φορέσει την
κατάλληλη ενδυμασία:
«ας ενδυθώμεν τα όπλα του
φωτός... αλλ' ενδύθητε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν»
(Ρωμ.ιγ:12,14).
Στην πραγματικότητα, από τώρα
μέχρι τον ερχομό Του, είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια μάχη:
«εναντίον εις τας αρχάς,
εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του
αιώνος τούτου· εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» (Εφες.ς:12).
Η εγγύτητα της επιστροφής του
Κυρίου μας δεν μετριάζει τη σοβαρότητα της μάχης. Τώρα δεν είναι η ώρα να
χαλαρώσουμε την εργατικότητά μας, αλλά το αντίθετο. Θα πρέπει να ξεκινήσουμε τη
μάχη με νέο σθένος, γνωρίζοντας ότι ο χρόνος είναι σύντομος.
Εφεσ.ς:13 Διά τούτο
αναλάβετε την πανοπλίαν του Θεού, διά να δυνηθήτε να αντισταθήτε εν τη ημέρα τη
πονηρά και αφού καταπολεμήσητε τα πάντα, να σταθήτε.
Με άλλα λόγια, δεν είμαστε
στρατιώτες εκτός υπηρεσίας, ελεύθεροι να ξεφαντώνουμε και να επιδιδόμαστε σε
σαρκικές απολαύσεις της νυχτερινής ζωής. Είμαστε σε υπηρεσία και ο
Αρχιστράτηγός μας μπορεί να εμφανιστεί ανά πάσα στιγμή.
Γι' αυτό, «Ας περιπατήσωμεν
ευσχημόνως ως εν ημέρα, μη εις συμπόσια και μέθας, μη εις κοίτας και ασελγείας,
μη εις έριδα και φθόνον» (Ρωμ.ιγ:13).
Ο χριστιανός που δεν ζει μια άγια
και υπάκουη ζωή με ουράνιες προτεραιότητες, δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία της
επικείμενης επιστροφής του Κυρίου.
Αν πραγματικά περιμένουμε από τον
Κύριό μας να εμφανιστεί ανά πάσα στιγμή, αυτή η ευλογημένη ελπίδα θα πρέπει να
μας συγκινήσει να είμαστε πιστοί και να βαδίζουμε σωστά, μήπως ο Κύριός μας
επιστρέψει για να μας βρει να περπατάμε ανάρμοστα, να τον παρακούμε ή να Τον
ατιμάζουμε.
Ρωμ.ιγ:14 αλλ' ενδύθητε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και μη φροντίζετε
περί της σαρκός εις το να εκτελήτε τας επιθυμίας αυτής.
Και πάλι, όταν δοξαστούμε, θα γίνουμε
σύμμορφοι με την εικόνα του Χριστού – φτιαγμένοι όσο το δυνατόν περισσότερο όμοιοι
με Αυτόν. Η ομοιότητα με τον Χριστό είναι επομένως ο στόχος προς τον οποίο μας
κινεί ο Θεός
Ρωμ.η:29 διότι όσους
προεγνώρισε, τούτους και προώρισε συμμόρφους της εικόνος του Υιού αυτού, διά να
ήναι αυτός πρωτότοκος μεταξύ πολλών αδελφών·
Ακόμη και τώρα, η διαδικασία του
αγιασμού θα πρέπει να μας συμμορφώνει με την εικόνα Του. Καθώς αυξάνουμε στη
χάρη, γινόμαστε όμοιοι με τον Χριστό. Πρέπει να γίνουμε μια αντανάκλαση του
χαρακτήρα του Χριστού και της αγιότητάς Του. Και αυτό εννοεί ο Παύλος όταν
γράφει, «ενδύθητε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν».
Πρέπει να επιδιώξουμε τον
αγιασμό, να ακολουθήσουμε τη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα του Χριστού, να
αφήσουμε τον νου Του να είναι μέσα μας και το παράδειγμά Του να οδηγεί το
βάδισμά μας (Φιλ.β:5, Α ́ Πέτρ.β:21).
Ο Παύλος συνέκρινε το ποιμαντικό
του καθήκον να πειθαρχεί τους Γαλάτες με τους πόνους της γέννας, καθώς
προσπαθούσε να τους φέρει στην ομοιότητα με τον Χριστό:
Γαλ.δ:19 Τεκνία μου,
διά τους οποίους πάλιν είμαι εις ωδίνας, εωσού μορφωθή ο Χριστός εν υμίν·
Γράφοντας στους Κορινθίους
περιέγραψε τον αγιασμό σαν διαδικασία με την οποία θα μεταμορφωνόταν κατά την
ομοιότητα του Χριστού:
Β’ Κορ.γ:18 Ημείς δε
πάντες βλέποντες ως εν κατόπτρω την δόξαν του Κυρίου με ανακεκαλυμμένον
πρόσωπον, μεταμορφούμεθα εις την αυτήν εικόνα από δόξης εις δόξαν, καθώς από
του Πνεύματος του Κυρίου.
Με άλλα λόγια, προοδεύουμε από το
ένα επίπεδο δόξας στο άλλο καθώς προχωρούμε προς τον τελικό στόχο.
Έτσι, το «ενδύθητε
τον Κύριον Ιησούν Χριστόν» είναι απλά μια εντολή να επιδιώκουμε τον
αγιασμό (το θέμα της Ρωμ.ιβ-ις).
Όταν ο Παύλος είπε στους Γαλάτες,
«όσοι εβαπτίσθητε εις Χριστόν, Χριστόν ενεδύθητε» (Γαλ.γ:27), στην ουσία
έλεγε ότι ο αγιασμός αρχίζει με το βάπτισμα.
Από την πρώτη στιγμή της πίστης,
είμαστε ντυμένοι με τη δική Του δικαιοσύνη. Αυτό είναι δικαίωση. Με τα λόγια
του προφήτη Ησαΐα:
Ησ.ξα:10 Θέλω ευφρανθή
τα μέγιστα επί τον Κύριον· η ψυχή μου θέλει αγαλλιασθή εις τον Θεόν μου· διότι
με ενέδυσεν ιμάτιον σωτηρίας, με εφόρεσεν επένδυμα δικαιοσύνης, ως νυμφίον
ευπρεπισμένον με μίτραν και ως νύμφην κεκοσμημένην με τα πολύτιμα αυτής
καλλωπίσματα.
Αλλά αυτή είναι μόνο η αρχή του
τι σημαίνει να ενδύθείς τον Κύριον Ιησούν Χριστόν.
Η δικαίωση είναι ένα γεγονός που ολοκληρώθηκε μια για πάντα, αλλά ο αγιασμός
είναι μια συνεχής διαδικασία. Και η εντολή να «ενδύθείς τον Κύριον Ιησούν
Χριστόν» στην Ρωμ.ιγ είναι μια εντολή να επιδιώξουμε τον αγιασμό καθ’ ομοιότητα
με τον Χριστό.
Η ελπίδα της επικείμενης
επιστροφής του Χριστού είναι επομένως ο μεντεσές πάνω στον οποίο στρέφεται η
σωστή κατανόηση του αγιασμού.
Ας δούμε μερικά από τα βασικά
κείμενα που μιλούν για την επικείμενη επιστροφή του Χριστού και ας
παρατηρήσουμε συγκεκριμένα τι είδους πρακτικά καθήκοντα μας ζητά αυτή η διδαχή:
• Σταθερότητα: «μακροθυμήσατε
και σεις, στηρίξατε τας καρδίας σας, διότι η παρουσία του Κυρίου επλησίασε»
(Ιακ.ε:8).
• Καλοσύνη: «Μη
στενάζετε κατ' αλλήλων, αδελφοί, διά να μη κατακριθήτε· ιδού, ο κριτής ίσταται
έμπροσθεν των θυρών!» (Ιακ.ε:9).
• Προσευχή: «Πάντων δε
το τέλος επλησίασε. Φρονίμως λοιπόν διάγετε και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς»
(Α ́ Πέτρ.δ:7).
• Πιστότητα στο να
συναθροιζόμαστε και να ενθαρρύνουμε ο ένας τον άλλον: «και ας
φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα, μη αφίνοντες
το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινάς, αλλά προτρέποντες
αλλήλους, και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν» (Εβρ.ι:24–25).
• Άγια διαγωγή και ευσέβεια:
«Επειδή λοιπόν πάντα ταύτα διαλύονται, οποίοι πρέπει να ήσθε σεις εις
πολίτευμα άγιον και ευσέβειαν» (Β ́ Πέτρ.γ:11).
• Αγνότητα και ομοιότητα με το
Χριστό: «Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα Θεού, και έτι δεν εφανερώθη τι
θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως ότι όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με
αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι. Και πας όστις έχει την ελπίδα
ταύτην επ' αυτόν καθαρίζει εαυτόν, καθώς εκείνος είναι καθαρός» (Α ́ Ιωάν.γ:2–3).
Αυτά καλύπτουν πολλές κατηγορίες,
αγκαλιάζοντας κάθε πτυχή του αγιασμού μας. Η ελπίδα της επικείμενης επιστροφής
του Χριστού είναι καταλύτης και κίνητρο για όλα αυτά τα πράγματα – κάθε καρπό
του Πνεύματος, κάθε χριστιανική αρετή, οτιδήποτε σχετίζεται με την αγιότητα και
την ομοιότητα με τον Χριστό και όλα όσα ανήκουν στη ζωή και την ευσέβεια.
Γι' αυτό είναι τόσο σημαντικό να
καλλιεργήσουμε μια άγρυπνη προσδοκία για την επικείμενη έλευση του Χριστού. Το
θέμα δεν είναι να έχουμε εμμονές με τα γήινα γεγονότα.
Στην πραγματικότητα, αν το
ενδιαφέρον σου για την επιστροφή του Χριστού γίνει μια καταναλωτική εμμονή με όλα
όσα συμβαίνουν σε αυτόν τον κόσμο, έχεις χάσει εντελώς το νόημα. Η γνώση ότι η
επιστροφή του Χριστού επίκειται θα πρέπει να στρέψει τις καρδιές μας προς τον
ουρανό, «οπόθεν και προσμένομεν Σωτήρα τον Κύριον Ιησούν Χριστόν» (Φιλ.γ:20).
Β’ Πέτρ.γ:14 Διά τούτο,
αγαπητοί, ταύτα προσμένοντες, σπουδάσατε να ευρεθήτε άσπιλοι και αμώμητοι
ενώπιον αυτού εν ειρήνη,