Έξοδ.κ:17
Αρχίζουμε το μήνυμα μας, διαβάζοντας ένα απόκομμα από
άρθρο μιας μεγάλης εφημερίδας της Αθήνας με τίτλο «Από μικρά πελάτες».
Φανταστείτε τη ζωή ενός εφτάχρονου (κάπου στον ανεπτυγμένο κόσμο, βέβαια,
και όχι στα υψίπεδα της Κολομβίας ή στις ερήμους του Αφγανιστάν): Ξυπνά σε
πιτζάμες με τον Μίκυ, φορά τις παντόφλες Πόκεμον, πηγαίνει στην τουαλέτα και
παίρνει την οδοντόβουρτσα Ντάφι Ντακ, για να πλύνει τα δόντια του με την ειδική
οδοντόπαστα για παιδιά με τον ΤΑΖ, Πίνει τον «μαγικό χυμό» με τον Ταρζάν του
Ντίσνεϊ και τα σπέσιαλ δημητριακά, με πλαστικά αγαλματίδια από την τελευταία
ταινία «Star Wars». Φοράει την τσάντα με τον G.I.Joe και πηγαίνει στο σχολείο.
Εκεί οι συμμαθητές του, στο διάλειμμα, θα ανταλλάξουν κάρτες Χάρι Πότερ και
Digimon, θα συζητήσουν για τις τελευταίες φιγούρες σούπερ ηρώων που
κυκλοφόρησαν στην αγορά ή, αν είναι κορίτσια, για τα τελευταία μοντέλα της
Μπάρμπι-μπέιμπι σίτερ και θα σαβουρώσουν σνακ με τον Τσίτο τον τίγρη και όταν
γυρίσουν σπίτι, λίγο πριν από την απογευματινή τρεχάλα σε φροντιστήρια,
κομπιούτερ, γλώσσες και μπαλέτα, θα πάρουν μια τζούρα από τις παιδικές σειρές,
διανθισμένες με τις απαραίτητες διαφημίσεις. Εκεί θα δουν τα προϊόντα που
«πρέπει οπωσδήποτε να αποκτήσουν» και θα κάνουν πλύση εγκεφάλου στη μητέρα τους
μέχρι να τους τα πάρει».
Και αν ρωτήσεις, "γιατί παιδάκι μου τα θέλεις όλα
αυτά;" Η απάντηση είναι δεδομένη, "μα όλοι οι συμμαθητές μου τα
έχουν".
Η λογική είναι απλή, καταλυτική και τόσο γνώριμη σε
όλους μας. Πρέπει οπωσδήποτε κι εγώ να έχω αυτά που έχουν οι άλλοι!
Ακριβώς σ’ αυτή την τόσο οικεία τάση, στην τόσο γνωστή
μας επιθυμία αναφέρεται η δέκατη εντολή:
«Μη επιθυμήσης
την οικίαν του πλησίον σου μη επιθυμήσης την γυναίκα του πλησίον σου μηδέ τον
δούλον αυτού μηδέ την δούλην αυτού, μηδέ τον βουν αυτού, μηδέ τον όνον αυτού,
μηδέ παν ό,τι είναι του πλησίον σου» (Έξοδ.κ:17).
Ας κάνουμε μία - δύο ερμηνευτικές επισημάνσεις πριν
προχωρήσουμε στην εφαρμογή της εντολής αυτής.
Το πρώτο που παρατηρούμε είναι η επανάληψη του ρήματος
«επιθυμήσης».
Το ρήμα "μη
επιθυμήσεις" επαναλαμβάνεται δύο φορές. Στο γεγονός αυτό στηρίχθηκε ο
χωρισμός και η αρίθμηση των εντολών από την Ορθόδοξη, Ρωμαιοκαθολική και
Λουθηρανική εκκλησία.
Έτσι τις δύο πρώτες εντολές τις κάνουν μία,
υποβαθμίζοντας έτσι την απαγόρευση κατασκευής εικόνων του Θεού και την δέκατη
εντολή την κάνουν δύο. Η εντολή "μη
επιθυμήσεις την οικία" γίνεται η ένατη και η εντολή "μη επιθυμήσεις τη γυναίκα, τους δούλους και
τα ζώα του πλησίον σου" γίνεται η δέκατη εντολή.
Για πολλούς λόγους η αρίθμηση αυτή είναι προβληματική.
Γιατί αυτή η επανάληψη; Η λέξη "οικία"
πρέπει να εννοηθεί με μία εννοιολογική ευρύτητα. Δηλαδή, δεν αναφέρεται στο
σπίτι αλλά, όπως θα λέγαμε, στο "σπιτικό" κάποιου.
Δεν είναι απλά το κτίριο, η κατοικία του άλλου. Αλλά ο
"οίκος" του, δηλαδή η οικογένειά του και οτιδήποτε άλλο ανήκει σ’
αυτόν.
Το δεύτερο μέρος της εντολής λοιπόν απλά επεξηγεί το
πρώτο. Δεν θα επιθυμήσεις το σπιτικό του άλλου, δηλαδή δεν θα επιθυμήσεις την
οικογένειά του, την γυναίκα του και ότι ανήκει σ’ αυτόν.
Το δεύτερο σημείο που αξίζει να σχολιάσουμε είναι η
έννοια της λέξης "επιθυμώ".
Είναι κακό να δεις μια όμορφη οικογένεια και να πεις
μέσα σου, "αχ πόσο τους ζηλεύω, τι ωραία θα ήταν να είχα τέτοια
παιδιά;"
Είναι κακό να δεις ένα όμορφο σπίτι και να πεις
"πόσο θα ήθελα να έμενα κι εγώ σε ένα τέτοιο διαμέρισμα;"
Είναι κακό να επιθυμούμε αυτό που ανήκει στους άλλους;
Το νόημα και η εφαρμογή της εντολής αυτής λοιπόν
εξαρτάται από την έννοια της λέξης "επιθυμώ".
Το κύριο συστατικό αυτής της επιθυμίας είναι η
πλεονεξία. Ας δούμε ένα παράδειγμα από το κήρυγμα του Μιχαία:
«Ουαί εις τους
διαλογιζομένους ανομίαν και μηχανευομένους κακόν εν ταις κλίναις αυτών μόλις
φέγγει η αυγή και πράττουσιν αυτό, διότι είναι εν τη δυνάμει της χειρός αυτών.
Και επιθυμούσιν αγρούς και λαμβάνουσι διά της βίας, και οίκους και
αρπάζουσιν αυτούς ούτω διαρπάζουσιν άνθρωπον και τον οίκον αυτού, ναι, άνθρωπον
και την κληρονομίαν αυτού» (β:1-2).
Το ρήμα που χρησιμοποιείται στο εδ.2 είναι το ίδιο με
αυτό της δέκατης εντολής. Βλέπουμε λοιπόν ότι αυτή η επιθυμία δεν είναι μία
απλή λαχτάρα για κάτι που ο άλλος έχει αλλά μία εμμονή που μας καταλαμβάνει
ώστε να κάνουμε τα πάντα για να αποκτήσουμε αυτό που ανήκει στον άλλο.
Το "μη επιθυμήσεις" λοιπόν πρέπει να το
καταλάβουμε έτσι, "μην σε κυριεύει η πλεονεξία και πάντα ποθείς αυτά που
οι άλλοι έχουν".
Γιατί όμως αυτή η επιθυμία - πλεονεξία είναι αμαρτωλή;
Για τρεις τουλάχιστον λόγους.
Α. Διαστρεβλώνει την εικόνα και την
αξία του Θεού.
Η δέκατη εντολή είναι ουσιαστικά η επανάληψη της
πρώτης εντολής.
Δύο φορές ο απ. Παύλος στις επιστολές του ταυτίζει την πλεονεξία με την
ειδωλολατρία.
Κολ.γ:5, «Νεκρώσατε λοιπόν τα μέλη σας τα επί της γης, πορνείαν, ακαθαρσίαν,
πάθος, επιθυμίαν κακήν και την πλεονεξίαν, ήτις είναι ειδωλολατρεία»
Εφες.:5, «Διότι τούτο εξεύρετε, ότι πας πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, όστις
είναι ειδωλολάτρης, δεν έχει κληρονομίαν εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού».
Γιατί όμως αυτή η ταύτιση; Γιατί λέμε, μαζί με τον απ.
Παύλο, ότι η αμαρτία της πλεονεξίας είναι άμεσα συνδεμένη με την αμαρτία της
ειδωλολατρίας;
Τι άλλο είναι η πλεονεξία από την αμφισβήτηση του Θεού
σαν πηγή «πάσης δόσης αγαθής και παντός
δωρήματος τελείου».
Η πρώτη εντολή είναι, επειδή, «Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου, ο εξαγαγών σε εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου
δουλείας. Μη έχης άλλους θεούς πλην εμού» (Έξ.κ:2,3).
Ο Θεός, επειδή φροντίζει για μας με πιστότητα, μας
καλεί να έχουμε Αυτόν και μόνο Αυτόν σαν την υπέρτατη πηγή χαράς και ευτυχίας
για τη ζωή μας.
Τι άλλο είναι όμως η πλεονεξία από την επιλογή μας να
μην εμπιστευόμαστε για την ευτυχία μας το Θεό και να την αναζητούμε αλλού;
Τι άλλο είναι από την τάση μας να ξεχνούμε τον Θεό και
να αντλούμε την αξία μας από το τι έχουμε.
Τι άλλο είναι από τον παραγκωνισμό του Θεού και την
προσπάθεια να βρούμε νόημα για την ζωή μας στα αγαθά που καταναλώνουμε ή
συσσωρεύουμε.
Τι άλλο είναι από το προσπερνούμε τον Θεό και τα δώρα
Του και να αναζητούμε απόλαυση και ικανοποίηση στα προϊόντα του κόσμου της
κατανάλωσης.
Τι άλλο είναι η πλεονεξία από το να μην λάβεις στα σοβαρά υπόψη σου την εντολή,
"δεν θα έχεις άλλους θεούς πλην εμού".
Το πρώτο, και μεγαλύτερο πρόβλημα με την ακατάσχετη
επιθυμία είναι ότι διαστρεβλώνει στη συνείδησή μας την υπέρτατη αξία του Θεού.