Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 3 Απριλίου 2022

Λοιπόν, τι περιμένουμε;

Όπως ανακάλυψε ο προφήτης Αββακούμ, η αναμονή είναι το πιο σημαντικό πράγμα που μπορούμε να κάνουμε.

Αββ.α:1-4 Η όρασις, την οποίαν είδεν Αββακούμ ο προφήτης. Έως πότε, Κύριε, θέλω κράζει, και δεν θέλεις εισακούει; θέλω βοά προς σε, Αδικία· και δεν θέλεις σώζει; Διά τι με κάμνεις να βλέπω ανομίαν και να θεωρώ ταλαιπωρίαν και αρπαγήν και αδικίαν έμπροσθέν μου; και υπάρχουσι διεγείροντες έριδα και φιλονεικίαν. Διά τούτο ο νόμος είναι αργός, και δεν εξέρχεται κρίσις τελεία· επειδή ο ασεβής καταδυναστεύει τον δίκαιον, διά τούτο εξέρχεταί κρίσις διεστραμμένη.

Αββ.β:1-4 Επί της σκοπιάς μου θέλω σταθή και θέλω στηλωθή επί του πύργου, και θέλω αποσκοπεύει διά να ίδω τι θέλει λαλήσει προς εμέ και τι θέλω αποκριθή προς τον ελέγχοντά με. Και απεκρίθη προς εμέ ο Κύριος και είπε, Γράψον την όρασιν και έκθεσον αυτήν επί πινακιδίων, ώστε τρέχων να αναγινώσκη τις αυτήν· διότι η όρασις μένει έτι εις ωρισμένον καιρόν, αλλ' εις το τέλος θέλει λαλήσει και δεν θέλει ψευσθή· αν και αργοπορή, πρόσμεινον αυτήν· διότι βεβαίως θέλει ελθεί, δεν θέλει βραδύνει. Ιδού, η ψυχή αυτού επήρθη, δεν είναι ευθεία εν αυτώ· ο δε δίκαιος θέλει ζήσει διά της πίστεως αυτού.

Β’ Θεσ.α:1-4 Παύλος και Σιλουανός και Τιμόθεος προς την εκκλησίαν των Θεσσαλονικέων εν Θεώ τω Πατρί ημών και Κυρίω Ιησού Χριστώ· χάρις είη υμίν και ειρήνη από Θεού Πατρός ημών και Κυρίου Ιησού Χριστού. Οφείλομεν να ευχαριστώμεν πάντοτε τον Θεόν διά σας, αδελφοί, καθώς είναι άξιον, διότι υπεραυξάνει η πίστις σας και πλεονάζει η αγάπη ενός εκάστου πάντων υμών εις αλλήλους, ώστε ημείς αυτοί καυχώμεθα διά σας εν ταις εκκλησίαις του Θεού διά την υπομονήν σας και πίστιν εν πάσι τοις διωγμοίς υμών και ταις θλίψεσι, τας οποίας υποφέρετε,

Β’ Θεσ.α:11,12 Διά το οποίον και προσευχόμεθα πάντοτε διά σας, διά να σας καταστήση ο Θεός ημών αξίους της κλήσεως αυτού, και να εκπληρώση πάσαν ευδοκίαν αγαθωσύνης και το έργον της πίστεως εν δυνάμει, διά να ενδοξασθή το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εν υμίν, και υμείς εν αυτώ, κατά την χάριν του Θεού ημών και Κυρίου Ιησού Χριστού.

Μάλλον πολύ σπάνια γίνονται κηρύγματα από το βιβλίο του Αββακούμ.

Αντίθετα, πολλές φορές, κηρύττουμε πάνω στα λόγια του αποστόλου Παύλου από την προς Ρωμαίους επιστολή:

Ο δε δίκαιος θέλει ζήσει εκ πίστεως (α:17)

Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε ακούσει επίσης ότι αυτά τα λόγια σχετίζονται με τον Μαρτίνο Λούθηρο. Αλλά στην πραγματικότητα προέρχονται από τον Αββακούμ, και η σημασία τους είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι ίσως φανταζόταν.

Δεν περιορίζονται ούτε στον καιρό του, ούτε επειδή η προφητεία ήταν πολύ σύντομη.

Ο Αββακούμ είναι προφήτης που προσεύχεται και όχι προφήτης που κηρύττει. Υπάρχει ένα βάθος στην προφητεία του που αντικατοπτρίζει την φύση των γραπτών του σαν μια εκτεταμένη συνομιλία (μιλάω-ακούω) με τον Θεό.

Η προφητεία αρχίζει με τα λόγια, «Έως πότε, Κύριε, θέλω κράζει

Αυτός είναι ένας θρήνος, μια απελπισμένη κραυγή για βοήθεια εν μέσω μεγάλων προβλημάτων. Τα λόγια του Αββακούμ κρύβουν παράπονο, έχει μεγάλα θέματα να αντιμετωπίσει με τον Θεό.

Υποψιάζομαι ότι κι εμείς το κάνουμε, αν είμαστε ειλικρινείς.

Ο Αββακούμ ήταν παρατηρητικός σε ό,τι συνέβαινε γύρω του. Παρά τις προσευχές του, βλέπει βία, αδικία και λάθη παντού. Ο νόμος του Θεού φαίνεται να μην βοηθάει, δεν φαίνεται να λειτουργεί, και οι παραβάτες έχουν πάρει το πάνω χέρι.

Η δικαιοσύνη του Θεού – οι καλές οδηγίες που είχαν δοθεί στον Ιούδα, τον λαό του Θεού -- διαστρεβλώνονται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Σίγουρα δεν ήταν αυτό που ήθελε ο Θεός.

Ο νόμος του Θεού, ήταν ένα δώρο από τον Θεό για να κατευθύνει όλη την ζωή του Ισραήλ για ένα σκοπό -- να υψωθεί ο Θεός σε κάθε περίπτωση.

Αλλά αυτό δεν συνέβαινε, ο Αββακούμ αναστατωνόταν όλο και περισσότερο και τελικά κράζει στον Θεό:

«Έως πότε, Κύριε, θέλω κράζει

Ο Αββακούμ, όπως και οι άλλοι προφήτες, ήταν μια ηθικά ευαίσθητη ψυχή. Δεν ήταν εύκολο γι’ αυτόν να αδιαφορεί για την καταπίεση των αδύναμων, την αποπομπή των φτωχών, τις ανέντιμες συναλλαγές, τις συνεχείς μάχες και τις δημόσιες συγκρούσεις, την καταστροφή της δομής της κοινωνικής ζωής, τις ατελείωτες δικαστικές διαμάχες – με λίγα λόγια, μια μαζική εγκατάλειψη του θελήματος του Θεού από αυτούς που ο λόγος ύπαρξης τους ήταν να είναι ορατά παραδείγματα των οδών του Θεού στον κόσμο.

Προφανώς, ο Αββακούμ είχε επανειλημμένα ζητήσει τον Θεό να δράσει, να παρέμβει, να διορθώσει τα πράγματα, να κάνει κάτι.

Ωστόσο, φαινόταν ότι ο Θεός δεν τον είχε ακούσει και ότι ο Θεός δεν θα ενεργούσε. Τέλος, από μια βαθιά αίσθηση απογοήτευσης και σύγχυσης, κράζει στον Θεό, «Έως πότε, Κύριε, θέλω κράζει, και δεν θέλεις εισακούει;».

Μπορεί να μην υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να μιλάς και να μην σε ακούνε, από το να απευθύνεσαι σε κάποιον που δεν ακούει ή δεν απαντά.

Αυτό δεν είναι μικρό πράγμα για τον Αββακούμ, έναν Εβραίο του οποίου η πίστη και η ζωή εκφράζονται πλήρως στους Ψαλμούς, το βιβλίο προσευχής του Ισραήλ.

Βασική αίσθηση των Ψαλμών, είναι η πεποίθηση ότι ο Θεός του Ισραήλ γνωρίζεται στην προσευχή, μέσω της συνομιλίας, μιλάω, ακούω, απαντάω.

Και ο Αββακούμ δεν προσευχόταν όπως πολλοί άνθρωποι προσεύχονται σήμερα. Δεν προσευχόταν για να γίνει διάσημος ή επιτυχημένος. Δεν ζητούσε ένα μεγάλο σπίτι, ένα ακριβό αυτοκίνητο ή μια καλοπληρωμένη δουλειά. Δεν ζήτησε από τον Θεό να τον κάνει μεγάλο προφήτη όπως ο Ιεζεκιήλ, ο Ησαΐας ή ο Ιερεμίας.

Στην πραγματικότητα, ο Αββακούμ δεν προσεύχεται καν για τον εαυτό του. Αυτό που προσφέρει στον Θεό είναι προσευχές εκ μέρους άλλων, ειδικά εκείνων που υποφέρουν πολύ και εκείνων που υποφέρουν άδικα.

Ένα δημοφιλές σλόγκαν λέει, «Η προσευχή αλλάζει όλα τα πράγματα». Αλλά τι μπορούμε να πούμε όταν προσευχόμαστε και τίποτα δεν αλλάζει;

Αυτό ακριβώς είπε ο Αββακούμ: «Έως πότε, Κύριε, θέλω κράζει, και δεν θέλεις εισακούει;».

Ορισμένες εκκλησίες προσφέρουν μαθήματα προσευχής. Πουλάνε βιβλία και DVD για το πώς να προσεύχεσαι και τι να προσεύχεσαι, έτσι ώστε προσευχόμενοι, οι Χριστιανοί να μπορούν να κάνουν τη διαφορά στον κόσμο. Αλλά δεν δίνουν οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουν όταν ο Θεός δεν απαντά.

Έως πότε, Κύριε, θέλω κράζει, και δεν θέλεις εισακούει;

Αν είμαστε ειλικρινείς, θα αναγνωρίσουμε ότι είμαστε ένα με τον Αββακούμ. Ξέρουμε πως είναι η αναπάντητη προσευχή, ακόμα κι αν δεν προσευχόμαστε τυπικά.

Κύριε, σε παρακαλώ κάνε…., ενήργησε, σε παρακαλώ, φτιάξε το σωστά, σε παρακαλώ κάνε το καλά, σε παρακαλώ διόρθωσε αυτό το λάθος, σε παρακαλώ σταμάτα αυτό το κακό, σε παρακαλώ θεράπευσε αυτή τη ζημιά, σε παρακαλώ σταμάτα αυτή τη σύγκρουση, σε παρακαλώ άλλαξε αυτή την καρδιά.

"Κύριε, σε παρακαλώ κάνε κάτι! Φέρσου σαν Θεός. Δεν βλέπεις ότι έχουμε κουραστεί να πολεμάμε ενάντια στο λάθος και να προσπαθούμε να κάνουμε το καλό;"

Νιώθουμε την βαθιά αίσθηση της αδικίας, της θλίψης, του πόνου και ναι, όπως ο Αββακούμ, μια επιθυμία να πούμε τα παράπονά μας στον Θεό: «Έως πότε, Κύριε

Ο Θεός απαντά στον θρήνο του Αββακούμ, στα παράπονά του, στην κραυγή του για δικαιοσύνη.

Η απάντηση δεν είναι αυτό που περίμενε, αλλά είναι μια απάντηση -- μια απάντηση που είναι τόσο ανησυχητική όσο και εκπληκτική.

Ο Θεός λέει ότι ήδη εργάζεται και ο Αββακούμ θα δει κάτι εκπληκτικό στην ζωή του, τόσο εκπληκτικό που δεν θα το πιστέψει. Η απάντηση του Θεού είναι ότι θα αφανίσει την αδικία μέσα στον λαό Του, το έθνος του Ιούδα, φέρνοντας τα στρατεύματα της Βαβυλώνας να τους συντρίψουν.

Αυτό που θα πάρει ο Ιούδας είναι αυτό που επιθυμούσε εγωιστικά και επιδίωκε με ανυπομονησία: αδικία, βία, διχασμό, έναν σχετικά άθεο τρόπο ζωής που εύκολα έλκεται από την λατρεία άλλων θεών στην θέση του Θεού που τους έβγαλε από την Αίγυπτο.

Και οι Βαβυλώνιοι, μια ανήθικη και ειδωλολατρική αυτοκρατορία, θα είναι το όργανο της κρίσης του Θεού.

Δεν ήταν αυτό που περίμενε να ακούσει ο Αββακούμ. Αλλά επιμένει στην προσευχή, συνομιλώντας με τον Θεό.

Παραδόξως, έρχεται στα λόγια του Θεού, λέγοντας:

Αββ.β:1 Επί της σκοπιάς μου θέλω σταθή και θέλω στηλωθή επί του πύργου, και θέλω αποσκοπεύει διά να ίδω τι θέλει λαλήσει προς εμέ και τι θέλω αποκριθή προς τον ελέγχοντά με.

Ο Αββακούμ εμπιστεύεται ότι ο Θεός ήδη εργάζεται, ακόμα κι αν δεν μπορεί να το δει.

Εμπιστεύεται ότι ο Θεός έχει περισσότερα να πει, και δεσμεύεται να περιμένει τον Θεό αντί να πάρει την κατάσταση στα χέρια του.

Δείχνει μια διάθεση αναμονής εμπιστευόμενος απόλυτα τον Θεό.

Περιμένει.

Στις Γραφές, το να περιμένεις είναι να είσαι ενεργητικός, να κάνεις κάτι.

Στην πραγματικότητα, είναι το πιο σημαντικό πράγμα που κάνουμε, αφού η αναμονή είναι μια έκφραση πίστης, του να είμαστε ανοιχτοί και δεκτικοί στον Θεό, στην δράση Του, στην φωνή Του, στο θέλημα Του, στην απάντηση Του.

Η αναμονή, απαιτεί υπομονή, που κυριολεκτικά σημαίνει «να υποφέρεις» (υπό-μένω), ή να υποβάλλεσαι αντί να ενεργείς, να είσαι δεκτικός στη δράση των άλλων.

Περιμένω υπομονετικά, σημαίνει να εμπιστεύομαι ότι ο Θεός εργάζεται ακόμα κι αν δεν μπορώ να δω ή να καταλάβω τι κάνει ανά πάσα στιγμή.

Μερικοί άνθρωποι λένε ότι το μόνο που χρειάζεσαι είναι πίστη και όλα θα πάνε καλά. Με άλλα λόγια, η πίστη διορθώνει τα πράγματα.

Αλλά η αληθινή πίστη δεν είναι κάτι που έχουμε και το χρησιμοποιούμε, δεν είναι ένα εργαλείο στα χέρια μας για να κάνουμε να συμβούν πράγματα.

Η αληθινή, ζωντανή πίστη, η οποία είναι δώρο του ίδιου του Θεού σε μας, είναι η προθυμία να δεχτούμε το θέλημα του Θεού όπως έρχεται σ’ εμάς κάθε μέρα καθώς ο Θεός συνεχίζει να είναι Θεός.

Ζωντανή πίστη είναι η παραχώρηση του εαυτού μας στα χέρια του Θεού, καθώς ο Θεός μιλάει και ενεργεί σε όλες τις περιστάσεις της ζωής μας, αφού συνέχεια εργάζεται.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Κύριος λέει στον Αββακούμ να γράψει την όραση του σκοπού Του για τον κόσμο, καθώς αναμένει τον διορισμένο καιρό Του που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

Τι είναι αυτή η όραση; Τι δίνει ο Θεός στον Αββακούμ να γράψει και να κρατήσει μέχρι την καθορισμένη ώρα του;

Τι του λέει ο Θεός για το όραμά Του για τον κόσμο, την αλήθεια για το τι συμβαίνει, τι πραγματικά αξίζει να περιμένουμε που σίγουρα θα έρθει;

Ο Κύριος λέει, «ο δε δίκαιος θέλει ζήσει διά της πίστεως αυτού». Αυτό δεν είναι ένα πρόγραμμα ή μια λίστα με πράγματα που πρέπει να κάνουμε, ένα σχέδιο ή μια συνταγή επιτυχίας.

Λοιπόν, τι περιμένουμε;

Περιμένουμε τον Θεό. Πίστη είναι η προθυμία να εμπιστευτούμε ότι ο Θεός ξέρει καλύτερα και θα κάνει το καλύτερο για όλους.

Αυτό που υποσχέθηκε ο Θεός και αυτό που εμείς, με πίστη, εμπιστευόμαστε σίγουρα θα έρθει στην καλή στιγμή του Θεού και με τον καλό τρόπο του Θεού.

Προσευχόμαστε γι’ αυτό λέγοντας τα λόγια που μας δίδαξε ο Ιησούς:

«Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς· αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γής».

Έδωσε αυτή την προσευχή όταν οι μαθητές Τον πλησίασαν λέγοντας: «Κύριε, δίδαξον ημάς να προσευχώμεθα».

Πρέπει να μάθουμε να προσευχόμαστε. Πρέπει να διδαχτούμε πώς να συνομιλούμε με τον Θεό.

Ο Αββακούμ δεν μπορούσε να το δει ή να το γνωρίζει αυτό, ζώντας σχεδόν 600 χρόνια πριν από τον Ιησού. Αλλά ήδη, αν και όχι πλήρως, αλλά με βεβαιότητα, ο Θεός λέει στον Αββακούμ ότι η Βασιλεία θα έρθει: «βεβαίως θέλει ελθεί, δεν θέλει βραδύνει».

Και να 'μαστε σήμερα το πρωί, περιμένοντας τον Θεό, αναρωτιόμαστε μαζί, «Πότε Κύριε;», «Πόσο αργεί;».

Η αλήθεια είναι, δεν ξέρουμε, παρόλο που πολλοί άνθρωποι προσπάθησαν να προβλέψουν. Απλά εμπιστευόμαστε ότι ο Θεός ξέρει, και εμπιστευόμαστε ότι ο Θεός ξέρει τι κάνει.

Σε αντίθεση με πολλούς σκεπτικιστές, η πίστη μας δεν είναι ευσεβής πόθος αλλά πίστη που αναπαύεται σε κάτι στέρεο, κάτι αρκετά ισχυρό για να την διατηρήσει. Η πίστη μας στηρίζεται στις σίγουρες και βέβαιες υποσχέσεις του Θεού.

Πίστη είναι μια ζωντανή, τολμηρή εμπιστοσύνη στην χάρη του Θεού, τόσο σίγουρη και βέβαιη που ο πιστός θα στοιχημάτιζε την ζωή του σ’ αυτήν.

Είναι κάτι που ο Θεός δίνει και κάνει, δημιουργεί νέα πράγματα από το τίποτα, δίνοντας ζωή στους νεκρούς και ύπαρξη σε πράγματα που δεν υπήρχαν.

Στις ανησυχίες μας για τον κόσμο και το μέλλον του, για την ζωή μας, τους αγαπημένους μας και όλα όσα συμβαίνουν μέσα και γύρω μας, ο Θεός συνεχίζει να δημιουργεί το δώρο της πίστης, το οποίο μας ανανεώνει και μας συντηρεί ακόμα και όταν απλά δεν ξέρουμε τι συμβαίνει.

Η πίστη μας ελευθερώνει να εμπιστευόμαστε και να αποδεχόμαστε τα όρια της ζωής μας και να πιστεύουμε τα καλά νέα ότι ο Θεός είναι Θεός και όχι εμείς: «ο δε δίκαιος θέλει ζήσει διά της πίστεως αυτού».

Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι απλά δεν κάνουμε τίποτα. Αυτό που κάνουμε είναι η δικαιοσύνη του Θεού, την οποία λαμβάνουμε μέσω της πίστης και είναι έργο του Θεού μέσα μας.

 

Τι είναι λοιπόν ο Θεός; Ο Θεός που περιμένω και ποτέ δεν έρχεται;

Ο Θεός που το να Τον περιμένω είναι ένας απλός μηχανισμός άμυνας για να αντιμετωπίσω μια δύσκολη πραγματικότητα;

Στην περικοπή μας ουσιαστικά ο Θεός ζητά από τον Αβακούμ να Τον περιμένει. Τι σημαίνει όμως αυτό; Πώς περιμένει ο Αβακούμ; Πώς να περιμένω τον Θεό που προσμένω;

1. Περιμένω ισορροπώντας στην ένταση μεταξύ της απουσίας και της παρουσίας του Θεού.

Ο Αβακούμ νιώθει την απουσία του Θεού. Καλείται να περιμένει ένα Θεό που δεν είναι παρών. Που θα έρθει. Θα του εξηγήσει. Θα εκπληρώσει το σχέδιό του. Θα λύσει το πρόβλημα.

Τι γίνεται όμως τώρα; Τι να το κάνω το ότι κάποτε, μια μέρα θα εμφανιστείς; Εγώ έχω τώρα το πρόβλημα.

Δείτε όμως κάτι ενδιαφέρον. Ενώ ο Θεός μοιάζει να είναι απών, ταυτόχρονα είναι παρών όσο ποτέ άλλοτε. Συνομιλεί με τον Αβακούμ.

Στο κεφ.β:2 υπάρχει η λέξη «εμέ». «Ο Θεός μου αποκρίθηκε». Όχι απλά αποκρίθηκε αλλά αποκρίθηκε σε μένα, απάντησε στην ερώτησή μου, ασχολήθηκε προσωπικά με τον προβληματισμό μου. Ο Θεός που θα έρθει στο μέλλον, είναι εδώ δίπλα μου στο παρόν. Ο Θεός που προσμένω είναι ο Θεός που ήδη απολαμβάνω.

Την στιγμή που ο Θεός μοιάζει να είναι τόσο απόμακρος, είναι τόσο κοντά μου. Αυτή ήταν και η εμπειρία του Ιώβ. Αν τον ρωτούσες «ποια ήταν η στιγμή που ένιωσες με τον πιο σκληρό και οδυνηρό τρόπο το Θεό μακρύτερα από ό,τι ποτέ;», θα σου έλεγε «όταν τα έχασα όλα». Και «ποια ήταν η στιγμή που ένιωσες με τον πιο καθαρό και ζεστό τρόπο το Θεό κοντύτερα από ότι ποτέ;», θα σου έλεγε «όταν τα έχασα όλα». Στο τέλος του βιβλίου του λέει «άκουγα για σένα με την ακοή μου αλλά τώρα τα μάτια μου σε βλέπουν».

 

2. Περιμένω αναμένοντας αλλά και υπακούοντας

Λέει ο Αβακούμ στο β:1, «Επί της σκοπιάς μου θέλω σταθή και θέλω στηλωθή επί του πύργου, και θέλω αποσκοπεύει …».

Έχει ενδιαφέρον ότι η αναμονή δε χαρακτηρίζεται από παθητική αδράνεια αλλά από ενεργή και δραστήρια προσδοκία. Θα σταθώ στη σκοπιά μου. Θα κάνω την βάρδιά μου. Θα εκτελέσω το καθήκον μου. Θα κάνω αυτό που πρέπει να κάνω.

Δείτε το πώς αντέδρασε ένας άλλος προφήτης όταν το θέλημα του Θεού δεν έβγαζε νόημα γι’ αυτόν: «ο δε Ιωνάς κατέβη εις το κοίλωμα του πλοίου και επλαγίασε και εκοιμάτο βαθέως»

Σε αντίθεση με αυτόν, ο Αβακούμ λέει «θα σταθώ στις επάλξεις. Θα κάνω αυτό που πρέπει και θα περιμένω». Η αναμονή δεν είναι άλλοθι για αδράνεια και απραξία.

Ο Αβακούμ περιμένει να μάθει το άγνωστο θέλημα του Θεού υπακούοντας στο γνωστό.

Περιμένει να πληροφορηθεί τις κρυφές βουλές του Θεού εκτελώντας τις αποκαλυμμένες.

Υπήρχε και υπάρχει μια τάση που θεωρεί ως υψηλότερη πνευματικότητα το να μην κάνεις τίποτα, περιμένοντας μια ειδική κλήση από τον Θεό για να κάνεις κάτι. Ο Αβακούμ κάνει το ακριβώς αντίθετο. Εκτελεί το καθήκον του περιμένοντας το άγνωστο.

 

3. Περιμένω επειδή δε θέλω το μέτριο αλλά το τέλειο

Έχουμε την παροιμία «κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι».

Συχνά σκεφτόμαστε έτσι. Διαβάζουμε όμως στο εδ.3 ότι ο Αβακούμ λέει, «Διότι η όρασις μένει έτι εις ωρισμένον καιρόν…». Θέλει τον καιρό του Θεού!

Ξέρετε, ο Σατανάς έχει μία πολύ συγκεκριμένη άποψη για τον χρόνο. Υπάρχει μόνο το τώρα, το σήμερα.

Ο Αβακούμ όμως περιμένει τον «ορισμένο καιρό». Γιατί; Με άλλα λόγια η υπομονή είναι όχι επειδή είμαστε μαζοχιστές αλλά επειδή θέλουμε το καλύτερο. Το πρόβλημα του ανθρώπου είναι ότι επιλέγει να ικανοποιηθεί πολύ γρήγορα και πολύ εύκολα. Περιμένω επειδή θέλω να απολαύσω τον καρπό της απάντησης του Θεού στον «ορισμένο καιρό», την σωστή στιγμή.

 

4. Περιμένω με πίστη στην πιστότητα του Θεού

Διαβάζουμε στο εδ.4, «ο δε δίκαιος θέλει ζήσει δια της πίστεως αυτού».

Ο δίκαιος θα ζήσει με πίστη στην πιστότητα του Θεού. Τώρα για να καταλάβουμε τη σημαίνει αυτό, αξίζει να σημειώσουμε κάτι.

Τι είναι το αντίθετο της πίστης; Η απιστία, η αμφιβολία, η ασέβεια;

Αν δούμε το πλαίσιο θα ανακαλύψουμε ότι το αντίθετο της πίστης είναι η υπερηφάνεια.

Δείτε το εδ.4: «Ιδού η ψυχή αυτού επήρθη». Είναι η στάση που λέει «πάρε την ζωή στα χέρια σου». Μην εξαρτάσαι από κανέναν και τίποτα. Διάλεξε το δρόμο της «αυτοεξάρτησης».