Μάρκ.ιδ:35,36 Και προχωρήσας ολίγον, έπεσεν επί
της γης και προσηύχετο να παρέλθη αν ήναι δυνατόν απ' αυτού η ώρα εκείνη, και
έλεγεν· Αββά ο Πατήρ, πάντα είναι δυνατά εις σέ· απομάκρυνον απ' εμού το
ποτήριον τούτο. Ουχί όμως ό,τι θέλω εγώ, αλλ' ό,τι συ.
Η λέξη αββά σημαίνει στα Αραμαϊκά «πατήρ» και αντιστοιχεί με
την Εβραϊκή αβ (πατήρ) αλλά είναι η εμφατική μορφή του Αβ.
Ήταν το φιλικό όνομα που χρησιμοποιούσαν τα παιδιά για τον
πατέρα τους και συνδυάζει λίγη από την οικειότητα της λέξης «μπαμπά», ενώ διατηρεί την αξιοπρέπεια της λέξης «πατήρ»,
κι έτσι είναι ανεπίσημη αλλά ωστόσο πλήρης σεβασμού.
Ήταν, επομένως, ένας τρόπος προσφώνησης που εκφράζει περισσότερη αγάπη από ένα τίτλο και ήταν μεταξύ των πρώτων λέξεων που μάθαινε να λέει ένα παιδί. Δύο άλλες περιπτώσεις της χρήσης αυτής της λέξης είναι στις επιστολές του αποστόλου Παύλου, προς Ρωμ.η:15 και Γαλ.δ:6.
Ήταν, επομένως, ένας τρόπος προσφώνησης που εκφράζει περισσότερη αγάπη από ένα τίτλο και ήταν μεταξύ των πρώτων λέξεων που μάθαινε να λέει ένα παιδί. Δύο άλλες περιπτώσεις της χρήσης αυτής της λέξης είναι στις επιστολές του αποστόλου Παύλου, προς Ρωμ.η:15 και Γαλ.δ:6.
Και στις δύο περιπτώσεις η λέξη χρησιμοποιείται σχετικά με
Χριστιανούς, και δείχνει τη στενή τους σχέση με τον Πατέρα τους. Μολονότι είναι
«δούλοι Θεού», εν τούτοις είναι και υιοί στον οίκο ενός στοργικού Πατέρα.