Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2019

Οι 10 Εντολές - Εισαγωγή - 1η εντολή




Έξοδος κ:1-17


Είναι κανένας που πιστεύει πως η ειδωλολατρία όπως υπήρχε στα αρχαία χρόνια, έχει εξαλειφθεί; Κι όμως, στον ευρύτερο χριστιανικό χώρο, οι άνθρωποι αν ερωτηθούν θα πουν ότι είναι πιστοί στην πρώτη εντολή: «Δεν θα έχεις άλλους θεούς εκτός από Εμένα». Βέβαια αυτό δεν σημαίνει τίποτα. Οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι πιστεύουν. Δεν μπορούν να διακρίνουν αν υπάρχουν είδωλα στη ζωή τους. Σήμερα, η παράβαση της πρώτης εντολής είναι ίσως συχνότερη από ποτέ.


Ο άνθρωπος, είναι πλασμένος για να πιστεύει. Και αυτό που θα κάνουμε σήμερα είναι να μελετήσουμε το λόγο του Θεού ώστε να μην αμαρτάνουμε σ’ αυτή την πρώτη εντολή, είτε επίτηδες, είτε κατά λάθος.

Θα πάμε λοιπόν, στην Εξ.ιθ, για να δούμε για λίγο πως δόθηκαν οι 10 Εντολές και στη συνέχεια να μελετήσουμε την πρώτη από αυτές.

Έξ.ιθ:16-19  Και εν τη ημέρα τη τρίτη το πρωΐ έγειναν βρονταί και αστραπαί, και νεφέλη πυκνή ήτο επί του όρους, και φωνή σάλπιγγος δυνατή σφόδρα· και έτρεμε πας ο λαός ο εν τω στρατοπέδω. Τότε εξήγαγεν ο Μωϋσής τον λαόν εκ του στρατοπέδου εις την συνάντησιν του Θεού· και εστάθησαν υπό το όρος. Το δε όρος Σινά ήτο όλον καπνός, διότι κατέβη ο Κύριος εν πυρί επ' αυτό· ανέβαινε δε ο καπνός αυτού ως καπνός καμίνου και όλον το όρος εσείετο σφόδρα. Και ότε η φωνή της σάλπιγγος προέβαινεν αυξανομένη σφόδρα, ο Μωϋσής ελάλει και ο Θεός απεκρίνετο προς αυτόν μετά φωνής.

Φανταστείτε το σκηνικό! Να βρίσκεσαι σ’ εκείνο το βουνό και το έδαφος να τρέμει κάτω από τα πόδια σου, να βλέπεις αστραπές, το βουνό να είναι καλυμμένο όλο με καπνό, γιατί ο Κύριος κατέβηκε με φωτιά πάνω στο βουνό και όλο το βουνό να κουνιέται. Και μαζί με όλα αυτά, ν’ ακούς τον ήχο της σάλπιγγας.

Αλήθεια, ποιος έπαιζε τις σάλπιγγες;

Σίγουρα ήταν υπερφυσικός ο ήχος της σάλπιγγας. Μπορούσε να τον ακούσει πάνω από ένα εκατομμύριο λαός που ήταν απλωμένοι εκεί γύρω και έβλεπαν.

Δεν ξέρω ποια θα ήταν η δική μας αντίδραση σ’ αυτή τη μεγαλόπρεπη Θεοφάνεια, αλλά κοιτάξτε στο κ:18-21 πως αντέδρασαν οι Ισραηλίτες αφού άκουσαν τις εντολές:

Και πας ο λαός έβλεπε τας βροντάς και τας αστραπάς και την φωνήν της σάλπιγγος και το όρος καπνίζον· και ότε ο λαός είδε ταύτα, απεσύρθησαν και εστάθησαν μακρόθεν. Και είπον προς τον Μωϋσήν, συ λάλησον προς ημάς και θέλομεν ακούσει και ας μη λαλήση προς ημάς ο Θεός, διά να μη αποθάνωμεν. Και είπεν ο Μωϋσής προς τον λαόν, Μη φοβείσθε· διότι ο Θεός ήλθε διά να σας δοκιμάση, και διά να ήναι ο φόβος αυτού έμπροσθέν σας διά να μη αμαρτάνητε. Και εστάθη ο λαός μακρόθεν· ο δε Μωϋσής επλησίασεν εις την ομίχλην όπου ήτο ο Θεός.

Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα, ακούγεται η φωνή του Θεού:
Και ελάλησεν ο Θεός πάντας τους λόγους τούτους, λέγων, Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου, ο εξαγαγών σε εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας (Έξ.κ:1-2).

Αυτά τα εδάφια αποτελούν τον πρόλογο στο κείμενο των 10 Εντολών. Ίσως φαίνεται παράξενο, αλλά είναι η εισαγωγή, γιατί το κείμενο που έχουμε στα χέρια μας, δεν έχει τη μορφή ενός γράμματος. Δεν είναι σαν τις επιστολές. Δεν είναι σαν τα ευαγγέλια. Αυτό το κείμενο είναι μια διαθήκη. Η διαθήκη είναι μια συμφωνία ανάμεσα στον Θεό και τον λαό Του. Είναι μια διαθήκη που ο Θεός την ξεκίνησε και την έκανε. Ήξεραν πολύ καλά οι Ισραηλίτες τι σήμαινε αυτό. 

Οι λόγοι για τους οποίους γίνονταν αυτές οι διαθήκες ήταν ποικίλοι. Θα μπορούσε να είναι ένας πόλεμος. Όσοι βασιλιάδες ήταν δυνατοί και είχαν μεγάλο στρατό, πήγαιναν να κατακτήσουν μικρότερους λαούς. Έρχονταν λοιπόν, ο βασιλιάς της πιο μικρής χώρας και έκανε διαθήκη με τον δυνατό βασιλιά. Ή ακόμη αν μια μικρή χώρα ήταν σε κίνδυνο και ζητούσε βοήθεια από μια μεγάλη, τότε έκαναν διαθήκη με τη μεγάλη χώρα. Όλες αυτές οι διαθήκες είχαν πάλι ένα πρόλογο. Κι αυτός ο πρόλογος είχε σκοπό να υπενθυμίσει στο βασιλιά της μικρής χώρας γιατί όφειλε να υποτάσσεται στο βασιλιά της δυνατής χώρας.

Με τον ίδιο τρόπο ξεκινάει και το κείμενό μας. Ο Θεός εισάγει τον εαυτό Του: «Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου. Και αμέσως μετά έρχεται ο πρόλογος: Εγώ σας έβγαλα έξω από τη γη της Αιγύπτου, από τον οίκο της δουλείας». Σαν να λέει, «να γιατί πρέπει να με ακούτε. Εγώ σας έσωσα, εγώ σας ελευθέρωσα, εγώ σας έκανα λαό μου. Με τη χάρη μου ήρθατε ως εδώ. Εγώ είμαι ο Θεός σας». Και αμέσως μετά, αρχίζουν οι κανόνες.

Γιατί όμως, τα λέμε αυτά; Γιατί στην πραγματικότητα αυτή η διαθήκη είναι μια προσωπική διαθήκη του Θεού με τον καθένα μας. Και στον πρόλογο θα πρέπει να βάλουμε ο καθένας το όνομά του και να τις διαβάζουμε: «Εγώ Είμαι Κύριος ο Θεός σου Γιώργο. Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου Μαρία, Πέτρο, Στέφανε, Γιάννη, Ελένη. Εγώ σε ελευθέρωσα και σε συγχώρεσα από την αμαρτία. Να το θυμάσαι. Άκου τώρα πως πρέπει να ζεις, πως σε έφτιαξα να ζεις».

Μη έχης άλλους θεούς πλην εμού (Έξ.κ:3). Τίποτα στη ζωή μου, λέει ο Θεός. Κανένας άνθρωπος, καμιά ιδεολογία, κανένας σκοπός, καμιά θρησκεία. Αυτή η εντολή ακούγεται εύκολη στο να την υπακούσουμε, αλλά είναι η πιο δύσκολη. Γι’ αυτό μπήκε και πρώτη. Γιατί είναι η βάση για τις άλλες. Και ξέρετε γιατί είναι δύσκολη; Γιατί τα μπερδεύουμε με τη λέξη «θεούς». Να μην έχεις άλλους θεούς εκτός από εμένα. Κάθε άνθρωπος έχει τους θεούς του. Δυστυχώς, όμως, πολλές φορές ο θεός μας δεν είναι ο Ένας Θεός, δεν είναι ο Ιησούς.

Θεός στη ζωή σου, είναι αυτό για το οποίο ζεις, αυτό που γεμίζει την καρδιά σου, το ενδιαφέρον σου, τα όνειρά σου, οι στόχοι σου. Ποιο είναι το πρώτο μέλημα στη ζωή σου; Αυτός είναι και ο Θεός σου. Που λαχταράς να βρίσκεσαι; Ποια είναι η μεγαλύτερη σου απόλαυση; Αυτός είναι ο Θεός σου! Ας δούμε λοιπόν, μερικούς από τους μοντέρνους θεούς και να εξετάσουμε τους εαυτούς μας μήπως τελικά κι εμείς ακολουθούμε αυτούς. Δεν θα τους εξετάσουμε αυθαίρετα, ούτε θα τους επιλέξουμε τυχαία. Είναι θεοί που αναφέρονται στο λόγο του Θεού.

Για κάποιους, θεός είναι η κοιλιά τους. Μη σας φαίνεται παράξενο αυτό. Δεν είναι καινούργιο φαινόμενο.

Διότι περιπατούσι πολλοί, τους οποίους σας έλεγον πολλάκις, τώρα δε και κλαίων λέγω, ότι είναι οι εχθροί του σταυρού του Χριστού, των οποίων το τέλος είναι απώλεια, των οποίων ο Θεός είναι η κοιλία, και η δόξα αυτών είναι εν τη αισχύνη αυτών, οίτινες φρονούσι τα επίγεια (Φιλιπ.γ:18-19). 

Αν έχετε αμφιβολία γι’ αυτά που λέει ο λόγος του Θεού, την επόμενη φορά που θα πάτε να σταθείτε μπροστά σε ένα περίπτερο, δείτε πόσα περιοδικά υπάρχουν που στα εξώφυλλά τους ασχολούνται με το φαγητό. «Πως να χάσετε κιλά γρήγορα και εύκολα». «Δέκα τρόποι για υγιεινή διατροφή». Υπάρχουν χιλιάδες διαφημίσεις στην τηλεόραση που αφορούν το φαγητό.

Η συνεχής απασχόληση σε τέτοιο βαθμό με το φαγητό, και γενικότερα με την εμφάνιση, είναι αμαρτία. Και μπορεί κάποιος να υπεραπασχολείται με το φαγητό, είτε θετικά, είτε αρνητικά. Η απόλαυση είναι καλή, αλλά δεν ζούμε μόνο για την απόλαυση. Για μας τους Έλληνες το φαγητό είναι σημαντικό και το καλό φαγητό είναι πολύ σημαντικό. Γι’ αυτό και έχουμε καλή κουζίνα. Ζούμε όμως, για το Θεό. Και ο Θεός μας καλεί σε εγκράτεια και ανεξαρτησία από κάθε πάθος: Α΄ Κορ.ς:12-13, Πάντα είναι εις την εξουσίαν μου, πλην πάντα δεν συμφέρουσι· πάντα είναι εις την εξουσίαν μου, αλλ' εγώ δεν θέλω εξουσιασθή υπ' ουδενός. Τα φαγητά είναι διά την κοιλίαν και η κοιλία διά τα φαγητά· πλην ο Θεός και ταύτην και ταύτα θέλει καταργήσει· το δε σώμα δεν είναι διά την πορνείαν, αλλά διά τον Κύριον, και ο Κύριος διά το σώμα.

Παρ.κε:16, Εύρηκας μέλι; φάγε όσον σοι είναι αρκετόν, μήποτε υπερεμπλησθής απ' αυτού και εξεμέσης αυτό.

Για κάποιους άλλους ο θεός τους είναι το σεξ. Όσες περισσότερες σχέσεις έχεις, τόσο πιο μοντέρνος είσαι. Καθίστε ένα οποιοδήποτε βράδυ στην τηλεόραση και δείτε τα προγράμματα.

Παίρνουμε μέρος κι εμείς στην ίδια νοοτροπία και είναι φυσικό οι σκέψεις μας, ο τρόπος που σκεφτόμαστε να επηρεάζονται.

Ο λόγος του Θεού λέει, Τίμιος έστω ο γάμος εις πάντας και η κοίτη αμίαντος· τους δε πόρνους και μοιχούς θέλει κρίνει ο Θεός (Εβρ.ιγ:4). Και αλλού διαβάζουμε, Επειδή τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας, να απέχησθε από της πορνείας (Α΄ Θες.δ:3).

Ένας άλλος θεός που οι άνθρωποι λατρεύουν είναι το χρήμα και τα συνακόλουθα του χρήματος, η καριέρα, η επιτυχία στη δουλειά. Σαν χριστιανοί και εκεί χρειαζόμαστε αυτοεξέταση και έλεγχο. Πως μπορώ να κάνω τον αυτοέλεγχό μου, ώστε να δω αν είμαι εντάξει με το Θεό; Πολύ απλά. Με απλή αριθμητική. Και ο πιο απλός τρόπος από όλους είναι αν δίνω το δέκατό μου. Εμπιστεύομαι ότι ο Θεός θα φροντίσει τις ανάγκες μου πλούσια με το 90% από τα εισοδήματά μου. Αν δε το κάνω, τότε δεν εμπιστεύομαι το Θεό, αλλά τα χρήματα και τη δική μου άποψη για το θέμα αυτό. Συνήθως, οι φιλοχρήματοι «δεν το βλέπουν» το δέκατο!!

Ένας άλλος τρόπος να ελέγξουμε για το αν λατρεύουμε το χρήμα, είναι ο χρόνος μας. Δίνω χρόνο για το Θεό κάθε μέρα, ή κάθε βδομάδα; Ή μήπως ποτέ δεν προλαβαίνω γιατί δουλεύω; Δηλαδή τι θέλεις να μας πεις, ίσως πει κάποιος. Να παρατήσουμε τις δουλειές μας και να αρχίσουμε τις προσευχές; Δεν μπορούμε να ζήσουμε. Δεν μας φτάνουν. Και πρέπει να σκεφτούμε, αν πράγματι είναι αλήθεια πως έχουμε ανάγκη όλα όσα πιστεύουμε ότι χρειαζόμαστε. Πως, λοιπόν, να τρέξουμε και για το Θεό;

Θα απαντήσω σ’ αυτό με μια ερώτηση. Όταν είμαστε ερωτευμένοι με κάποιο πρόσωπο, είναι ποτέ εμπόδιο η δουλειά για να βρεθούμε με το πρόσωπο που αγαπάμε; Δεν νομίζω. Ούτε ο χρόνος ήταν εμπόδιο, ούτε η απόσταση. Σελίδες τα γράμματα μεταξύ των ερωτευμένων, αν το αγόρι είναι στο στρατό. Ατέλειωτες μονάδες ξοδεύονται στα κινητά. Και ατέλειωτα μηνύματα στα SMS. Αλλά τι λέμε, «δεν πειράζει»... Νέοι είμαστε θα δουλέψουμε, «δεν πειράζει, η αγάπη θέλει θυσίες». Αλλά δεν μας νοιάζει.

Που θέλω να καταλήξω; Για ό,τι θέλω να βρω χρόνο, βρίσκω. Σε ό,τι αγαπώ αφοσιώνομαι. Θυσιάζω το χρόνο μου, δεν κοιμάμαι, αλλά δεν με πειράζει, αν αυτό που κάνω το θεωρώ σημαντικό. Ας μη λέω ότι αγαπώ το Θεό πιο πολύ από καθετί, και ότι δεν έχω άλλους θεούς εκτός από Αυτόν, αλλά το μόνο που κάνω είναι να του δώσω 2 ώρες κάθε εβδομάδα, ο εκκλησιασμός και το πήγαινε – έλα. Ποιος από εμάς θα έλεγε στη γυναίκα του: «Αγάπη μου, πολύ σε αγαπώ, αλλά δεν έχω όρεξη να είμαι μαζί σου. Πρέπει να δουλέψω, θα σε δω την άλλη εβδομάδα»;

Χριστιανισμός δεν είναι τήρηση κανόνων και εκτέλεση τύπων. Είναι σχέση με το Θεό. Αν υπάρχουν τύποι χωρίς τη βάση, δίχως την προσωπική μου σχέση με το Θεό, τότε είμαι θρησκευόμενος, όχι χριστιανός.

Όλα αυτά, και πολλά άλλα σαν κι αυτά, φαγητό, σεξ, χρήματα, δουλειά, ξέρετε τι δείχνουν; Πως στην πραγματικότητα αυτό που λατρεύουμε είναι ο εαυτός μας. Όλα αυτά αποσκοπούν στη δική μας ικανοποίηση. Κάθε φορά που αμαρτάνω με κάποιο πειρασμό, το κάνω γιατί πιστεύω ότι η απόλαυση που θα μου δώσει η αμαρτία, είναι μεγαλύτερη από αυτή που θα μου δώσει η υπακοή στο Θεό, ή πιστεύω πως η ευλογία από το Θεό είναι τόσο μακριά που δεν μπορώ να περιμένω. Σε κάθε περίπτωση ο εαυτός μου είναι αυτός που με καθοδηγεί.  Διαλέγω λοιπόν τον εαυτό μου.

Στο Χριστιανισμό στόχος δεν είναι να ζήσω για μένα, ούτε να ολοκληρωθώ όπως το εννοεί η κοσμική προσέγγιση. Αλλά να γίνω σαν τον Χριστό. Να βρω την αληθινή ζωή, χάνοντας αυτή που κρατάω σφιχτά να μη μου φύγει.

Καθώς τα είπαμε όλα αυτά, όλες αυτές τις πιθανές παγίδες, καταλάβαμε πόσο εύκολο είναι να παραβούμε αυτή την εντολή; Γιατί την παραβαίνουμε.

Κανένας μας, τουλάχιστον όσοι είμαστε μέσα σ’ αυτό το χώρο, δεν πήρε ένα είδωλο να το στήσει στο σπίτι του και να πέσει στα γόνατα να το προσκυνήσει. Κάθε φορά όμως, που οι αποφάσεις μας, οι σκέψεις μας, τα κίνητρά μας, δεν είναι σύμφωνα με την Αγία Γραφή, αλλά σύμφωνα με τον κόσμο, τότε λατρεύουμε άλλους θεούς.

Ø Κάθε φορά που υποκύπτω στον πειρασμό και συμβιβάζω την πίστη μου, τότε αυτός ο πειρασμός γίνεται ο θεός μου, είτε αυτό λέγεται διασκέδαση, είτε σεξ, πείτε το όπως θέλετε. Και πέφτουμε στους πειρασμούς γιατί αυτός  που θέλουμε να ικανοποιήσουμε είναι ο εαυτός μας.
Ø Κάθε φορά που θα πω ψέματα στη δουλειά μου για να καλύψω το λάθος μου, ή για να πάρω πιο πολλά λεφτά, λατρεύω τον εαυτό μου.
Ø Κάθε φορά που θα πω, ε, δεν βαριέσαι, άνθρωποι είμαστε λάθη θα κάνουμε, για να δικαιολογηθώ και να μη ζητήσω συγνώμη, λατρεύω τον εαυτό μου.
Ø Κάθε φορά που θα κάνω ό,τι κάνουν οι άλλοι για να μην με κοροϊδέψουν και να με πουν χαζό, λατρεύω τον εαυτό μου.
Ø Κάθε φορά που δεν κάνω πίσω στον καβγά, γιατί πώς τόλμησε ο άλλος να μου μιλήσει έτσι, και αγνοώ τις εντολές για υπομονή και γλυκύτητα, λατρεύω τον εαυτό μου.
Ø Κάθε φορά που τρέχω να πω τι καλός που είμαι και πόσα πολλά κάνω, λατρεύω τον εαυτό μου.
Ø Κάθε φορά που θα ανεβάσω μια ανάρτηση στο Facebook με τη φωτογραφία μου και τι έκανα για τον Κύριο (;), λατρεύω τον εαυτό μου!

Αυτή είναι και η βάση του πειρασμού, αν το καλοσκεφτούμε: «Εσύ έχεις σημασία, άσε τι λέει ο Θεός», είναι κάθε φορά ο ψίθυρος του Σατανά. «Μια ζωή την έχουμε, κι αν δεν τη γλεντήσουμε, τι θα καταλάβουμε», συμπληρώνουμε εμείς. Μα δεν μπορούμε να αποκοπούμε απ’ τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε, θα πει η άλλη. Στις λεπτομέρειες κρινόμαστε. Γιατί οι πολλές λεπτομέρειες αποδεικνύουν τι σκεφτόμαστε, ποιοι είμαστε.

Είπαμε οι 10 Εντολές είναι μια διαθήκη που ο Θεός κάνει μαζί μας. Αυτό σημαίνει πως δεν παίζουμε με το Θεό. Δεν μπορούμε να έχουμε και άλλους θεούς εκτός από τον Ένα. Επίσης είδαμε πως δεν χρειάζεται απαραίτητα να λατρεύουμε κυριολεκτικά κάποιο είδωλο, για να παραβούμε την εντολή αυτή.

Θεός μου είναι, ό,τι απορροφά την αγάπη μου, το ενδιαφέρον μου, το χρόνο μου, την αφοσίωσή μου, και με κάνει να παραβαίνω τις εντολές Του.

Η ερώτηση, λοιπόν, είναι «Γιατί αυτή η εντολή»; Γιατί ο Θεός να απαιτεί όλο μας το είναι, και την αφοσίωση χωρίς συμβιβασμό; Ο λόγος είναι ο ίδιος με το λόγο που βρίσκουμε στην επόμενη εντολή, «Μη κάμεις εις εαυτόν είδωλον», και είναι ο εξής: Ο Θεός είναι ζηλότυπος.

Εξ.λδ:12-14, Πρόσεχε εις σεαυτόν, μη κάμης συνθήκην μετά των κατοίκων της γης εις την οποίαν υπάγεις, μήποτε γείνη παγίς εν τω μέσω σου· αλλά τους βωμούς αυτών θέλεις καταστρέψει και τα είδωλα αυτών θέλεις συντρίψει και τα άλση αυτών θέλεις κατακόψει. Διότι δεν θέλεις προσκυνήσει άλλον θεόν· επειδή ο Κύριος, του οποίου το όνομα είναι Ζηλότυπος, είναι Θεός ζηλότυπος. 

Ο Θεός λοιπόν, ζηλεύει. Ζηλεύει όταν τα παιδιά Του ζουν όπως όλοι οι άλλοι. Αυτό είναι και το νόημα των επόμενων εδαφίων (εδ.15-16):

μήποτε κάμης συνθήκην μετά των κατοίκων της γης, και όταν πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών και θυσιάσωσι προς τους θεούς αυτών, σε προσκαλέση τις και φάγης από της θυσίας αυτού· και μήποτε λάβης εκ των θυγατέρων αυτού εις τους υιούς σου, και όταν αι θυγατέρες αυτού πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών, κάμωσι τους υιούς σου να πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών.

Δεν είναι ότι πάμε και λατρεύουμε θεούς από τις ανατολικές θρησκείες, δεν είναι ότι έχουμε μικρά αγαλματάκια του Βούδα ή άλλες θεότητες και τα προσκυνούμε. Αυτά τα εδάφια λένε για μας σήμερα: «Μη ζεις όπως ζουν οι υπόλοιποι που δε γνωρίζουν το Θεό».

Σαφώς και υπάρχουν πράγματα που είναι ίδια για όλο τον κόσμο. Όλοι έχουμε οικογένειες, όλοι δουλεύουμε, όλοι θέλουμε τα παιδιά μας να αποκατασταθούν επαγγελματικά και κοινωνικά. Όλα αυτά είναι κοινά και δεν είναι άσχημα.
Αυτό που λέει ο Θεός όμως, είναι:

· Μη σκέφτεστε και αντιμετωπίζετε τη ζωή σας όπως σκέφτονται οι άνθρωποι που δε με γνωρίζουν.
·  Μην παίρνετε τις αποφάσεις σας όπως εκείνοι.
·  Μη ζεις μόνο για το σήμερα.
·  Μη ζεις σαν να μην υπάρχει Θεός.
· Μη ζεις για τα δώρα και αφήνεις Αυτόν που δίνει τα δώρα.
·  Μη ζεις προσβάλλοντας Αυτόν που σε έπλασε.
· Μη νοιάζεσαι να ικανοποιήσεις τις ανάγκες σου, τα μάτια τις σκέψεις, όπως ο κόσμος. 

Βέβαια θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος: Καλά και γιατί ζηλεύει ο Θεός; Μήπως δεν ξέρει ότι είναι Θεός; Αυτός είναι ο Ένας και ο Αληθινός Θεός είτε τον πιστεύουν οι άνθρωποι, είτε όχι. Ζηλεύει, ξέρετε γιατί; Γιατί κάθε φορά που αμαρτάνουμε λέμε, «Δεν είμαστε ευτυχισμένοι μαζί σου. Δεν μας είσαι αρκετός. Αυτό που κάνω τώρα μου δίνει μεγαλύτερη απόλαυση. Δεν με ικανοποιείς αρκετά, δεν μου φτάνεις. Αυτό που κάνω τώρα μου δίνει μεγαλύτερη χαρά. Δεν είσαι αρκετός. Είσαι λίγος. Ναι, στο λόγο σου γράφει, πως τα διατάγματά σου είναι πιο γλυκά από το μέλι, αλλά, εμένα δεν μου κάνουν. Μου κάνουν μόνο για την Κυριακή το πρωί. Τη Δευτέρα θέλω άλλα».

Ζηλεύει ο Θεός γιατί κάθε φορά που αμαρτάνουμε, τραγουδάμε το τραγούδι της Μαρίας με τα κίτρινα: Τον άντρα μου τον αγαπώ, τον γείτονα καλύτερα. Ναι σε αγαπώ Θεέ μου, αλλά αυτά που δίνει ο κόσμος δεν είναι πολύ γλυκά;

Η οργή του Θεού κατά της αμαρτίας του λαού Του στην Παλαιά Διαθήκη, ήταν οργή που πήγαζε από την προδομένη αγάπη Του. Από την αγάπη που δεν έβρισκε ποτέ ανταπόκριση. Σε αγαπώ Θεέ, αλλά μέχρι εκεί.

Και όμως, ο μόνος τρόπος να δείξουμε στο Θεό ότι τον αγαπάμε είναι η υπακοή μας: Διότι αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού· και αι εντολαί αυτού βαρείαι δεν είναι (Α΄ Ιωάν.ε:3).

Ο Θεός ζηλεύει γιατί μας υπόσχεται πως Εκείνος θα μας χαρίσει τη μεγαλύτερη χαρά και ικανοποίηση που μπορούμε να έχουμε και ζηλεύει γιατί ενώ εμείς το ξέρουμε, εντούτοις ζητάμε να ικανοποιηθούμε με άλλα πράγματα.

Τι είπε στη Σαμαρείτισσα; Πας όστις πίνει εκ του ύδατος τούτου θέλει διψήσει πάλιν· όστις όμως πίη εκ του ύδατος, το οποίον εγώ θέλω δώσει εις αυτόν, δεν θέλει διψήσει εις τον αιώνα, αλλά το ύδωρ, το οποίον θέλω δώσει εις αυτόν, θέλει γείνει εν αυτώ πηγή ύδατος αναβλύζοντος εις ζωήν αιώνιον (Ιωάν.δ:13β-14).

Ξέρετε γιατί υποσχέσεις σαν κι αυτή δε «δουλεύουν»; Γιατί μαζί με το νερό του πηγαδιού βάζουμε και το δικό μας νερό; Ή γιατί το κλωτσάμε και πάμε να ξεδιψάσουμε αλλού!

Διότι δύο κακά έπραξεν ο λαός μου· εμέ εγκατέλιπον, την πηγήν των ζώντων υδάτων, και έσκαψαν εις εαυτούς λάκκους, λάκκους συντετριμμένους, οίτινες δεν δύνανται να κρατήσωσιν ύδωρ (Ιερ.β:13).

Θέλουμε το ένα, θέλουμε και το άλλο. Για να ζήσεις όμως, τη χριστιανική ζωή σε όλη της την πληρότητα, το μεγαλείο, τη δύναμη, την ομορφιά, δεν μπορείς να ζεις σε δύο κόσμους, με δύο φρονήματα.

Αν αποφασίσω συνειδητά πως θα συμβιβάσω την υπακοή μου σ’ αυτή την πρώτη εντολή, καμιά από τις επόμενες εννέα δε θα υπακούσω. Η καρδιά μου θα είναι αλλού.

Δεν σημαίνει πως δεν θα αμαρτάνω πια. Σημαίνει όμως, πως παίρνω την απόφαση πως η αφοσίωσή μου, θα είναι 100% στον Κύριο. Σημαίνει πως κάθε πρωί που ανοίγω τα μάτια μου, θα λέω στο Θεό, «Κύριε, και σήμερα θέλω να ζήσω 100% για σένα. Θέλω σήμερα να μην έχω άλλο θεό εκτός από εσένα. Δείξε μου πως να το ζήσω αυτό στα μάτια μου, στη σκέψη μου, στα λόγια μου, στις επιλογές μου».  Και μόνο σ’ αυτή τη βάση ο Θεός δέχεται την εξομολόγησή μας και το συγνώμη μας, όταν αμαρτήσουμε. Αν δεν υπάρχει αυτή η διάθεση, τότε παίζουμε.