Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Ερμηνευτικά - 10

ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Είναι αναγκαίο να μελετήσουμε το θέμα και το σχέδιο του βιβλίου ή του κειμένου μέσα στο οποίο βρίσκονται οι ασαφείς λέξεις ή εκφράσεις που θέλουμε να ερμηνεύσουμε.

Όταν δεν μπορούν να μας βοηθήσουν ούτε τα συμφραζόμενα στην ερμηνεία, μ’ αυτό τον κανόνα κάνουμε άλλο ένα βήμα. Το θέμα και το σχέδιο ενός βιβλίου ή κειμένου μπορεί να βρεθεί όταν αναζητήσουμε την αιτία για την οποία γράφτηκε και τα πρόσωπα στα οποία απευθύνεται, αρχικά, αυτό το κείμενο.

Καμιά φορά ο σκοπός ή το σχέδιο ενός βιβλίου περιέχεται μέσα στο ίδιο το βιβλίο. Ο σκοπός ολόκληρης της Γραφής βρίσκεται στα εδάφια Ρωμ.ιε:4 & Β’ Τιμ.γ:16-17. 

Ο σκοπός που γράφτηκαν τα Ευαγγέλια είναι γραμμένος στο Ιωαν.κ:31 κι οι Παροιμίες στο Παρ.α:1-4.

Παραδείγματα:

Ξέρουμε ότι οι επιστολές προς Γαλάτες και Κολοσσαείς γράφτηκαν για ν’ αντικρούσουν τις ψευδοδιδασκαλίες των Ιουδαϊζόντων, τις οποίες ο διάβολος προσπαθούσε να φέρει μέσα στην εκκλησία. Ο σκοπός, λοιπόν, αυτών των επιστολών είναι να εξηγήσουν με κάθε λεπτομέρεια το έργο της σωτηρίας που έγινε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά με το θάνατο του Ιησού Χριστού, σε αντίθεση με το νομικό πνεύμα που ήθελαν να περάσουν στους χριστιανούς οι ψευδοδιδάσκαλοι. Μ’ αυτή τη γνώση, μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα κάποια εδάφια που λέμε ότι μας είναι, ήδη, γνωστά.

Ψαλμ.γ, ιη, λδ, να, ρκ, ρλδ. Μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα αυτούς τους ψαλμούς, όταν γνωρίζουμε κάτω από ποιες συνθήκες και για ποιο σκοπό γράφτηκαν, πράγμα το οποίο αναφέρεται στις επικεφαλίδες τους.

Στην περίπτωση που θα δούμε παρακάτω, αυτό που θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε είναι η κατάσταση που βρίσκεται το άτομο στο οποίο μιλάει ο Κύριος. 

Ματθ.ιθ:16 & Λουκ.ιη:18. Όταν ο πλούσιος νέος, τυφλωμένος απ’ τη δική του δικαιοσύνη, ρώτησε τον Ιησού τι πρέπει να κάνει για να κληρονομήσει αιώνια ζωή, Αυτός του απάντησε: «φύλαξον τάς εντολάς». Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Κύριος διδάσκει μ’ αυτή την απάντηση ότι η σωτηρία είναι στην τήρηση του νόμου;  Φυσικά όχι κι αυτό το καταλαβαίνουμε όταν διακρίνουμε την ανάγκη του νέου και το σχέδιο του Ιησού. Ο Κύριος χρησιμοποίησε το νόμο σαν παιδαγωγό, για να φέρει αυτό τον άνδρα στη νέα εντολή. Ήθελε να τον βγάλει απ’ την αυταπάτη του ότι τηρεί το νόμο, αποδεικνύοντας του ότι δεν είναι παρά ένας ειδωλολάτρης αφού η αγάπη για τα πλούτη τον εμποδίζει να τηρήσει την πρώτη εντολή! Του έδωσε, έτσι, την ευκαιρία να διαλέξει ανάμεσα στα χρήματα και την αποδοχή του Ιησού σαν Θεό του.

Ο απόστολος Παύλος λέει ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται δια πίστεως χωρίς τα έργα του νόμου. Ο Ιάκωβος λέει ότι δεν αρκεί η πίστη αλλά χρειάζονται και τα έργα. Αυτή η φαινομενική αντίφαση παύει να υπάρχει, όταν καταλάβουμε ποιος ήταν ο σκοπός του κάθε συγγραφέα.

Ρωμ.γ:28 Εδώ ο Παύλος αντικρούει αυτούς που εμπιστεύονται την τήρηση του νόμου σαν μέσο σωτηρίας, αρνούμενοι το έργο του σταυρού.

Ιακ.β:24  Ο Ιάκωβος, αντίθετα, αντικρούει τις λανθασμένες απόψεις κάποιων που έμεναν ικανοποιημένοι με μία φανταστική πίστη, χωρίς κανένα ενδιαφέρον για καλά έργα. Ο Ιάκωβος δείχνει ότι μια τέτοια πίστη είναι νεκρή, αναληθής. Τα έργα δικαιώνουν γιατί αποδεικνύουν και συμπληρώνουν το έργο της πίστης.

Διαβάζουμε στην Α’ Ιωαν.γ:9 ότι: «πάς όστις εγεννήθη εκ του Θεού, αμαρτίαν δεν πράττει...» Θέλει άραγε ο απόστολος Ιωάννης να πει εδώ ότι ο χριστιανός είναι ανίκανος να αμαρτήσει; Όχι βέβαια, γιατί ο σκοπός της επιστολής του είναι να εμποδίσει αυτό ακριβώς, πράγμα που σημαίνει ότι ο χριστιανός μπορεί να αμαρτήσει. Τι θέλει, όμως, να πει μ’ αυτά τα λόγια; Όπως και προηγουμένως, η γνώση του σκοπού και του σχεδίου του βιβλίου θα μας βοηθήσει. Απ’ τις γραφές βλέπουμε ότι προς το τέλος της αποστολικής περιόδου υπήρχαν κάποιοι «χριστιανοί» που είχαν πλανηθεί και πίστευαν ότι μπορούν να πράττουν κάθε είδους σαρκική αμαρτία, αρκεί, όπως διακήρυτταν, το πνεύμα τους να έμενε καθαρό! 

Ένας απ’ τους σκοπούς, λοιπόν, αυτής της επιστολής είναι να προστατεύσει τους «υιούς του Θεού» από τέτοιου είδους πλάνες και ψευδοδιδασκαλίες. Καθένας ασχολείται  με τα έργα του πατρός του. Οι υιοί του Θεού ασχολούνται με την τήρηση των εντολών Του, φανερώνοντας, μ’ αυτό τον τρόπο, την αγάπη τους σ’ Αυτόν (ε:2). Αντίθετα, οι υιοί του διαβόλου μιμούνται τον πατέρα τους το διάβολο, ο οποίος απ’ την αρχή αμαρτάνει. Αυτοί πράττουν την αμαρτία συνεχώς. Ακριβώς επειδή, λοιπόν, οι υιοί του Θεού επιθυμούν πλήρη ηθική τελειότητα, είναι αντίθετο με την καινούρια φύση τους να πράττουν την αμαρτία. Δεν μπορούν να αμαρτάνουν συνέχεια. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να νουθετούνται να κρατούν τους εαυτούς τους μακριά απ’ την αμαρτία, ακριβώς επειδή δεν έχουν ξεπεράσει τον κίνδυνο ν’ αμαρτήσουν (Α’ Ιωαν.β:1-2).

Μια άλλη περίπτωση φαινομενικής αντίφασης που ερμηνεύεται  όταν γνωρίζουμε  το σκοπό και το σχέδιο του βιβλίου είναι στις επιστολές του Παύλου. Στη Γαλ.δ:10-11 αντιστέκεται στην τήρηση των Ιουδαϊκών εορτών και ημερών αφιέρωσης, ενώ στη Ρωμ.ιδ:5-6 δεν φαίνεται να τον ενοχλεί και τόσο η τήρησή τους. Η απάντηση είναι ότι στην προς Γαλάτες επιστολή ο σκοπός του Παύλου είναι να αντικρούσει τους ψευδοδιδάσκαλους που «βάσκαναν» την εκκλησία. Αυτοί γυρνούσαν και δίδασκαν ότι δεν φτάνει η πίστη στο έργο του Χριστού, αλλά χρειάζεται να κρατείται και η Ιουδαϊκή παράδοση. Στην πραγματικότητα, υπονόμευαν το εδραίωμα της δικαίωσης δια πίστεως. Εξαιτίας, λοιπόν, αυτού του κινδύνου, ο Παύλος αντιστέκεται σ’ αυτή την πλάνη με σθένος. 

Αντίθετα, στη Ρωμ.ιε:1-13 ο σκοπός της επιστολής είναι η διατήρηση της ειρήνης μέσα στην τοπική εκκλησία. Μια ομάδα νέων πιστών που μόλις είχαν επιστρέψει απ’ τον Ιουδαϊσμό, έκριναν τους πιο παλιούς πιστούς, επειδή δεν τηρούσαν κάποια πράγματα κι αυτοί με τη σειρά τους υποτιμούσαν αυτούς τους νέους, αδύνατους στην πίστη, αδελφούς. Αυτοί οι νέοι πιστοί όμως που έβλεπαν ότι είναι σωστό να μην φάνε κρέας κι ότι έπρεπε να κρατάνε κάποιες μέρες αφιέρωσης, δεν διέτρεχαν τον κίνδυνο της εκκλησίας της Γαλατίας. Έτσι, ο απόστολος Παύλος δεν αντιστέκεται άμεσα σ’ αυτούς, γιατί βλέπει ότι το κάνουν για τον Κύριο, αλλά τους προτρέπει να συνεχίσουν, μέχρι να φτάσουν στο σημείο να τ’ αφήσουν όλα αυτά, ξέροντας ότι όσο μένουν μέσα στην εκκλησία θα δυναμωθούν κι αυτοί στην πίστη και θα καταλάβουν ότι αυτά δεν ωφελούν πια. Έμμεσα, ωστόσο, ο Παύλος κηρύττει ενάντια σ’  αυτή την αρχαία συνήθεια που είναι προσδιορισμένη να εξαφανιστεί.