Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Ο Χριστός, ο μεσίτης μας

Α' Τιμ.β:5,       Εβρ.ζ:25

«Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι ότι είμαι εγώ ο Υιός του ανθρώπου;» 
(Ματθ.ις:13).

Αυτή είναι μια από τις πιο γνωστές και πιο σημαντικές ερωτήσεις που έκανε ο Χριστός στους μαθητές Του. Η απάντηση που έδωσαν οι μαθητές Του, ήταν τίμια, ειλικρινής, αντιπροσωπευτική των απόψεων που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή που ο Χριστός ακόμη ήταν εδώ. Και εκείνοι είπαν: Άλλοι μεν για τον Βαπτιστή Ιωάννη· άλλοι δε για τον Ηλία, και άλλοι για τον Ιερεμία ή για έναν από τους Προφήτες (Ματθ.ις:14).

Αυτό σημαίνει πως διαφορετικοί άνθρωποι, πίστευαν διαφορετικά πράγματα. Αυτό, γιατί άραγε συνέβαινε; Μήπως τους μπέρδεψε ο Χριστός; Ή μήπως οι άνθρωποι τελικά, ό,τι και να πει ή να κάνει ο Χριστός θα πιστεύουν αυτά που θέλουν να πιστεύουν; Μια ματιά να ρίξει κάποιος στα ευαγγέλια θα διαπιστώσει πως ο Χριστός είναι πολύ ξεκάθαρος σε αυτά που λέει και σε αυτά που κάνει.

Όμως, ό,τι και να κάνει ή να πει ο Χριστός, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα πιστεύουν αυτά που θέλουν, για διάφορους λόγους ο καθένας. 

Σήμερα αν ρωτήσεις τους ανθρώπους εδώ στην Ελλάδα που είναι χώρα με πολύ έντονο το θρησκευτικό συναίσθημα, θα πάρεις διάφορες απαντήσεις. Ακόμη και όταν πάρεις απαντήσεις θεολογικά σωστές, πάλι αξίζει να ρωτήσει κάποιος, «τι εννοείς μ’ αυτό;»


Ο Χριστός βέβαια, όλα αυτά τα ήξερε και τα ξέρει. Αφού του έδωσαν οι μαθητές Του την απάντηση αυτή, η οποία ήταν σωστή, ρωτάει τους ίδιους: Εσείς, όμως, ποιος λέτε ότι είμαι; (Ματθ.ις:15). Καλά, ο παραέξω κόσμος, οι Φαρισαίοι  που δεν θέλουν να πιστέψουν, ας λένε ότι θέλουν. Εσείς όμως που είστε μαθητές μου, ποιος λέτε ότι είμαι;

Γιατί το ρωτάει αυτό ο Χριστός; Γιατί και εμείς διατρέχουμε τον κίνδυνο όλων των ανθρώπων. Και εμείς μπορεί να βρισκόμαστε εδώ, να μεγαλώνουμε στην Εκκλησία, και να πιστεύουμε ό,τι θέλουμε, ό,τι μας βολεύει, οτιδήποτε φτάνει να μην αλλάξει η ζωή μας, ή να μη νοιώσουμε άσχημα για τις επιλογές μας. Είναι σημαντικό να ξέρω ποιο Θεό λατρεύω, τι Χριστό πιστεύω. Ποιος είναι ο Χριστός που πιστεύω. Είναι ο Χριστός που ο ίδιος κήρυξε ότι είναι, ή ένας δικός μου Χριστός;

Αφού λοιπόν ο Χριστός ρωτήσει αυτή την ερώτηση πετάγεται ο Πέτρος και απαντάει: Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός τού ζωντανού Θεού (Ματθ.ις:16). Ο Χριστός τον μακαρίζει για την απάντησή του: Μακάριος είσαι, Σίμωνα, γιε τού Ιωνά, επειδή αυτό δεν σου το αποκάλυψε σάρκα και αίμα, αλλά ο Πατέρας μου, που είναι στους ουρανούς (Ματθ.ις:18).

Ο Ιησούς ο Ναζωραίος είναι ο Χριστός είναι ο Γιός του ζωντανού Θεού. Είναι ο Αμνός του Θεού. Είναι αυτός που σήκωσε πάνω Του την αμαρτία του κόσμου, την δική μου και τη δική σου. Αυτός πάνω στον οποίο έπεσε η οργή του Θεού για χάρη μας, για τις δικές μας παραβάσεις, για τις δικές μας αμαρτίες, ώστε αν με μετάνοια και πίστη του ζητήσουμε συγχώρεση, να μας συγχωρέσει και να μας συμφιλιώσει με το Θεό.

Ο λόγος του Θεού εμάς τους πιστούς μας απευθύνει μια σημαντική πρόσκληση και πρόκληση: «Όθεν, αδελφοί άγιοι, ουρανίου προσκλήσεως μέτοχοι, κατανοήσατε τον απόστολον και αρχιερέα της ομολογίας ημών τον Ιησούν Χριστόν» (Εβρ.γ:1).

Μιλάει σε πιστούς ανθρώπους, σε ανθρώπους που είχαν χάσει και τις περιουσίες τους σε διωγμό για χάρη της πίστης τους. Ταυτόχρονα όμως αμφιταλαντεύονταν, ο σατανάς τους πείραζε να γυρίσουν πίσω στον Ιουδαϊσμό, να αποφύγουν όλη αυτή την ταλαιπωρία. Για αυτό λέει σε αυτούς τότε και σε μας σήμερα: κατανοήστε ποιος ήταν ο Χριστός. Γνωρίστε Τον καλά γιατί αυτά που ζητάει, πράγματι μας φέρνουν σε αντίθεση με τον κόσμο.

Ζητάει αποκλειστικότητα. Θέλει να είναι αυτός που αγαπάμε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο για να Τον ακολουθήσουμε και να είμαστε μαθητές Του. Μας προκαλεί να πάρουμε το δικό Του σταυρό επάνω μας και να Τον ακολουθήσουμε, να χάσουμε τη ζωή μας για το Χριστό γιατί τότε, λέει, τη σώζουμε, τότε ζούμε αληθινά. Κατανοήστε τον αυτό το Χριστό. Γνωρίστε τον καλά.

Στο χριστιανισμό, κεντρική θέση δεν έχει μια διδασκαλία ούτε κάποιο δόγμα. Στο χριστιανισμό κεντρική θέση έχει ο Ιησούς! Για αυτό και οι ακόλουθοι του Χριστού ονομάστηκαν «χριστιανοί». Δεν ακολουθούμε έτσι απλά μια διδασκαλία. Βασικά ακολουθούμε ένα πρόσωπο, το Χριστό. Γιατί αυτό το πρόσωπο πέθανε και αναστήθηκε και τώρα είναι στα δεξιά του Θεού και μπορούμε να έχουμε προσωπική σχέση μαζί Του.

Θα ξεκινήσουμε λοιπόν, να μελετάμε σε όσο περισσότερο βάθος μπορούμε ποιος είναι ο Χριστός. Το πρώτο που θα δούμε, είναι πως ο Χριστός είναι ο μεσίτης μας. Στις προσευχές μας, προσευχόμαστε στο Θεό δια του Χριστού, διαμέσου του Χριστού, στο Όνομα του Χριστού.  Αυτό σημαίνει πως πλησιάζουμε το Θεό και ο μεσίτης, αυτός που στέκεται ανάμεσα στο Θεό και σε μας είναι ο άνθρωπος Χριστός. «εις γαρ Θεός, εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Ιησούς Χριστός» (Α΄ Τιμ.β:5). Επειδή, ένας Θεός υπάρχει, ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός.

Καθώς το ακούν αυτό βέβαια οι άνθρωποι, κάποιοι παραξενεύονται και κάποιοι ενοχλούνται. Θυμάστε τα λόγια του Συμεών όταν πήρε στα χέρια του τον Χριστό; Και ο Συμεών τούς ευλόγησε, και είπε στη Μαριάμ, τη μητέρα του: Δες, αυτός έχει οριστεί για πτώση και ανύψωση πολλών μέσα στον Ισραήλ, και για σημείο αντιλεγόμενο (Λουκ.β:34). Ο Χριστός ήταν, είναι και θα είναι σημείο αντιλεγόμενο. Οι άνθρωποι θα Τον πιστεύουν και θα Τον αμφισβητούν, θα Τον δέχονται και θα Τον απορρίπτουν.

Γι’ αυτό όταν μιλάμε για χριστιανισμό μιλάμε για ένα πρόσωπο, το Χριστό. Γιατί αυτό το πρόσωπο μας συνδέει με το Θεό. Δια του Ιησού Χριστού σημαίνει πρόσβαση στο Θεό, όχι εμπόδια προς το Θεό. Δείχνει πως Αυτός, ο Χριστός είναι η μία και  μοναδική γέφυρα ανάμεσα σε μας και το Θεό. Γιατί πρέπει να υπάρχει αυτή η γέφυρα.

Ο πιο λογικός τρόπος για να ξεκινήσουμε να καταλαβαίνουμε την ανάγκη για μια γέφυρα είναι να αναγνωρίσουμε πως υπάρχει ένα απίθανα μεγάλο χάσμα ανάμεσα στο Θεό και στον άνθρωπο. Όταν δούμε τη φύση αυτού του χάσματος, τότε θα αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε γιατί μόνο η γέφυρα, μόνο ο μεσίτης που λέγεται Χριστός είναι αναγκαίος και απαραίτητος.

Υπάρχει χάσμα ανάμεσα σε μας που είμαστε πεπερασμένα δημιουργήματα και το Θεό που είναι ο άπειρος Δημιουργός. Υπάρχουν βέβαια και ομοιότητες γιατί ο Θεός μας έπλασε κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του. Μπορούμε να δούμε πράγματα, να συλλογιστούμε, να δημιουργήσουμε και εμείς, να σκεφτούμε, ο Θεός έχει βάλει το νόμο του στις καρδιές μας. Όμως υπάρχει μια διαφορά: Αυτός είναι ο Δημιουργός και εμείς τα δημιουργήματα. Αυτός είναι άπειρος και εμείς περιορισμένοι.

Αναστενάζουμε μαζί με τον Ιώβ: Είθε να ήξερα πού να τον βρω! Θα πήγαινα μέχρι τον θρόνο του (Ιώβ κγ:3). Ενστικτωδώς όμως καταλαβαίνουμε πως δεν μπορούμε να βάλουμε το Θεό σε ένα κουτί γεμάτο με τις δικές μας σκέψεις και ιδέες, και αν ξεγελαστούμε και νομίζουμε πως το καταφέραμε, αυτός που θα είναι στο κουτί, δεν είναι ο αληθινός Θεός.

Το μικρό μας μυαλό δεν μπορεί να Τον συλλάβει, είναι ασύλληπτος, ούτε και να Τον εξαντλήσει. «Διότι αι βουλαί μου δεν είναι βουλαί υμών ουδέ οδοί υμών αι οδοί μου, λέγει Κύριος. Αλλ' όσον είναι υψηλοί οι ουρανοί από της γης, ούτως αι οδοί μου είναι υψηλότεραι των οδών υμών και αι βουλαί μου των βουλών υμών» (Ης.νε:8-9).

Βλέπουμε εικόνες του μεγαλείου Του, στη δημιουργία, βλέπουμε τη φύση να φωνάζει πως υπάρχει δημιουργός, και μας δείχνουν μια ύπαρξη, ένα πρόσωπο πολύ ανώτερο από το δικό μας. Μας κατευθύνουν σε ύψη που δεν μπορούμε να ανέβουμε, σε βάθη που δεν μπορούμε να κατεβούμε. Χρειαζόμαστε ένα μεσίτη, κάτι πιο ανθρώπινο για να πάμε εκεί ψηλά. Χρειαζόμαστε το Χριστό. Όσο πλούσιο και αν είναι αυτό που έχουμε νοιώσει, σκεφτεί ή υποπτευθεί, χωρίς το Χριστό ο Θεός παραμένει σε άπειρο βαθμό πέρα και μακριά από εμάς.

Γράφει ο απόστολος Ιωάννης, «Καὶ ὁ λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ιωάν.α:14).

Το χάσμα ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο είναι πολύ μεγαλύτερο από όσο φανταζόμαστε. Υπάρχει ένα κενό που χάσκει ανάμεσα σε πλάσματα που επαναστάτησαν και τον δίκαιο Κριτή, από τον οποίο τρέχουν να ξεφύγουν. Δεν είναι μόνο δηλαδή ότι εμείς είμαστε μικροί και ο Θεός μεγάλος, ότι εμείς είμαστε πλάσματα και Αυτός ο Πλάστης. Είναι κυρίως ότι εμείς του γυρίσαμε την πλάτη, τον αψηφούμε, απορρίψαμε την εξουσία Του, και την αγάπη Του, και στραφήκαμε ο καθένας στο δικό του δρόμο. Αυτό ο λόγος του Θεού το ονομάζει αμαρτία.

Ακούστε πως περιγράφει ο λόγος του Θεού, την ανθρώπινη κατάσταση: (Ρωμ.γ:10-18).

Ρίξτε μια ματιά στον κόσμο μας, και εύκολα θα διαπιστώσει κανείς, αν όλα αυτά δεν είναι αλήθεια. Ίσως βέβαια νομίζουμε πως εμείς όμως, που ερχόμαστε εκκλησία, είμαστε καλύτεροι. Εμείς μπορούμε να πλησιάσουμε το Θεό. Δεν κάνουμε αυτά που κάνουν οι άλλοι.

Δύο κεφάλαια πιο κάτω, γράφει πάλι η Αγία Γραφή, και προσέξτε τις υπογραμμισμένες λέξεις. Περιγράφουν ποιοι είμαστε στα μάτια του Θεού: Επειδή, ο Χριστός, όταν εμείς ήμασταν ακόμα ασθενείς, πέθανε κατά τον ορισμένο καιρό για χάρη των ασεβών. Δεδομένου ότι, με δυσκολία θα πεθάνει κάποιος για έναν δίκαιο· για τον αγαθό, βέβαια, ίσως και τολμάει κάποιος να πεθάνει. Ο Θεός, όμως, δείχνει τη δική του αγάπη σε μας, επειδή, ενώ εμείς ήμασταν ακόμα αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για χάρη μας… Επειδή, αν, ενώ ήμασταν εχθροί, συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό διαμέσου του θανάτου τού Υιού του, πολύ περισσότερο, εφόσον συμφιλιωθήκαμε, θα σωθούμε με τη ζωή του (Ρωμ.ε:6-8, 10). Ασθενείς, αμαρτωλοί, εχθροί του Θεού, αυτοί είμαστε. Και υπάρχει και ένας ακόμη χαρακτηρισμός, στην προς Εφεσίους επιστολή: Κι εσάς, που ήσασταν νεκροί, εξαιτίας των παραβάσεων και των αμαρτιών, σας ζωοποίησε (Εφες.β:1).

Δε μας λείπει μόνο η διάνοια για να Τον καταλάβουμε, δεν έχουμε το ηθικό ανάστημα. Ο Θεός είναι άγιος και εμείς αμαρτωλοί. Έχουμε πολλές φορές αίσθηση του κακού και του καλού, αλλά και αυτό είναι στα δικά μας μέτρα. Αυτό που εμείς νοιώθουμε σωστό, νομίζουμε πως πρέπει να το θεωρεί και ο Θεός. Δεν είναι όλοι το ίδιο διεφθαρμένοι, αλλά δεν έχει σημασία αυτό. Ο απόλυτα άγιος Θεός, δεν μπορεί να δεχτεί την αμαρτία, γιατί είναι απόλυτα άγιος. Δεν μπορεί να σταθεί ο άνθρωπος στο Θεό μπροστά και να πει, ε, άνθρωποι είμαστε τι να κάνουμε. Η Αγία Γραφή λέει πως αυτό δεν γίνεται.

Δε μπορούμε να βρούμε το Θεό μόνοι μας. Δεν είμαστε κατάλληλοι για να συναντήσουμε το Θεό.  Έχουμε ανάγκη κάποιον μεγαλύτερο από εμάς, να έρθει και να μας αποκαλύψει τον άπειρο Θεό, και να μας δώσει χάρη μπροστά Του. Και όταν μιλάμε για αυτή την κατά χάρη πρωτοβουλία του Θεού, μιλάμε για το Χριστό.

Γράφει για τον εαυτό του ο απόστολος Παύλος αλλά ισχύει αυτό και για όλους μας: «Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον διά να σώση τους αμαρτωλούς, των οποίων πρώτος είμαι εγώ»  (Α΄ Τιμ.α:15).

Χωρίς το Χριστό, το χάσμα ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο είναι αδιαπέραστο. Μας εμποδίζει το γεγονός ότι είμαστε μικροί, πεπερασμένοι, και το γεγονός ότι είμαστε αμαρτωλοί επαναστάτες ενάντια στο Θεό. Οι μικρές, ασήμαντες γέφυρες που προσπαθούμε να χτίσουμε, δεν μας πάνε πουθενά. Κάποιοι προσπαθούν να γίνουν πιο καλοί, για να τους δεχτεί ο Θεός. Κάποιοι άλλοι ασχολούνται με τη θρησκεία. Κάποιοι τρίτοι με τις δικές τους προσπάθειες, δίνοντας χρήματα, κάνοντας αγαθοεργίες. Τίποτα δε φτάνει. Γιατί κανένα από αυτά, δεν τακτοποιεί την ενοχή που κουβαλάμε απέναντι στο Θεό. Η δικιά σας η δικαιοσύνη, λέει ο Θεός, μπροστά μου μοιάζει με ένα βρώμικο κουρέλι.

«Πάντες τωόντι εγείναμεν ως ακάθαρτον πράγμα, και πάσα η δικαιοσύνη ημών είναι ως ρυπαρόν ιμάτιον· διά τούτο επέσαμεν πάντες ως το φύλλον, και αι ανομίαι ημών αφήρπασαν ημάς ως ο άνεμος» (Ης.ξδ:6).

Ο Θεός όμως, μας προμήθευσε τη δική Του γέφυρα. Είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Γιός του Θεού, ο οποίος γεννήθηκε, έζησε και πέθανε με τον χειρότερο τρόπο το θάνατο που εμείς άξιζε να πεθάνουμε. Και το έκανε στη δική μας θέση.

Ας διαβάσουμε πως περιγράφει η προς Εβραίους επιστολή τη μοναδική διακονία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. «Ο Θεός, αφού ελάλησε το πάλαι προς τους πατέρας ημών διά των προφητών πολλάκις και πολυτρόπως, εν ταις εσχάταις ταύταις ημέραις ελάλησε προς ημάς διά του Υιού, τον οποίον έθεσε κληρονόμον πάντων, δι' ου έκαμε και τους αιώνας· όστις ων απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού, και βαστάζων τα πάντα με τον λόγον της δυνάμεως αυτού, αφού δι' εαυτού έκαμε καθαρισμόν των αμαρτιών ημών, εκάθησεν εν δεξιά της μεγαλωσύνης εν υψηλοίς, τοσούτον ανώτερος των αγγέλων γενόμενος, όσον εξοχώτερον υπέρ αυτούς όνομα εκληρονόμησε» (Εβρ.α:1-4).

Αυτή η περικοπή μαζί με άλλες δύο στην Ιωάν.α:1-14 και στην Κολ.α:15-23 παρουσιάζουν με ένα καταπληκτικό τρόπο τις δύο πλευρές της μεσιτείας του Ιησού Χριστού, την αποκάλυψη και τη λύτρωση.